Είναι προοδευτικός ο προσανατολισμός της κοινωνίας μας;
Ilya Yefimovich Repin, 17 October 1905 (1906–1911)
Του Νίκου Τσούλια
Θεωρώ ότι πρόκειται για ένα σημαντικό ερώτημα που πρέπει να μάς απασχολεί με τον πιο έντονο τρόπο, αφού το περιεχόμενό του καθορίζει σε σημαντικό βαθμό και την ίδια τη ζωή μας. Όταν σημειώνω «προοδευτικό προσανατολισμό», αναφέρομαι τόσο στην πολιτική του εκδοχή – που είναι και η κυρίαρχη – όσο και στην γενική κοινωνική εικόνα.
Θεωρώ επίσης ότι είναι λυμένο το ζήτημα «τι είναι πρόοδος» στη γενική εκδοχή, ότι συνδέεται με τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων, με την προαγωγή της κοινωνικής συνοχής και της αλληλεγγύης, με τη συνεχή εμβάθυνση της δημοκρατίας, με την ανάδειξη της ισότητας, της αδελφοσύνης και της ελευθερίας, με την εν τοις πράγμασι κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, με τη χειραφέτηση και την αυτοπραγμάτωση όλων των ανθρώπων, με την εξάλειψη της φτώχιας και της ανέχειας, με την καθολική επικράτηση της ειρήνης.
Αλλά ποια είναι τα πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, ποια στοιχεία συνέχουν και επικαθορίζουν τον κοινωνικό μας ιστό, ποια είναι τα πολιτισμικά και αξιακά μας προτάγματα, τι μέλλον θέλουμε να δημιουργήσουμε και ποια είναι η κατεύθυνση του σημερινού πολιτισμού μας;
Η όλη εικόνα – κατά τη γνώμη μου – είναι σαφώς αρνητική. Το γενικό κλίμα χαρακτηρίζεται από τη μισαλλοδοξία και από την σχεδόν καθολική επιθετική διάθεση και συμπεριφορά «όλων εναντίον όλων». Πρόκειται για ένα υπόκωφο εμφυλιοπολεμικό κλίμα, για μια συλλογική παρακμιακή λειτουργία που κατατείνει στο να διαβρώνει την ενότητα των πολιτών, για μια γενικευμένη υποκουλτούρα βίας και βαρβαρότητας, απαξίωσης του ενός έναντι του άλλου και απόρριψης κάθε συναινετικής διάθεσης.
Αλλά υπάρχει «το καρφί στο μάτι μας», η παρουσία μιας ισχυρής φασιστικής – ναζιστικής οργάνωσης της «Χρυσής Αυγής» που ως γεγονός από μόνο του θεωρώ ότι είναι ικανό για να σημειώσουμε όχι απλά και μόνο τον μη προοδευτικό προσανατολισμό της κοινωνίας μας, αλλά αντίθετα τον βαθιά αντιδραστικό προσανατολισμό της. Γιατί πώς θα μπορούσε να καταγραφεί ότι η ιστορία μας βαδίζει σε φωτεινούς δρόμους, όταν το ναζιστικό μόρφωμα της «Χρυσής Αυγής» έχει τόση μεγάλη κοινωνική αντιστοίχηση;
Το όλο πολιτικό σκηνικό – και παρά το γεγονός της μεγάλης κρίσης της χώρας μας όπου θα έπρεπε να επικρατεί μια μορφή εθνικής και λαϊκής σύμπνοιας – χαρακτηρίζεται από μια επικίνδυνα εχθρική κομματική αντιπαλότητα που όχι μόνο δεν συνδέεται με την ουσία της δημοκρατίας και με την τόσο αναγκαία αντιπαράθεση ιδεών αλλά αντίθετα υπονομεύει το κοινοβουλευτικό μας σύστημα και προωθεί τον κατακερματισμό της κοινωνίας. Ακόμα και μεταξύ των ιδεολογικά συγγενικών κομμάτων – με πιο χαρακτηριστική περίπτωση εκείνη της σχέσης του ΣΥΡΙΖΑ και του Κ.Κ.Ε. – επικρατεί μια μετωπική και οπαδική αντιπαράθεση πρωτόγονου τύπου.
Ας δούμε μερικά τέτοια στοιχεία, που δεν προέρχονται από κάποια αντισυστημική μικρή πολιτική ομάδα αλλά από ένα μεγάλο κοινοβουλευτικό κόμμα της χώρας μας, τον ΣΥΡΙΖΑ. Αρκετά στελέχη του συχνά – πυκνά εκστομίζουν απειλές εναντίον των αντιπάλων τους με την επίκληση των «ειδικών δικαστηρίων» όταν έλθουν στην εξουσία, μιλάνε για «προδότες» και για «φυλακές» όσους ψήφισαν τα «Μνημόνια» και άλλοι – πιο ήπιοι αυτοί – ζητάνε να μετανιώσουν οι πολιτικοί που εφάρμοσαν τα «Μνημόνια»!
Και το ζήτημα δεν είναι απλά και μόνο στο ότι αυτά τα λόγια μπορεί να μην εφαρμοστούν. Όχι, η ίδια η εκφορά αυτών των βαρβαροτήτων συνιστά εμφυλιοπολεμική συμπεριφορά και είναι από κάθε άποψη απαράδεκτη. Γιατί όταν η πολιτική διαφορά γίνεται εχθροπραξία και εξόντωση – ηθική ή φυσική – του αντιπάλου, τότε ένας δρόμος υπάρχει, ο δρόμος του «πολέμου όλων εναντίον όλων». Θέλω να πιστεύω ότι οι θιασώτες αυτού του παραληρηματικού λόγου οφείλουν να γνωρίζουν ότι προφανώς θα «έλθει και η δική τους σειρά» κ.ο.κ., εκτός αν πιστεύουν ότι θα κατοικήσουν μόνιμα στην εξουσία.
Αλλά αυτό το εχθρικό κλίμα διαχέεται και προς τους άλλους θεσμούς (συνδικάτα, κοινωνικούς χώρους, τοπική αυτοδιοίκηση κλπ) έστω και με μικρότερη ένταση, γιατί οι εργαζόμενοι κατανοούν την κοινή τους μοίρα, βιώνουν τα ίδια προβλήματα και δεν έχουν τόση «ανάγκη» για καλλιέργεια πολεμικού κλήματος. Ωστόσο και στους κοινωνικούς θεσμούς μας αναπαράγεται η λογική και η πρακτική των στρατοπέδων και της στείρας αντιπαράθεσης. Τα οπαδικά σύνδρομα γίνονται όλο και πιο έντονα, με αποτέλεσμα οι συλλογικές λειτουργίες (γενικές συνελεύσεις κλπ) να απομειώνουν και τη ποιοτική και την ποσοτική δυναμική τους.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η ηγετική ομάδα της ΑΔΕΔΥ. Εδώ με ευθύνη των μελών του ΣΥΡΙΖΑ δεν συγκροτείται προεδρείο, γιατί θεωρούν αυτούς που μέχρι τώρα είχαν συνεργασία ως «μη έντιμους», και αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει παρά το γεγονός ότι έχει περάσει ένας χρόνος από τις εκλογές σ’ αυτή την Συνομοσπονδία! Έτσι η κορυφαία οργάνωση που εκφράζει όλο το δημόσιο χώρο – στις πιο δύσκολες συνθήκες για τους εργαζόμενους – δεν μπορεί να εκλέξει ηγεσία!! Λειτουργεί παράτυπα και κυρίως αντικινηματικά. Πώς άραγε μπορεί να πείσει για την ενότητα των εργαζομένων και για την ανάγκη των συλλογικών αγώνων;
Το πιο αρνητικό γεγονός των ημερών μας είναι ότι χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό η υποκουλτούρα της βίας και της απειλής εναντίον των αντιπάλων, παρά το γεγονός ότι ακριβώς αυτή η υποκουλτούρα είναι το κύριο όπλο της «Χρυσής Αυγής». Και έτσι νομιμοποιείται το βάρβαρο αξιακό στερέωμα αυτής της οργάνωσης, ενώ ταυτόχρονα όσοι το νομιμοποιούν απορούν πώς έχει η οργάνωση αυτή τόση επιρροή!
Όταν από μια κοινωνία έχει μεταναστεύσει ο ορθολογισμός, καμιά πρόοδος όχι μόνο δεν μπορεί να υπάρξει αλλά και ούτε μπορεί να επινοηθεί. Σ’ αυτή την περίπτωση ο προσανατολισμός τείνει σαφώς προς τη βαρβαρότητα, όσο και αν μερικοί βάζουν σαν ετικέτα κάποιου κομματικού τύπου προοδευτισμό αφού πρόκειται για καρικατούρα της ιστορίας.
Karl Pavlovich Bryullov, The Last Day of Pompeii (1833)
Πρόσφατα σχόλια