Αρχική > πολιτική > Περί κουλτούρας κυβερνητικής συνεργασίας

Περί κουλτούρας κυβερνητικής συνεργασίας

Φασιανός Αλέκος, Η θυσία

 

Του Νίκου Τσούλια

     Δεν είναι μόνο θέμα της πολιτικής επικαιρότητας ούτε ένα απλό ζήτημα πρόκλησης ή μη πρόωρων εκλογών. Η κουλτούρα κυβερνητικής συνεργασίας πρέπει να γίνει πλέον συστατικό στοιχείο του πολιτικού μας συστήματος για την επόμενη χρονική περίοδο, αφού φαίνεται με πολύ πειστικό τρόπο ότι έχει παρέλθει οριστικά το σχήμα μονοκομματικής διακυβέρνησης στη χώρα μας.

     Και απ’ εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Το κομματικό σύστημα, όπως έχει δομηθεί σ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, είναι ένα αυτο-αναφορικό σύστημα κλειστών κάθε φορά ακροατηρίων, με την ανάπτυξη των μηχανισμών ως βασικών εργαλείων της σύστασής τους και ως μοναδικών ίσως παραγόντων ανέλιξης των στελεχών τους, με πλασματική ιδεολογική αυτάρκεια και με έλλειμμα διαλόγου στο εσωτερικό τους, γι’ αυτό και δεν μπορούν να αναπτύξουν διάλογο και σε άλλα θεσμικά πεδία (στη Βουλή, με τα κοινωνικά κινήματα κλπ). Είναι ένα κομματικό σύστημα μιας άλλης ιστορικής συγκυρίας.

     Το ερώτημα τίθεται επιτακτικά: Μπορεί να μετασχηματιστεί το όλο κομματικό εποικοδόμημα, να αναιρέσει συστατικά του στοιχεία, να αντιστοιχηθεί στις κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις και να οδηγήσει τη χώρα μέσα από μια νέα αντίληψη διακυβέρνησης, στην οποία θα κυριαρχεί η μετριοπάθεια, η σύνθεση των απόψεων αλλά και η ουσιαστικοποίηση του πολιτικού λόγου και της πολιτικής πράξης; Η μεγάλης έκτασης κρίση στη χώρα μας έχει διαμορφώσει ένα πολυκερματισμένο κομματικό τοπίο που σα βασική αναφορά έχει την απόρριψη κάθε άλλου κομματικού σχηματισμού και την τυφλή και σχεδόν αυτιστική επιβεβαίωσή του. Αλλά τα κόμματα δεν αποτελούν αυτοσκοπό, αντίθετα είναι θεσμοί – «εργαλεία» για την ανάπτυξη της πολιτικής και κυρίως για την έκφραση του όποιου σχήματος διακυβέρνησης και για την υλοποίηση των κοινωνικών επιταγών.

     Μπορεί η χώρα μας μαζί με το πρόβλημα της οικονομικής κυρίως κρίσης και με τους περιορισμούς των Μνημονίων για τα επόμενα χρόνια να προσθέσει και το πρόβλημα της ακυβερνησίας; Σε μια τέτοια περίπτωση δεν γίνεται η χώρα μας πιο ευάλωτη στις ούτως ή άλλως αρπακτικές και ληστρικές διαθέσεις των δυνάμεων της αγοράς; Αν κάθε κόμμα ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να συνεργαστεί με κανένα άλλο, αυτό τι σημαίνει πρακτικά; Μπορούμε να οδηγούμαστε σε εκλογές επί εκλογών; Μήπως σε μια τέτοια εξέλιξη θα απορρίπτεται συνολικά το όλο πολιτικό μας σύστημα και θα πορευόμαστε σε ανορθολογικές επιλογές;

     Ας δούμε το σημερινό κομματικό μας τοπίο σε σχέση με την κουλτούρα κυβερνητικής συνεργασίας. Το Κ.Κ.Ε. έχει δηλώσει ότι δεν μπορεί να συνεργαστεί με κανένα κόμμα που στηρίζει άμεσα ή έμμεσα το υπάρχον κοινωνικο-οικονομικό σύστημα και με δεδομένο και ότι είναι και το μόνο κόμμα με την απόλυτη συνέπεια λόγων και πράξεων αυτοεξαιρείται από κάθε πρακτική κυβερνητικής συνεργασίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τα επαμφοτερίζουσα και ιανόμορφη όψη του, την αντισυστημικότητά του αφενός και την αριστερή διαχείριση του συστήματος αφετέρου έχει διακηρύξει και διαμορφώσει μια αντίληψη ότι συνεργάζεται μόνο με αριστερά κόμματα, δηλαδή με το Κ.Κ.Ε. Γνωρίζει όμως ότι κάτι τέτοιο δεν αφορά το Κ.Κ.Ε. σε καμιά περίπτωση και ίσως γι’ αυτό το λέει με περισσή ευκολία. Η Ν.Δ., το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η ΔΗΜ.ΑΡ. έχουν ήδη καταγράψει απτά βήματα στο έδαφος της κυβερνητικής συνεργασίας και μάλλον δεν φαίνεται να εγκαταλείπουν αυτή την πολιτική τους επιλογή, ανεξάρτητα από τη σημερινή συμπεριφορά της ΔΗΜ.ΑΡ. σε σχέση με το κυβερνητικό σχήμα. Εδώ αναφύεται άλλης φύσεως πρόβλημα. Όποια κόμματα αναλαμβάνουν κυβερνητικές ευθύνες σε περίοδο βαθιάς κρίσης και Μνημονίων «αναγκαστικά» θα φθείρονται. Επομένως η πιο πιθανή εξέλιξη είναι το κοινοβουλευτικό άθροισμα του σημερινού κυβερνητικού σχήματος να μειωθεί.

     Όπως διαμορφώνεται σήμερα ο κομματικός χάρτης, στις επόμενες εκλογές θα υπάρχουν δύο σχετικά μεγάλα κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ.) και όλα τα άλλα κόμματα θα έχουν αρκετά μικρότερη επιρροή. Έτσι το ερώτημα έχει ως εξής. Το πρώτο από πλευράς εκλογικής δύναμης κόμμα θα έχει τον πρώτο λόγο για το σχηματισμό κυβέρνησης πάντα με τη συνέργεια και άλλων μικρότερων κομμάτων. Αλλά αυτό το ζήτημα δεν είναι ζήτημα των επόμενων εκλογών, είναι ζήτημα σημερινό. Γιατί αν δεν καλλιεργηθεί και δεν κατακτηθεί τώρα μια κουλτούρα κυβερνητικής συνεργασίας μέσα από τις κοινωνικές διεργασίες και τις ιδεολογικές ζυμώσεις και αναζητήσεις, δεν μπορεί να σχηματοποιηθεί ως ένα έτοιμο σχέδιο που θα «ανακαλυφθεί» κατά τη διάρκεια της όποιας διακυβέρνησης.

     Απτό δείγμα των δυσκολιών που έχουν οι κυβερνήσεις συνεργασίας χωρίς την κατάκτηση ενός ουσιαστικού «συνδετικού ιστού» ήταν και το προηγούμενο κυβερνητικό σχήμα (Ν.Δ., ΠΑ.ΣΟ.Κ, ΔΗΜ.ΑΡ) στο οποίο παρακολουθήσαμε το μεγάλο κόμμα (τη Ν.Δ.) να λειτουργεί μονομερώς σαν να είναι μονοκομματική κυβέρνηση και να εκβιάζει τα άλλα κόμματα προκαλώντας έτσι επιπρόσθετα αλαζονικού / αυταρχικού / παρακμιακού τύπου κομματικά προβλήματα στα πολλά αντικειμενικά προβλήματα που έχει η χώρα.

     Κατά τη γνώμη μου η λύση στο πρόβλημα της χώρας δεν βρίσκεται σε μονοκομματικές αλήθειες ούτε σε αγωνιστικούς ανέξοδους παλιάς κοπής βερμπαλισμούς· βρίσκεται στην ενίσχυση των κοινωνικών κινημάτων για εμβάθυνση της δημοκρατίας, στη σύνθεση των επιμέρους κομματικών σχεδίων με προοδευτική κατεύθυνση, με τη διαμόρφωση ενός «προγράμματος» που θα βγάλει το συντομότερο δυνατό τη χώρα από το σκοτάδι της ύφεσης και που θα θέσει στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντός του την στήριξη των ευρέων πλέον κοινωνικών στρωμάτων που έχουν βρεθεί στη σκοτεινή πλευρά της απόλυτης φτώχειας, της ασύνορης ανέχειας και της απώλειας κάθε ελπίδας.

Τέτσης Παναγιώτης, Βάρκα

  1. Δεν υπάρχουν σχόλια.
  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε