Διπλή αλλοτρίωση της ύστερης νεωτερικότητας υπό το φως του έργου του A. Camus
Του Παναγιώτη Κολόκα
Εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, 2019
Στη σύγχρονη εποχή, η γνώση όχι μόνο αλλάζει καταστατική θέση (Φ. Λυοτάρ) αλλά καθίσταται αυτόνομη δύναμη πολιτισμού θέτοντας νέα ζητήματα. Η αποίκησή της από τα έντονα ρεύματα των πληροφοριών μετασχηματίζει ένα τμήμα της με τη ρευστοποίηση του περιεχομένου της. Η δε συνεχής εξειδίκευσή της σε όλο και πιο επιμέρους όψεις διαμορφώνει όχι μόνο δυσκολίες για μια γενική θεώρηση των πραγμάτων αλλά τροφοδοτεί την υποχώρηση της όποιας δυνατότητας για ένα Homo Universalis.
Η συνεχής κατάτμησή της – ιδιαίτερα στην επιστήμη – διαμορφώνει ένα σκηνικό Βαβέλ, γιατί οι επιμέρους τομείς της γνώσης χρησιμοποιούν ειδικούς κώδικες, και έτσι η επιμερισμένη προσέγγιση ενός αντικειμένου αποτρέπει την συνεννόηση μεταξύ των διαφόρων κοσμοθεωρητικών και επιστημονικών ρευμάτων, με αποτέλεσμα να καθίσταται όλο και πιο δύσκολη η ουσιαστική κατανόηση των πραγμάτων. Η διεπιστημονική μελέτη λοιπόν της αλλοτρίωσης – μείζονος ζητήματος της σύγχρονης εποχής – σε σχέση με τα δύο μεγάλα ρεύματα, του μαρξισμού και της ψυχανάλυσης υπό το πρίσμα του έργου του A. Camus αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση, ένα τολμηρό στοχαστικό εγχείρημα, μια έρευνα ομορφιάς!
Ο Π. Κολόκας στη μελέτη του διαμόρφωσε ένα αρκετά τεκμηριωμένο πλαίσιο συζήτησης με πλούσια βιβλιογραφία θέτοντας ερωτήματα και προβληματισμό, έτσι ώστε να προκαλέσει στον αναγνώστη ενεργητική ανάγνωση, προκειμένου να γευθεί τους πλούσιους χυμούς μιας ενδιαφέρουσας αλλά και δύσκολης ανάλυσης. Θέτει το ερώτημα «τι είναι αλλοτρίωση» και δίνει τις επιμέρους προσεγγίσεις του μαρξισμού και της ψυχανάλυσης, και το οποίο ερώτημα το συνδέει με την «έκφραση ειλικρινούς αγωνίας περί την ανθρώπινη αυτοσυνειδησία: «ποιός πραγματικά είμαι;», «πότε είμαι αυθεντικός και πότε ψεύτικος;», «πότε και πώς και γιατί παραχαράσσεται η προσωπική μου αλήθεια;». Ανοίγει έτσι έναν διάλογο για βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα.
Και να το ερευνητικό ζητούμενό του. «Η αλλοτρίωση είναι διπλή: η μια της πλευρά εκφράζεται από τη θεωρητική γραμμή των Freud και Lacan δια της εισόδου του υποκειμένου στη γλωσσική τάξη και συνακόλουθα στην προβληματική περί επιθυμίας, η άλλη – που εκφράζεται μέσω της θεωρητικής γραμμής του Marx – δια της εισόδου του υποκειμένου στην τάξη του κοινωνικού. Όμως η μία δεν υπάρχει χωρίς την άλλη, έστω κι αν η καθεμία ακολουθεί διαφορετική λογική. Αυτό που τις συναρθρώνει είναι ότι αμφότερες μετέχουν μιας αλήθειας υπαρξιακής τάξης, της ξενότητας, προνομιακό πεδίο ανάδειξης της οποίας είναι η λογοτεχνία».
Τίθεται ως εργαλείο ανάλυσης ο πυρήνας δύο ουσιαστικών στοιχείων της ανθρώπινης κατάστασης: α) η εργασία για τον μαρξισμό και β) η γλώσσα για την ψυχανάλυση, που είναι τα βασικά πεδία για τη διαμόρφωση της συνείδησης του ανθρώπου και αποτελούν ουσιαστικά δίπολο διαρκούς αλληλεπίδρασης. Το θέμα προσεγγίζεται με διάφορες αφετηρίες όπως: η ιδιαίτερη προσέγγιση της αλλοτρίωσης ως Πραγμοποίηση από τον Γκ. Λούκατς, η θεωρία του J. Habermas ως κριτική στο μαρξικό μοντέλο, το επικοινωνιακό μοντέλο του M. Bakhtine, η ερμηνεία της ανάδυσης διάμεσων πεδίων, το «πάντρεμα» λέξης και πράγματος, η γέφυρα προς τον J. Lacan, ο Άλλος της αλλοτρίωσης και η άλλη αλλοτρίωση, η πρωτοκαθεδρία του Συμβολικού, η αναζήτηση του μαρξικού Άλλου στο πεδίο του λακανικού Λόγου κλπ.
Αλλά πώς συνάπτονται μαρξισμός και ψυχανάλυση; Η απάντηση δίνεται από μια προσέγγιση του Vygotski, σύμφωνα με την οποία τα «σημεία» της γλώσσας και τα «εργαλεία» της εργασίας συνδέονται γενεαλογικά (αλλά και δομικά) ως προς τη λειτουργία της μεσολάβησης που επιτελούν. Μια τέτοια συνάντηση των δύο μεγάλων κοσμοθεωριών έχει γίνει από τον Baudrillard για τη διαμόρφωση του δικού του ερμηνευτικού μοντέλου για τη θεωρία του υποκειμένου αλλά και από άλλους στοχαστές.
Στην έρευνα του Π. Κολόκα ο τόπος συνδέσμωσης των δύο ρευμάτων (με περιεχόμενο την αλλοτρίωση) γίνεται ο λογοτεχνικός λόγος του Camus, με προνομιακή αναφορά στα Carnets (Σημειωματάρια) και στο «Ο Πρώτος Άνθρωπος». Υπάρχει λόγος για αυτή την επιλογή, γιατί οι ιδέες του Camus «δεν αντιπροσωπεύουν αποκλειστικά τα εργαλεία μιας θεωρητικής αναζήτησης αλλά εμπλέκονται και δοκιμάζονται σε επίπεδο υπαρξιακής νοηματοδότησης». Και αυτό ήλθε ως αποτέλεσμα του βιωματικού του κόσμου, με τα μεγάλα ζητήματα: της απώλειας του πατέρα του, του σκηνικού του πολέμου, της σκληρής δοκιμασίας της μητέρας του, με υπαρξιακά ερωτήματα που τίθενται από την ίδια την πραγματικότητα και όχι από κάποια περιπλάνηση της σκέψης.
Η μοναξιά, η αποξένωση και η αλλοτρίωση είναι στο κέντρο της στοχασμού του Camus. «Στο βάθος του εαυτού μου η ισπανική μοναξιά. Ο άνθρωπος ξεμυτίζει μόνο κάποιες «στιγμές» για να επιστρέψει και πάλι στο νησί του. Αργότερα επιδίωξα τη συνάντηση. Ξαναπέρασα από όλους τους σταθμούς της εποχής. Αλλά στο βήμα της εφόδου, στα φτερουγίσματα των κραυγών, κάτω από το μαστίγιο των πολέμων και των επαναστάσεων. Σήμερα έχω φτάσει στην άκρη – και η μοναξιά μου είναι γεμάτη από σκιές και έργα που ανήκουν μονάχα σε μένα» (Carnets III).
Πρόκειται για εξαίρετο βιβλίο, που σε καλεί σε πνευματική εγρήγορση με αντάλλαγμα την καλλιέργεια του στοχασμού, το άνοιγμα των ορίων της ερευνητικής και πάντα ανήσυχης σκέψης μας, την ψυχική ευφορία χάρη στον πλούσιο προβληματισμό του και στη λογοτεχνική του αύρα.
ΥΓ
Οι τεχνικές αβλεψίες θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν.
Νίκος Τσούλιας
Πρόσφατα σχόλια