Αρχείο
Η ΣΚΗΝΗ
Μίλτος Σαχτούρης
Ἀπάνω στὸ τραπέζι εἴχανε στήσει
ἕνα κεφάλι ἀπὸ πηλὸ
τοὺς τοίχους τοὺς εἶχαν στολίσει
μὲ λουλούδια
ἀπάνω στὸ κρεβάτι εἴχανε κόψει ἀπὸ χαρτὶ
«πρέπει έστω και με σπασμένα φτερά να πετάω»
Μίλτος Σαχτούρης (29/06/1919 – 29/03/2005)
Σαν σήμερα (29/03/2005) έφυγε από τη ζωή ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης
Ο Μίλτος Σαχτούρης ήταν πέντε ετών η οικογένειά του εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα.
Τα άπαντα του Μίλτου Σαχτούρη / Σμύρνη: Οι τελευταίες μέρες
Ελευθεροτυπία, Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014
Τα άπαντα του Μίλτου Σαχτούρη
Κυκλοφόρησαν σε έναν τόμο τα «Ποιήματα (1945 – 1998)» από τις εκδόσεις Κέδρος
Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Από τον φόβο και τον τρόμο, από αυτές τις δύο πύλες του μεταπολεμικού Κακού, πέρασε η ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη (1919 – 2005) και δεν κάηκε, γιατί ήταν η μαύρη ζωή αυτοπροσώπως, όταν συνομιλεί με τον εφιάλτη.
Ἡ δύσκολη Κυριακή
Μίλτος Σαχτούρης
Ἀπ᾿ τὸ πρωὶ κοιτάζω πρὸς τ᾿ ἀπάνω ἕνα πουλὶ καλύτερο
ἀπ᾿ τὸ πρωὶ χαίρομαι ἕνα φίδι τυλιγμένο στὸ λαιμό μου
Σπασμένα φλυτζάνια στὰ χαλιὰ
πορφυρὰ λουλούδια τὰ μάγουλα τῆς μάντισσας
ὅταν ἀνασηκώνει τῆς μοίρας τὸ φουστάνι
κάτι θὰ φυτρώσει ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ χαρά
ἕνα νέο δέντρο χωρὶς ἀνθοὺς
ἢ ἕνα ἁγνὸ νέο βλέφαρο
ἢ ἕνας λατρεμένος λόγος
ποῦ νὰ μὴ φίλησε στὸ στόμα τὴ λησμονιά
Ἔξω ἀλαλάζουν οἱ καμπάνες
ἔξω μὲ περιμένουν ἀφάνταστοι φίλοι
σηκώσανε ψηλὰ στριφογυρίζουνε μιὰ χαραυγὴ
τί κούραση τί κούραση
κίτρινο φόρεμα -κεντημένος ἕνας ἀετός-
πράσινος παπαγάλος -κλείνω τὰ μάτια- κράζει
πάντα πάντα πάντα
ἡ ὀρχήστρα παίζει κίβδηλους σκοποὺς
τί μάτια παθιασμένα τί γυναῖκες
τί ἔρωτες τί φωνὲς τί ἔρωτες
φίλε ἀγάπη αἷμα φίλε
φίλε δῶσ᾿ μου τὸ χέρι σου τί κρύο
Ἤτανε παγωνιὰ
δὲν ξέρω πιὰ τὴν ὥρα ποὺ πέθαναν ὅλοι
κι ἔμεινα μ᾿ ἕναν ἀκρωτηριασμένο φίλο
καὶ μ᾿ ἕνα ματωμένο κλαδάκι συντροφιὰ
Κυριακή
Μίλτος Σαχτούρης
Κύματα Κυριακῆς τὰ μάτια μου
κύματα μοναξιᾶς τὰ χέρια μου
τρίζουν ἀπὸ ὕπνο ἀθῷο
τὰ δόντια μέσα στὴν καρδιά μου
τὸ πεθαμένο τὸ παιδί
δὲν ξενιτεύεται
πάει κρατώντας ἕνα
κόκκινο σκυλάκι
μέσα στὸ μαντίλι
τέρατα περπατοῦν
ἀνάποδα στὰ ὄνειρα
φυσάει ἕνας ἄγριος ἀέρας
πάνω ἀπ᾿ τὶς λεμονάδες
πετάει μιὰ νυχτερίδα
σὰν πικραμένο εὐαγγέλιο
μ᾿ ἕνα μαῦρο πανὶ
μία γυναίκα
σκεπάζει τὸ φεγγάρι
ἀπὸ τὴ συλλογή, ΣΦΡΑΓΙΔΑ Ή Η ΟΓΔΟΗ ΣΕΛΗΝΗ
Πρόσφατα σχόλια