Σκέψεις επί σκέψεων…
Λεπτομέρεια από το René Descartes i samtal med Sveriges drottning, Kristina, Πιέρ Λουΐ Ντυμεζίλ (Pierre Louis Dumesnil) (1698-1781)
Του Νίκου Τσούλια
Μπορεί ένας καθρέφτης να καθρεφτίσει τον εαυτό του; Σαφώς και όχι. Μπορεί ένα φυσικό αντικείμενο να είναι ταυτόχρονα «παρατηρητής» και παρατηρούμενο. Και πάλι σαφώς και όχι! Μόνο στον άνθρωπο μπορεί να συμβεί κάτι σχετικό, σ’ ότι σήμερα γνωρίζουμε συνολικά ως Σύμπαν. Και αυτό είναι χάρισμα μοναδικό της συνείδησής του.
Η σκέψη δημιούργησε τον άνθρωπο ή ο άνθρωπος τη σκέψη; Συνδημιουργηθήκαμε μαζί, την ίδια «στιγμή», στη διάρκεια των εκατοντάδων χιλιάδων χρόνων της βιολογικής και της κοινωνικής εξέλιξής. Δεν είναι κάτι που θα βρούμε σε μια περιοχή ή σε μια επιμέρους λειτουργία του εγκεφάλου μας. Η γέννησή της έχει ήδη συμβεί και «συμβαίνει» μέσα στο μακρόχρονο ταξίδι της και δεν μπορούμε να προσδιορίζουμε την απαρχή της με μια αντίληψη των θετικών επιστημών. «Η «γλώσσα» δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα, χρηστικό ή διακοσμητικό, εργαλείο της σκέψης. Ο άνθρωπος δεν προϋπάρχει της «γλώσσας», ούτε φυλογενετικά ούτε οντογενετικά. Δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να φτάσουμε σε μια κατάσταση όπου ο άνθρωπος θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς «γλώσσα», την οποία, τότε, θα επινοούσε για να «εκφράσει» αυτό που συμβαίνει μέσα του: η «γλώσσα» καθορίζει τον ορισμό του ανθρώπου, όχι το αντίθετο» (R. Barthes).
Άλλες φορές νιώθουμε ότι η σκέψη γεννιέται από μόνη της και μας επισκέπτεται – μπορεί και στα καλά καθούμενα – και άλλοτε είναι δημιούργημα επίπονης προσπάθειάς μας. Άλλοτε είναι απόρροια εξωτερικών ερεθισμάτων από το φυσικό και το κοινωνικό περιβάλλον και άλλοτε αναδύεται από το εσωτερικό του εαυτού μας και εξωτερικεύεται είτε με αφορμή κάποιο τυχαίο συμβάν είτε ανεξάρτητα από κάτι τέτοιο. Άλλοτε συνδέεται με την παρουσία ενός ισχυρού ή ασθενούς συναισθήματος και άλλοτε είναι ψυχικά ουδέτερη. Συνήθως ακολουθεί πεπατημένους δρόμους – σκεπτόμαστε τα ίδια και τα ίδια – και σπάνια συνάπτεται με μια έκρηξη του πνεύματός μας που αποτελεί πηγή έμπνευσης και που στη συνέχεια μας κάνει να απορούμε για το ξεπέταγμά της αλλά και να τη θαυμάζουμε ως μια απόλυτα ξεχωριστή ομορφιά του εαυτού μας.
Συχνά διαπιστώνουμε να συσσωρεύονται μορφές σκέψεων ίδιου περιεχομένου και να προκαλούν είτε έμμονες ιδέες είτε βαθιές προκαταλήψεις, που μας υποτάσσουν και μας χειραγωγούν προς μια κατεύθυνση, που μπορεί να μην είναι απόλυτα δικής μας επιλογής . Στην ίδια θεώρηση των πραγμάτων, μπορεί να έχουμε τη δημιουργία είτε μιας θρησκευτικού προσανατολισμού πίστης – που ζητάει την ακύρωση της δημιουργικότητας και της ελευθερίας της σκέψης – είτε ενός ιδεολογικού κορσέ του δογματισμού, «ο οποίος οδηγεί αργά ή γρήγορα τη σκέψη σε ακινησία» και όπου μάλιστα συνέβη και η γνωστή αντιστροφή των σκέψεων / ιδεών μεταξύ θεωρίας και πράξης, αφού «επανειλημμένως στην ιστορία οι ιδέες πέταξαν τις φασκιές τους και χτύπησαν τα κοινωνικά συστήματα τα οποία τις γέννησαν!» (Μ. Χορκχάιμερ, Η έκλειψη του λόγου). Ο Κ. Πόπερ (Όλοι οι άνθρωποι είναι φιλόσοφοι) είναι ακόμα πιο δηκτικός. «Και δεν μας διδάσκει η ιστορία όλων των επαναστάσεων ότι η φανατική πίστη σε κάποια ηθική ιδέα διαστρέφει πάντοτε την ιδέα αυτή στο αντίθετό της; Ότι ανοίγει τις φυλακές στο όνομα της ελευθερίας για να κλείσει σ’ αυτές νέα θύματα»;
Αν η ψυχοσυναισθηματική μας κατάσταση ρέπει προς μια απαισιόδοξη αντίληψη της πραγματικότητας, τότε οι αλληλοδιάδοχες σκέψεις διαρκώς μαυρίζει η μια την άλλη και μπορούν να μας οδηγεί σε στάτους ανίας ή κατάθλιψης. Αλλά είναι πολύ εύκολο να γκριζάρουμε το όλο στερέωμα των σκέψεών μας, αρκεί να αναλογιστούμε επί μιας σχετικής λαϊκής ρήσης: «της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελά»! Μπορούμε λοιπόν να ισχυριστούμε ότι η δημιουργία του «άλφα» ή του «βήτα» σκηνικού σκέψεων είναι απόρροια τόσο της εκάστοτε ψυχοσυναισθηματικής κατάστασής μας όσο και της πάγιας αντίληψης και θεωρίας που έχουμε για την ίδια τη ζωή και για τον εαυτό μας, όταν τον τοποθετούμε μέσα στον κόσμο. Αλλά οι εν λόγω σχέσεις δεν είναι μονόδρομης κατεύθυνσης, γιατί ισχύει και το αντίθετο – οι σκέψεις μας επηρεάζουν και εν μέρει διαμορφώνουν και το συναίσθημά μας και την κοσμοθεωρία μας – και έχουμε τελικά μια σχέση αμφίδρομη και διαλεκτική.
Κάθε σκέψη που εξωτερικεύεται μετασχηματίζεται – κάτι χάνει και κάτι κερδίζει. Αλλά και όταν ερμηνεύεται από έναν συνομιλητή μας, επιστρέφει σε εμάς αλλαγμένη˙ και συνήθως ενιστάμεθα για την έστω εν μέρει μετατροπή της σε κάτι λιγότερο αυθεντικό από όσο ήταν το αρχικό της σχήμα. Ακόμα και όταν η «γλώσσα» τη σχηματοποιεί και η γλώσσα την εκδηλώνει στον κόσμο των ήχων, η σκέψη μας μπορεί να μεταβάλλεται ή και να μεταλλάσσεται ανάλογα από τη δική της ισχύ και από τη δυναμική του περιβάλλοντος. Η σκέψη «τέμνεται» και συνυπάρχει ως μια ενότητα με τη γλώσσα, χωρίς να ταυτίζονται απόλυτα αλλά και χωρίς να μπορούμε να μιλάμε για διακριτά σημασιολογικά όρια μεταξύ των δύο επικρατειών.
«Η σκέψη είναι δύναμη», διαλαλεί ο Ουγκώ και ζητάει να σκεφτούμε το πώς θα ασκήσουμε αυτή τη δύναμη. «Σκέπτομαι άρα υπάρχω», ισχυρίζεται ο Καρτέσιος και προσδίδει οντολογικό και υπαρξιακό περιεχόμενο στη σκέψη. «Συνηθίζουμε να ζούμε προτού συνηθίσουμε να σκεφτόμαστε», διαπιστώνει με την τόσο απλή ευφυΐα του ο Καμύ στο «Μύθο του Σισύφου» και επιζητεί να βρει σε ακόμα πιο βαθιά μέρη τη ρίζα της σκέψης μας.
Πώς μπορούμε λοιπόν να θεωρούμε τις σκέψεις μας απλές εκφράσεις του εαυτού μας, όταν είναι ένα διαρκές θαύμα. Θα σκεπτόμαστε αλλά και θα δημιουργούμε σκέψεις επί των σκέψεών μας, θα αναστοχαζόμαστε γιατί είναι η συνείδησή μας που μας το επιτάσσει αλλά και γιατί εκεί είναι το στερέωμα της Ομορφιάς και της Ελευθερίας μας!
Mark Daniel Nelson
Πρόσφατα σχόλια