Μπορείς να χαλάσεις την ψυχή των δώρων;
Του Νίκου Τσούλια
Βρεθήκανε τυχαία συγκάτοικοι σε ένα παλιό, τύπου νεοκλασικού, ψηλοτάβανο κτίριο στην Αλκιβιάδου, κοντά στον Άγιο Παντελεήμονα – ξεχωριστά δωμάτια, κοινό μπάνιο, μεγάλοι διάδρομοι. Και οι δύο για τον ίδιο σκοπό. Είχαν περάσει στο πανεπιστήμιο της Αθήνας και προσπαθούσαν να βρουν λύση διαμονής, φτωχής διαμονής.
Και οι δύο έμειναν εκεί για λίγο διάστημα. Άλλος νοίκιασε στα Πατήσια και άλλος στους Αμπελόκηπους. Κάνανε παρέα σαν να γνωρίζονταν χρόνια. Η φτώχεια και οι ανάγκες διευκολύνουν την επικοινωνία των ανθρώπων. Αποφλοιωμένος ο λόγος τους από ψευδαισθήσεις και παραμύθια, από φαντασιώσεις και μεγαλοστομίες…
Κόλλησαν για τα καλά εκείνο το βράδι του Αυγούστου στα παγκάκια του Άγιου Παντελεήμονα. Τότε δεν υπήρχαν μετανάστες και πρόσφυγες ούτε καν η έννοιά τους. Κανένας δεν μιλούσε περί αυτών. Άλλοι καιροί.
Κουβέντα στην κουβέντα έφτασαν σε ένα πρόβλημα που είχαν και οι δυο τους. Είχαν φιλοξενηθεί από συγγενείς τους το καλοκαίρι που πήγαιναν φροντιστήριο για τις Εισαγωγικές Εξετάσεις. Τότε γίνονταν τον Σεπτέμβριο και οι υποψήφιοι έκαναν φροντιστήρια κυρίως στην Αθήνα, γύρω από την Ομόνοια, την Κάνιγγος και την Ακαδημίας.
«Νιώθω πολύ βαριά την υποχρέωση που έχω στη θεία μου. Πρέπει να βρω έναν τρόπο να ανταποδώσω την εξυπηρέτηση, που μου έκανε».
«Εντάξει, αλλά τι σημαίνει αυτό; Να την πληρώσεις; Δεν έχει νόημα και δεν θα το δεχτεί. Άλλωστε οι γονείς μας δεν ανέλαβαν αυτή την υποχρέωση; Αυτοί πρέπει να βρουν μια λύση».
«Ναι, έτσι είναι αλλά να. Θέλω και εγώ να κάνω κάτι. Δεν ξέρω τι…»
«Εγώ να τι σκέπτομαι. Θα παίρνω κανένα τηλέφωνο. Θα κάνω κανένα δωράκι. Θα την επισκέπτομαι, όταν βλέπω ότι έχει νόημα».
«Και αυτό πόσο θα βαστήξει; Η ζωή τρέχει. Αλλάζουν οι καταστάσεις. Θα προτιμούσα να βρω λύση της μορφής «μια και έξω». Και οι όποιες σχέσεις μου μαζί της μετά να είναι απαλλαγμένες από αυτή την αίσθηση ευθύνης και υποχρέωσης».
«Ας πούμε ότι μας έκανε ένα δώρο, δώρο πράγματι πολύ σημαντικό. Αυτό σημαίνει ότι σε όλη μου τη ζωή θα πρέπει να το ερμηνεύω ως ένα διαρκές δώρο; Τότε δεν θα νιώθουμε χειραγωγημένοι από ένα καλό που μας έκαναν; Τι αξία μπορεί να έχει ένα δώρο, αν αυτό σε δεσμεύει παντοτινά, σε μια λογική εξάρτησης;»
«Δεν ξέρω… Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν δώρα, χωρίς τη σκέψη των …αντίδωρων, χωρίς ύστερους υπολογισμούς, χωρίς να το κοπανάς κάθε τόσο σε αυτόν που έχεις δώσει δώρα. Άλλωστε, αυτή δεν πρέπει να είναι η έννοια του δώρου; Χωρίς υστεροβουλία, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς να του μαυρίζεις την ψυχή είτε υπαινικτικά είτε εκβιαστικά…».
«Φίλε μου, εγώ είμαι απόλυτος. Έτσι που τα παρουσιάζεις με ανακατεύεις. Όταν θα έχω οικονομική δυνατότητα, θα της θέσω ευθέως ερώτημα. «Τώρα μπορώ να ανταποδώσω, έστω εν μέρει, το καλό που μου κάνατε». Και θα επιχειρήσω να της δώσω χρήματα. Αν δεν τα πάρει, θα της κάνω ένα καλό δώρο. Και μετά θέλω να έχω ήσυχο το κεφάλι μου. Δεν θα ασχολούμαι συνέχεια με προβλήματα του παρελθόντος».
«Είναι μια καλή λύση. Μόνο που δεν μπορείς να βρεις πότε θα νιώθει ικανοποιημένη κι αυτή με την κίνησή σου. Εδώ με τα δώρα και το πρόβλημα είναι σύνθετο, πόσο μάλλον όταν αφορά εξυπηρέτηση διαμονής για δύο μήνες».
«Τι σχέση έχουν τα δώρα. Όταν κάνεις ένα δώρο, το κάνεις και τελείωσε. Και αν το ξανακάνεις, πάλι το ίδιο – όσες φορές και να το κάνεις. Αν στα δώρα σκοπός είναι να σε έχουν αποκάτω και να είσαι εξαρτημένος, τότε ποτέ μην τα δεχτείς!»
«Μα αυτό ποτέ δεν το ξέρεις. Δεν το ξέρεις όταν σου δίνει κάποιος, πώς σκέπτεται και τι θα κάνει στη συνέχεια. Πάντως συμφωνώ μαζί σου. Κάνεις το δώρο και δεν περιμένεις ανταλλάγματα καμιάς μορφής. Αλλιώς είναι ανήθικο».
«Και να σε ρωτήσω κάτι, τώρα που ξεστράτισε η κουβέντας μας. Για να σου κάνει δώρα κάποιος, εσύ δεν έχεις προσφέρει τίποτα, μια παρέα, μια φιλία, μια ηθική και ψυχολογική στήριξη, κάτι τέλος πάντων;»
«Προφανώς κάτι θα υπάρχει… Αλλά αν δεν το βλέπει; Αν δεν το θεωρεί ικανό αντίβαρο»;
«Μα, φίλε μου, τι είναι τα δώρα, οικονομική συναλλαγή; Αρκεί να νιώθει ο άλλος ότι αναγνωρίζεις την προσφορά του, και νομίζω εμείς τα παιδιά της αγροτικής οικογένειας και της φτώχειας είμαστε αυτής της πάστας… Άσε με αλλού είναι το δικό μας πρόβλημα».
«Μόνο το αναγνωρίζω; Το σέβομαι και ευγνωμονώ γι’ αυτό. Άλλωστε, πάνω από τα δώρα είναι η εκτίμηση, ο αλληλοσεβασμός, η σχέση που αναπτύσσεις με τον άλλον».
«Εγώ είμαι απόλυτος. Αν βλέπω σκοπιμότητα και υστεροβουλία, στρίβω αποτόμως και ταχέως»!
«Το πιο άσχημο που θεωρώ είναι ότι η όποια υστερόβουλη σκέψη καταστρέφει την αγάπη, την ομορφιά, την ευγένεια αυτής καθ’ εαυτής της κίνησης του να δίνεις δώρα και αλλοιώνει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Το δώρο γίνεται όχι μόνο άδωρο αλλά και βαριά σκιά! Είναι δυνατόν να χαλάς την ψυχή των δώρων, να χάνεται η μαγεία τους»;
Πρόσφατα σχόλια