Αρχική > βιβλία, λογοτεχνία > Ο ‘‘πράκτορας’’ του Γκράχαμ Γκρην

Ο ‘‘πράκτορας’’ του Γκράχαμ Γκρην

greene

 

Ο ‘‘πράκτορας’’ του Γκράχαμ Γκρην (Μετάφραση: Ελένη Δεληγιάννη. Ζαχαρόπουλος Σ.Ι., 1989)

Αναζητώντας θησαυρούς στο βιβλιορυχείο μου: Ο ‘‘πράκτορας’’ του Γκράχαμ Γκρην

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

‘Το κλίμα της Αγγλίας υπήρξε το πιο ισχυρό κίνητρο
για την αποικιοκρατία’

Γκράχαμ Γκρην

Σχεδόν σε  όλη τη ζωή του, ο Γκράχαμ Γκρην (1904-1991), ταξίδεψε μακρυά από την Αγγλία, σε άγριες και απομακρυσμένες περιοχές του κόσμου. Τα ταξίδια αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να προσληφθεί με κάποια σχέση εργασίας στην  πασίγνωστη   Secret Intelligence Service (SIS), ευρύτερα γνωστή ως MI6 (Military Intelligence, Section 6) από την αδελφή του Ελισάβετ, η οποίαήδη εργαζόταν για τη μυστική αυτή οργάνωση και  τοποθετήθηκε στη Σιέρα Λεόνε κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο  Κιμ  Φίλμπι, ο οποίος θα αποκαλυφθεί αργότερα ότι στην πραγματικότητα ήταν ταυτόχρονα και  σοβιετικός πράκτορας,  ήταν ο προϊστάμενος και  φίλος του Γκρην στη MI6. Ως συγγραφέας,τώρα, ο Γκρην ύφαινε έξυπνα τους χαρακτήρες που γνώρισε και τους τόπους όπου έζησε στην πλοκή των μυθιστορημάτων του.

O Γκράχαμ Γκρην με την ξαδέρφη του Μπάρμπαρα Γκρην η οποία του έσωσε τη ζωή του κατά τη διάρκεια μιας αποστολής στη Σιέρα Λεόνε και τη Λιβερία.

O Γκράχαμ Γκρην με την ξαδέρφη του Μπάρμπαρα Γκρην η οποία του έσωσε τη ζωή του κατά τη διάρκεια μιας αποστολής στη Σιέρα Λεόνε και τη Λιβερία.

Εγκατέλειψε την Ευρώπη στην ηλικία των τριάντα ετών, το 1935,για ένα ταξίδι στη Λιβερία που είχε ως αποτέλεσμα να γεννηθεί  το ταξιδιωτικό ‘Βιβλίο χωρίς Χάρτες’ (Journey Without Maps, 1936).Το 1938 τον βρήκε  στο Μεξικό για να δει τα αποτελέσματα της εκστρατείας της κυβέρνησης για αναγκαστική αντικαθολική εκκοσμίκευση και το πως αντέδρασαν οι κάτοικοι εκεί στις θηριώδεις αντικληρικές εκκαθαρίσεις του Προέδρου PlutarcoElías Calles.Αυτό το ταξίδι του οδήγησε σε  δύο βιβλία, το ‘The Lawless Roads’που δημοσιεύτηκε ως ‘Another Mexico’στις ΗΠΑ, και το μυθιστόρημα ‘Η Δύναμη και η Δόξα’ (The Power and the Glory). Καθολικός και συντηρητικός άνθρωπος, ο Γκρην ταξιδεύει στο Μεξικό για να βρει στην πραγματικότητα   τα απομεινάρια του καθολικισμού.  Το 1953, ενημερώθηκε αρμοδίως από την καθολική εκκλησία ότι ‘Η Δύναμη και η Δόξα’ ήταν επιζήμιο βιβλίο  για τη φήμη της ιεροσύνης, αλλά αργότερα, σε μια ιδιωτική συνάντηση του Γκράχαμ Γκρην με τον  Πάπα Παύλο VI, εκείνος του  είπε ότι, αν και κάποια μέρη από τα μυθιστορήματά του θα ενοχλήσουν μια μερίδα  Καθολικών, θα πρέπει να αγνοήσει τις διάφορες επικρίσεις.

Φωτογραφία του ξενοδοχείου Oloffson στο Πορτ-ο-Πρενς, όπου σύχναζε ο Γκράχαμ Γκρην (2007).

Φωτογραφία του ξενοδοχείου Oloffson στο Πορτ-ο-Πρενς, όπου σύχναζε ο Γκράχαμ Γκρην (2007).

Το 1954, ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Αϊτή, και συχνά διέμενε στο ξενοδοχείο Oloffson στο Πορτ-ο-Πρενς. Η Αϊτή, τότε βρισκόταν υπό την κυριαρχία του δικτάτορα François Duvalier. Εκεί εντοπίζεται και το βιβλίο του ‘Οι κωμικοί’ (The Comedians, 1966). Σε σύγκριση με εκείνα που συνήθως θεωρούσαμε ‘μεγάλα’ μυθιστορήματα του Γκράχαμ Γκρην, ο ‘έμπιστος πράκτορας’ (The Confidentia lAgent, 1939) μάλλον δεν ανήκει σε αυτά ή τουλάχιστον ανήκει κατά ένα μέρος.

Σε αντίθεση με τέτοια γνωστότερα αφηγήματα, όπως ‘Η δύναμη και η δόξα’ (The Power and the Glory,1940), ‘Η ουσία της υπόθεσης’ (The Heart of the Matter, 1948), ‘Ο ήσυχος Αμερικανός’ (TheQuietAmerican, 1954), ‘Μια χαμένη υπόθεση’ (A Burnt-Out Case, 1960), και ‘Ο Επίτιμος Πρόξενος’ (The Honorary Consul, 1973), ετούτο το βιβλίο του Γκρην δεν εξερευνά σε βάθος οποιοδήποτε από τα χαρακτηριστικά θέματα με τα οποία συνήθως καταπιάνεται ο συγγραφέας, κι αυτά είναι το θεολογικό μυστήριο της χάριτος, η ασάφεια της αγάπης σε σχέση με τον οίκτο, οι εμπλοκές της μεταποικιακής παρέμβασης, η ανάκτηση του υπαρξιακού σκοπού και προορισμού και το ηθικό δίλημμα της ευθύνης.Σε αυτό μπορεί να προστεθεί και το γεγονός ότι ο συγγραφέας του κατηγοριοποίησε τον ‘έμπιστο πράκτορα’ ως ψυχαγωγικό περισσότερο κείμενο, ένα χαρακτηρισμό που μαζί με το Όριεντ Εξπρές (Stamboul Train, 1932), το ‘Ένα όπλο για πούλημα’ (A Gun for Sale, 1936), ‘Το υπουργείο του φόβου’ (The Ministry of Fear, 1943), και ‘Ο άνθρωπός μας στην Αβάνα’ (Our Man in Havana, 1958), είναι βιβλία στα οποία έδωσε μεγαλύτερη προτεραιότητα στην ανάπτυξη της πλοκής και όχι των χαρακτήρων. Όπως διηγείται ο βιογράφος του, Norman Sherry, το 1938, ο Γκρην έγραφε μεθοδικά κάπου δύο χιλιάδες λέξεις κάθε πρωί για έξι εβδομάδες, κι όλο αυτό το διάστημα τροφοδοτούσε τη δημιουργική του προσπάθεια με παράγωγα αμφεταμίνης, πριν αρχίσει τις απογευματινές ώρες να εργάζεται παράλληλα με τον ‘έμπιστο πράκτορα’ (1939) πάνω στη‘Δύναμη και τη δόξα’ (1940) στο σύνηθες όριο των πεντακοσίων λέξεων τα απογεύματα. Λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους παράγοντες μάλλον δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η ιστορία του Γκρην για τον κύριο Ντι, πρώην λέκτορα στη μεσαιωνική γαλλική λογοτεχνία που προσπαθεί ανεπιτυχώς να διαπραγματευτεί κάποιας μορφής σύμβαση για κάρβουνο στη Μεγάλη Βρετανία για λογαριασμό της απροσδιόριστης σοσιαλιστικής χώρας του(Δημοκρατική Ισπανία), που δεν διαβάζεται τόσο ευρέως όπως τα άλλα γνωστά και ώριμα έργα του.

Ο Γκρην όμως εκεί μέσα αποκαλύπτει πώς εκμεταλλεύεται την εθνοκεντρική προϋπόθεση της πολιτισμικής ανωτερότητας, αγνοώντας παράλληλα τα δεινά της ανθρωπότητας μεταξύ δύο καταλυτικών πολέμων και κατανοώντας ότι ‘όλος ο κόσμος βρισκόταν στην σκιά της εγκατάλειψης’. Φυσικά, η μεταφορά είναι η πεμπτουσία του Γκράχαμ Γκρην. Η συνειδητοποίηση της καθολικής αποστέρησης και εγκατάλειψης, όπως την περιγράφει ο TS Eliot στα‘Τέσσερα Κουαρτέτα’ (1943), είναι ένα καλά εδραιωμένο σήμα κατατεθέν του μοντερνισμού και σωστά πολλοί παρατηρούν ότι στον ‘έμπιστο πράκτορα’ ο Γκρην εισαγάγει στο θρίλερ την αίσθηση της απόγνωσης και του επικείμενου χαμού, καταστάσεις που συνδέονται με την ποίηση της δεκαετίας του 1920 και του 1930. Και το βασικότερο, με εχθρό αβέβαιο εν πολλοίς και θέματα αρκούντως σκοτεινά. Αυτό το μυθιστόρημα ανοίγει το δρόμο για τους μετέπειτα επαγγελματίες, όπως οι John le Carré,Len Deighton και Adam Hall, ενώ εξακολουθεί να αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα και ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του λογοτεχνικού μοντερνισμού σε δύσκολες υποθέσεις όπως τα στερεότυπα εναντίον της σοβαρής φαντασίας. Εδώ ένα προκαταρκτικό μοντέλο των θρίλερ και της κατασκοπείας του εικοστού αιώνα ίσως μπορέσει να αποδειχθεί χρήσιμο για τον αναγνώστη. Παρ’ όλα αυτά, αντλώντας στοιχεία από διάφορες πηγές,μπορούμε να συνοψίσουμε τα τυπικά γνωρίσματα που υποτίθεται ότι καθορίζουν, αν δεν οριοθετούν, αυτό που ο Γκράχαμ Γκρην ονόμαζε ψυχαγωγία (entertainment).Ο πρωταγωνιστής έχει κάποια λειτουργική σύνδεση με την υπηρεσία του και με τη συλλογή πληροφοριών, ακόμη και αν το πρόσωπο αυτό μπορεί να μην είναι πλήρως ενήμερο για τον ουσιαστικό και βαθύτερο ρόλο του. Στην πλοκή της υπόθεσης συμβάλλουν τα μέγιστα, η παρανομία, η ανομοιομορφία και η αφάνεια.Στη δραστηριότητα της κατασκοπείας και των σχετικών θεμάτων που την αφορούν, είναι απαραίτητες κάποιες προϋποθέσεις και υπόβαθρα, όπως η παγκόσμια συνωμοσία και τα κατεστημένα γεωπολιτικά συμφέροντα. Η πλοκή και η υπόθεση, μοιάζουν με δύστροπο και πολύπλοκο λαβύρινθο όπου ο πρωταγωνιστής πρέπει να προβλέψει ταχύτατα τη λανθασμένη κατεύθυνση που ακολούθησε, εάν είναι αλήθεια αυτό, ή να λύσει ένα αίνιγμα, προκειμένου να φέρει εις πέρας μια συγκεκριμένη αποστολή.Η σκόπιμη απόκρυψη και αναβολήενός μυστικούκαι καθυστέρηση στην επίλυσή του, χρησιμοποιούνται για να δημιουργήσουν την απαραίτητη δραματική ένταση.Από τα προηγούμενα αναδύονται δύο τουλάχιστον μοτίβα ζωτικής σημασίας για τον ‘έμπιστο πράκτορα’. Εν πρώτοις πρόκειται για έναν μοναχικό ήρωα, που ανακαλύπτει καθυστερημένα, κατά πάσα πιθανότητα, την σχεδόν ολοκληρωτική του απομόνωση ή εγκατάλειψη, στο πλαίσιο της επιδίωξης μιας δεδομένης ανάθεσης και αφετέρου την προδοσία του ίδιου ατόμου από μια αχαλίνωτη δυσπιστία η οποία όπως τελικά αποδεικνύεται, υπονομεύει την αυτονομία του.

Ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος, Ντι, θυμίζει τους άλλους κύριους χαρακτήρες του Γκρην,αλλά ξεχωρίζει εξαρχής.Ένας μεσήλικας άνδρας με μεγάλο μουστάκι, ένα σημαδεμένο πηγούνι και την ανησυχία στο μέτωπό του, αυτός ο επισκέπτης στην τρίτη θέση του πλοίου για την Αγγλία, έφερνε μαζί του το φορτίο της ‘μόλυνσης’ που τον κάνει να ξεχωρίζε ιαπό τους συνεπιβάτες του στο κατάστρωμα του πλοίου έξω από το Ντόβερ. Ουσιαστικά έφερνε τον πόλεμο μαζί του! ‘Όπου και να πήγαινε ο Ντι, εκεί γινόταν πόλεμος. Δεν μπορούσε να καταλάβει πως οι άνθρωποι ήταν τόσο απληροφόρητοι’!

greene4

Και λίγο παρακάτω, το θέμα της απομόνωσης έρχεται να ενωθεί αναπόφευκτα με εκείνο της αόριστης επιτήρησης:

‘Δεν ένοιωθε καμιά ασφάλεια περπατώντας πάνω κάτω σε αυτό το εγγλέζικο πλοίο που γλιστρούσε αδιόρατα μες στο λιμάνι του Ντόβερ. Ο κίνδυνος ήταν μέρος του εαυτού του. Δεν ήταν σαν το πανωφόρι που μπορούσες να το αφήσεις κάπου. Ήταν το πετσί σου. Πέθαινες μαζί του. Μόνο η αποσύνθεση το έβγαζε από πάνω σου. Το μόνο πρόσωπο που εμπιστευόσουν ήταν ο εαυτός σου. Ο ένας φίλος φορούσε έναν σταυρό κάτω από το πουκάμισο, ο άλλος ανήκε σε μια οργάνωση με λάθος αρχικά γράμματα […] Δεν μπορούσες να εμπιστευτείς κανέναν, εκτός από τον εαυτό σου, και μερικές φορές δεν ήσουν και τόσο σίγουρος ότι θα μπορούσες να εμπιστευτείς και τον ίδιο τον εαυτό σου. Εκείνοι δεν σε εμπιστεύονταν, όχι περισσότερο από ότι εμπιστεύονταν το φίλο με το σταυρό. Είχαν δίκιο τότε, και ποιος μπορεί να πει ότι δεν είχαν δίκιο και τώρα; Εσύ ήσουν ένα προκατειλημμένο κόμμα. Η ιδεολογία ήταν μια σύνθετη υπόθεση. Αιρέσεις γλιστρούσαν μέσα… Δεν ήταν βέβαιος ότι δεν τον παρακολουθούσαν αυτή τη στιγμή. Δεν ήταν σίγουρος ότι δεν ήταν σωστό να τον παρακολουθούν. Στο κάτω-κάτω, υπήρχαν απόψεις στον οικονομικό υλισμό,που αν έψαξε μέσα στην καρδιά του, δεν τις παραδεχότανε… για μια στιγμή τον κυνήγησε το όραμα μιας ατέλειωτης δυσπιστίας.

Σε αυτό το υπέροχο κείμενο, ο Γκρην στέλνει τον κ. Ντι σε μια μυστική αποστολή στην Αγγλία. Αβέβαιος αν δεν ήταν σωστό γι αυτόν να τον παρακολουθούν, ο Ντι αμφιβάλλει για τη νομιμότητα των διαπιστευτηρίων του, αφού ‘πίστη δεν σήμαινε πλέον εμπιστοσύνη’. Από αυτή την άποψη, ο ‘έμπιστος πράκτορας’ παρουσιάζει μια εντυπωσιακή ομοιότητα με το ‘Κάστρο’ του Φραντς Κάφκα (1926), λόγω της σουρεαλιστικής ατμόσφαιρας που συνδυάζει επίσης μερικά παρεμφερή στοιχεία.

Σκηνή από την ταινία ‘Ο έμπιστος Πράκτορας’ της Warner Bros (1945) με τον Charles Boyer και την Lauren Bacall.

Σκηνή από την ταινία ‘Ο έμπιστος Πράκτορας’ της Warner Bros (1945) με τον Charles Boyer και την Lauren Bacall.

Από την αρχή, μας παρουσιάζεται η ελεύθερη άποψη του Ντι για τις αγγλικές ακτές. Η ‘καρδιά του σκότους’ του Τζόζεφ Κόνραντ, φαίνεται ολοφάνερα πόσο επηρέασε τον Γκράχαμ Γκρην, ειδικά κατά την πρώιμη φάση της καριέρας του. Ήδη από την πρώτη παράγραφο υπαινίσσεται το πέρασμα πάνω από τον Αχέροντα του Δάντη Αλιγκέρι, τον φανταστικό ποταμό της κόλασης, σε έναν φασματικό υπόκοσμο, όπου πρέπει να εγκαταλειφθεί κάθε ελπίδα.

‘Οι γλάροι πετούσαν πάνω από το Ντόβερ. Ταξίδευαν σαν λευκές νιφάδες μες την ομίχλη,και γύριζαν πίσω προς την κρυμμένη πόλη, ενώ η σειρήνα θρηνούσε μαζί τους. Άλλα πλοία απαντούσαν, μια ολόκληρη αγρύπνια και σήκωναν τις φωνές τους, για το θάνατο ποιου άραγε; Το πλοίο κουνιόταν στη μισή ταχύτητα μές το πικρό φθινοπωρινό βράδυ. Θύμιζε στον Ντι μια νεκροφόρα, που κυλούσε αργά και διακριτικά προς την κατεύθυνση του ‘κήπου της ειρήνης’,ενώ ο οδηγός πρόσεχε να μην τραντάξει το φέρετρο… Υστερικές γυναίκες στρίγκλιζαν μέσα στα σάβανα’.

Κι όπως ο Τζόζεφ Κόνραντ απεικονίζει την τερατώδη πόλη στον ορίζοντα ως μια μελαγχολική κατήφεια, έτσι κι ο Γκράχαμ Γκρην καταχωρεί την εντύπωση που προκαλεί μια μακρυνή νεκρόπολη στα μάτια του ξένου πράκτορα. Ο πρωταγωνιστής του Γκρην δίνει κάθε εντύπωση ότι είναι ψυχολογικό θύμα του εμφυλίου πολέμου της πατρίδας του, και αγωνίζεται να καταλάβει τη δική του θέση, συμμετοχή, ευθύνη και υπευθυνότητα σε μια ιστορία ότι φαίνεται ήδη να έχει γραφτεί προ πολλού! Τι είναι αυτό ακριβώς που παρακινεί ή περιορίζει τον Ντι στην αποστολή του παραμένει ένας γρίφος σε όλο το μυθιστόρημα. Παρόλο που μαθαίνουμε ότι ταλαιπωρείται από τις αναμνήσεις της προσωπικής του απώλειας, είχε περάσει άλλωστε έξι μήνες σε στρατιωτικές φυλακές, η γυναίκα του είχε πυροβοληθεί κατά λάθος, κι είχε επίσης θαφτεί για πενήντα έξι ωρών σε ένα υπόγειο, μετά από μια αεροπορική επιδρομή, με τη γούνα μιας νεκρής γάτας να αγγίζει τα χείλη του, θυμήθηκε τους βομβαρδισμούς και τους λιμοκτονούντες πολίτες να κάνουν ουρά για ψωμί ή ότι προσπαθούσε να κρατηθεί ζεστός σε μη θερμαινόμενα δωμάτια, εν τούτοις όμως ο πρωταγωνιστής δεν φαίνεται να είναι κάποιο κομματικό στέλεχος, από ιδεολογικής τουλάχιστον πλευράς. Έτσι στην πραγματικότητα, η φράση ‘έμπιστος πράκτορας’ είναι μάλλον χωρίς νόημα, αν και ο Γκρην αναφέρεται σε αυτή περισσότερες από μία φορές. Ο Ντι για τα σημερινά δεδομένα και με βάση τις τελευταίες μας ψυχιατρικές γνώσεις, ανήκει σε εκείνους που υποφέρουν από τη διαταραχή του μετατραυματικού στρες, αλλά το πιο σημαντικό σημείο εδώ είναι ότι αυτός ο αντιήρωας είναι αποκομμένος από κάθε πλαίσιο που θα επικύρωνε την ατομική του ταυτότητα ή θα του εξασφάλιζε την επιτυχία της αποστολής του.

Σε μια έκδοση του βιβλίου του 1971, ο Γκρην γράφει στην εισαγωγή κάποια αποκαλυπτικά πράγματα και λεπτομέρειες για τις πολιτικές εξελίξεις γύρω από τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και ακόμα για την καταστροφική συμφωνία του Μονάχου του 1938 και πόσο τον επηρέασε. Ταυτόχρονα έκανε σαφή την επιθυμία του να δημιουργήσει κάτι θρυλικό έξω από τα όρια ενός σύγχρονου θρίλερ, ένα έργο που να αναφέρεται σε έναν κόσμο που εγκαταλείφθηκε στη μοίρα του από τον Θεό. Το συγκεκριμένο θρίλερ του Γκρην, όπως και κάποια άλλα,αντιπροσωπεύει μια σοβαρή προσπάθεια προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ενός κατασκοπευτικού μυθιστορήματος, το οποίο θα χρησιμεύσει ως κατάλληλο όχημα για την εξερεύνηση των εντάσεων, της περιρρέουσας πολιτικής και κοινωνικής ασάφειας, και την αίσθηση αποξένωσης που χαρακτηρίζουν τον νεωτερισμό στον εικοστό αιώνα. Κι ακόμα την απώλεια του Θεού ως τιμωρία πλέον για την γενικότερη αποτυχία και την ενοχή μας για την κατάσταση στην οποία φτάσαμε.Μερικές άλλες σύντομες παρατηρήσεις και σχόλια στην εισαγωγή του Γκρην υπαινίσσονται ότι η υφή της αφήγησης του ‘έμπιστου πράκτορα’, είναι περισσότερο συμβολική παρά ρεαλιστική.Μετά την απόπειρα δωροδοκίας με £ 2000 για να αποτρέψει τον Ντι από την αποστολή του, ο αντίπαλος Λ. προσπαθεί μάλλον να ευνοήσει τον εαυτό του λέγοντας, ‘Είμαστε και οι δύο ένοχοι’, και προσθέτοντας: ‘Αν νικήσεις, τι είδους κόσμος θα είναι αυτός για ανθρώπους σαν εσένα;Ποτέ δεν θα σε εμπιστευτούν. Είσαι ένας μπουρζουάς. Δεν φαντάζομαι να σε εμπιστεύονται ούτε και τώρα’!

greene6

Σε ένα σημείο,ο Ντι βρίσκει τον εαυτό του μπλεγμένο σε έναν κόσμο πολλαπλών μυθοπλασιών, εκεί όπου η διαπλοκή και μπερδεμένη δουλειά της μισοεμπιστοσύνης και της μισοαπάτης δεν είχε τέλος. Έτσι σταδιακά ερχόμαστε πιο κοντά να κατανοήσουμε τι σήμαινε ο όρος ‘εγκατάλειψη’ για τον Γκράχαμ Γκρην. Μέρος της εξήγησης συνδέεται με τη δήλωση του συγγραφέα ότι προτιμά το θρίλερ και όχι την κλασσική αστυνομική ιστορία ως λογοτεχνικό είδος. Η ανάλυση της χρήσης της λέξης ‘εγκατάλειψη’ περαιτέρω, σηματοδοτεί την κατάσταση της απελπισίας στην οποία φτάνει κανείς συνειδητοποιώντας πόσο η υποκρισία, η περίπλοκη μισοεμπιστοσύνη και η ψευδαίσθηση, επεμβαίνουν στη θεληματική ελευθερία του ατόμου.Με αναφορά στην ενασχόληση του Γκρην με το θέμα της ‘εγκατάλειψης’, τι είναι τελικά αυτό που διαφοροποιεί το αστυνομικό μυθιστόρημα από το κατασκοπευτικό θρίλερ; Η απάντηση, είναι φυσικά πολλαπλή. Ενώ το πρώτο είδος βασίζεται στην ιδέα ενός ηθικά κατανοητού σύμπαντος, την επάρκεια κάποιου επαγωγικού συλλογισμού και την αποκλίνουσα συμπεριφορά ενός μόνο ατόμου από κάποιο νομικό κανόνα, η φαντασία του κατασκόπου δεν παραδέχεται τίποτα από αυτά. Η φιλοσοφική έννοια της αιτιώδους συνάφειας λείπει παντελώς από τα μυθιστορήματα κατασκοπείας.Σε αντίθεση με τη λογοτεχνία ανίχνευσης του εγκλήματος, τα θρίλερ κατασκοπείας μας βυθίζουν σε έναν κόσμο σκιωδών παιχνιδιών όπου η ενοχή πλανάται πάνω από όλους και φυσικά τους ενοχοποιεί όλους. ‘Η δυσπιστία στον εμφύλιο πόλεμο έπαιρνε φανταστικές διαστάσεις, δημιουργούσε φοβερές περιπλοκές. Πως να μην απορείς που πολλές φορές έφερνε πολύ πιο σοβαρές καταστροφές από την έλλειψη εμπιστοσύνης. Πρέπει να είσαι δυνατός για να αντέξεις τη δυσπιστία’! Και λίγο παρακάτω, κάνει λόγο για ‘μια ματιά στην ενοχή που μας βαραίνει όλους μας χωρίς να το ξέρουμε’! Ένας παραλληλισμός που τεκμηριώνει αυτή τη σύνδεσηφ αίνεται τέσσερα χρόνια αργότερα στο ‘Υπουργείο του Φόβου’. Μόνο τα θρίλερ κατασκοπείας, όπως τα οραματίζεται ο Γκράχαμ Γκρην, είναι επαρκή για τη διερεύνηση της εμπειρίας της εγκατάλειψης, η οποία για αυτόν συνεπάγεται σαφώς θεολογικές προεκτάσεις.

Στο θρίλερ κατασκοπείας, οι κανόνες εμπλοκής στο πεδίο της μάχης είναι σκοτεινοί. Μια από τις πρώτες σκηνές του βιβλίου απεικονίζει τη φοβική υποψία που δημιουργεί αυτή την ασάφεια. Ενώ βρίσκεται καθ’ οδόν απ ότο Ντόβερ στο Λονδίνο, ο Ντι σταματά στο Τυδόρ Κλαμπ, ένα παλιό σπίτι που μετατράπηκε σε πανδοχείο, όπου έρχεται αντιμέτωπος με την περίεργη καχυποψία απέναντι στον ξένο, τον ‘βρωμοσπανιόλο’, κάτι που συμβαίνει και λίγο αργότερα στο ταξίδι του. Αφού κατευθύνεται προς τη διεύθυνση στο Μπλούμσμπουρι, καταγράφει ένα περιθωριακό ξενοδοχείο με μια μικρή καμαριέρα. Κι αργότερα στο μυθιστόρημα,μετά την κλοπή των επιστολών και των διαπιστευτηρίων του πρωταγωνιστή κι αφού δολοφονηθεί το αθώο κορίτσι, ο Γκρην εισάγει στην πλοκή μια άλλη σκηνή που χαρακτηρίζει τον κ. Μακέρζι.

‘Με τι ήσασταν απασχολημένος κ. Μακέρζι’;

‘Λοιπόν,… όταν εκείνο το φτωχό παιδί (η μικρή καμαριέρα) αυτοκτόνησε, ήταν μια σπουδαία ευκαιρία κοινωνιολογικής σημασίας. Ξέρετε πως γίνεται… εμείς που παρατηρούμε τις μάζες, είμαστε πάντα στην υπηρεσία’.

‘Τι τις κάνετε όλες αυτές τις πληροφορίες’, ρώτησε η διευθύντρια του ξενοδοχείου.

‘Τις δακτυλογραφώ στη μικρή μου Κορόνα και τις στέλνω στους διοργανωτές. Εμείς τις αποκαλούμε Μαζικές Παρατηρήσεις’.

Αγνοώντας τι στην πραγματικότητα διακυβεύεται γύρω του, ο ερασιτέχνης Ινδός κοινωνιολόγος αποδεικνύεται ότι είναι και αυτός κάτι άλλο εκτός από ανιδιοτελής παρατηρητής της δημόσιας σφαίρας. Αν και οκ. Μακέρζι ίσως να μην είναι ένοχος για ηδονοβλεψία ή κάτι άλλο παρεμφερές, καταθέτει στην αστυνομία, αμέσως μετά το θάνατο της μικρής καμαριέρας, ότι είδε το κορίτσι στο δωμάτιο του ξένου να γδύνεται, προχωρώντας με τον τρόπο αυτό σε ένα σαφώς μακάβριο συμπέρασμα.

Το αστικό σκηνικό για το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου, επιτείνει την εντύπωση του αναγνώστη για έναν έντονα εγωκεντρικό λαό. Το πρώτο πρωί μετά την άφιξή του στην πρωτεύουσα, για παράδειγμα, ο πρωταγωνιστής του βιβλίου οδεύει προς τα εξαθλιωμένα γραφεία του Κέντρου Γλωσσών Ιντερνατσιόνο που βρίσκονταν στη νότια πλευρά της Όξφορντ Στριτ, όπου έχει προγραμματιστεί να συναντηθεί με τον Κ, το σύνδεσμό του.Αμέσως μετά την έξοδό του, όμως, ‘περπατούσε απολαμβάνοντας μια εξωπραγματική, γι αυτόν,αίσθηση. Οι βιτρίνες γεμάτες πράγματα, όχι καταστρεμμένα σπίτια, γυναίκες που πήγαιναν στου Μπουρζουάντ για καφέ. Η πόλη του Λονδίνου αποδεικνύεται ελκυστική, απίθανα γοητευτική. ‘Σταμάτησε μπροστά σε ένα βιβλιοπωλείο, και κοίταξε μέσα. Άνθρωποι που είχαν καιρό να διαβάζουν βιβλία. Καινούργια βιβλία. Το ένα είχε τίτλο ‘Μια κυρία των τιμών στην Αυλή του βασιλιά Εδουάρδου’ (A Lady in Waiting at the Courtof King Edward), και ακόμα ένα άλλο με τίτλο ‘Μέρες με σαφάρι’, τίτλους γεμάτους από τη νοσταλγική λάμψη και το αναμφισβήτητο κύρος του αποικιοκρατικού παρελθόντος της Αγγλίας. Κατά τη διάρκεια μιας μεταγενέστερης συνεδρίασης με τον Λόρδο Μπέντιτς στη βεράντα της κατοικίας του, μαζί με τους συνεργάτες του κ. Μπρίγκστοκ, το Λόρδο Φέτιγκ, και τον κ. Φόρμπς, την κοινοπραξία των πλούσιων βιομηχάνων, ο Ντι ελπίζει να επικυρώσει μια συμφωνία για την αγορά άνθρακα, και συνειδητοποιεί ποιος κατέχει την εξουσία σε αυτή τη χώρα των πολύπλοκων διακρίσεων. Μετά την κράτησή του από τους αστυνομικούς για τη δολοφονία της μικρής Έλσι, ωστόσο, η οργή απαιτεί και εξωθεί τον Ντι να πολεμήσει υιοθετώντας την τακτική των αντιπάλων του, δηλαδή της βίας και του εκφοβισμού. Κι ακολουθώντας τον Κ. στο Κέντρο γλώσσας Ιντερνατσιόνο, ρίχνει μια ματιά έξω από το παράθυρο όπου εναλλάσσονται αδιακρίτως τα στατιστικά δελτία της ανθρώπινης δυστυχίας στην Ευρώπη:

‘Πέρα μακρυά, στο πεζοδρόμιο, μια ομάδα αστυνομικών προχωρούσαν σε μονή γραμμή κατά την Μάλμπορο Στριτ’. Τι θα ακολουθήσει; Η είδηση εξασθένιζε και άρχισεξανά. ‘Άλλη μια επίθεση μεταδίδεται… 5.000 πρόσφυγες… τέσσερις αεροπορικές επιδρομές…’. Ήταν σαν μια σειρά απόσ ήματα από τη δική του χώρα. ‘Τι κάνεις εσύ εδώ’;

greene7

Το τελευταίο τμήμα του μυθιστορήματος αποτελείται από δύο μέρη πολύ πιο σύντομα, την ‘Τελευταία σφαίρα’ (TheLastShot), καιτο ‘Τέλος’ (TheEnd), που μετατοπίζει τη συνέχεια σε περιοχές έξω από το Λονδίνο, όπου το ένα γεγονός έρχεται ξαφνικά απέναντι στο άλλο.Αφού απέτυχε ως ενδιάμεσος παράγων για να εξασφαλίσει μια σύμβαση εταιρικής σχέσης για προμήθεια άνθρακα με το Λόρδο Μπέντιτς, ο Ντι ανακαλύπτει ότι δεν είναι σε θέση να εκδικηθεί τη δολοφονία της Έλσι εκτελώντας τον Κ., όταν ξαφνικά του παρουσιάζεται η ευκαιρία!Στην ‘Τελευταία σφαίρα’ ο Ντι αναχωρεί για τα ανθρακωρυχεία της κεντρικής Αγγλίας, όπου ελπίζει να εμποδίσει τον Λ. και τις ανταγωνιστικές προσφορές του, υποθάλποντας μια απεργία μεταξύ των ανθρακωρύχων, αλλάοι προσπάθειές του ανακατεύονται στις συνειδήσεις αυτών των ανέργων: ‘Θέλετε να βγάλετε κάρβουνο για να σκοτώσετε παιδιά με αυτό’, αλλά τότε μια γυναικεία φωνή γέμισε τον ορίζοντα, ‘η φιλανθρωπία αρχίζει από το σπίτι μας’! Σ’ αυτή την καταθλιπτική προλεταριακή πόλη που βρίσκεται κοντά σε ένα εργοστάσιο πυρομαχικών στο Γούλαμπτον (Woolhampton), έχει την έδρα του ένας ακόμη περιφερειακός τομέας της παγκόσμιας μάχης, όπως σχεδιάστηκε από τον Γκράχαμ Γκρην. Κάποιες αποκαλύψεις τεκμηριώνουν αυτή τη σύνδεση στην ‘Τελευταία σφαίρα’.Πρώτον, το καταστροφικό χωριουδάκι του Μπέντιτς στα Μίντλαντς που παράγουν κάρβουνο, είναι επιθετικά εχθρικό προς τους ξένους, τους οποίους αντιμετωπίζει με αιχμηρή υποψία.‘Ήταν σαν πόλεμος’, σχολιάζει ο Γκρην,‘αλλά χωρίς το πνεύμα της περιφρόνησης που έφερνε συνήθως ο πόλεμος’.Μια δεύτερη ένδειξη είναι το προφίλ του Τζο Μπέιτς στο μυθιστόρημα, του ηγέτη μιας τοπικής ένωσης εργατών, ο οποίος δέχεται εύκολα την ψευδή διαβεβαίωση της διαχείρισης ότι η παραγωγή του κάρβουνου θα αποσταλεί μόνο στην Ολλανδία, κι όχι κάπου αλλού. ‘Είχε μιαν αβέβαιη προφορά νυχτερινού σχολείου. Είχε αναστατωθεί, το έβλεπες, κι έκρυβε με ντροπή τα σημάδια της αναστάτωσής του. Το αδύνατο στόμα του και τα πυκνά μαλλιά του ήταν σαν μια μεταμφίεση, γεγονός που υποδήλωνε τη βία και το ριζοσπαστισμό που δεν του ταίριαζαν καθόλου’. Η τελική απόδειξη μιας τάξης που σχετιζόταν με τον υπόγειο αγώνα σε αυτή την πόλη των ορυχείων περιλαμβάνει μερικούς απελευθερωμένους νέους που προσφέρονται να βοηθήσουν τον Ντι να ξεφύγει από την αστυνομία αν εκείνος τους δώσει το περίστροφό του.Η αξιολύπητη, όμως, αναποτελεσματικότητά τους γίνεται ακόμα πιο εμφανής όταν κάνουν λάθος στην ανατίναξη του στόχου.

Η χρηστική πλεονέκτημα του ‘πανοπτικού’, του γνωστού σχήματος του Μπένθαμ,έγκειται στην αξιοποίηση εκείνου που αποκάλεσε ‘συναίσθημα μιας αόρατης παντογνωσίας’ για να προκαλέσει τον αυτοέλεγχο, ο οποίος στον ‘έμπιστο πράκτορα’ μεταφράζεται συχνά και αναφέρεται από τον Ντι ως αίσθηση μόλυνσης και ενοχής. Ενώ διαμορφώνει την καταδίκη της εγκληματικότητας, ο πανοπτισμός καθιστά κάποιον ικανό να αναλάβει την ευθύνη για υποτιθέμενες παραβάσεις επειδή αυτοματοποιεί και δίνει ομαδικότητα στην εξουσία. Το αποτέλεσμα για τον αντιήρωα του Γκρην, αφού η αυτονομία του υπονομεύεται, είναι ότι μπορεί να αντιδράσει μόνο με τις τακτικές που χρησιμοποιούνται εναντίον του, ασκώντας τα ίδια μέτρα, και υποκύπτοντας έτσι στον πειθαρχική τυπικότητα της εξουσίας.

greene8

Μετά από την ανάκρισή του από τη Σκότλαντ Γιαρντ και την αποφυλάκισή του με εγγύηση, που καταβάλλονται μέσω ενός δικηγόρου από τον κ. Φόρμπς, ο οποίος είναι στην πραγματικότητα ένας μεσήλικας Εβραίος, ο Ντι βρίσκεται μακρυά σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο που ονομάζεται Λίντο. Ο Γκρην περιγράφει τις υπερσύγχρονες ψυχαγωγικές εγκαταστάσεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 στην Αγγλία. ‘ Έμοιαζε περισσότερο σαν χωριό παρά σαν ξενοδοχείο, ή μάλλον, μια ακόμα καλύτερη σύγκριση, έμοιαζε με αεροδρόμιο. Μπανγκαλόους από χρώμιο σε κύκλους, ο ένας μετά τον άλλο, γύρω από ένα κεντρικό φωτισμένο πύργο’, μια δομή που αναμφίβολα αναπαράγει την έννοια του Πανοπτικού που προαναφέραμε.

Από την αρχή της ιστορίας, φαινόταν ότι βρισκόταν σε εξέλιξη ένα ειδύλλιο, με τη Ρόουζ να έχει σταθερά την προσοχή της στον αλλοδαπό λόγω της ακεραιότητας του χαρακτήρα του, αλλά όταν κλείνει το μυθιστόρημα, κι όταν το πλοίο αλλάζει σημαία, από ολλανδική σε ισπανική, είναι σαφές ότι το κοινό μέλλον τους είναι επισφαλές. Για να διαλύσει,όμως, κάθε ίχνος ρομαντικής συμβατικής περάτωσης του έργου, η τελευταία παράγραφος του Γκρην αναφέρει: ‘Το φως χάθηκε πίσω τους. Μπροστά υπήρχε μόνο το πιτσίλισμα του αφρού, η μεγάλη απομάκρυνση και σκοτάδι. Θα πεθάνεις πολύ σύντομα’, του είπε, ‘Δεν χρειάζεται να μου το πεις. Όμως τώρα…’.

Τι ειδικό βάρος, στη συνέχεια, θα πρέπει να δώσουμε στον ‘έμπιστο πράκτορα’ τόσες δεκαετίες και μετά από τόσες (επαν)αξιολογήσεις και κριτικές; Η απόφαση του Γκρην να γράψει το έργο σε δημοφιλή μορφή, αντικατοπτρίζει μάλλον την αποκήρυξη εκ μέρους του ότι είχε σχέση με τον υψηλό μοντερνισμό και την αισθητική εκείνη τη δεκαετία, αφού όπως τονίστηκε ‘καθήκον του μυθιστοριογράφου, είναι να μεταφέρει το άγνωστο πνεύμα με τόσο λίγες εξωτερικές προσμίξεις είναι δυνατόν, γιατί ‘η ζωή είναι ένα φωτοστέφανο, ένα ημιδιαφανές περίβλημα γύρω από μας, από την αρχή της συνείδησης ως το τέλος’.Όπως και άλλοι καλλιτέχνες της γεμάτης με κρίσεις δεκαετίας του 1930, ο Γκράχαμ Γκρην αισθάνθηκε υποχρεωμένος να απορρίψει τις αισθητικές αρχές του υψηλού λογοτεχνικού μοντερνισμού, με τελικό αποτέλεσμα το μεγάλο τεχνικό επίτευγμα του Γκρην να αποτελεί η εξύψωση του θρίλερ σε μια μορφή σοβαρού μυθιστορήματος, με θέματα όπως αυτά της προδοσίας, της επιτήρησης, της παρακολούθησης, να ανάγονται σε πρώτης και καίριας σημασίας ανθρώπινη πράξη.

Μόνο η ιστορία, προσθέτει ο Ντι, θα αποφανθεί εάν έχει επιλέξει τη σωστή ή τη λάθος πλευρά. Ο Γκρην αναγνώριζε ότι μέσα σε έναν κόσμο όλο και πιο πολύ διαιρεμένο με πολυποίκιλα πολιτικά ρήγματα, το συνηθισμένο άτομο μπορεί να κληθεί να ενεργήσει από μόνο του, με αποκλειστικά δική του απόφαση, χωρίς την πολυτέλεια της επικύρωσης από κάποια κοσμική ή υπερβατική αρχή. Αυτή, ουσιαστικά, είναι και η έννοια της εγκατάλειψης! Τα κατασκοπευτικά κείμενα εκείνων των δεκαετιών, προκύπτουν από μια ανισορροπία ανάμεσα στο άτομο και το καθεστώς εντός της ιδεολογίας όπου ζει ο κατάσκοπος και κάποιες φορές εναντιώνεται. Κι όλα αυτά μαζί με παράνομους στόχους, λαθραίες πιστοποιήσεις και προσποιητές συμμαχίες. Το είδος αυτό που ουσιαστικά έκανε την εμφάνισή του πριν από εκατό χρόνια, έχει αρκετές ρίζες στη λαϊκή κουλτούρα. Τα κείμενα αυτά, γράφτηκαν με διάφανο εθνικιστικό προσανατολισμό, και πολλά από αυτά, όπως κι ο ‘έμπιστος πράκτορας’, άρχισαν να αναρωτιούνται για τη σχέση του ατόμου με το σύγχρονο ‘πανοπτικό’ κράτος και την επάρκεια του ορθολογισμού στην αντιμετώπιση των θεσμοθετημένων μηχανισμών ελέγχου, καθώς και την εξαπάτηση.Κατά τη διάρκεια της ‘χρυσής εποχής’ των μυθιστορημάτων κατασκοπείας στη δεκαετία του 1960, ανευρίσκουμε όλα τα στοιχεία που αφορούν τις ανταγωνιστικές ιδεολογίες που συνδέονται με την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Η αποτύπωση της κατασκοπείας κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ερέθισε και δημιούργησε μια νεότερη γενιά μυθιστοριογράφων οι οποίοι θα επεκτείνουν το σκεπτικισμό του Γκρην, δίνοντας έμφαση στην ιδέα της προδοσίας και την αντιμετώπιση του ατόμου από την οργάνωση. Στον ‘κατάσκοπο που γύρισε από το κρύο’ (1963), του Λε Καρέ, για παράδειγμα, όταν εκείνος έμαθε ότι υπήρξε το κορόιδο των κεντρικών γραφείων, μάλλον,της MI6 και ότι ξεγελάστηκε με το χειρότερο τρόπο από αυτή, ο πρωταγωνιστής ξεκινά εξαγριωμένα ένα υβρεολόγιο το οποίο εξηγεί και το μέτρο της απογοήτευσης του: ‘Υπάρχει μόνο ένας νόμος σε αυτό το παιχνίδι. Ο Mundt είναι ο άνθρωπός τους, εκείνος που τους δίνει αυτό που χρειάζονται.

Είναι αρκετά εύκολο να το καταλάβεις,δεν είναι έτσι?Λενινισμός -η σκοπιμότητα των προσωρινών συμμαχιών.Τι νομίζετε ότι είναι οι κατάσκοποι: ιερείς, άγιοι και μάρτυρες; Είναι μια άθλια πομπή από ματαιόδοξους, ηλίθιους, προδότες πάρα πολύ, ναι, παιδεραστές, σαδιστές και μέθυσοι, άνθρωποι που παίζουν τους καουμπόηδες και τους Ινδιάνους για να λαμπρύνουν τη σάπια τους ζωή. Νομίζετε ότι κάθονται σαν μοναχοί στο Λονδίνο εξισορροπώντας τα δικαιώματα και τις αδικίες’; Οι μυθιστοριογραφίες του Γκράχαμ Γκρην εξέφραζαν την πεποίθησή του ότι δεν υπάρχει ειρήνη οπουδήποτε υπάρχει ανθρώπινη ζωή, αλλά εκφράζοντας εμμέσως τουλάχιστον την ευεργετική επίδραση που είχε και προσέφερε η γεωγραφική θέση στο σύμπλεγμα των Βρεττανικών νησιών από την καταστροφή που μαινόταν ανεξέλεγκτα σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Ο Γκρην πάντως σύμφωνα με την σύμφωνη γνώμη πολλών, πρέπει να χαρακτηρισθεί ως ο πιο αντιπροσωπευτικός Άγγλος μυθιστοριογράφος του περασμένου αιώνα. Με την αριστοτεχνική αναμόρφωση του συμβατικού κατασκοπευτικού θρίλερ στον ‘έμπιστο πράκτορα’, μας υπενθυμίζει ότι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο είμαστε όλοι δόκιμοι κατάδικοι σε έναν αβέβαιο κόσμο, κι όταν ο Ντι αναρωτιέται εκεί, αν ‘αυτός που παρακολουθεί πρέπει να παρακολουθείται’, η ερώτηση αυτή ίσως είναι εν τέλει πιο σημαντική από ότι υποψιαζόμαστε, όχι μόνο για εκείνη την εποχή, αλλά και για τις μέρες μας!

http://fractalart.gr/henry-graham-greene/

 

bofransson: Großer Mohn (rot, rot, rot), 1942Emil Nolde

Großer Mohn (rot, rot, rot), 1942, Emil Nolde

  1. streetgarb
    13/05/2018 στο 10:29 ΠΜ

    mr green is endless…..what to say…

  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: