Αρχική > εκπαιδευτικός > Το 16ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ

Το 16ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ

Γαΐτης Γιάννης, Κόκκινο τοπίο

 

Του Νίκου Τσούλια

     Σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για την ελληνική κοινωνία και για τη χώρα, για την εκπαίδευση και για τον κλάδο των εκπαιδευτικών γίνεται το 16ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ. Η σημασία κάθε συνεδρίου είναι αυτόδηλα σημαντική, αφού είναι το πιο καθοριστικό γεγονός για την πορεία του όποιου κοινωνικού κινήματος. Ωστόσο, σήμερα διακυβεύονται πολλά περισσότερα πράγματα από ποτέ άλλοτε για τη μεταπολιτευτική τουλάχιστον περίοδο.

     Οι μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση έχουν βαλτώσει. Ο πάντα αναγκαίος εκσυγχρονισμός στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν τίθεται ούτε καν ως θεωρητικός πολιτικός στόχος. Το Σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει προ πολλού χάσει την όποια δυναμική του και η παράταση της λειτουργίας του προκαλεί σοβαρά προβλήματα στους υποψήφιους, στο λύκειο, στα πανεπιστήμια και στα Τ.Ε.Ι. Τα οικονομικά των σχολείων έχουν στεγνώσει. Οι εκπαιδευτικοί είναι ανάστατοι και δεν γνωρίζουν σε μεγάλο ποσοστό το πού θα βρίσκονται την επόμενη σχολική χρονιά. Οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί αισθάνονται την απειλή της μη πρόσληψης και βλέπουν τα σχέδια της ζωής τους και την επαγγελματική τους προοπτική να είναι στον αέρα. Και το χειρότερο δεν φαίνεται κάποια ελπίδα για την υπέρβαση αυτής της παρακμιακής κατάστασης.

     Δυστυχώς τα παραταξιακά ρεύματα στο εκπαιδευτικό κίνημα κινούνται με τις παλιές αντιλήψεις και πρακτικές, εκείνες τις νοοτροπίες που ίσχυαν σε χρόνους διεκδίκησης καλύτερων εργασιακών συνθηκών και περισσότερων επαγγελματικών προσόντων. Αλλά σ’ αυτές τις εποχές μπορεί να υπήρχε μια κάποια «πολυτέλεια» για παραταξιακές σκοπιμότητες. Τώρα η εικόνα έχει ανατραπεί. Τώρα δεν έχει καμιά σημασία ποιοι θα είναι οι παραταξιακοί συσχετισμοί, το πώς θα διαταχθούν οι παρατάξεις στο εσωτερικό του εκπαιδευτικού κινήματος και ποια επιμέρους δυναμική θα έχουν.

     Άλλωστε, η κάθετη πτώση της ΠΑΣΚ – που οφείλεται στην πολιτική συγγένεια της με το ΠΑΣΟΚ – δίνει εύκολες δυνατότητες ενίσχυσης των ποσοστών σχεδόν όλων των άλλων παραταξιακών ρευμάτων. Και η όλη αγωνία επικεντρώνεται στους περίφημους συσχετισμούς δυνάμεων. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το επίκεντρο των προσυνεδριακών διαδικασιών και προφανώς και του ίδιου του Συνεδρίου είναι κάποιοι «ενδιάμεσοι σύνεδροι» που αποτελούν το «μήλον της έριδος». Μπορεί κάποιος να σημειώσει ότι προφανώς και ο καταμερισμός των παραταξιακών ρευμάτων συνδέεται με τη δυναμική του κινήματος. Σωστή παρατήρηση αλλά σε καμιά περίπτωση δεν συνδέεται με τις επιταγές των καιρών, γιατί απαιτείται συνολικός αγώνας όλων των ρευμάτων.

     Ήταν αναμενόμενη η ενίσχυση των αριστερών παρατάξεων στη σημερινή περίοδο, αλλά αυτό δεν προδικάζει και μια εξ ορισμού μεγαλύτερη κινητικότητα και αποτελεσματικότητα στο εκπαιδευτικό κίνημα. Άλλωστε ενίσχυση στους συσχετισμούς των αριστερών παρατάξεων έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν και μάλιστα με αρνητικές εξελίξεις! Τα αριστερά σχήματα ήταν επικεφαλής στην ηγεσία της ΟΛΜΕ και κατά την περίοδο του 1980, όπου η ΟΛΜΕ αποτυγχάνει στους στόχους της στην απεργία διάρκειας και κατά την περίοδο του 1990, όπου και πάλι οι εξελίξεις από την απεργία της περιόδου αυτής δεν ήταν και οι καλύτερες δυνατές. Και τα αποτελέσματα αυτών των περιόδων δεν είναι θέμα εκτίμησης του γράφοντος, αλλά εκφράζονται από την ίδια την εξέλιξη που είχαμε την επόμενη ακριβώς περίοδο του 1980 και του 1990, εξέλιξη που οδήγησε σε πλήρη υποχώρηση των αριστερών ρευμάτων.

     Αυτά έχουν να κάνουν με τη μεθοδολογική προσέγγιση το πώς μπορούν να εξελιχτούν τα πράγματα και έχουν σχετική αξία. Εκείνο που οφείλουμε να σημειώσουμε είναι ότι το προηγούμενο διάστημα, διάστημα στο οποίο συμμετέχουν σ’ όλες τις σημαντικές αποφάσεις της ΟΛΜΕ ομού με τη ΔΑΚΕ δύο αριστερές παρατάξεις (εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ και οι «Αγωνιστικές Παρεμβάσεις / εξωκοινοβουλευτική αριστερά), δεν είχαμε καμιά μα καμιά κινητικότητα που να προώθησε ή να υπεράσπισε στοιχειωδώς τα ζητήματα της δημόσιας εκπαίδευσης και τα προβλήματα των εκπαιδευτικών.

     Το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ παρά την ένταση των εκπαιδευτικών προβλημάτων δεν κατάφερε ούτε καν να συσπειρώσει τους καθηγητές σε μια αγωνιστική κατεύθυνση. Το μόνο που έκανε με περισσή ευκολία ήταν τα βαρύγδουπα αριστερίστικα εν πολλοίς θεωρητικά κείμενα. Επιχείρησε δε να κάνει μια κίνηση λίγο πριν το τέλος της θητείας του προτείνοντας απεργία διάρκειας – με αφετηρία ένα πενθήμερο – μέσα στις πανελλαδικές εξετάσεις. Κανένας εκπαιδευτικός απλός γνώστης των στοιχειωδών σημείων μιας απεργίας διάρκειας και μάλιστα μέσα στις τόσο κοινωνικά και εκπαιδευτικά κρίσιμες εξετάσεις δεν κατάλαβε ποτέ ποιος ήταν ο στόχος αυτής της απεργίας, κανένας δεν κατανόησε γιατί επιζητούσαν οι του Δ.Σ. της ΟΛΜΕ την επιστράτευση, κανένας δεν αντιλήφθηκε ως προς τι ο όλος θόρυβος.

     Είναι παρούσα λοιπόν η κουλτούρα ενός τυφλού ακτιβισμού, μια κουλτούρα που θεωρητικολογεί σ’ όλα τα μεγάλα πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα και όπου είναι έτοιμη ανά πάσα στιγμή να προτείνει την όποια απεργία, αλλά δεν αγγίζει καθόλου τα πιο βασικά «στοιχεία – προϋποθέσεις» για οποιαδήποτε συνδικαλιστική δράση: α) τη συσπείρωση των εκπαιδευτικών στα αιτήματα και στη δράση της ηγεσίας της ΟΛΜΕ και β) την κατάκτηση της κοινωνικής ακτινοβολίας (ή έστω αποδοχής) των εκπαιδευτικών ζητημάτων.

     Οι καιροί είναι δύσκολοι. Απαιτείται η διαμόρφωση συγκροτημένης στρατηγικής και όχι θεωρητικές βαρύγδουπες αναλύσεις και παραλυτικές ισορροπίες. Απαιτείται μια βαθύτερη και ουσιαστικότερη επεξεργασία της λειτουργίας και της όλης δράσης του εκπαιδευτικού κινήματος. Σε κάθε περίπτωση, το εκπαιδευτικό κίνημα οφείλει να συνδεθεί με τα γενικότερα κοινωνικά κινήματα για την ανατροπή κάθε πολιτικής που απαξιώνει τα μορφωτικά δικαιώματα των νέων, που συρρικνώνει τη λειτουργία των σχολείων και που οδηγεί τους εκπαιδευτικούς σε κλίμα παιδαγωγικής απαξίωσης, εργασιακής ανασφάλειας και πλήρους αβεβαιότητας.

 

Γαΐτης Γιάννης, Η δολοφονία της ελευθερίας

  1. Δεν υπάρχουν σχόλια.
  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε