Το ιστορικό τραύμα και η διεργασία του
Shtetl, Snow, Abraham A. Manievich – circa 1911
Από Αργύρης Σφουντούρης
Ιούλιος 19, 2016
Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν.
Σοφοκλέους,«Αντιγόνη», σ. 523
- Από την αυθεντική μνήμη στην πιστοποίηση της ελπίδας
Στο θεατρικό έργο του Max Frisch «Tραγουδούν και πάλι – Ένα ρέκβιεμ»[1], γραμμένο το 1945, λέει η μητέρα για το παιδί της που είναι μόλις ενός έτους:
ΓΥΝΑΙΚΑ: Δεν θα ξέρει τίποτε γι’αυτό τον πόλεμο, όταν θα μεγαλώσει. Θα βλέπει πού ήταν κάποτε η πόλη μας, θα το βλέπει αλλά δεν θα θυμάται, δε θα ’χει αυθεντικές αναμνήσεις, είναι μεγάλο πράγμα αυτό… παντού εκεί που κανένας δεν έχει αυθεντικές αναμνήσεις για τον πόλεμο, εκεί αρχίζει και πάλι η ζωή!
ΚΑΠΟΙΟΣ: Ή ο επόμενος πόλεμος.
ΓΥΝΑΙΚΑ: Γιατί;
ΚΑΠΟΙΟΣ: Επειδή ακριβώς κανείς δε θα θυμάται τον πόλεμο.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΡΑΥΜΑ ΚΑΙ Η ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ
- Η υπαρξιακή μας ταυτότητα
Εμείς, που η μνήμη μας ταυτίζεται με προσωπικό πόνο, έχουμε συνειδητοποιήσει κατά τη διάρκεια όλων αυτών των δεκαετιών, ότι η λήθη δεν είναι το κατάλληλο φάρμακο, ούτε για το δικό μας πόνο, ούτε για τις πράξεις βίας στις οποίες οδηγούνται οι ανθρώπινες κοινωνίες. Aναγνωρίσαμε πως είναι πιο χρήσιμο, αν και δύσκολο, να εκθέτουμε τις αναμνήσεις μας και να μην αρνούμαστε να συζητάμε τις εμπειρίες μας. Εκεί όμως, που ο διάλογος χρειάζεται ευαισθησία και είναι γονιμότερος, είναι στην επικοινωνία μας με ανθρώπους που έχουν τελείως διαφορετικές εμπειρίες από εμάς. Ιδιαίτερα ένας διάλογος με Γερμανούς πολίτες για ν’ ανταλλάξουμε απόψεις, εφόσον αισθάνονται έτοιμοι γι’ αυτό.
Δεν ζητούμε τίποτε άλλο παρά να μοιραστούμε το τεράστιο βάρος της μνήμης, να το σηκώσουμε μαζί και να μάθουμε μαζί να το αντέχουμε. Να διδάξουμε στα παιδιά μας πώς να ξεπεράσουν την πίκρα που τρώει ακόμα τα δικά μας σωθικά και έχει χαράξει τα δύσμορφα ίχνη της πάνω στις ψυχές μας. Μπορούμε εμείς άραγε να προστατέψουμε τα παιδιά μας από τέτοιες εμπειρίες;
Βαθιά μέσα στη μνήμη μας έχουμε γίνει εμείς και το γερμανικό παρελθόν σιαμαία αδέρφια, αχώριστα συνδεδεμένα. Αυτό πονάει περισσότερο όταν κουβαλάμε μόνο εμείς αυτή τη μνήμη, που δεν είναι απλώς μία φωτογραφία, δηλαδή η στιγμιαία απεικόνιση ενός βίαιου γεγονότος που αποπερατώθηκε πριν από εβδομήντα χρόνια. Η μνήμη μας μοιάζει με κινηματογραφική ταινία εβδομηκονταετούς διάρκειας. Μια ταινία για τον γερμανικό τρόπο διαχείρισης αυτών των βίαιων γεγονότων. Μια ταινία που συνεχίζεται με διαφορετικούς κατά εποχή σκηνοθέτες και που ταυτόχρονα προβάλλεται με βασανιστικά αργούς ρυθμούς, πότε προς τα εμπρός και πότε προς τα πίσω, επηρεάζοντας την καθημερινότητά μας. Η μνήμη εκφράζει την ισόβια επεξεργασία του τραύματος που ονομάζουμε πένθος, μια διεργασία για την οποία δεν θα είναι αρκετή ολόκληρη η ζωή μας, αλλά που έχει ήδη γίνει η υπαρξιακή μας ταυτότητα.
Πρέπει να ενημερώσουμε τα παιδιά μας για το μαρτυρικό θάνατο των ανθρώπων μας αλλά και για την τύχη που είχαμε εμείς που επιβιώσαμε. Η επιβίωση δεν είναι προσωπικό μας κατόρθωμα, ανεξάρτητα αν την αισθανόμαστε ως χάρη ή ως κατάρα, ως υποχρέωση ή ως ελευθερία. Αναγνωρίσαμε ότι δεν έχουμε πια την ίδια ταυτότητα με αυτή που είχαμε, πριν από εκείνα τα γεγονότα. Δεν υπάρχει γέφυρα πάνω από την άβυσσο που χωρίζει το πριν από το μετά. Δε μας επιτράπηκε να συνεχίσουμε την ανέμελη ζωή που είχαμε ξεκινήσει, γιατί όσο κι αν το επιθυμούσαμε, τα γεγονότα μας εξανάγκασαν να ζήσουμε μιαν άλλη ζωή. Μια ζωή ενάντια στη φύση – γιατί δεν είχε αφετηρία της μια γέννηση αλλά το θάνατο, που προήλθε όχι από το Χάροντα, αλλά από τον αρχιμάστορα τεχνίτη Γερμανό, που βγήκε για να κυριεύσει ολόκληρο τον κόσμο και επέστρεψε στον τόπο του φορτωμένος με μια αιματηρή σοδειά.
- Η γερμανική πλευρά
Στις 7 Μαρτίου 2014 στους Λιγκιάδες Ιωαννίνων, ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, κύριος Joachim Gauck στο λόγο που εκφώνησε στο Μνημείο των εκεί δολοφονηθέντων από τους Γερμανούς θυμάτων είπε:
«Ληστεία, τρομοκρατία και δολοφονία προήλθαν τότε από τη Γερμανία, μια χώρα που είχε μετατραπεί σε ανελέητη δικτατορία. Γερμανοί στρατιώτες και αξιωματικοί εκτελούσαν εδώ, στην κατεχόμενη αυτή χώρα, ό,τι είχαν επινοήσει στη Γερμανία με την εθνικιστική τους ύβρη φανατικοί γραφειοκράτες θύτες»[2].
Ήταν η πρώτη φορά, που Γερμανός αξιωματούχος αναφέρεται στην ωμή ιστορική αλήθεια των γερμανικών εγκλημάτων της κατοχής. Αν αυτά τα λόγια είχαν ειπωθεί από Γερμανό αξιωματούχο πριν είκοσι χρόνια, θα είχαμε ήδη προχωρήσει πολύ περισσότερο στο δρόμο της αληθινής συμφιλίωσης και της κοινής αναγνώρισης και επεξεργασίας του πένθους.
Αλλά όλοι οι αγώνες μας και οι οδύνες των τελευταίων δεκαετιών συνέβαλαν σημαντικά στο αποτέλεσμα που διαπιστώνουμε με την επιδεικτική επίσκεψη και τα επίσημα λόγια του Γερμανού Προέδρου στους Λιγκιάδες. Γιατί αυτοί «οι φανατικοί γραφειοκράτες θύτες με την εθνικιστική τους ύβρη», όπως χαρακτηρίζει ο Πρόεδρος Γκάουκ τους Ναζί και την ιδεολογία τους, δεν έπαψαν να υπάρχουν και να δρουν μετά το 1945. Ούτε καν το 1995 δεν είχαν εκλείψει, αφού τότε ήταν που μας ανακοινώθηκε επίσημα και γραπτά πως η σφαγή του Διστόμου δεν ήταν έγκλημα πολέμου, αλλά γεγονός στο «πλαίσιο του πολέμου». Ακριβώς έτσι το είχε παρουσιάσει και ο υπεύθυνος λοχαγός στην «εκ προμελέτης ψευδή» αναφορά του το 1944, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να καλύψει την εγκληματική διαταγή του. Και δεν ήταν ότι το αγνοούσαν. Γνώριζαν πολύ καλά πως αυτό το ιστορικό «ψέμα για το Δίστομο» είχε ήδη αποκαλυφθεί το 1944, ένα μήνα μετά τη σφαγή. Η«εθνικιστική ύβρις» είχε ωστόσο παραμείνει ζωντανή και «εν χρήση» στο Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών ακόμα και 50 χρόνια μετά.
Το 2005, ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Joschka Fischer, έδωσε εντολή να ερευνηθεί στο Υπουργείο του η επιρροή από παλαιο-ναζιστικές και νεο-ναζιστικές διαπλοκές. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας, πολλά χρόνια αργότερα, δημοσιεύθηκαν σε ογκώδεις τόμους των 8.000 σελίδων. Αλλά και στο Γερμανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης υπήρξε για δεκαετίες ζωντανή αυτή η«εθνικιστική ύβρις» και ήταν σε όλους γνωστή. Κυρίως στις Nομικές Σχολές, μιας και δεν έγινε ποτέ αποναζιστικοποίηση των χιλιάδων δικαστών που καταδίκαζαν σε θάνατο τους αντίπαλους του ναζισμού και που μεταπολεμικά ανενόχλητοι δίδασκαν στις επόμενες γενεές τους κανόνες Δικαίου. Αλλά αυτό το παρελθόν έπρεπε να διατηρείται ως κοινό μυστικό. ΄Ετσι το 1978 ο πρωθυπουργός του κρατιδίου Baden-Württemberg Hans Filbinger οδηγήθηκε σε παραίτηση γιατί έμεινε «γυμνός αυτοκράτορας», όταν πιεζόμενος από το παρελθόν του, ξεφώνησε δημόσια: «Δεν μπορεί να είναι σήμερα άδικο, αυτό που τότε (δηλαδή στη ναζιστική δικτατορία) ήταν δίκαιο».
ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΠΕΝΘΟΣ ΚΑΙ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ
- Η συλλογική απόλυτη σιωπή
Αυτό που οι ίδιοι οι Γερμανοί ονομάζουν «γερμανικό παρελθόν» είναι η ιστορική περίοδος 1933-1945, από την άνοδο του Ναζισμού στην εξουσία ως το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.Ο επιθετικός και καταστρεπτικός πόλεμος του τρίτου Ράιχ κύλησε την ανθρωπότητα στο πένθος και επηρέασε το παρόν και το μέλλον εκατομμυρίων ανθρώπων στην Ευρώπη και σ’ όλο τον κόσμο για πολλές γενιές.
Αυτές οι συνέπειες δε θα πάψουν να υφίστανται όσο υπάρχουν ακόμα επιζώντες εκείνης της περιόδου, όσο είναι ακόμα ζωντανές οι προσωπικές μνήμες. Οι εμπειρίες είναι βαθιά χαραγμένες στις ζωές μας, τόσο βαθιά όπου μόνο ο αγιάτρευτος πόνος μπορεί να κουρνιάσει. Ο πόνος αυτός έχει επηρεάσει και τη σχέση μας με το γερμανικό λαό. Η αδιαφορία του για πολλές δεκαετίες και η μη αναγνώριση της ενοχής, έχει δημιουργήσει μια δεύτερη ενοχή, αυτή που αποκλείει τα θύματα ακόμα κι από τη μνήμη του. Η δεύτερη ενοχή δεν αφορά όπως η ευθύνη για τα βίαια γεγονότα μόνο μεμονωμένα άτομα, αλλά όλους, μιας και μπορούν, αλλά δε θέλουν να γνωρίζουν. Έτσι η ιστορική Μνήμη τους παρέμεινε γιε δεκαετίες κενή.
- Πώς επεξεργάστηκε ο Γερμανικός λαός τη θλιβερή εμπειρία
Ξέρουμε ότι ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έχει για το Γερμανιικό λαό δύο όψεις. Την όψη της ενοχής για τις βιαιότητες εις βάρος άλλων και την όψη της δικής του τελικής καταστροφής. Γι’ αυτό το λόγο ο δρόμος προς έναν ειλικρινή διάλογο είναι δύσβατος, αλλά ο μοναδικός που θα μπορέσει να οδηγήσει σε μία αληθινή συμφιλίωση μετά από πολλές γενιές.
Εκ των υστέρων βλέπουμε πως αυτή η εμπειρία καταγράφηκε στη Γερμανία πολύ βαθιά σε αμέτρητες μνήμες, σε κρυφά αρχεία, πάνω σε σφιχτοκλεισμένα χείλη και στα θαμπά μάτια των γερόντων και των ετοιμοθάνατων που ήλπιζαν μάταια μια ολόκληρη ζωή, πως κάποιος θα τους συμπαραστέκονταν για να μπορέσουν να ομολογήσουν και έτσι να ανακουφιστούν. Καθρεφτιζόταν και καθρεφτίζεται ακόμα στα γεμάτα ερωτηματικά μάτια των παιδιών και εγγονών τους που μάταια περίμεναν ν’ ακούσουν μια ειλικρινή κατάθεση ενοχής. Άγρυπνοι «αόρατοι» επόπτες ενδιαφέρονται να δώσουν με το δικό τους τρόπο μια άλλη τελική λύση. Προσπάθησαν με μεγάλη επιτυχία να αποσιωπήσουν την ιστορική αλήθεια για τα βίαια εκείνα γεγονότα, που είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της κακής φήμης της Γερμανίας, κατά τη διάρκεια της φρικτής εκείνης περιόδου.
Από πού πηγάζει όμως αυτή η κρυφή και φρικτή επιθυμία μιας δήθεν γερμανικής λαϊκής πλειοψηφίας να ξεθωριάσει γρήγορα το σκοτεινό αυτό γερμανικό παρελθόν από τις μνήμες όλων μας;
Θα ήταν ωφέλιμο και σωτήριο, αν μπορούσε ν’ αρχίσει επιτέλους μια κοπιαστική αλλά πολύτιμη διεργασία, σε στενή συνεργασία, έτσι ώστε να μπορέσει η Γερμανία να βελτιώσει τη φήμη της. Υπάρχει μια γερή γέφυρα γι’ αυτό το πέρασμα: ο μεγάλος πολιτισμός, το ισχυρό γερμανικό πνεύμα, που ήταν και που θα μπορούσε να γίνει και πάλι τμήμα μιας παγκόσμιας ψυχής όπου πάντα ψάχνει, όπως έγραψε ο Γκαίτε, να βρει «τη γη των Ελλήνων». Μια γη που δεν είναι δική μας ιδιοκτησία αλλά ιδέα που εδώ και χιλιετίες φωτίζει όλο τον κόσμο και διακηρύσσει διεθνώς το ελπιδοφόρο μήνυμα πως υπάρχει φραγμός στη βαρβαρότητα, πως υπάρχει εναλλακτική λύση. Για να επιτύχουμε αυτή τη «λύση», έπρεπε να είχαμε εξ αρχής αναζητήσει μια στενή συνεργασία με τη Γερμανία, με αφετηρία την αποδοχή του κοινού μας πένθους. Αλλά σε αυτό – όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων – ήταν αδύνατο να μπορέσει να συμμετάσχει η Γερμανία όσο παρέμενε ακόμα όμηρος του Ναζισμού.
- Η επίτευξη της «ανικανότητας του πένθους»
Σ΄ ένα ποίημά του, που αφιέρωσε ο Bertolt Brecht για την πρεμιέρα της Αντιγόνης στις 15 Φεβρουαρίου 1948 στην Helene Weigel, γράφει:
«Απόμακρη κόρη, γνωρίζω, πόσο φοβήθηκες
το θάνατο, αλλά ακόμη περισσότερο
φοβήθηκες μια ανέντιμη ζωή»[3].
Το 1948 υπήρχαν ακόμα εκατοντάδες χιλιάδες ανενόχλητοι Ναζί, οι οποίοι είχαν αποκτήσει, από το 1933 ως το 1945, τεράστιες περιουσίες και μεγάλη επιρροή. Διατηρούσαν στενές σχέσεις με την καινούρια εξουσία και τα μέσα ενημέρωσης, επηρεάζοντας άμεσα και έμμεσα ορισμένα από τα βασικά στελέχη τους, αυτά που είχαν οι ίδιοι επιλέξει και προωθήσει σε σημαντικές θέσεις. Έτσι ξεκίνησε ήδη από το 1945 να δημιουργείται ασυνείδητα-συνειδητά αυτό που 20 χρόνια αργότερα ονόμασαν οι Margarete και Alexander Mitscherlich «ανικανότητα του πένθους». Δεν ήταν ούτε τυχαίο ούτε μοιραίο, αλλά η εμμονή σε μια «εθνικιστική νοοτροπία». Οι ειδικοί προπαγανδιστές των Ναζί την είχαν αναπτύξει και προωθήσει επιτυχώς και την ονόμαζαν «ο Γερμανός δεν μετανιώνει», όπως προδίδουν επιγραφές στους χώρους των θυτών στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Από τέτοιους «ειδικούς» είχε αναπτυχθεί και ο για δεκαετίες αναμφισβήτητος διαχωρισμός μεταξύ των εγκληματικών SS και της δήθεν «αγνής Wehrmacht» που «απλώς» ασχολείτο με το «καθαρό» επάγγελμα του πολέμου. Ωστόσο, η διάσημη έκθεση «Τα εγκλήματα της Βέρμαχτ» απέδειξε τη δεκαετία του ’90, πως κι αυτός ο επίσημος στρατός είχε διαπράξει σε όλα τα πολεμικά μέτωπα πολλαπλά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Αυτές οι προσπάθειες των αιώνιων Ναζί εμπόδισαν να αναπτυχθούν συναισθήματα μεταμέλειας και πένθους στη μεταπολεμική Γερμανία. Ήταν αδύνατο για τους απλούς Γερμανούς ακόμη και να «τολμήσουν» να πενθήσουν, μεμονωμένα και ακόμα λιγότερο συλλογικά, για τις δικές τους τραγωδίες, που έζησαν με τους βομβαρδισμούς των πόλεων ή για τις κακουχίες των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων και τις οδύσσειες των γερμανικών μειονοτήτων που εκδιώχτηκαν μεταπολεμικά από τα ανατολικοευρωπαϊκά κράτη, όπου είχαν ζήσει ειρηνικά με τους άλλους λαούς για εκατοντάδες χρόνια πριν εισβάλουν οι Ναζί με τον αιματηρό ρατσισμό τους.
- «Να θυμάσαι και να διαγράφεις»
Το πρώτο αποκορύφωμα και συγχρόνως η επιβεβαίωση του ψυχολογικού ελέγχου της κοινωνίας από τους επόπτες-άρχοντες του παρελθόντος, ήταν η ίδρυση το 1947 του συλλόγου λογοτεχνών«ομάδα του 47», με σκοπό την υποστήριξη και συγχρόνως επίβλεψη των μεταπολεμικών συγγραφέων. Μία από τις «εντολές» στο καταστατικό του συλλόγου προς τους συγγραφείς από τους «προστάτες» τους ήταν: «Να θυμάσαι και να διαγράφεις»[4] τις προσωπικές δυσάρεστες εμπειρίες της περιόδου 1933-45 και τις εγκυμονούσες μαρτυρίες, στα έργα περί εγκλημάτων πολέμου. Προσωπικά ημερολόγια πολέμου, αυτών των συγγραφέων, δεν δημοσιεύτηκαν παρά μετά το θάνατο τους, δεκαετίες δηλαδή αργότερα.
Αυτή ήταν η οργανωμένη γερμανική νοοτροπία της σιωπής τα χρόνια εκείνα που εμείς πενθούσαμε συλλογικά και αναρωτιόμασταν γιατί να μην είναι δυνατό ένα κοινό πένθος.
Σημαντικότερη από πολιτική εκδοχή, είναι για μας η απουσία της ανθρώπινης κατανόησης και του σεβασμού. Έτσι αποδείχτηκε πως ο τρόπος που χειρίζονται οι Γερμανοί το φόβο τους, να έρθουν δηλαδή σε άμεση επαφή με τα θύματα και την τύχη τους, είναι το βασικότερο κριτήριο για την αποφυγή μιας πραγματικής συνεργασίας. Αυτό συνειδητοποιήσαμε έπειτα από πολλές πικρές εμπειρίες των τελευταίων δεκαετιών. Ελάχιστοι Γερμανοί είναι σε θέση να κατανοήσουν αυτόν τον προβληματισμό. Αυτοί οι λίγοι μόνο αναγνωρίζουν ότι μια συνανθρώπινη προσέγγιση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για έναν αληθινό διάλογο. Και αυτή η προσέγγιση είναι τελείως αντίθετη με τη γνωστή τακτική που δίδαξαν οι Ναζί με τη σατανική τους μαεστρία. Σ’ εκείνον το«γερμανοκεντρικό» κόσμο, τα ξένα θύματα δεν ήταν και δεν είναι παρά αναγκαίες και αναπόφευκτες ασήμαντες θυσίες, καθώς διογκώνεται η σφαίρα των επιρροών αυτού του «γερμανοκεντρικού» κόσμου. Με την προσπάθεια των απογόνων να πλάσουν μια «διορθωμένη» ιστορία, ξεσκεπάζεται η ιδεολογική τους εξάρτηση και ηθική τους ομηρία.
- Η καινούρια «κατοχή των καρδιών»
Γερμανοί Χριστιανοί προθυμοποιούνται να πραγματοποιήσουν «λειτουργίες συγχώρεσης», αλλά δεν επιχειρούν να συναντηθούν με συγγενείς των θυμάτων, να τους γνωρίσουν και να κουβεντιάσουν μαζί τους για τα γεγονότα και τις αποτρόπαιες πράξεις των προγόνων τους. Φαίνεται πως πράγματι δεν ενδιαφέρονται – δεν έχουν καν διδαχθεί να ενδιαφέρονται – για τα θύματα, αλλά μόνο για τον εαυτό τους, για την ακόμα άσβεστη γερμανική υπεροψία. Γι’ αυτό το λόγο δεν βασίζονταν οι προσπάθειες αυτές στην κατανόηση, στο κοινό πένθος, στη μεταμέλεια και μετάνοια, αλλά ούτε σε μιαν αληθινή ταπεινοφροσύνη. Είναι λιτανείες εξορκισμού του παρελθόντος, άφεσης αμαρτιών και αυτολιβανισμού. Πολύ πιθανό είναι ότι δε συνειδητοποιούν καν πως αντιστρέφουν τελείως την έννοια της συγχώρεσης. Αλλά κύριος σκοπός τους είναι μια «κατοχή των καρδιών». Παράλληλα, οι συνέταιροι τους στην Ελλάδα θέλουν κυρίως να συνεχίσουν τις εμπορικές και πολιτικές τους συναλλαγές: Οι γερμανικές εταιρίες διαθέτουν μεγάλα κονδύλια για «public relations» – και η ωραιοποίηση του γερμανικού παρελθόντος ήταν πάντα ο μεγάλος τους στόχος.
Πριν από μια «Συναυλία Συγγνώμης», μιας βαυαρικής παιδικής ορχήστρας που είχαν οργανώσει ξενοδόχοι από τους Δελφούς στο Μαυσωλείο του Διστόμου, ένας μικρός μουσικός ρώτησε, μετά την ξενάγησή τους στο χώρο, μήπως θα ήταν αταίριαστο να παίξουν «τέτοια» (ελαφρά) μουσική σ’ ένα Μαυσωλείο, δίπλα στα οστά των δολοφονημένων από τους Γερμανούς. Τέτοιοι προβληματισμοί δεν απασχολούν καθόλου τους επαγγελματίες της προσέγγισης. Αυτοί είναι απασχολημένοι με την προώθηση ενός νέου μοντέλου γερμανικού τεθωρακισμένου: του «οδοστρωτήρα της συμφιλίωσης» που θέλει να ισοπεδώσει ιστορία και μνήμη!
ΜΕΤΑΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΗΤΗ, ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΕΣΗ
- «Συγχώρεση – η αντιμετώπιση της ενοχής»
Η γερμανίδα φιλόσοφος Svenja Flasspöhler, στο βιβλίο της, «Συγχώρεση – η αντιμετώπιση της ενοχής»[5], γράφει για την επίσκεψη του Προέδρου Joachim Gauck στους Λιγκιάδες Ιωαννίνων:
«Στην πρώην «χώρα των θυτών», τη Γερμανία, την πολιτική της Συγχώρεσης αντιπροσωπεύει κυρίως ο πρώην ιερέας και νυν Πρόεδρος της Γερμανικής Ομοσπονδίας Joachim Gauck. Το Μάρτιο του 2014 επισκέφτηκε στην Ελλάδα το χωριό Λιγκιάδες, όπου το 1943 στρατιώτες της Βέρμαχτ σε μια επιχείρηση αντιποίνων δολοφόνησαν 83 άτομα, τα περισσότερα γυναίκες, παιδιά και υπερήλικες. Ολόκληρες οικογένειες εξαλείφθηκαν, σε ορισμένες επέζησε μόνο ένα άτομο.
«Με αίσθημα ντροπής και πόνου ζητώ ως εκπρόσωπος της Γερμανίας συγγνώμη από τις οικογένειες των δολοφονηθέντων θυμάτων.»
Δήλωσε ο Γερμανός Πρόεδρος στην επίσκεψή του στους Λιγκάδες, προσθέτοντας:
«Μακάρι, κάποιος που έδινε τότε εντολές, ή που υπάκουε σε εντολές, να είχε πει προ πολλού: ζητώ συγγνώμη ή μετανοώ ή λυπούμαι βαθύτατα για το γεγονός ότι υπάκουσα σε εγκληματικές εντολές. Είναι αυτές οι φράσεις, που δεν έχουν ειπωθεί, είναι αυτή η ελλιπής ενημέρωση, που θεμελιώνει μια δεύτερη ενοχή, αφού αποκλείει τα θύματα ακόμα κι από τη μνήμη μας.»
Και συνσιχίζει η κ. Flasspöhler:
Αν και περιμέναμε εδώ και πολύ καιρό μια έκκληση συγνώμης, τα γεγονότα των Λιγκιάδων μας προκαλούν κάποια αρνητική εντύπωση γιατί εξελίχθηκαν με σφοδρή επιβλητικότητα και εξαναγκασμό.
Ο Κάρολος Παπούλιας, ο τότε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, που είχε πολεμήσει ως Αντάρτης τους Γερμανούς, παρευρισκόταν σ’ αυτήν την επίσκεψη του Γερμανού Προέδρου στους Λιγκιάδες και του άπλωσε μετά την ομιλία το χέρι, αλλά στον ενθουσιασμό του, ο κ. Γκάουκ τον αγκάλιασε.
«Ο κ. Παπούλιας, γράφει ένας ανταποκριτής, απελευθερώθηκε προσεκτικά από την αγκαλιά του Γερμανού.»
Ο τότε αρχηγός της αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας δεν έκρυψε την αντίθεσή του σ΄αυτή τη χειρονομία του κ. Γκάουκ. Είναι όμορφο να ζητά συγγνώμη ο Πρόεδρος της Γερμανίας, δήλωσε, αλλά εκτός της ηθικής ευθύνης υπάρχει κι ένα οικονομικό χρέος, που ο Γερμανός πολιτικός δεν ανέφερε καθόλου. Όταν το 2015 προέκυψε το θέμα της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, συζητήθηκε στη Γερμανία εντατικά το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων προς την Ελλάδα. Η Γερμανία συνεχίζει να το απορρίπτει κατηγορηματικά, κάτι που όπως αποδείχθηκε στους Λιγκιάδες, δεν μπορούν να συγχωρέσουν οι Έλληνες.
- «Αιώνας της Συγχώρεσης»
Η κ. Flasspöhler αναλύει, στο βιβλίο της «Συγχώρεση», το θέμα της συγγνώμης σαν καινούριο φαινόμενο της γερμανικης πολιτικής και καταλήγει με μια αναφορά στο σύγγραμμα του Jacques Derrida «Αιώνας της Συγχώρεσης»[6]:
«Η πληθώρα τέτοιων σκηνών μετάνοιας και παράκλησης για συγχώρεση, αποδεικνύει αναμφισβήτητα την παγκόσμια αναγκαιότητα της Μνήμης. Πρέπει να στραφούμε προς το παρελθόν. Αλλά συγχρόνως, τα σενάρια αυτά της μεταμέλειας περιέχουν, μέσα σε μεγαλοπρεπείς σκηνοθεσίες, τα στοιχεία μιας αναστάτωσης, ακόμα και μιας εξωφρενικής βιαιότητας. Η θεαματικότητα μιας μηχανιστικής τελετουργίας, η ψευδής αγιότητα, η υστεροβουλία και ή προσποίηση, συμμετέχουν συχνά και προσπαθούν να επιβιώσουν σαν παράσιτα αυτής της Λιτανείας της Ενοχής.»
Και συνεχίζει η κ. Flasspöhler:
«Αυτές οι φράσεις ακούγονται σκληρές – κι όμως πρέπει να αναρωτηθούμε, αν η Συγχώρεση μπορεί να λειτουργήσει σαν δημόσια πολιτική πράξη. Πώς μπορούν εκείνοι που παρευρέθησαν στην ομιλία του Προέδρου να συγχωρήσουν; Οι ίδιοι είναι επιζώντες, όχι θύματα. Και ενδείκνυται, ο κ. Γκάουκ να ζητήσει συγγνώμη για εγκλήματα που δεν έπραξε ο ίδιος; Μήπως προσφέρεται μια τέτοια παράκληση για συγγνώμη πολύ πιο εύκολα από έναν αναπληρωτή; Αναγκαστικά αισθάνονται οι ακροατές κάποια αμηχανία και πιστεύουν πως ο Πρόεδρος βρήκε μια εύκολη λύση για να διεκδικήσει άλλους πολιτικούς στόχους, όπως την συμφιλίωση, που δεν μπορούν να δικαιολογήσουν και να δικαιώσουν το βάρος της προσωπικής τραυματικής εμπειρίας.»
Και πάλι ο Jacques Derrida:
«Η έννοια της συγχώρεσης για τη διεκδίκηση προσδιορισμένων σκοπών είναι κάθε άλλο παρά αγνή και αλτρουιστική. Όπως όλα στο χώρο της πολιτικής.»
Παρ΄ όλες αυτές τις σημαντικές επιφυλάξεις, την ημέρα της επίσκεψης του Προέδρου Γκάουκ στους Λιγκιάδες τον Μάρτιο του 2014 άνοιξε de facto ένα άλλο κεφάλαιο στις Γερμανο-Ελληνικές σχέσεις.
- Ολόκληρη η αλήθεια της ιστορίας μας
Ο Jacques Derrida μιλάει για μια νέα αναγκαιότητα της Μνήμης. Αυτή η μνήμη δεν είναι η δική μας μνήμη, δεν είναι η προσωπική μνήμη των θυμάτων, αλλά η μνήμη που προσπαθούμε με τη διεργασία του τραύματος και του πένθους μας να μεταβάλλουμε σε διαθήκη για το γένος, για τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Έτσι ελπίζουμε να δημιουργήσουμε μια ανεξάρτητη και ελεύθερα σκεπτόμενη νεολαία που μπορεί να γνωρίσει και να κατανοήσει την ιστορική αλήθεια.
Αλλά ποιός επιθυμεί σήμερα μια ανεξάρτητη και ελεύθερα σκεπτόμενη νεολαία που ψάχνει να κατανοήσει την ιστορική αλήθεια; Διδάξαμε μήπως εμείς οι ίδιοι εγκαίρως στις νεολαίες μας, τις τελευταίες δεκαετίες, την ελεύθερη και ανεξάρτητη σκέψη και ολόκληρη την αλήθεια της ιστορίας μας; Ποιο πρότυπο παρουσιάσαμε;
Μήπως έχουμε χάσει στη χώρα μας – αν όχι διακόσια χρόνια – τουλάχιστον τις δύο τελευταίες γενιές εξέλιξης και προόδου, σωστής οργάνωσης και αναδιοργάνωσης μιας αποτελεσματικής λειτουργίας του κράτους και έγκαιρης αντιμετώπισης των προκλήσεων και ευκαιριών του μέλλοντος;
Ποιος εκπαίδευσε το λαό μας να ψηφίζει και να ξαναψηφίζει κόμματα και κυβερνήσεις που δεν τηρούν τους νόμους που οι ίδιοι νομοθετούν, που δεν έχουν καν την ηθική πυγμή να υλοποιήσουν τα δικά τους διακηρυχθέντα προγράμματα;
- Μόνο η Μετάνοια υπόσχεται Κάθαρση και Εξαγνισμό
Στο νομικό περιοδικό„Kritische Justiz“,[7] γράφει ο Christoph U. Schminck–Gustavus το 2001:
«Νέμεσις – Σημειώσεις για την απόφαση του Αρείου Πάγου να αποζημιωθούν τα θύματα των ναζιστικών εγκλημάτων πολέμου στην Ελλάδα.
… Παρ’ όλα αυτά θα έπρεπε η απόφαση αυτή του Αρείου Πάγου να γίνει γνωστή και έξω από τους κύκλους των αναγνωστών αυτού του περιοδικού. Οι νομικοί θα θυμούνται από την αρχαία ιστορία ότι ο Άρειος Πάγος (το πρώτο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο), κατά την αντίληψη των αρχαίων, έπρεπε να προστατεύει την εξουσία του Δικαίου και τις εντολές των Θεών. Αν δεν τηρούνταν αυτές οι εντολές επενέβαινε η Νέμεσις, η Θεία Εκδικήτρια της ασέλγειας και ο Άρειος Πάγος εκτελούσε τις διαταγές της.
Στον λόφο του Άρη, ακριβώς απέναντι απ’ την Ακρόπολη, ήταν στην αρχαιότητα η έδρα του Άρειου Πάγου, και ακριβώς μπροστά στην πόρτα του είχαν ανεγερθεί οι τρεις βωμοί των Ερινύων: της Αληκτώς, που ποτέ δεν ηρεμούσε, της Τισιφόνης, της εκδικήτριας του φόνου, και της Μέγαιρας, που δεν συγχωρούσε ποτέ. Οι Ερινύες κατοικούσαν κάτω απ’ τη γη και ο Αισχύλος τις ονόμαζε «Κόρες της Νύχτας», που καταδίωκαν συνέχεια κάθε ασέλγεια. Ήταν παμπάλαιες μορφές που έμοιαζαν με νυχτερίδες, κυνηγούσαν αδιάκοπα τους ασεβείς, και όπως οι σκύλοι στο καταδιωκόμενο αγρίμι, τους προκαλούσαν παραφροσύνη και διατάρασσαν τις αισθήσεις τους. Μόνο η Μετάνοια μπορούσε να τις καθησυχάσει, μόνο η Μετάνοια υποσχόταν Κάθαρση και Εξαγνισμό.»
- Ο κόσμος γίνεται μια ζούγκλα χωρίς Ηθική
Μετάνοια, Κάθαρση, Εξαγνισμός! Το τρομακτικό στην εξουσία του φαύλου και του απόλυτα κακού, είναι ότι αναγνωρίζει πάντα αμέσως και αυθόρμητα το αγνό ως το αντίθετό του και δεν ηρεμεί έως ότου το εξοντώσει τελείως. Ό,τι απομείνει είναι για δεκαετίες ένας ηθικά εξαχρειωμένος κόσμος. Και αν δεν αγωνιζόμαστε με όλη μας τη σοβαρότητα για μια ηθική ανοικοδόμηση, ο κόσμος γίνεται μια ζούγκλα χωρίς Ηθική. Σε μια τέτοια ζούγκλα καταβροχθίζουν οι μεταπολεμικές τάξεις και εξουσίες σαν ύαινες τα υπολείμματα της πολεμικής λείας.
Συνιστά λυπηρή διαπίστωση, ότι από αυτές τις μεταπολεμικές εξουσίες αρπάχτηκαν και οι νόμιμες αποζημιώσεις των θυμάτων. Έτσι κι αλλιώς δεν περιμέναμε καμιά δικαίωση από μια ναζιστικογενή Γερμανία. Παρ’ όλα αυτά θελήσαμε να διερευνήσουμε αν τυχόν έχει κάτι αλλάξει. Οι εξελίξεις αργούν πολύ. Όμως ελπίζουμε η νέα γερμανική γενιά να διδαχθεί στην πλειοψηφία της από τη μνήμη της ιστορίας και να υπάρξει η θέληση και το ηθικό σθένος να αναγνωρίσει και να υλοποιήσει όλα αυτά που παραμέλησαν ή απέφυγαν συνειδητά όλες οι προηγούμενες γενιές. Η ελπίδα μας αυτή βασίζεται στην υποστήριξη που ήδη έχουμε στη Γερμανία. Εκεί δρουν π.χ. η«Ομάδα Εργασίας Δίστομο-Αμβούργο», πρωτοπόρα και μαχητική ήδη από το 2001 για τα Δικαιώματα των Θυμάτων, η «Ομάδα Ιστορικών» στο Αννόβερο, Συνδικαλιστικές ομάδες στο Βερολίνο και αλλού. Όλες υποστηρίζουν τους δικαστικούς και ενημερωτικούς αγώνες μας. Ας ευχηθούμε πως θα συνεχιστούν τέτοιες προσπάθειες σε Ελλάδα και Γερμανία. Η διδασκαλία της Μνήμης στα σχολεία, οι συναντήσεις Νέων διαφόρων Εθνών, η οργάνωση ενημερωτικών συνεδρίων, θα εισφέρουν μακροπρόθεσμα σημαντικά στη διαμόρφωση μιας Ευρώπης, όπου η συμβίωση των λαών θα μπορέσει να ξεπεράσει κάθε εθνικό και οικονομικό διχασμό.
Πρόσθετη πιθανότητα να ανοίξει μία καινούρια σελίδα στις Γερμανο-Ελληνικές σχέσεις, προσφέρει το «Γερμανο-Ελληνικό Ταμείο του Μέλλοντος» του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο ανταποκρίνεται έτσι στην επιθυμία του Προέδρου Γκάουκ κατά την επίσκεψή του, το 2014, στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Συγγνώμη του στους Λιγκιάδες. Είναι η πρώτη φορά που η επίσημη Γερμανία ανταποκρίνεται στις προσκλήσεις μας για μια κοινή επεξεργασία του τραυματικού παρελθόντος. Και παρ’ όλο που σε τόσα άλλα ζητήματα η Γερμανία είναι πρωτοπόρος, σ’ αυτό δε δρα, αλλά πάντα αντιδρά με καθυστέρηση δεκαετιών, με το time lagτης ηθικής της αναγέννησης και προσαρμογής. Σκοπός αυτού του Ταμείου, που θα χρηματοδοτείται με 1εκ. ευρώ το χρόνο για 5 χρόνια, είναι:
«η εγκαθίδρυση μιας ελληνο-γερμανικής ιστορικής μνήμης. Έτσι ενισχύεται στη Γερμανία ησυνείδηση για τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθησαν στην Ελλάδα, καθώς και η προσπάθεια για συμφιλίωση με τις μαρτυρικές και τις εβραϊκές ελληνικές κοινότητες»,
όπως αναφέρεται σε επίσημη έκθεση[8]. Μόνο 2-3 μεταξύ πολλών δεκάδων αιτήσεων δεν έγιναν τα τελευταία 2 χρόνια δεκτές, γιατι κρίθηκε ότι δεν ανταποκρίνονταν άμεσα στο σκοπό του Ταμείου. Από την άλλη, το φόβο πολλών Ελλήνων – κυρίως από το Εθνικό Συμβούλιο και από Μαρτυρικούς Δήμους – ότι αυτό το «Ταμείο» θα αποδειχθεί «Δούρειος Ίππος» για το θέμα των αποζημιώσεων, προσπαθούν να αποτρέψουν οι χρηματοδότες, τονίζοντας ότι όποιος υποβάλει αίτηση προς το «Ταμείο του Μέλλοντος» δεν παραιτείται από τις απαιτήσεις του για αποζημιώσεις.
Αντίθετα, στις εξελίξεις των διμερών σχέσεων Ελλάδας-Γερμανίας σ΄ αυτό το ζήτημα, παρατηρούμε τους τελευταίους μήνες μια τελείως αρνητική εξέλιξη. Κυρίως στο προσφυγικό οι ευρωπαϊκές πολιτικές δεν ανταποκρίνονται καθόλου στα διακηρυχθέντα ιδανικά της γηραιάς ηπείρου, ούτε στον Χριστιανισμό της, ούτε στην αναγνώριση της μεγάλης ιστορικής και ηθικής της συνυπευθυνότητας για τις δραματικές εξελίξεις σε Αφρική και Μέση Ανατολή.
Η ηθική δεν δημιουργείται και δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς παιδεία και πρότυπα. Γι’ αυτό και οι ελπίδες για μια σταθερή και ειρηνική Ευρώπη κλονίζονται, με αποτέλεσμα να αναβιώνουν οι φόβοι για μια ανεξέλεγκτη πορεία. Μόνο οι μαζικές προσπάθειες για ανάκληση της Ιστορικής Μνήμης μπορούν να αποτρέψουν αρνητικές εξελίξεις.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
- Πολύ περισσότερο από την συμπάθεια και την αγάπη
Στη μελέτη του «Πιθανή αρχή της ιστορίας της ανθρωπότητας», ο Γερμανός φιλόσοφος Immanuel Kant αναφέρεται ήδη πριν διακόσια χρόνια στους «περιορισμούς που πρέπει να επιβάλλει ο νους στη θέληση μπροστά στο συνάνθρωπο»:
«Την πρώτη φορά που ο άνθρωπος είπε στο πρόβατο: “την προβιά που φοράς, η φύση δεν σου την έδωσε για σένα αλλά για μένα”, το έγδαρε και φόρεσε ο ίδιος την προβιά. Συνειδητοποίησε έτσι, ένα πλεονέκτημα που είχε ο ίδιος χάρη στη φύση του πάνω σε όλα τα ζώα, τα οποία από εκεί και πέρα δεν τα έβλεπε ως συντρόφους της δημιουργίας, αλλά ως μέσα και εργαλεία της επιθυμίας του να πετύχει τους διάφορους σκοπούς του.
Μέσα σε αυτήν τη διάκριση ανθρώπου ζώου υπάρχει (όχι φανερά) η ιδέα της αντίθεσης: ότι κάτι τέτοιο δηλαδή δεν θα επιτρεπόταν να ειπωθεί για κανέναν άνθρωπο, αλλά θα αναγνώριζε αυτόν ως ίσο-μετέχοντα στα δώρα της φύσης: μία εξ αρχής προετοιμασία για τους περιορισμούς που πρέπει να επιβάλει μελλοντικά ο νους στην επιθυμία ενώπιον του συνανθρώπου, οι οποίοι είναι απαραίτητοι, πολύ περισσότερο από την συμπάθεια και την αγάπη, για τη δημιουργία της κοινωνίας»[9].
[1] Max Frisch «Santa Cruz», «Nun singen sie wieder», Frankfurt M., 1962
[2] ΑργύρηςΣφουντούρης „Πενθώγια τηΓερμανία“, Βεργίνα, Αθήνα, 2015
[3] Bertolt Brecht „Gesamelte Werke“ Bd.10 Gedichte 3, S.954, Suhrkamp,
Frankfurt M., 1967
[4] Klaus Briegleb „Neuanfang der westdeutschen Nachkriegsliteratur. Die
«Gruppe 47» in den Jahren 1947-1951“, Vortrag Universität Zürich, 2.2.1995
[5] Svenja Flasspöhler „Verzeihen – Vom Umgang mit Schuld“, Deutsche
Verlags-Anstalt, München, 2016, S.168-170
[6] Jacques Derrida „Jahrhundert der Vergebung“, Gespräch mit Michel Wieviorka,
Lettre International, 2000, Heft 48, S. 10-18
[7] „Kritische Justiz“ τεύχος1/2001, σ. 111 –117,Nomos, Baden–Baden, 2001
[8] Απάντηση του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών σε μια ερώτηση στη
Γερμανική Βουλή του Κόμματος της Αριστεράς, Έντυπο18/4863, 06.05.2015
[9] Immanuel Kant: «Mutmasslicher Anfang der Menschheitsgeschichte»,
Frankfurt M., 1977, S. 91
Αργύρης Σφουντούρης
SERGEJ PANKRATOV – Autumn evening – Saint Petersburg
Πρόσφατα σχόλια