Αρχείο
«Ξυπνάμε και η θάλασσα ξυπνά μαζί μας»
Γ. Σαραντάρης, 1940
Ξυπνάμε και η θάλασσα ξυπνά μαζί μας
Με όραση καινούρια προχωρούμε
Η μέρα έχει μαιάνδρους
Όπως η θάλασσα κύματα
Μέσα στα μάτια των ανθρώπων
του Γιώργου Σαραντάρη
Μέσα στα μάτια των ανθρώπων ο ουρανός κοιτάζει
Με τα μάτια μας μιλάει ο ουρανός
Με τα μάτια μας κάποτε κράζει βοήθεια
Κάποτε ατάραχος ξυπνάει τους νεκρούς
Όταν ο ουρανός δεν μιλά
Τα μάτια μας γυρίζουν ανάστροφα τα βιβλία
Από τα καρφιά του ορίζοντα κρέμονται
Σαν να ήταν χέρια περιττά
Αφιέρωμα στο Γιώργο Σαραντάρη από την “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ”
Ελευθεροτυπία, Σάββατο 28 Ιουνίου 2014
Αφιέρωμα Γιώργος Σαραντάρης
Θεσμοθετήθηκε γαλλικό βραβείο ποίησης με τ’ όνομά του
Στο γοτθικό παρεκκλήσι Saint Jacques στο Κλοάρ Καρνοέ της Βρετάνης, δόθηκε στις 9 Μαρτίου για πρώτη χρονιά από τον Οίκο της Ποίησης του Κιαμπερλέ σε μια σεμνή τελετή το βραβείο Γιώργου Σαραντάρη 2014.
Πάλι ὁ οὐρανός…
Γ. Σαραντάρης
Πάλι ὁ οὐρανὸς ἀνοίγει ἐδῶ τὴν πύλη.
Πάλι σηκώνει τὴ σημαία
Ἐμεῖς μπαίνουμε χωρὶς φόβο
Τὰ μάτια τὰ πουλιὰ μαζί μας μπαίνουν
Ἀστράφτει ἡ πολιτεία ἀστράφτει ὁ νοῦς μας
Ἡ φαντασία τοὺς κήπους πλημμυράει
Εἶναι παιδιὰ ποὺ στέκονται στὶς βρύσες
Κορυδαλλοὶ στοὺς ὄρθρους ἀκουμπᾶνε
Στὶς λεμονιὲς ἄγγελοι χορτάτοι
Εἶναι ἀηδόνια ποὺ παντοῦ ξυπνᾶνε
Φλογέρες παίζουν ἔντομα βουίζουν
Εἶναι τραγούδια ἡ στάχτη τῶν νεκρῶν
Καὶ οἱ νεκροὶ κάπου ἀναγεννιοῦνται πάλι
Ὁλοῦθε μᾶς μαζεύει ὁ Θεὸς
Ἔχουμε χέρια καθαρὰ καὶ πᾶμε.
Ἦταν γυναίκα, ἦταν όνειρο…
Γιῶργος Σαραντάρης
«J’i cueilli ce brin de bruyère»
G. Apollinaire
Ἦταν γυναῖκα ἦταν ὄνειρο ἤτανε καὶ τὰ δυὸ
Ὁ ὕπνος μ᾿ ἐμπόδιζε νὰ τὴ δῶ στὰ μάτια
Ἀλλὰ τῆς φιλοῦσα τὸ στόμα τὴν κράταγα
Σὰν νὰ ἦταν ἄνεμος καὶ νὰ ἦταν σάρκα
Μοῦ ῾λεγε πὼς μ᾿ ἀγαποῦσε ἀλλὰ δὲν τὸ ἄκουγα καθαρὰ
Μοῦ ῾λεγε πὼς πονοῦσε νὰ μὴ ζεῖ μαζί μου
Ἦταν ὠχρὴ καὶ κάποτε ἔτρεμα γιὰ τὸ χρῶμα της
Κάποτε ἀποροῦσα νιώθοντας τὴν ὑγεία της σὰν δική μου ὑγεία
Ὅταν χωρίζαμε ἤτανε πάντοτε νύχτα
Τ᾿ ἀηδόνια σκέπαζαν τὸ περπάτημά της
ἔφευγε καὶ ξεχνοῦσα πάντοτε τὸν τρόπο τῆς φυγῆς της
Ἡ καινούρια μέρα ἄναβε μέσα μου προτοῦ ξημερώσει
Ἦταν ἥλιος ἦταν πρωὶ ὅταν τραγουδοῦσα
Ὅταν μόνος μου ἔσκαβα ἕνα δικό μου χῶμα
Καὶ δὲν τὴ σκεφτόμουνα πιὰ ἐκείνη
Γιατὶ τὸν εἴχαμε λησμονήσει
Γ. Σαραντάρης
Μπορεῖ ἕνας ἀπὸ μᾶς ν᾿ ἀγαπήσει μία γυναῖκα;
Ἂς βγεῖ ἔξω
Ἂς περπατήσει πρὸς τὴ θάλασσα
Ἂς τραγουδήσει
Ἀπὸ τὰ κύματα θ᾿ ἀνθίσουν γυναῖκες
Ὄχι μοναχὰ γιὰ κεῖνον ποὺ τραγουδᾷ
Ἀλλὰ γιὰ ὅλους μας
Ὅλοι θὰ μάθουμε ξανὰ τὸν ἔρωτα
Σὰν νὰ μὴν τὸν ξέραμε ποτὲ
Σὰν νὰ τὸν εἴχαμε λησμονήσει
Γιατὶ τὸν εἴχαμε λησμονήσει
(19.6.1938)
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/giwrgos_sarantarhs_poems.htm#Ο_ΛΙΓΟΣ_ΧΡΟΝΟΣ_ΤΩΝ_ΠΟΥΛΙΩΝ
Ταξίδι
Γιῶργος Σαραντάρης
Κάτω ἀπὸ ἕνα πεῦκο
Ὁ ἀγέρας δὲ φυσοῦσε
Τραγούδαγε τὸν ὕπνο
Μιὰ κοπέλα
Κάτω ἀπὸ τὸν ὕπνο
Ἡ ἀναπνοὴ μᾶς φύλαγε
Ἡ αὐγὴ
Νὰ περάσει τὸ ρέμα
Ἦταν νύχτα
Ποιὸς ξέρει
Ἂν δὲ γεννηθήκαμε
Τότε
Σὰν κλείνουμε τὰ μάτια
Φοβούμαστε καὶ τώρα
Μήπως γίνουμε ξένοι
Ὁ ἕνας στὸν ἄλλο
Ἀλλὰ τότε δὲν ἔφταιγε
Παρεκτὸς ἡ καρδιά μας
Μᾶς ἀγαποῦσε ἡ θάλασσα
Μᾶς ἀγαποῦσε ὁ ὕπνος
Σήμερα ἡ μπόρα πέρασε
Θὰ μᾶς σηκώσει ὁ Θεὸς
Θὰ μᾶς φιλήσει
Θὰ γίνουμε παιδιά του
Πάνω στὴ χλόη
Ὁ στοχασμός μας τρέχει
Μελαγχολεῖ σὰ μέλισσα
Μελαγχολεῖ καὶ πάει
Καὶ καβαλάρης ὁ ἄνεμος
Μπροστὰ τοῦ περπατάει
Καὶ χαιρετάει τὰ σύννεφα
Καὶ ἀψηφᾷ τὴ γῆ
Ἀκόμα δὲν μπόρεσα…
Γιῶργος Σαραντάρης
Ἀκόμα δὲν μπόρεσα νὰ χύσω ἕνα δάκρυ
πάνω στὴν καταστροφὴ
δὲν κοίταξα ἀκόμα καλὰ τοὺς πεθαμένους,
δὲν πρόφτασα νὰ δῶ πὼς λείπουνε
ἀπὸ τὴ συντροφιά μου,
πὼς ἔχασαν τὸν ἀέρα ποὺ ἐγὼ ἀναπνέω
καὶ πὼς ἡ μουσικὴ τῶν λουλουδιῶν,
ὁ βόμβος τῶν ὀνομάτων ποὺ ἔχουνε τὰ πράγματα
δὲν ἔρχεται στ᾿ αὐτιά τους·
ἀκόμα δὲν χλιμίντρισαν τ᾿ ἄλογα
ποὺ θὰ μὲ φέρουν πλάι τους.
Νὰ τοὺς μιλήσω,
νὰ κλάψω μαζί τους
καὶ ὕστερα νὰ τοὺς σηκώσω ὄρθιους·
ὅλοι νὰ σηκωθοῦμε σὰν ἕνας ἄνθρωπος,
σὰν τίποτα νὰ μὴν εἶχε γίνει
σὰν ἡ μάχη νὰ μὴν εἶχε περάσει πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια μας.
Πρόσφατα σχόλια