Επιτέλους βροχή, ζωή και ομορφιά!
Του Νίκου Τσούλια
5.30 το πρωί, 13 Οκτωβρίου 2020: ανέμου βουητά, άναρχα μπουμπουνητά, λάμψεις και αστραπές, ο καιρός σε αναταραχή. «Στον ύπνο μου συμβαίνουν όλα αυτά, στο όνειρό μου που κάθε μέρα εδώ και καιρό έκανα, της πραγματικότητας γεγονότα;».
Μέχρι να το καταλάβω είχα σηκωθεί. «Γίνεται να χάσω ένα τέτοιο πανηγύρι της φύσης»; Μήνες και μήνες έχουμε να δούμε βροχή. Στέγνωσε ο τόπος. Τα φυτά κρέμασαν τα κλαδιά τους. Μόλις το προηγούμενο απόγευμα βόλταρα στο όμορφο άλσος της Πολυτεχνειούπολης και μαράζωσε ακόμα μια φορά η ψυχή μου. Στεναχωριόμουνα για τα φυτά και τα δέντρα. Κάτω ο τόπος γήπεδο παντού – καθόλου χλόη, το πράσινο του εδάφους εξαφανισμένο, γυμνό χώμα. Μέσα Οκτωβρίου και τα πρωτοβρόχια ακόμα να φανούν.
Μα ήταν και η άλλη όψη – παιδιόθεν η καταγωγή της, στου χωριού τα βιώματα. Μαζί με την καλοσύνη ο ουρανός, για να θρέψει τη ζωή στη γη, κουβαλούσε και την αγριάδα του. Έτσι γίνεται σαν έχει καιρούς πολλούς τα σύννεφα να βρέξουν. Και έπρεπε – έλεγε η προσταγή (όχι η συμβουλή) των γονιών – να νοιαστείς: μη βραχεί και μουσκέψει κάτι που δεν πρέπει (ρούχα απλωμένα, κλωσσοπούλια, μικρά οικόσιτα ζώα…) μα και μη φράξει το νερό και λιμνάσει η αυλή και …όλα μπορούν να συμβούν.
Ναι, εδώ στην Αθήνα δεν υπάρχουν πια όλα αυτά. Αλλά δεν γίνεται να χάσεις τα πανηγύρια της βροχής. Άναψα όλα τα φώτα της βεράντας – το έκανα δική μου γιορτή. Από το γραφείο μου με τα μεγάλα παράθυρα θα απολαύσω το θέαμα. Θα γράφω το όμορφο γεγονός την ώρα που συμβαίνει! «Όμορφο δεν θα είναι και το γράψιμο»;
Αργότερα θα πάρω και τηλέφωνο κάποιους δικούς μου, συγγενείς και φίλους, που έχουμε κοινά παιδικά βιώματα. Να μιλήσουμε για τη βροχή. Έχουμε πολλά να πούμε. Να ρωτήσω εκεί κάτω στο χωριό (γιατί όλοι λέμε …κάτω εννοώντας τα χωριά μας, ποτέ δεν το κατάλαβα), τι γίνεται. Ποτίστηκαν τα δέντρα; Μα πιο πολύ οι ελιές που έχουν “μαζέψει” και δεν είναι να βλέπεις τη ζαρωμένη φυλλωσιά τους και το βαρύ φορτίο τους σε απειλή. Έβρεξε πολύ, ανέβηκε καθόλου η λίμνη του φράγματος ή είναι τόσο ξεγυμνωμένη όσο το καλοκαίρι;
Πόσο ωραίο θα ήταν να βραχώ. Να γυρίζω από κάποια δουλειά στα χωράφια μουσκεμένος για τα καλά και να προσδοκώ το πότε θα φτάσω στο σπιτικό μας, τα λασπόνερα να έχουν ανέβει στα παντελόνια, να αλλάξω ρούχα, να στεγνώνω έχοντας τη δροσιά και το κρύο της βροχής στο σώμα μου και πιο πολύ στη σκέψη μου για ώρες και ώρες μετά. Το γεγονός να βαστάει και μετά το γεγονός…
Το ανεμοβρόχι μπήκε για τα καλά στη βεράντα. Έφερε και αταξία, – μανία που έχουμε με τη διαρκή τακτοποίηση των πραγμάτων. Ήξερα ότι η αταξία της φύσης είναι ομορφιά. Και το χώμα που ψιλοσκόρπισε από τις γλάστρες ομορφιά ήταν. «Να ‘χαμε και κεραμίδια…». Χτυπούσε η βροχή με μανία τις μισοκατεβασμένες τέντες μα οι ήχοι οι καλοί έρχονταν από αλλού. Τα βροχόνερα έδερναν τα κάγκελα και ψυχανεμιζόμουν με τα παιχνιδίσματα των σιδερόηχων και με των αστραπών τα μακρινά φανερώματα.
Μα είναι μόλις 6.30 το πρωί. Αυτό ήταν; Απογοήτευση. Μα η γη δεν τράβηξε καθόλου νερό. Το χώμα δεν ρούφηξε το μερίδιό του, δεν ευχαριστήθηκε. Τα φυτά ίσα που βράχηκαν, οι ρίζες τους ούτε που κατάλαβαν αν έγινε κάτι. Μόνο οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια γνώρισαν τη φροντίδα που τους έλειπε καιρούς και καιρούς – αλλά αυτά δεν έχουν ανάγκη της ζωής την πνοή.
Μα η συννεφιά είναι εδώ. Δεν φαίνεται να ξαστερώνει. Βαρύς ο ουρανός. Δεν θα ξεφορτώσει τόσο εύκολα. Περιμένοντας την επόμενη σκηνή θα αναπλάθω τις παλιές εικόνες της βροχής, τότε που η βροχή βάσταγε ακόμα και έναν μήνα και μουσκεύαμε μέχρι το κόκκαλα και έτσι όνειρα και πραγματικότητα «θα τα βρουν» στις δικές μου προσδοκίες… Άλλωστε, πάντα έβρισκα ομορφιά στη βροχή. «Τι μόνο τα ηλιοβασιλέματα είναι θαύματα της φύσης»;
Πρόσφατα σχόλια