Αρχική > φιλοσοφία, Ψυχολογία > Οι πρώτες παιδικές θύμησες

Οι πρώτες παιδικές θύμησες

terminusantequem:
“Edvard Munch (Norwegian, 1863-1944), Children in the Street, 1915. Oil on canvas, 92 x 100 cm
”

Edvard Munch (Norwegian, 1863-1944), Children in the Street, 1915

Του Νίκου Τσούλια

      Οι παιδικές θύμησες ίσως να έχουν μεγαλύτερη αξία από εκείνη μιας απλής νοσταλγίας. Ίσως να εμπεριέχουν συμπυκνωμένους πυρήνες του εαυτού μας που εκφράζονται με αδιόρατο αλλά και πανίσχυρο τρόπο σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Ίσως να μας καθορίζουν πολλές ανεξήγητες από τον ορθολογισμό πράξεις μας και ενέργειές μας.

      Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε, μια από τις ιδιαίτερα δυναμικές πτυχές της επαναστατικής καινοτομίας της Ψυχανάλυσης έγκειται σ’ αυτό ακριβώς το πεδίο.

     «Είναι από τα καθήκοντα της ψυχαναλυτικής θεωρίας να συμπληρώνει κενά στις παιδικές αναμνήσεις και αν η θεραπεία σημειώνει μια οποιαδήποτε επιτυχία, μπορούμε να φέρουμε στο φως το περιεχόμενο αυτών των πρώτων χρόνων, που από πολύ καιρό είναι θαμμένο στη λήθη. Οι εντυπώσεις αυτές, που ποτέ δεν ξεχάστηκαν πραγματικά, ήταν μόνο απρόσιτες και λανθάνουσες έχοντας γίνει μέρος του ασυνειδήτου. Μερικές όμως φορές, συμβαίνει να ξεπροβάλλουν αυθόρμητα από το ασυνείδητο, και αυτό συμβαίνει στα όνειρα. Είναι φανερό ότι η ζωή του ονείρου γνωρίζει το δρόμο να ξαναγυρίζει σε αυτές τις λανθάνουσες, παιδικές εμπειρίες». (Σ. Φρόιντ, Εισαγωγή στην ψυχανάλυση)

      Είναι η βασική περίοδος στη ζωή του ανθρώπου, κατά την οποία η συνείδηση διαφοροποιείται σε σημαντικό βαθμό από τα σκοτάδια του ασυνείδητου και με τη μορφή της γλώσσας ξεδιπλώνει την πνευματικότητα και το στοχασμό και αρχίζει να κατακτά τον ορθολογισμό και τη δυνατότητα ερμηνείας του κόσμου. Έτσι λοιπόν ένας από τους λόγους της ιδιαίτερης δυναμικής της παιδικής θύμησης και καταγραφής είναι και το γεγονός ότι σ’ αυτή τη φάση της ζωής του ανθρώπου θεμελιώνεται σε σημαντικό βαθμό η πνευματικότητά του.

      Και ενώ σ’ αυτή τη φάση παρακολουθούμε όλοι και μεριμνούμε για τη βιολογική ανάπτυξη και την ανθρωποποίηση του παιδιού, δεν επιδιδόμαστε με την ίδια φροντίδα στον εξανθρωπισμό του και στην καλλιέργεια του πνεύματός του – ίσως γιατί εδώ υπάρχουν «αχαρτογράφητα νερά», ίσως γιατί αντιμετωπίζουμε ένα διαρκώς εξελισσόμενο θαύμα που μας προκαλεί δέος αλλά και φόβο και απλώς περιμένουμε τον χρόνο να ξετυλίξει την πνευματική αυτοανάπτυξη του παιδιού τροφοδοτώντας το με όποια ερεθίσματα θεωρούμε ότι είναι πρόσφορα.

     Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι τα παιδιά δεν πρέπει να γίνονται μάρτυρες και γνώστες δυσάρεστων γεγονότων, γιατί αποκτούν βαθιά ριζώματα στην ψυχή τους και από τα οποία ξεφυτρώνουν διαρκώς σε κάθε έστω και μικρή αναλαμπή της θύμησης σκιές και φοβίες, που δεν εκλογικεύονται αυτόματα και εύκολα από τη συνείδησή τους.

      Εδώ είναι γνωστό ότι υπεισέρχεται η επιστημονική νομιμοποίηση της Ψυχαναλυτικής Θεωρίας. Δύσκολα θα βρούμε άνθρωπο που να μην έχει μια ανορθολογική καταγωγή της σκέψης του απ’ αυτό το πεδίο ή και να μην δυναστεύεται από δημιουργήματα του υποσυνείδητου σε κάποια περίοδο που η επίδρασή του είναι σημαντική.

     Για παράδειγμα, γνωρίζω την περίπτωση γνωστού μου που νιώθει μια αποστροφή για κάποια λουλούδια, τις σπέντζες ή μανουσάκια, γιατί όταν ήταν πολύ μικρός, ξέφυγε από τους μεγάλους και είδε αυτά τα λουλούδια να βρίσκονται πάνω το φέρετρο της γιαγιάς του διαπιστώνοντας παράλληλα και την εικόνα του πόνου και του φόβου των γονιών του. Ίσως ένας από τους λόγους που η μνήμη μας ατονεί τόσο πολύ με τις αναφορές αυτής της φοβερά ευαίσθητης ηλικίας μας να ερμηνεύεται από το χαοτικό κόσμο που είναι έξω από τα πεδία του ορθολογισμού μας και της κριτικής ερμηνείας των συμβάντων.

      Γνωρίζουμε πολύ καλά την επίδραση των τραυματικών βιωμάτων του παιδιού καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της ζωής. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εδώ το παιδί θέτει τα βασικά ερείσματα του ψυχισμού του και του συναισθηματισμού του και διαμορφώνει το σκηνικό επί του οποίου θα εκτυλιχθεί ο στοχασμός του. Οι πληροφορίες και οι γνώσεις που θα προστίθενται διαρκώς και συστηματικώς από την οικογένεια και από το σχολείο έχουν τροποποιητικό ρόλο και όχι γενικό αναθεωρητικό ή πολύ περισσότερο ανατρεπτικό χαρακτήρα σε ό,τι τεθεί εδώ στην πρώιμη ηλικία ως βάση αναφοράς.

      Το παιδί προσλαμβάνει έναν καταιγισμό εικόνων και παραστάσεων από το πρώτο περιβάλλον του και δεν μπορεί να τις εξηγήσει, να τις κατατάξει σε ευρύτερα νοητικά σχήματα, να τους δώσει ένα κάποιο ηθολογικό περιεχόμενο, να κρίνει την ορθότητα ή μη μιας πράξης και όλο αυτό το σύνθετο και εν πολλοίς αντιφατικό σκηνικό προκαλεί μια χαοτική στάση και συμπεριφορά. Και λόγω ύπαρξης αυτού του κενού «καλούνται» η αυθαιρεσία της φαντασίας αλλά και οι άλογες δυνάμεις του υποσυνείδητου να δώσουν μια αιτιακή αλυσίδα των όσων συμβαίνουν.

      Σε κάθε περίπτωση οι παιδικές θύμησες είτε είναι συνειδητές είτε όχι – αν και φαίνεται αντιφατικό μια θύμηση να μη είναι συνειδητή – αποτελούν κομμάτι του εαυτού μας και της ζωής μας και οφείλουμε να τις φωτίζουμε στο βαθμό που εμπεριέχουν σκιές, γιατί με αυτό τον τρόπο αποκτάμε περισσότερες δυνατότητες κατάκτησης της αυτογνωσίας μας και της ελευθερίας μας.

terminusantequem:
“Edvard Munch (Norwegian, 1863-1944), Street in Kragerø, 1910. Oil on canvas, 100 cm (39.37 in.) x 120 cm (47.24 in.)
”

Edvard Munch (Norwegian, 1863-1944), Street in Kragerø, 1910

  1. 18/07/2020 στο 3:52 ΜΜ

    Reblogged στις Learn Love.

  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: