Αρχική > λογοτεχνία > Αφιέρωμα του “ΕΘΝΟΥΣ” στον Νίκο Καζαντζάκη (στ΄μέρος)

Αφιέρωμα του “ΕΘΝΟΥΣ” στον Νίκο Καζαντζάκη (στ΄μέρος)

 

ΞΑΝΑΔΙΑΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

Σπασμένες ψυχές: Ενα βαθιά ψυχολογικό νεανικό μυθιστόρημα

Το ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ και οι ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ για δέκατη έβδομη εβδομάδα συνεχίζουν ακάθεκτα με υψηλό το αίσθημα της ευθύνης να προάγουν και να διαδίδουν τον διαχρονικό Λόγο του Κρητικού συγγραφέα με μοναδικό σκοπό την πνευματική και ψυχική ενδυνάμωση του αναγνωστικού κοινού.

Ο Καζαντζάκης μεταπτυχιακός φοιτητής στο Παρίσι το 1908, την εποχή που έγραφε τις Σπασμένες Ψυχές.

Ο Καζαντζάκης μεταπτυχιακός φοιτητής στο Παρίσι το 1908, την εποχή που έγραφε τις Σπασμένες Ψυχές.

Το δέκατο πέμπτο βιβλίο της εκδοτικής σειράς είναι οι Σπασμένες Ψυχές που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πρώιμα λογοτεχνικά έργα του Νίκου Καζαντζάκη. Το μυθιστόρημα γράφεται το 1908 στο Παρίσι, δημοσιεύεται σε συνέχειες, αλλά κυκλοφορεί ως αυτόνομη έκδοση για πρώτη φορά πριν από μερικά χρόνια, ως φόρος τιμής για τα πενήντα χρόνια μετά τον θάνατο του συγγραφέα.

Ο συγγραφέας περιγράφει μυθιστορηματικά περιστατικά ανάμεσα σε φίλους φοιτητές, αναπλάθοντας γεγονότα και πρόσωπα και δημιουργώντας μια ανατρεπτική -για την εποχή της- μυθιστορία, που τα θέματά της δεν είναι μόνο επινοήσεις της φαντασίας αλλά εμπεριέχουν και στιγμές της πραγματικότητας.

Η λογοτεχνική προσέγγιση του έργου Σπασμένες Ψυχές αποκαλύπτει ένα άγνωστο ψυχογραφικό κείμενο που έχει φιλοσοφικό και θεολογικό υπόβαθρο. Ουσιαστικά αποτελεί μια αυτο-περιγραφή του βίου του συγγραφέα στο εικονικό πλαίσιο των διδακτορικών του σπουδών στο Παρίσι. Το βιβλίο είναι μια νεανική λογοτεχνική δοκιμή του συγγραφέα που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως ένα είδος ιδεολογικο-πνευματικο-φιλοσοφικού μυθιστορήματος: κυρίως αποτελεί τη συγγραφική προετοιμασία του Καζαντζάκη για τα μετέπειτα μυθιστορηματικά του έργα.

Σπασμένες ψυχές: Ενα βαθιά ψυχολογικό νεανικό μυθιστόρημα

Οι ήρωες

Ο κεντρικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος είναι ο Ορέστης Αστεριάδης -πιθανός καθρεπτισμός του συγγραφέα-, ένας νεαρός φοιτητής, ο οποίος προσπαθεί αγωνιωδώς να απαλλαγεί από κάθε είδους συναισθηματική πρόληψη και ψυχολογική προκατάληψη: η μάχη, βαθιά εσωτερική, διεξάγεται ανάμεσα στη Υπερανθρώπινη Μοίρα και την Ανθρώπινη Θέληση, ανάμεσα στη σκέψη της συνειδητοποίησης της μοίρας, αφενός ως μιας πανίσχυρης και αδυσώπητης δύναμης και αφετέρου ως ένα ευκολόπλαστο και αναστρέψιμο στοιχείο. Το ονοματεπώνυμο του πρωταγωνιστή αποκαλύπτει συμβολικά την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του: «Ορέστης» γιατί, όπως και ο γιος της Κλυταιμνήστρας, καταδιώκεται από τις αδιόρατες Ερινύες, οι οποίες τελικά των αποκόβουν από την πραγματική ζωή, και «Αστεριάδης» γιατί παρουσιάζει τάσεις προς τα άστρα, αφενός ως στοιχείο ονειροπόλησης και αφετέρου ως στοιχείο μελέτης της φύσης. Ο βασικός ήρωας παρουσιάζεται από τη μία πλευρά ως ένας επαναστατικός προφήτης του Λόγου και της Ιδέας και από την άλλη πλευρά ως έρμαιο της ορεστειακής του προσωπικότητας, αφού συνδέεται και εγκλωβίζεται ανάμεσα σε δύο γυναίκες: τη Χρυσούλα, μια υποταγμένη, τρυφερά υπομονετική κοπέλα, και τη Νόρα, μια μοιραία αισθησιακά καταστροφική γυναίκα.

Σπασμένες ψυχές: Ενα βαθιά ψυχολογικό νεανικό μυθιστόρημα

Αντίστοιχα, οι υπόλοιποι χαρακτήρες του μυθιστορήματος αντιπροσωπεύουν και προβάλλουν αντίθετα ιδεολογικά σχήματα: ο συντηρητικός αρχαιολάτρης Γοργίας φέρει το όνομα του σοφιστή του 5ου π.Χ. αιώνα και παρουσιάζεται παρόμοια ως αρνητής της αντικειμενικής γνώσης και ως εκφραστής της κρίσης της φιλοσοφίας? η ταπεινή καλοκάγαθη Χρυσούλα υποδηλώνει με το όνομά της τη χριστιανική πίστη και καλοσύνη με στοιχεία καρτερικότητας, μεγαλοψυχίας και μεγαλοκαρδίας? τέλος, η αισθησιακά απελευθερωμένη Νόρα συμβολίζει τον πειρασμό που οδηγεί στην καταστροφή τον κεντρικό ήρωα, με σαφές ιψενικό υπόβαθρο.

Και οι τέσσερις βασικοί ήρωες ?δύο άντρες και δύο γυναίκες? παρουσιάζουν τη δυϊκότητα στην καζαντζακική σκέψη ως μια διπολική συμπεριφορά αντιδράσεων, καθώς αποτελούν σχεδόν στην ολότητά τους σημεία ενός διπολικού και αντιθετικού συνεχούς ανά ζεύγη, Ορέστης-Γοργίας και Χρυσούλα-Νόρα, που το ενδιάμεσο διάστημα διακατέχεται από τη λογοτεχνική ασάφεια που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα και τις σκέψεις των ηρώων.

Ο συγγραφέας -πιστός στα βασικά αιτήματα της αφήγησης του αισθητισμού- αναπτύσσει την πλοκή του νεανικού μυθιστορήματός του σε τέσσερις κύριες ενότητες που είναι εμπνευσμένες από τον χώρο της μουσικής και του χορού, αναδεικνύοντας εύστοχα το λογοτεχνικό περιεχόμενό τους? με άλλα λόγια, τα μέρη ονοματοδοτούνται ως Triomfale (θριαμβευτικό εμβατήριο), Vibrato (διακύμανση του ύψους του ήχου, του τόνου μιας νότας), Fouette (γρήγορη και συνεχής περιστροφή του χορευτή στις μύτες του ενός ποδιού), Marche funebre (πένθιμο εμβατήριο). Η σημασιοδότηση των λογοτεχνικών ενοτήτων του έργου αποκαλύπτει ξεχωριστά την πορεία της ψυχολογικής κατάστασης των ηρώων ?και κυριότατα του πρωταγωνιστή: της γεμάτης ενθουσιασμό προσπάθειας του Ορέστη να κάνει γνωστές στους άλλους τις ιδέες του (Triomfale), του κλονισμού του από την άσχημη υποδοχή τους (Vibrato), της στροφής προς τον εαυτό του (Fouette) και, τέλος, της θλιβερής κατάληξης της πορείας του (Marche funebre).

Συμπερασματικά, ο Καζαντζάκης κατάφερε να συνθέσει ένα ιδιαίτερο νεανικό αυτο-βιο-γραφόμενο κείμενο με έντονες τάσεις αισθητισμού και ρομαντισμού, το οποίο περιγράφει και τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο του: ουσιαστικά πρόκειται για νεανική πνευματική πραγματεία με ιδεολογικά και φιλοσοφικά ψήγματα. Ο συγγραφέας προσωποποιείται στον χαρακτήρα του πρωταγωνιστή υπό τη μορφή ενός ιδιότυπου προφήτη, αφού κύριος διανοητικός σκοπός του ήρωα είναι η δημιουργία μιας νέας θρησκείας-προβληματισμού που διαπερνά οριζόντια σχεδόν όλα τα έργα του Κρητικού στοχαστή. Οι ιδέες και οι απόψεις που αποτυπώνονται στην πρώιμη αυτή νεανική δοκιμή αποτελούν μικρές επαναστάσεις στην ακλόνητη κοινωνία καθωσπρεπισμού της εποχής. Παρόμοιες εντάσεις λόγου και εικόνας κυριαρχούν σχεδόν σε όλα τα πρώτα έργα του συγγραφέα.

Οι Σπασμένες Ψυχές, αποτελούν μια ιδεολογική αμφιταλάντευση του Καζαντζάκη, ο οποίος μακρηγορεί και περιγράφει φλύαρα στην προσπάθειά του να ανασκευάσει διαρκώς τον εαυτό του. Το έργο παραμένει στη μερική αφάνεια των επιστημονικών κρίσεων και επικρίσεων μέχρι σήμερα.

Παραθέσεις και διακείμενα στο πρώιμο έργο

Ο Νίκος Καζαντζάκης κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα τραγικό ποιητικά μελοδραματικό έργο με στοιχεία αισθητισμού και αντι-αισθητισμού που πηγάζει από τον νου και την καρδιά του δημιουργού, περιγράφοντας ζητήματα τόσο πνευματικού όσο και σαρκικού προβληματισμού? οι Σπασμένες Ψυχές αποτελούν την ολοφάνερη απόδειξη της αγωνίας του νεαρού συγγραφέα να προσαρμοστεί στην παριζιάνικη ατμόσφαιρα της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα και να παρακολουθήσει τα συνεχώς μεταβαλλόμενα φιλοσοφικά, ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα της Γαλλίας κυρίως αλλά και γενικότερα της δυτικοευρωπαϊκής επικράτειας.

Οι δραματικές σκηνές ενισχύονται με παραθέσεις και διακείμενα τόσο έργων τέχνης της ζωγραφικής όσο και με αποσπάσματα δημιουργημάτων του λόγου και του πνεύματος.

Στο πρώιμο έργο του συγγραφέα ενυπάρχει μια έντονη αίσθηση αναφορικά με την Τέχνη και ειδικά με τη ζωγραφική- οι ήρωες -και κυρίως ο κεντρικός πρωταγωνιστής, Ορέστης? επηρεάζονται από ζωγραφικά αριστουργήματα που θαυμάζει στον θαυμαστό κόσμο του Λούβρου και σε άλλα μουσεία. Με άλλα λόγια «συναντούν» πνευματικά και καλλιτεχνικά έργα των Gustave Moreau, Rembrandt van Rijn, Anthony van Dyck, Tiziano Vecelli (ή Vecellio), Sandro Botticelli, Diego Rodriguez de Silva y Velazquez, Raffaello Santi, Leonardo da Vinci, Carlo Dolci, Frank Moss Bennett και, τέλος, του μεγάλου Κρητικού ζωγράφου, Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.

Στοχασμοί

Οι Σπασμένες Ψυχές συχνά περιπλανώνται ανάμεσα στη φιλοσοφία, στην ποίηση και στην πεζογραφία της εποχής, αναδεικνύοντας τις επιδράσεις και τις επιρροές στη σκέψη του Καζαντζάκη: γίνεται αναφορά σε στοχασμούς και ιδέες από τον Ομηρο, τη Σαπφώ, τον Σοφοκλή, τον Πλάτωνα, τον Βιτσέντζο Κορνάρο, τον Κώστα Κρυστάλλη, τον Θερβάντες, τον Σαίξπηρ, τον Καντ, τον Γκαίτε, τον Ζαν Μορεάς, τον Οσκαρ Ουάιλντ, τον Hermann Sudermann, καθώς και την Παλαιά Διαθήκη και τη Μυθολογία.

Παραβάλλοντας τις παραθέσεις και τα διακείμενα αποκαλύπτεται ότι ο μεταπτυχιακός τότε φοιτητής Καζαντζάκης έχει μια εντυπωσιακή ευρυμάθεια τόσο στα κλασικά όσο και στα μοντέρνα ?για την εποχή του? ευρωπαϊκά ρεύματα, λογοτεχνικά και γενικότερα καλλιτεχνικά. Με τον τρόπο αυτό από την εφηβική του ηλικία ο Ελληνας συγγραφέας αντιμετωπίζει με ειλικρίνεια και σεβασμό κάθε πηγή γνώσης, αναδεικνύοντας το άσβεστο πάθος του για διαρκή ενημερότητα σε διάφορους τομείς.

Ερευνητική πρόκληση για μελλοντική συγκριτικά μελέτη αποτελεί η εύρεση των παραθεμάτων και των διακειμένων που σηματοδοτούνται στην πλούσια και πολυποίκιλη λογοτεχνική παραγωγή του μεγάλου στοχαστή.

ΑΣΤΕΡΙΣΚΟΙ

Η τριλογία που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ

* Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ συγγράφει το νεανικό μυθιστόρημα Σπασμένες Ψυχές το 1908 στο Παρίσι. Αρχικά, σχεδίαζε τη δημιουργία μιας μυθιστορηματικής τριλογίας, που θα το περιελάμβανε ως μέρος της μαζί με άλλα δύο μυθιστορήματα με πιθανούς τίτλους «Ζωή η αυτοκρατόρισσα» και «Θεάνθρωπος». Τελικά, δεν προχώρησε τη συγγραφή -τουλάχιστον από όσο είναι γνωστό- και ολοκλήρωση της τριλογίας, αλλά όμως δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο «Ενα πορτραίτο από τη Ζωή την αυτοκρατόρισσα» στο περιοδικό Πινακοθήκη, τον Δεκέμβριο του 1909.

* ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ δημοσιεύεται με μια πρώτη μορφή σε είκοσι τέσσερις συνέχειες στο περιοδικό Ο Νουμάς (1909-1910) και υπογράφεται με το ψευδώνυμο Πέτρος Ψηλορείτης. Το βιβλίο κυκλοφορεί σε αυτόνομη έκδοση για πρώτη φορά το 2007 σε επιμέλεια του Πάτροκλου Σταύρου με εμπλουτισμένο επίμετρο από τον εκδοτικό οίκο της Ελένης Καζαντζάκη. Μέχρι και σήμερα αναλαμβάνουν την έκδοση του μυθιστορήματος -όπως και του συνόλου της εργογραφίας του Κρητικού συγγραφέα- οι Εκδόσεις Καζαντζάκη.

Γράφει ο δρ ΝΙΚΟΣ ΜΑΘΙΟΥΔΑΚΗΣ, διδάκτωρ Εφαρμοσμένης Γλωσσολογίας & Λογοτεχνικής Υφολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και εργάζεται ως επιστημονικός σύμβουλος των Εκδόσεων Καζαντζάκη.

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Μοναχικές «Ψυχές» με γλώσσα τολμηρή

«Μια μοναξιά, ένας καημός αλάλητος». «Η ζωή περνά αποπάνω του και τον λερώνει και τίποτα δε βλέπει». «Ετσι κάποια κοντάρια όμορφα και ντελικάτα σπουν, όταν η σημαία είναι μεγάλη και φυσήξει βοριάς».

Στις «Σπασμένες Ψυχές» βρίσκονται όλα τα μετέπειτα συγγραφικών ατού του Καζαντζάκη: ποιητικότητα, ατμόσφαιρα, ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα, αναζήτηση του απόλυτου και του θείου, αντιφατικοί χαρακτήρες κ

Στις «Σπασμένες Ψυχές» βρίσκονται όλα τα μετέπειτα συγγραφικών ατού του Καζαντζάκη: ποιητικότητα, ατμόσφαιρα, ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα, αναζήτηση του απόλυτου και του θείου, αντιφατικοί χαρακτήρες και πάνω απ’ όλα η εξαιρετικά τολμηρή γλώσσα του

Το μυθιστόρημα «Σπασμένες Ψυχές» γράφτηκε στο Παρίσι το 1908 και ο Καζαντζάκης το προόριζε ως μέρος μιας μυθιστορηματικής τριλογίας, στην οποία θα περιελάμβανε επίσης και τα μυθιστορήματα «Ζωή η αυτοκρατόρισσα» και «Θεάνθρωπος». Στο περιοδικό «Πινακοθήκη» δημοσιεύθηκε το 1909 «Ενα πορτραίτο από τη Ζωή την αυτοκρατόρισσα».

«Ο 25χρονος μεταπτυχιακός φοιτητής Νίκος Καζαντζάκης γράφει τις ?Σπασμένες Ψυχές?, που δημοσιεύονται στον Νουμά στην Αθήνα σε 24 συνέχειες, το 1909-1910. Οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος ?ο ιδεολόγος, αλλά και χιμαιρικός, φοιτητής Ορέστης, η αφοσιωμένη και εύθραυστη φίλη του Χρυσούλα και ο αιθεροβάμων, προγονόπληκτος καθηγητής Γοργίας? «σπάνε», κατά την οδυνηρή επαφή τους με την πραγματικότητα.

Η μόνη αλώβητη από υπαρξιακά και άλλα διλήμματα είναι η μοιραία Νόρα», σημειώνει στο εισαγωγικό του σημείωμα ο εκδότης και επιμελητής του δρ Πάτροκλος Σταύρου.

Μοναχικές «Ψυχές» με γλώσσα τολμηρή

Η υπόθεση περιληπτικά: Ο Ορέστης Αστεριάδης, υποψήφιος διδάκτορας στο Παρίσι, ετοιμάζει μια βαθυστόχαστη πραγματεία με τίτλο Καινή Διαθήκη, με την οποία ευαγγελίζεται μια νέα θρησκεία. Στις 25 Μαρτίου, στον τάφο του Κοραή, εκφωνεί έναν λόγο στους συμπατριώτες και συμφοιτητές του, προσπαθώντας να τους πείσει να συμμετάσχουν στην προετοιμασία μιας μεγάλης πνευματικής επανάστασης. Εκείνοι τον χλευάζουν, διακόπτοντας τη βαρυσήμαντη ομιλία του. Στο στενό περιβάλλον του Ορέστη ανήκουν η Χρυσούλα, μια νεαρή άβουλη γυναίκα που συζεί μαζί του, και ο Γοργίας, ένας σχολαστικός προγονόπληκτος φιλόλογος προχωρημένης ηλικίας, που είναι κρυφά ερωτευμένος με τη Χρυσούλα. Υπάρχει, βέβαια, και η Νόρα, η μοιραία γυναίκα, που αποσπά τον Ορέστη από την πνευματική του αποστολή και τον παρασύρει στις παγίδες του έρωτα, για να τον εγκαταλείψει αργότερα. Ο Ορέστης καταντά να αλητεύει στους δρόμους του Παρισιού, ο Γοργίας σκοτώνεται σε αυτοκινητικό δυστύχημα και η Χρυσούλα αρρωσταίνει και πεθαίνει.

Το εντυπωσιακότατο πλέγμα της παρουσίας των Γραμμάτων και των Τεχνών στο μυθιστόρημα ξετυλίγεται στα εκτενή Παραθέματα της έκδοσης, η οποία περιέχει, επίσης, σπάνια φωτογραφία του Νίκου Καζαντζάκη από το Παρίσι, τον καιρό που έγραφε τις «Σπασμένες Ψυχές», στήλες από δημοσιεύσεις συνεχειών του μυθιστορήματος στον Νουμά και δύο χειρόγραφα του συγγραφέα.

Το αποτέλεσμα, ένα ρομάντζο με όλα τα στοιχεία του ρομαντικού μυθιστορήματος, που εκτυλίσσεται και διαβάζεται σαν μουσική τη νύχτα. Εδώ βρίσκονται όλα τα μετέπειτα συγγραφικών ατού του Καζαντζάκη: ποιητικότητα, ατμόσφαιρα, ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα, αναζήτηση του απόλυτου και του θείου, αντιφατικοί χαρακτήρες και πάνω απ’ όλα η εξαιρετικά τολμηρή γλώσσα του. Είναι γνωστό ότι πάνω από 5.000 λέξεις (σύνθετες ή πρωτογενείς) ανήκουν σ’ εκείνον.

«Τυραννοκυβερνώ»

Και στις «Σπασμένες Ψυχές» συναντάμε τις πρώτες: απαλοσαρκοσύνη, τρεχαπετάμενος, ποθολαχταρώ, σκυφτοσέρνομαι, μεταξόχνουδος, τυραννοκυβερνώ, φλογοπερικυκλώνω, νεφροτσακίστρα και πλήθος άλλες.

Συναντάμε, επίσης, και τις μεγάλες επιρροές που δέχτηκε στο Παρίσι όσον αφορά τα μουσεία, τους καλλιτέχνες, τις τέχνες.

Στις «Σπασμένες Ψυχές» οι ήρωες καθορίζονται από το παρελθόν, όχι μόνο όσον αφορά τον Γοργία αλλά και τον Ορέστη, που καταφεύγει και επηρεάζεται από το Λούβρο και άλλα μουσεία. Ειδικό παράρτημα στο βιβλίο αναφέρεται μάλιστα στα έργα που εμπεριέχονται στο μυθιστόρημα εκτενώς.

Στις σελίδες του, διακειμενικότητα αλλά και φιλοσοφία, ποίηση, πεζογραφία, αναφορές σε Ομηρο, Σοφοκλή, Σαπφώ, Πλάτωνα, Βιτσέντζο Κορνάρο, Δαρβίνο, Γκαίτε, Σαίξπηρ, Θερβάντες, Γάλλους και Γερμανούς λογοτέχνες, Παλαιά Διαθήκη και Μυθολογία, άμεση αναφορά σε έργα τέχνης, αποτελούν ένα βιβλίο μες στο βιβλίο.

Και τον πυρήνα του μεγάλου συγγραφικού του ταλέντου που θα γνωρίσουμε ν’ ανθίζει σε μεταγενέστρα έργα του.

Στις «Σπασμένες Ψυχές» αναδεικνύεται ο Στοχαστής, η ιστορία μπορεί και να αποτελεί το πρόσχημα για να λάμψει ο δρόμος της προσωπικής του αέναης αναζήτησης.

Το αποτέλεσμα «μια πρόζα μεταερωτικής διάψευσης, ένας λυρικός μεταερωτικός λόγος με μελοδραματικές κορυφώσεις, καθώς τα έγχορδα του νευρικού συστήματος ξεσπούν στους πιο οξείς ήχους του ψυχισμού», όπως έχει ήδη ειπωθεί. Και ένα μυθιστόρημα τόσο κοντά στη δική μας, κατακερματισμένη εποχή.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 8.3.2014

  

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Ρομάντζο με ευάλωτους ήρωες

«Γιατί και πώς »σπάει» μια ψυχή;» αναρωτιέται κι ερμηνεύει ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος, καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας, στο εισαγωγικό του σημείωμα στο βιβλίο.

Συγγραφικά «μοντέλα» του Καζαντζάκη για τις «Σπασμένες Ψυχές» ήταν οι Ελληνες φοιτητές στο Παρίσι και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονταν τη ζωή

Συγγραφικά «μοντέλα» του Καζαντζάκη για τις «Σπασμένες Ψυχές» ήταν οι Ελληνες φοιτητές στο Παρίσι και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονταν τη ζωή

Αλλά εκ των υστέρων και μετά τον σάλο που προκλήθηκε με τη δημοσίευση του μυθιστορήματος σε είκοσι τέσσερις συνέχειες στο περιοδικό Νουμάς (από τον Αύγουστο του 1909 έως τον Φεβρουάριο του 1910) «ερμηνεύει» τις «Σπασμένες Ψυχές» του και ο ίδιος ο συγγραφέας.

«Ελαβα κάποια γράμματα από μερικούς αγαπημένους μου φίλους» εξηγεί «και νιώθω την ανάγκη, στους φίλους μου αυτούς και σε άλλους αναγνώστες του »Νουμά» που συμφωνούν μαζί τους, να πω με λίγα λόγια ποια ήταν η αιτία και ποιος ο σκοπός που έγραψα το ρομάντζο αυτό και ποια θέση κατέχει σε κάποιο μου σύμπλεγμα ιδεών». Ο Νίκος Καζαντζάκης είχε το όλον στον νου του, η συγγραφική πορεία του ήταν γεμάτη με συγκεκριμένους στόχους και σχέδια. Κατά συνέπεια και οι «Σπασμένες Ψυχές» «είναι το πρώτο μέρος, το αρνητικό, μιας τριλογίας ρομάντζων: α) «Σπασμένες Ψυχές», β) «Ζωή η Αυτοκρατόρισσα», γ) «Θεάνθρωπος».

Ο συγγραφικός στόχος του ήταν «το πρώτο έργο (να είναι) αρνητικό, το δεύτερο αρνητικοθετικό, το τρίτο θετικό». Συγγραφικά «μοντέλα» του υπήρξαν οι Eλληνες φοιτητές στο Παρίσι. Ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονταν τη ζωή. Το αποτέλεσμα, κατ’ αρχάς, οι «Σπασμένες Ψυχές». «Ενα έργο τέλεια αρνητικό. Ολα τα πρόσωπά του είναι σπασμένα. Κι ο Ορέστης κ’ η Χρυσούλα, κι ο Γοργίας».

Ρομάντζο με ευάλωτους ήρωες

Αναφερόμενος σε ένα ένα ξεχωριστά, θα εξηγήσει το ευάλωτο του ιδιαίτερου χαρακτήρα: «Ο Ορέστης κλεισμένος στο γραφείο του ξόδεψε τα νιάτα του σε δογκιχώτικα κονταροχτυπήματα. Χιλιάδες ιδέες, ωραίες μέσα στα βιβλία, κωμικές μέσα στη ζωή, αεροκυματίζουν στο μυαλό του. Χιλιάδες μέσα του ιδιότητες, ωραίες μα αντιφατικές κ’ επομένως ολέθριες, αναταραζόντανε ασυστηματοποίητες, απειθάρχητες, χωρίς καμιά κατεύθυνση ορισμένη, δέρνοντας πότε δω, πότε κει. Πότε τόνε ρήχναν ακράτητο στο κήρυγμα μιας καινούργιας Θρησκείας, πότε στο φρικτό κρεβάτι μιας γυναίκας, πότε στην έξταση των μουσείων, πότε στην απογοήτεψη και το σκεπτικισμό. Δεν ξέρει ο Ορέστης μήτε τι θέλει, μήτε τι μπορεί να θέλει. Ποτέ δεν έσκυψε στον εαυτό του να δει ποια είναι η εξέχουσα ιδιότητά του και σύμφωνα με αυτή να ρυθμίσει τις μελέτες του, τις πράξεις του, τις ιδιότητες τις δευτερεύουσες, τη ζωή του ολόκληρη». Και γι’ αυτό ακριβώς «Ρήχτηκε ο Ορέστης εναντίον της Πραγματικότητας, πολύ απότομα και δογκιχώτικα, κι έσπασε. Δεν έμαθε ο Ορέστης (κ’ είναι θανάσιμη για τον κάθε οργανισμό αυτή η άγνοια), δεν έμαθε με τι τρόπο πρέπει να πολεμήσομε την Πραγματικότητα και να προσπαθούμε να τη φέρνομε στα νερά μας».

Η Χρυσούλα

Οσον αφορά το δεύτερο πρόσωπο στις «Σπασμένες Ψυχές», ο συγγραφέας θα επισημάνει: «Η Χρυσούλα πάλι, από τις γυναίκες τις ευγενικές κ’ ευκολόσπαστες, που στις φλέβες τους δεν τρέχει αίμα, γάλα μόνο και ροδόσταμο. Είναι τόσο αρρωστιάρικα λεπτή, που δεν μπορεί, της είναι αδύνατο, πολύν καιρό να υποφέρει το θυέστειο θέαμα της ζωής. Δεν έχει θέληση, δεν έχει νεύρα, δεν έχει εγώ. Η πολλή της καλοσύνη την έχει αφοπλίσει απ’ όλα τα όπλα, όχι μόνο τα επιθετικά μα και τ’ αμυντικά, που χωρίς αυτά σκοτωνόμαστε στον αγώνα της ζωής. Δεν είναι γυναίκα, είναι λουλούδι. Είναι κρινάκι της αμμουδιάς, που λίγο να του σιμώσεις, όλα του τα φυλλαράκια αρχίζουνε και τρέμουν, κι άμα πιάσεις από το λίκι, δεν μπορεί να βαστάξει το βάρος του εαυτού του και λυγίζει. Ετσι κ’ η Χρυσούλα. Λυγίζει, σκλάβα της Καλοσύνης και της Αγάπης, στριμώγνεται σε μια γωνιά της κάμερας, χαμογελά και πεθαίνει». Κι όσο για τον τρίτο του δράματος, ο Νίκος Καζαντζάκης ως Πέτρος Ψηλορείτης θα γράψει:

«Κ’ είναι κι ο Γοργίας, που ζει και δε ζει, παραμιλεί και δε μιλεί, κυττάζει και δε βλέπει. Προγονόπληκτος παραδέρνει σε κόσμους ωραίους μα ανύπαρχτους και δεν μπορεί ποτέ του να νοιώσει πως κάμποσα χρόνια περάσανε από την »εν Σαλαμίνι» ναυμαχία. Αφαιρεμένος, ονειροπλανταγμένος. Τόνε κλέφτουνε μια μέρα κι αντί να πάει στην αστυνομία να καταγγείλει την κλοπή, πάει στην Αφροδίτη της Μήλου να της πει τον πόνο του. Στο δρόμο ένα αυτοκίνητο περνά και τόνε σκοτώνει. Πλύνουνε, καθαρίζουνε το πεζοδρόμιο από τα αίματα κι ο Γοργίας εξαφανίζεται από προσώπου της Γης». Για να καταλήξει:

«Ανθρωποι κ’ οι τρεις σπασμένοι. Ανθρωποι με ωραιότητες μέσα τους, μα με τόση επιπόλαια κι ονειροπόλα αντίληψη, που μήτε ωφέλιμοι είναι στην κοινωνία μήτε καν βιώσιμοι. Μέσα τους έχουνε το χαμό τους». Τους «βιώσιμους» και την πραγματική ζωή τους προορίζει για τη «Ζωή την Αυτοκρατόρισσα» και τον μεγάλο προορισμό για τον «Θεάνθρωπο». Ολα με τη δική του στρατηγικά συγγραφική θέση σε κάποιον δικό του «νοητικό, τρισυπόστατο συνδυασμό».

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 7.3.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«Ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής»

«Κι Οδυσσέας αν είσαι, πρέπει, περνώντας από τα στενά κανάλια της νιότης, να χάσεις μερικούς σου πολυαγαπημένους συντρόφους, πρέπει να κάμεις αβαρία από πολλά πολυαγαπημένα σου όνειρα, έτσι μόνο αλαφρωμένος θα μπορέσεις να χυμήσεις στα πέλαγα και να νικήσεις τις φουρτούνες και τους θεούς και ν’ αραξοβολήσεις μια μέρα στη μακροπόθητη αγκαλιά μιας Πηνελόπης – Ιθάκης. Ο Ορέστης χύμηξε αγέρωχος και κωμικός κ’ έσπασε χίλια κομμάτια απάνω στο βράχο του Δον Κιχώτη[…]»

«Ο λόγος του ρέει σαν κελάηδημα πουλιού, και σε εύτυχες στιγμές και σε δύσκολες ώρες. Παίζει με τη γλώσσα, παίζει με το συναίσθημα, ταυτίζεται με τη φύση, μιλάει μαζί της, αφουγκράζεται το θρόισμά της

«Ο λόγος του ρέει σαν κελάηδημα πουλιού, και σε εύτυχες στιγμές και σε δύσκολες ώρες. Παίζει με τη γλώσσα, παίζει με το συναίσθημα, ταυτίζεται με τη φύση, μιλάει μαζί της, αφουγκράζεται το θρόισμά της», έγραφε ο Δρ. Πάτροκλος Σταύρου για τον Νίκο Καζαντζάκη

«Οι Σπασμένες Ψυχές είναι το πρώτο μυθιστόρημα που έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης, και το έγραψε στο Παρίσι το πρώτο εξάμηνο του 1908. Κατά το διάστημα από τον Ιούλιο μέχρι τον Νοέμβριο βρίσκεται στην Κρήτη και από τα τέλη Νοεμβρίου ξανά στο Παρίσι. Το μυθιστόρημα δημοσιεύθηκε σε είκοσι τέσσερις συνέχειες στο περιοδικό Νουμάς στην Αθήνα, το 1909-1910, και ο Καζαντζάκης το εμφάνισε με ψευδώνυμο Πέτρος Ψηλορείτης», γράφει στον εξαιρετικό πρόλογό του ο εκδότης και επιμελητής του βιβλίου Δρ. Πάτροκλος Σταύρου, επισημαίνοντας γεγονότα που βρίσκονται πέρα και πίσω από τις γραμμές: «Τις Σπασμένες Ψυχές αφιέρωσε ο συγγραφέας στην Πετρούλα Ψηλορείτη, και η θερμή αφιέρωση προτάσσεται στο μυθιστόρημα. Πετρούλα Ψηλορείτη ήταν η Γαλάτεια Αλεξίου, αγαπημένη του τότε, μετέπειτα σύζυγός του, με την οποία δεν ταίριασε και κατέληξαν σε διάσταση και σε διαζύγιο, το οποίο εξεδόθη το 1926».

Οσον αφορά την αφιέρωση του βιβλίου είναι η εξής: «Στα χέρια της Πετρούλας Ψηλορείτη τα φιλντισένια και τα θαυματουργά που ξέρουμε κι ανοίγουν όλες τις πόρτες της Καλοσύνης βάζω -σπουργιτάκια νεογέννητα και λιγόχρονα- τις ΣΠΑΣΜΕΝΕΣ ΨΥΧΕΣ να χαρούνε λίγο τον ήλιο πρι να πεθάνουν». Ακριβώς από κάτω υπάρχει σαν μότο ένας στίχος της Πετρούλας Ψηλορείτη, που αποτελεί και το φινάλε του βιβλίου, τελικά: «Ετσι κάποια κοντάρια όμορφα και ντελικάτα σπουν, όταν η σημαία είναι μεγάλη και φυσήξει βοριάς».

Το μυθιστόρημα δημιούργησε αίσθηση και ο συγγραφέας χρειάστηκε στη συνέχεια να δώσει εξηγήσεις. Γράφει ο Δρ. Πάτροκλος Σταύρου: «Κατά την πορεία της δημοσίευσης του μυθιστορήματος στον Νουμά ο Καζαντζάκης εθεώρησε αναγκαίο να δώσει πληροφορίες και εξηγήσεις για τις Σπασμένες Ψυχές: ?να πω με λίγα λόγια ποια η αιτία και ποιος ο σκοπός που έγραψα το ρομάντζο αυτό και ποια θέση κατέχει σε κάποιο μου σύμπλεγμα ιδεών?, ακόμη ?γιατί να γράψω τις Σπασμένες ψυχές τόσο άρρωστα, απαισιόδοξα κι αρνητικά?.

«Ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής»

Και έγινε τούτο κατά τη δημοσίευση της πέμπτης συνέχειας του μυθιστορήματος. Τούτο σημαίνει ότι το μυθιστόρημα δεν πέρασε απαρατήρητο. Ετάραξε τα φιλολογικά νερά της πρωτεύουσας, εδημιούργησε αίσθηση και σάλο, που ανάγκασαν τον Καζαντζάκη να παρέμβει και να δώσει εξηγήσεις».

Τρία πρόσωπα

«Οι Σπασμένες Ψυχές ουσιαστικά είναι ένα ιδεολογικό μυθιστόρημα γραμμένο σύμφωνα με το πρόγραμμα και την ποιητική του αισθητισμού, αλλά και με σημαντικές διαφοροποιήσεις από αυτόν», γράφει στο κριτικό εισαγωγικό του σημείωμα ο Καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας Βαγγέλης Αθανασόπουλος.

Η ιστορία του μυθιστορήματος, εξηγεί, «είναι απλή και προκύπτει από τη δράση τριών προσώπων: του Ορέστη, Ελληνα φοιτητή στο Παρίσι, της Χρυσούλας, εύθραυστης και αλτρουιστικά αφοσιωμένης ερωμένης του, και του Γοργία, προγονόπληκτου καθηγητή. Η δράση τους αναπτύσσεται κυρίως σε επίπεδο ψυχολογικό και διανοητικό, καθώς και οι τρεις σε λίγες περιπτώσεις και για πολύ λίγο (συνήθως σαν αποτέλεσμα μιας νευρικής υπερέντασης) εξωτερικεύουν αυτή την εσωτερική δράση».

Το εντυπωσιακό στο μυθιστόρημα, όπως υπογραμμίζει ο Δρ. Πάτροκλος Σταύρου, είναι η τεράστια γλωσσοπλαστική ικανότητα του συγγραφέα εμφανέστατη ήδη και σε αυτό το πρώτο του μυθιστόρημα: δικές του σύνθετες λέξεις «που όπως και να ‘χει το πράγμα έχουν τη χάρη τους»: απαλοσαρκοσύνη, αλαφροπερπατούσα, ανεμοκυκλοπόδης, αρμυροφτερούγα, ατσαλόνυχη, αφρογενήτρα, βουβοκύλιστο, γλυκοκρέβατη, θλιβερογάργαρος, νεφροτσακίστρα, ποθολαχταρώ, κορφοπεριλούζω, παιζοπηδώ, τυραννοκυβερνώ, φλογοπερικυκλώνω, χαδογελώ, απαλοφουσκώνω, σκυφτοσέρνομαι και άπειρα άλλα.

«Είναι αριστοτέχνης του λόγου ο Καζαντζάκης και ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής. Ετσι άρχισε, εξ απαλών ονύχων. Ο λόγος του ρέει σαν κελάηδημα πουλιού, και σε εύτυχες στιγμές και σε δύσκολες ώρες. Παίζει με τη γλώσσα, παίζει με το συναίσθημα, ταυτίζεται με τη φύση, μιλάει μαζί της, αφουγκράζεται το θρόισμά της, συχνά την προσωποποιεί και την εξανθρωπίζει», γράφει ο Δρ. Πάτροκλος Σταύρου.

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 4.3.2014

 

Τόντα – Ράμπα

«Η φωνή του ανθρώπου χτύπησε το Θεό στο δεξί του μελίγγι, χτύπησε το Θεό στο ζερβί μελίγγι, και τον ανάγκασε να φτιάξει αυτιά».

Τόντα - Ράμπα

«Αυτή η εξομολόγηση σε φόρμα ρομάντσου δεν έχει παρά έναν ήρωα. Ο Αζάντ, ο Γερανός, ο Σουκί, η Ραχήλ, ο Αμίτα, ο Ανάντα και ο Ανθρωπος με τις μεγάλες μασέλες δεν είναι παρά οι διάφορες πλευρές μιας μόνης συνείδησης, που έζησε και καθρέφτισε την πραγματικότητα -τη σύνθετη, τη χιλοπρόσωπη- της Σοβιετικής Ενωσης… Μονάχα ο Νέγρος είναι έξω και πάνω απ’ τον ήρωα», μας εξηγεί ο ίδιος ο Νίκος Καζαντζάκης για τον δικό του γοητευτικό και αλλόκοτο, παραβολικό, κινηματογραφικό και οραματικό «Τόντα-Ράμπα». Που σημαίνει στα Εβραϊκά «ευχαριστώ» σε τέμπο, όπως ο ίδιος επέμενε, νέγρικο.

«Για να γράψει τα βιβλία του για τη Ρωσία, καταφύγαμε στο Gollesgab, στο Erzgebirge της Τσεχοσλοβακίας. Αντί για δύο τόμους ταξιδιωτικών ημερολογίων a la Keyserling, γεννιέται μεμιάς από την πένα του ο Τόντα-Ράμπα, μυθιστόρημα οραματιστικό και προφητικό. Ο Τόντα-Ράμπα με την τόσο παράξενη μοίρα» θα γράψει η Ελένη του στο «Νίκος Καζαντζάκης: Ο ασυμβίβαστος». Και από την εισαγωγή της θα πληροφορηθούμε την απίστευτη συγγραφική και εκδοτική περιπέτεια που, ώρες- ώρες, την έκανε να χαρακτηρίζει το βιβλίο ως «τον γκαντέμη Τόντα-Ράμπα». Γράφτηκε με κινηματογραφική λογική (σαν σενάριο) το 1929, ύστερα από τα τέσσερα ταξίδια του στη Ρωσία κι υπήρξε βιβλίο πάθους και «εν θερμώ». Στις σελίδες του, η Οκτωβριανή Επανάσταση, οι ιδεολογίες, ο αγώνας και η αγωνία των λαών, ο παγκόσμιος αναβρασμός. Οι κοσμοθεωρίες, τα οράματα και οι ματαιώσεις, η εμπειρία και οι προσωπικές διαπιστώσεις, οι διαφορετικές εκδοχές.

Εξ ου και τα επτά πρόσωπα των ηρώων, με «τον Τόντα-Ράμπα τον ξέφρενο μάγο να μοιράζει τις μάσκες», στη Σοβιετική Ενωση εξάλλου τον βρήκε τον Τόντα-Ράμπα του, ήταν ο συγγραφέας Παναΐτ Ιστράτι, μετέπειτα φίλος του καρδιακός.

«Η βαθύτερη χαρά μου είναι να βλέπω τη σκοτεινή δύναμη πώς αρπάζει τον άνθρωπο και γιατί τον τινάζει σαν ερωτευμένο, σαν επιληπτικό, σαν δημιουργό. Γιατί, καθώς ξέρετε, ό,τι μ’ ενδιαφέρει δεν είναι ο

«Η βαθύτερη χαρά μου είναι να βλέπω τη σκοτεινή δύναμη πώς αρπάζει τον άνθρωπο και γιατί τον τινάζει σαν ερωτευμένο, σαν επιληπτικό, σαν δημιουργό. Γιατί, καθώς ξέρετε, ό,τι μ’ ενδιαφέρει δεν είναι ο άνθρωπος, μα αυτό που τόσο ατελώς ονομάζω "Θεό"», έγραφε ο Νίκος Καζαντζάκης

Το βιβλίο γράφτηκε απευθείας στα Γαλλικά και θα είχε την καλύτερη εκδοτική τύχη αν ο Καζαντζάκης είχε δεχτεί να υπογράψει συμβόλαιο και για άλλα πέντε «στον παντοδύναμο Rieder», όπως θα αποκαλύψει η Ελένη του. Αλλά «ο Καζαντζάκης, που θα μπορούσε να έχει και ως έμβλημά του το En la hambre mando yo (Στην πείνα ο βασιλιάς είμαι εγώ!), παρά την παντελή ένδειά του δεν καταδέχεται αυτή την προσφορά». Προτιμά να δώσει το βιβλίο του σε έναν νεαρό άγνωστο φίλο που σώθηκε ως εκ θαύματος από ένα σοβαρό τροχαίο και επιθυμεί να το εκδώσει, για να κυκλοφορήσει έπειτα από περιπέτειες στο Παρίσι το 1934. Εκεί θα εκδοθεί με εισαγωγή της Ελένης και το 1962. Ο Γιάννης Μαγκλής θα το μεταφράσει δύο φορές στα Ελληνικά (χάθηκε στην Κατοχή η πρώτη μετάφραση) για να κυκλοφορήσει, τελικά, το 1956 από τις εκδόσεις «Δίφρος» στη γλώσσα μας την πρώτη φορά.

Τόντα - Ράμπα

«Ενας σβώλος γης»

«Το μυαλό του Τόντα-Ράμπα είναι ένας σβώλος γης που αχνίζει. Βρέχει. Η γης πίνει… οι πέτρες πίνουν.. Νιώθει το σιταρόσπορο που πετιέται… Ο Τόντα-Ράμπα βλέπει όλους τους σιταρόσπορους κάτω από τη γης να σαλεύουν κρυφά, χαρούμενα, να σφίγγουνται όπως αδέλφια, να κατεργάζουνται αργά, κάτω από το σκληρό πετσί της γης, ένα μεγάλο κορμί, χέρια σταυρωμένα, μάτια κλειστά, μέτωπο αστραφτερό και βαρύ: το Λένιν! Μονομιάς, ο Τόντα-Ράμπα ξεσπά σε κλάμα. Δεν μπορεί πια να κρατήσει τη χαρά του. Κλαίει με λυγμούς». Γράφει στον Τόντα-Ράμπα του λίγο πριν από το τέλος και σε γράμμα του προς την αγαπημένη του Ελένη, την ίδια ακριβώς εποχή, έρχεται και όλα πια τα ξεκαθαρίζει: «Η βαθύτερη χαρά μου είναι να βλέπω τη σκοτεινή δύναμη πώς αρπάζει τον άνθρωπο και γιατί τον τινάζει σαν ερωτευμένο, σαν επιληπτικό, σαν δημιουργό. Γιατί, καθώς ξέρετε, ό,τι μ’ ενδιαφέρει δεν είναι ο άνθρωπος, μα αυτό που τόσο ατελώς ονομάζω "Θεό"».

Το αποτέλεσμα, ένα αλληγορικό, προφητικό παραμύθι, γραμμένο με μιαν ανάσα και με φτάσεις ασθματικές και κοφτές. Ποιητικό, τελετουργικά αρχετυπικό, με κινηματογραφική δομή και λογική, έμπλεο σύμβολα και με τον συγγραφέα να ξεχειλίζει και από τα επτά πρόσωπα, εξάλλου, όπως θα αποδεχθεί την ίδια εποχή στην Ελένη του «ο φοβερός δαίμονας που με κατατρώει δεν μπορεί να χωρέσει πουθενά».

Ο Τόντα-Ράμπα, εντέλει, «ιστορικό ντοκουμέντο μιας συνταρακτικής εποχής που μελετάται και θα μελετάται από ιστορικούς και κοινωνιολόγους, και για την εξέλιξή του ως συγγραφέα, υπήρξε ένα βιβλίο – σταθμός» (Δρ Πάτροκλος Σταύρου, στο Προεισαγωγικό Σημείωμα του βιβλίου).

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 28.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«Επιθυμούσε ολόκληρο το σύμπαν»

«Ο Κρητικός ήτανε απ’ αυτούς τους ανθρώπους. Ετρωγε μια σούπα, μια λίβρα πατάτες ή μια ρέγκα καπνιστή. Οι αποσκευές του: δέκα κιλά, για να κάνει τον γύρο του κόσμου. Το διαμέρισμά του: ένας κράβατος. Μα οι επιθυμίες του: ολόκληρο το σύμπαν.

Ο Νίκος Καζαντζάκης και o Ρουμάνος συγγραφέας Παναΐτ Ιστράτι μπροστά στην Ακρόπολη. Η φιλία τους σημάδεψε τη ζωή του Νίκου Καζαντζάκη

Ο Νίκος Καζαντζάκης και o Ρουμάνος συγγραφέας Παναΐτ Ιστράτι μπροστά στην Ακρόπολη. Η φιλία τους σημάδεψε τη ζωή του Νίκου Καζαντζάκη

Η συντροφιά του μια ευτυχία που σπαράζει. Του χρωστώ τη λατρεία που ένιωσα κοιτάζοντας τον αξιοθρήνητο ανθρώπινο βόρβορο, τον αναγκασμένο να ξετυλίγεται ακατάπαυστα κι ας τραντάζεται αιματερά», από το βιβλίο του Παναΐτ Ιστράτι «Προς την άλλη φλόγα», απόσπασμα που εμπεριέχεται στον «Τόντα – Ράμπα» με τον τίτλο «Ενας ταξιδιώτης» και τον αφορά.

Συναντήθηκαν στη Μόσχα κατά το δεύτερο ταξίδι του, κι έγιναν αχώριστοι. Γι’ αυτή τη φιλία θα γράψει η Ελένη Καζαντζάκη στην «Εισαγωγή» της, σχετικά: «Πηγαίνει λοιπόν για δεύτερη φορά στη Μόσχα [το 1927] για να πάρει μέρος στον εορτασμό της δεκάτης επετείου της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εκεί συναντά τον Παναΐτ Ιστράτι. Είναι δύσκολο να σκιαγραφήσεις σε λίγες γραμμές αυτούς τους δυο ξυλοπόδαρους, που ντύνονται σαν δίδυμοι επαρχιώτες, με ολόιδια ανοιχτόχρωμα μπλε κοστούμια, πολύ στενά, ραμμένα από ράφτη γυναικείων ενδυμάτων […] Οι Ρώσοι τους αγαπούν, τους εμπιστεύονται, με μιαν απεριόριστη εμπιστοσύνη, δεν τους έχουν υπό παρακολούθηση, είναι όμως πολύ φτωχοί για να συνδράμουν στα έξοδά τους».

Σ’ αυτή την αιφνίδια, ωστόσο, στέρεα φιλία, η Ελένη θα επανέλθει: «Εγραψαν πράγματι αναρίθμητα άρθρα, τα περισσότερα από τα οποία έμειναν στα συρτάρια τους… Εγραψαν βιβλία… Εκείνο όμως που χρησίμευσε περισσότερο στον Καζαντζάκη είναι τα δοκίμια των σεναρίων. Τώρα η φιλία τους έχει δώσει τα τεκμήριά της. Είναι πλέον αχώριστοι, χοροπηδούν από ανυπομονησία. Μαζί αποφασίζουν να πάνε στην Ελλάδα, ο Ιστράτι στην Αίγυπτο, να επιστρέψουν στην τότε Σοβιετική Ενωση. Αλλά δυστυχώς, όπως επισημαίνει η Ελένη, «απ’ όλα τα προσωπεία της, η Ελλάδα διάλεξε για να τους υποδεχτεί εκείνο του διπρόσωπου θεού Ιανού. Το ένα γελά και κλαίει από χαρά, τους ψιθυρίζει λόγια καλωσορίσματος, ενώ το άλλο σκοτεινιάζει και ξεστομίζει απειλές. Στην πρώτη δημόσια διάλεξή τους -με τεράστια λαική απήχηση- ο Ιστράτι καλείται να εγκαταλείψει αμέσως τον χώρο. Στον ώμο του Ελληνα πέφτει ξανά το χέρι της αστυνομίας. Ετοιμάζεται μια δίκη που η κυβέρνηση θα επιθυμούσε να »είναι ηχηρή» για να γίνει μάθημα στους άμυαλους. Ο Γληνός -ο ευγενέστερος θεωρητικός της αριστεράς την εποχή εκείνη- και ο Καζαντζάκης ετοιμάζουν τις απολογίες τους. »Θα είναι οξύτατες». Αλίμονο, όπως συμβαίνει συχνά στην Ελλάδα, η δίκη αυτή κατέληξε σε σαπουνόφουσκα. Ο Καζαντζάκης είναι και πάλι ελεύθερος να φύγει. Για τρίτη φορά αναχωρεί για την ΕΣΣΔ», αποκαλύπτει η Ελένη.

«Επιθυμούσε ολόκληρο το σύμπαν»

«Ο Παναΐτ», αντίθετα, «διωγμένος και από την Αίγυπτο, δεν περιμένει τον Νίκο στο Κίεβο, παρά τις υποσχέσεις του. Φεύγει για τη Μόσχα και επιστρέφει πολύ νωρίτερα απ’ όσο μας είχε γράψει. Είναι αδύνατον να απαριθμήσουμε τα αδιάκοπα πήγαινε-έλα του. (…) Διαμετρικά αντίθετος, εκ φύσεως αλλά και λόγω μακρόχρονης αυτοπειθαρχίας, ο Καζαντζάκης αναλαμβάνει το έργο που από κοινού αποφάσισαν ως χρήσιμο», επισημαίνει η Ελένη.

Ο Παναΐτ Ιστράτι (10 Αυγούστου 1884 – 16 Απριλίου 1935) ήταν Ρουμάνος συγγραφέας που έγραφε στα γαλλικά και στα ρουμανικά και τον αποκαλούσαν «ο Μαξίμ Γκόρκι των Βαλκανίων». Ανάμεσα στα έργα του η περίφημη «Κυρά Κυραλίνα», η «Νερατζούλα» και η «Τσατσά Μίνγκα».

«Οπως ο Παναΐτ Ιστράτι, έτσι κι ο Νίκος Καζαντζάκης ταξιδεύει τώρα πέρα από σύνορα» – καταλήγει στην Εισαγωγή της η Ελένη Καζαντζάκη, την οποία υπογράφει τον Ιανουάριο του 1962 – και «Μακάρι τούτος ο Τόντα – Ράμπα, που έγραψε με τόσο ενθουσιασμό και με απόλυτη τιμιότητα, να μας βοηθήσει να καταλάβουμε με τι βάσανα προσπαθεί να αναδυθεί από τα σκοτάδια ένας καινούργιος κόσμος. […] Γιατί να μην ελπίζουμε ότι σε μερικές χιλιετίες μόνο, που θα περάσουν σαν αστραπή, οι ευγενείς μεγάλες ιδέες, αγγίζοντας με σκιερά φτερά τους τη μικρή γρανιτένια καρδιά μας, θα κατορθώσουν το ίδιο; Ας έχουμε υπομονή, ας έχουμε εμπιστοσύνη στην Ευγενή Ιδέα».

Εξάλλου, όπως γράφει ο συγγραφέας κάπου εκεί σχεδόν στο φινάλε: «Η μυρουδιά της γης ανεβαίνει, ανεβαίνει, και τα φαρδιά ρουθούνια του Τόντα – Ράμπα είναι ένας σβώλος γης που αχνίζει […] Ο Τόντα – Ράμπα προχωρεί».

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 27.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

«Μια ψυχή που περνάει απ’ τη Ρουσία»

«Ομως υπήρξε ένα βιβλίο-σταθμός στην ανέλιξη του συγγραφέως και αποτελεί ιστορικό ντοκουμέντο μιας συνταρακτικής εποχής, που μελετάται και θα μελετάται από ιστορικούς και κοινωνιολόγους και άλλους επιστήμονες», γράφει ο Δρ Πάτροκλος Σταύρου στην κατατοπιστική εισαγωγή του.

Νίκος και Ελένη Καζαντζάκη στον Καύκασο το 1928. Μαζί τους ήταν ο συγγραφέας Παναΐτ Ιστράτι και η γυναίκα του. Τα τέσσερα ταξίδια του Καζαντζάκη στη Σοβιετική Ενωση από το 1919 έως το 1929 γέννησαν το

Νίκος και Ελένη Καζαντζάκη στον Καύκασο το 1928. Μαζί τους ήταν ο συγγραφέας Παναΐτ Ιστράτι και η γυναίκα του. Τα τέσσερα ταξίδια του Καζαντζάκη στη Σοβιετική Ενωση από το 1919 έως το 1929 γέννησαν το βιβλίο «Τόντα – Ράμπα»

«Το μυθιστόρημα "Τόντα – Ράμπα" είναι έργο ρεαλισμού και οράματος. Αποτελεί το προϊόν μιας δεκαετίας θεωρητικής αντίκρισης στην αρχή και μερικής βίωσης εν συνεχεία των δογμάτων», επισημαίνει στο προεισαγωγικό του σημείωμα, για ένα βιβλίο που ο συγγραφέας του ονειρεύτηκε σενάριο, έγραψε επευθείας στα γαλλικά, εκδόθηκε μετά από απίστευτες ατυχίες και περιπέτειες στο Παρίσι το 1934 και κυκλοφόρησε σε μετάφραση Γιάννη Μαγκλή το 1956 από τις εκδόσεις «Δίφρος» για πρώτη φορά στα ελληνικά.

Ο «Τόντα – Ράμπα» κατ’ αναλογία με τον «Βραχόκηπο», που υπήρξε απόρροια των ταξιδιών του στην Ιαπωνία και την Κίνα, υπήρξε καρπός της βαθιάς και συγκλονιστικής γνωριμίας του και της εμπειρίας του με την τότε Σοβιετική Ενωση που έγινε σε τέσσερα ταξίδια: 1919, 1925-1926, 1927 και 1928-1929.

Σ’ αυτό, η γνωριμία του με τον Παναΐτ Ιστράτι θα παίξει επίσης ρόλο καθοριστικό: «Στη Μόσχα θ’ αρχίσω το επόμενο scenario», γράφει στον Παντελή Πρεβελάκη στις 25 Μαΐου του 1928.

«Θα λέγεται: Λένιν. Στον τάφο του Λένιν, στις 5 το απόγευμα (έτσι γίνεται πάντα), μαζεύονται πλήθος άνθρωποι και κάνουν ουρά -άσπροι, μαύροι, κίτρινοι προσκυνητές- ωσότου ο φρουρός ανοίξει τη θύρα και περάσουν, δουν και φύγουν από άλλη θύρα.

«Μια ψυχή που περνάει απ' τη Ρουσία»

Λοιπόν το film θα ‘ναι τούτο: Ενας από τους προσκυνητές, την ώρα που αντικρίζει στην κατακόμπα το γυαλιστερό κρανίο του Λένιν, σε μια στιγμή νιώθει στο μυαλό του τεράστια vision: βλέπει όλη την εξέλιξη. 1) του Λένιν, 2) της Ρουσίας, 3) της Γης… Αυτή η vision θα βαστά και στα εφτά μέρη του film.

Ο διπλανός του τον σπρώχνει τότε λίγο να προχωρήσει και φεύγει από την άλλη θύρα ο ήρωάς μου η vision του βάσταξε ένα δευτερόλεφτο. Και το πιο ενδιαφέρον για μένα: ο προσκυνητής που θα βλέπει τη vision θα ‘ναι νέγρος της Αφρικής. Φαντάζεστε τι οράματα βίας, πολέμου και συνάμα τι κάκτοι και τι αφρικανικές μάσκες και τι τοπία!».

«Αυτή είναι η πρώτη και βασική ιδέα του "Τόντα – Ράμπα" όπως τον σημάδεψε στον νου του τον Φεβρουάριο του 1929, στη γόνιμη αυτάρκεια της μοναξιάς της Σιβηρίας. Το βιβλίο αυτό ο Καζαντζάκης αποκαλεί "ένα είδος σύνθεση", μήτε μυθιστόρημα, είναι "μια ψυχή που περνάει τη Ρουσία", "με τις άπειρες, αλλοπρόσαλλες λεπτομέρειες", όπως γράφει στον Πρεβελάκη στις 5 Φεβρουαρίου 1929 από τη Σιβηρία», υπογραμμίζει ο Δρ Πάτροκλος Σταύρου στο Προεισαγωγικό του Σημείωμα.

Και στη δική της εισαγωγή στο βιβλίο η Ελένη Καζαντζάκη: «Εν αγνοία του, αυτή η άσκηση μέσω του κινηματογράφου, αυτή η περιεκτική γλώσσα με εικόνες, θα του χρησιμεύσει επιστρέφοντας από τη Ρωσία για το πρώτο του βιβλίο.

Θα γράψει το »Τόντα – Ράμπα» με μικρές κοφτές φράσεις, σαν να πρόκειτο για σενάριο ταινίας. Μια μέρα μάλιστα, ενώ σκέφτεται κάποιο άλλο σενάριο, θα επινοήσει τον χαρακτήρα του Νέγρου, του »Τόντα – Ράμπα», που δίνει το όνομά του στο βιβλίο».

Ενας ήρωας

«Αυτή η εξομολόγηση σε φόρμα ρομάντσου δεν έχει παρά έναν ήρωα. Ο Αζάντ, ο Γερανός, ο Σου-κί, η Ραχήλ, η Αμίτα, ο Αγάντα και ο Ανθρωπος με τις μεγάλες μασέλες δεν είναι παρά οι διάφορες πλευρές μιας μόνης συνείδησης, που έζησε και καθρέφτισε την πραγματικότητα -τη σύνθετη, τη ρευστή, τη χιλιοπρόσωπη- της Σοβιετικής Ενωσης… Μονάχα ο Νέγρος είναι έξω και πάνω απ’ τον ήρωα» θα γράψει όταν έρθει η ώρα του ξεκινώντας τον «Τόντα – Ράμπα» του ο Καζαντζάκης.

«Συχνά όταν τον έγραφα δεν μπορούσα να κρατήσω τα δάκρυα», θα εξομολογηθεί σε γράμμα του στον Πρεβελάκη για τον «Τόντα – Ράμπα» του, που «είναι εφτά άνθρωποι οι ήρωες, εφτά συνειδήσεις. Δηλαδή είναι οι εφτά άνθρωποι που έχω μέσα μου και που είδαν όλοι μαζί τη Ρουσία» και που «θα πει εβραϊκά "ευχαριστώ" ενώ χτυπάει νέγρικα στ’ αυτί» (Ελένη Καζαντζάκη «Ο Ασυμβίβαστος»).

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 25.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Ο Καβάφης, η Αφροδίτη και το χρέος

«Είμαστε βυθισμένοι, θέλοντας και μη, στη φοβερή ανησυχία του καιρού μας, κι ένας άνθρωπος ζωντανός δεν είναι σήμερα δυνατό να ταξιδεύει αμέριμνος σαν περιηγητής».

Ταξιδεύοντας ουσιαστικά γύρω από τη Μεσόγειο από το 1926 (Ιερουσαλήμ και Κύπρος) μέχρι τον Μοριά το 1937, ο Νίκος Καζαντζάκης και σ’ αυτό το ταξιδιωτικό βιβλίο περιγράφει τις αντιφάσεις των λαών, των

Ταξιδεύοντας ουσιαστικά γύρω από τη Μεσόγειο από το 1926 (Ιερουσαλήμ και Κύπρος) μέχρι τον Μοριά το 1937, ο Νίκος Καζαντζάκης και σ’ αυτό το ταξιδιωτικό βιβλίο περιγράφει τις αντιφάσεις των λαών, των χωρών, με όλη την ιστορική αλλαγή και αναταραχή

Από την Ιταλία του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης μέχρι την Ιταλία του φασισμού και του Μουσολίνι κι από την Αίγυπτο πριν απ’ τον παγκόσμιο πόλεμο μέχρι την Αίγυπτο μετά απ’ αυτόν, είναι σχεδόν «άλλη χώρα», και πολύ μακρινός εκείνος ο δρόμος.

Ομως ο Καζαντζάκης έτσι ταξίδευε πάντα, πέρα απ’ τον χρόνο και φτάνοντας μέχρι την ψυχή της χώρας που επισκεπτόταν κάθε φορά. Συνήθως σε εποχές μεγάλων ιστορικών αναταραχών. Και με συνθήκες δύσκολες! «Μα ταξιδεύω στην εποχή που η ψυχή του ανθρώπου, σκλαβωμένη στη μηχανή και στην πείνα, μάχεται για το ψωμί και για την ελευθερία». Ταξιδεύοντας ουσιαστικά γύρω από τη Μεσόγειο από το 1926 (Ιερουσαλήμ και Κύπρος) μέχρι τον Μοριά το 1937, ο συγγραφέας και σ’ αυτό το ταξιδιωτικό βιβλίο περιγράφει τις αντιφάσεις των λαών, των χωρών, με όλη την ιστορική αλλαγή και αναταραχή.

Αντίφαση

Ξεκινώντας από την Ιταλία σκιαγραφεί της εποχής τη μεγάλη αντίφαση: ο Μουσολίνι εκτός από τον φασισμό κηρύσσει και τον Αγιο Φραγκίσκο, τον φτωχούλη του Θεού, ως εθνική εορτή! Κι ο Καζαντζάκης, με την οξυδέρκεια του οραματιστή, ανατέμνει τους δυο τρόπους να δει κανείς τη Ρώμη αλλά και την εποχή.

Στην Αίγυπτο, κυριαρχεί «η Μεγάλη Πράσινη» στην αρχή. Η Αίγυπτος μέσα στον χρόνο, με τους μύθους, τους θρύλους και τους αρχαίους θεούς. Συγκλονιστική παραμένει η συνάντησή του με τον Καβάφη. Το πορτρέτο του, που αποτελεί την επιτομή τέχνης και ψυχανάλυσης, αναδεικνύει και μια άγνωστη εν πολλοίς καζαντζακική αρετή: «Να ένας άνθρωπος μπροστά μου, άρτιος, που τελεί τον άθλο της τέχνης με υπερηφάνεια και σιωπή, αρχηγός ερημίτης, κι υποτάσσει την περιέργεια, τη φιλοδοξία και τη φιληδονία στον αυστηρό ρυθμό μιας επικούριας ασκητικής» [?] «Ο Καβάφης έχει όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός εξαιρετικού ανθρώπου της παρακμής – σοφός, ειρωνικός, ηδονιστής, γόης, γιομάτος μνήμη. Ζει σαν αδιάφορος, σα θαρραλέος». Οι συζητήσεις τους, με μαστίχα χιώτικη, «για το σημερινό χρέος του ανθρώπου, για το χρέος μας».

Στο Σινά, οι Γραφές αναδύονται ανάγλυφα. Στην Ιερουσαλήμ ζει το Μεγάλο Σάββατο και το Πάσχα, με όλο το τελετουργικό, ξανακούει τους «Θρήνους» των Εβραίων, αναζητά τη ρίζα του «περιπλανώμενου Ιουδαίου», τη Γη της Επαγγελίας κι επισκέπτεται το Τζαμί του Ομάρ. Αντικρίζει εκ νέου «τη νέα έξοδο του ανθρώπου», την ανάγκη του «κατ’ εικόνα και ομοίωση», όσον αφορά τον Θεό, σύγχρονου προσκυνητή. Και την ημέρα του Πάσχα θέτει εντός του τα θεμέλια και της δικής του μετέπειτα «Ασκητικής». Αναγνωρίζει ότι η βία είναι «ο μυστικός νόμος της ιστορίας», αναζητά την άγια μορφή πίσω από την αγιογραφία και επιχειρεί τολμηρά στην Παραβολή του Ασώτου μια νέα παραλλαγή.

Στην Κύπρο διαπιστώνει πως όντως γεννήθηκε η Αφροδίτη. Στις αντιθέσεις της παραθέτει μια εξαίσια λογοτεχνική και πραγματολογική σκηνή: Το αλογάκι της Παναγιάς που πεθαίνοντας δίνει ταυτοχρόνως ζωή (είναι γνωστό ότι κατά την ερωτική συνουσία το θηλυκό κατασπαράζει το αρσενικό, την ίδια ώρα που η καινούργια ζωή συλλαμβάνεται και ο ρόλος του έχει κατά τη φύση ήδη επιτελεστεί!).

Στον Μοριά θ’ αντικρίσει «το πρόσωπο της Ελλάδας». Αναζητώντας αλήθεια, χαμόγελο κι Ιστορία από πόλη σε πόλη, από την Καρύταινα στη Σπάρτη, στις Μυκήνες κι ως τον Μυστρά.

Eνα βιβλίο που αποτελεί εν τέλει πολλά, την ανθρωπογεωγραφία της Μεσογείου, πρώτα απ’ όλα, με μια συγγραφική ματιά αυτοκριτική, ευαίσθητα οξυδερκή και παρατηρητική, αναστοχαστική: «Ποιο είναι το χρέος μας; Να στεκόμαστε μπροστά στην άβυσσο με αξιοπρέπεια. Να μη φωνάζουμε, μήτε να γελούμε για να κρύψουμε τον φόβο μας. Μήτε να σφαλίζουμε τα μάτια. Hσυχα, σιωπηλά, να μάθουμε να κοιτάζουμε το βάραθρο χωρίς ελπίδα και φόβο. Τούτη είναι η πιο υψηλή φωνή της ερήμου». Κι αυτή θα μπορούσε να είναι κάλλιστα η πιο υψηλή φωνή της ζωής και του ταξιδιού.

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 22.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Το μεγάλο ταξίδι σε τόπους διαφορετικούς

«Χαίρου την κάθε μέρα. Aλειφε το σώμα σου με αρώματα, άλειφε μυρωδιές τη μύτη σου, πλέκε στεφάνια λωτούς για τον λαιμό σου και για το σώμα της αγαπημένης σου, που κάθεται πλάι. Πρόσταξε τα παιχνίδια να ‘ρθουν. Τίναξε τις έγνοιες – ωσότου έρθει η ώρα να σε παν στον τόπο που αγαπά η σιωπή. Να θυμάσαι: Από εκεί κανένας δεν γυρίζει!».

Ιταλία, Αίγυπτος, Σινά, Ιερουσαλήμ, Κύπρος και Μοριάς είναι οι σταθμοί του πολυσύνθετου «Ταξιδεύοντας»

Ιταλία, Αίγυπτος, Σινά, Ιερουσαλήμ, Κύπρος και Μοριάς είναι οι σταθμοί του πολυσύνθετου «Ταξιδεύοντας»

Παλιό αιγυπτιακό τραγούδι που σώθηκε σε μια περγαμηνή. Και το ‘σωσε! Εξάλλου αυτό έκανε. Ο Νίκος Καζαντζάκης ταξιδεύοντας «έσωζε» του τόπου την ψυχή. Και το βιβλίο του «Ταξιδεύοντας Ιταλία – Αίγυπτος – Σινά – Ιερουσαλήμ – Κύπρος – Μοριάς» είναι σχεδόν μια Οδύσσεια, μια μικρή περιπλάνηση σε διαφορετικούς τόπους, λαούς, χρόνους, μέσα στο δικό του μεγάλο Ταξίδι.

Πόσο διαφέρουν οι άνθρωποι από τόπο σε τόπο; Πόσο μοιάζουν με τους αλλοεθνείς τους; Χώρες, τοπία, πολιτισμοί, λαοί, κοινωνίες, άτομα, ιστορία, τέχνες, γράμματα: τι πλούτος και τι πηγή έμπνευσης για μια καρδιά ζωντανή, για έναν νου διεισδυτικό, για μια ψυχή ανήσυχη και ευαίσθητη, όπως του Νίκου Καζαντζάκη! Ο συγγραφέας που απερίφραστα «ομολόγησε» πως οι μεγαλύτεροι ευεργέτες του υπήρξαν «τα ταξίδια και τα ονείρατα», απλώνει μπροστά μας ένα πολύχρωμο, πολύεδρο μωσαϊκό εμπειριών, περιγραφών και ερμηνειών, που αβίαστα -αλλ’ όχι ανάλαφρα- μας ταξιδεύει στον κόσμο, γύρω μας και μέσα μας, το μεγάλο ζητούμενο και σ’ αυτό το βιβλίο-ταξίδι.

«Ο Καζαντζάκης στο πιο πνευματικά μεθυστικό του απόγειο…» θα γραφτεί για το έργο στην Kirkus Reviews.

Και στην Publishers Weekly: «Πλούσια σε παρατήρηση και ανθρωπιά, σε πνευματική αναζήτηση, τα ταξιδιωτικά του ημερολόγια αποτελούν εξαιρετικά αναγνώσματα, μοναδικά σε σκοπιά και συναρπαστικά για τους υπαινιγμούς τους για πράγματα που μέλλονται να ‘ρθούν».

Το μεγάλο ταξίδι σε τόπους διαφορετικούς

Στην αμερικανική έκδοση του βιβλίου του 1984 διαβάζουμε: «Νίκος Καζαντζάκης: η πεμπτουσία του πνεύματος σε σύνθεση με το πάθος. Εχουμε εδώ τον απολογισμό των ταξιδιών τού λαμπρού μυθιστοριογράφου, το 1926 και 1927, στην Ιταλία και στη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένων και συνεντεύξεων με τον Μουσολίνι και τον Καβάφη, τον ονομαστό Ελληνα ποιητή της Αλεξάνδρειας.

Αμεσα, αυθόρμητα, εμποτισμένα με μια προφητική έκτη αίσθηση, αυτά τα στιγμιότυπα και οι σχολιασμοί τους καταδεικνύουν τις ρίζες της αλησμόνητης μυθοπλασίας που καθιέρωσε τον συγγραφέα του «Ζορμπά», του «Τελευταίου Πειρασμού» και της «Αναφοράς στον Γκρέκο» ως έναν από τους γίγαντες της σύγχρονης λογοτεχνίας. Το «Ταξιδεύοντας» είναι η «στοιχειωτική» κληρονομιά ενός μοντέρνου Οδυσσέα, ένα υπόδειγμα για τον σύγχρονο άνθρωπο που αναζητεί την ψυχή του».

Παρ’ όλα αυτά ο Νίκος Καζαντζάκης, ο μεγάλος ανικανοποίητος (έγραφε και ξανάγραφε μέχρι το τέλος τα βιβλία του) στον πρόλογο αυτού ειδικά του πολυσύνθετου από εντυπώσεις, πολιτισμούς, τόπους, λαούς, θα παραδεχτεί: «Ο δημιουργός παλεύει με ουσία σκληρή, αόρατη, ανώτερή του. Και ο πιο μεγάλος νικητής βγαίνει νικημένος» γιατί πάντα το πιο βαθύ μας μυστικό -το μόνο που άξιζε να ειπωθεί- μένει ανείπωτο».

Αφουγκραζόμενος καθαρά την εσωτερική φωνή και τον ανώτερο εαυτό του, «τούτη την ανελεήμονη φωνή – την Τίγρη τη συνταξιδιώτισσα», θα γράψει για τη μεγάλη πάλη με τις λέξεις και με την άβυσσο που αγωνίζεται για να γεφυρώσει, και για το χάος που θα πρέπει να υποτάξει ώστε να μπορεί «ο ακέραιος λόγος» ν’ αναδυθεί: «Χαιρόμαστε κι οι δυο μας που όλος ο κόσμος τούτος, ορατός κι αόρατος, είναι ένα αξεδιάλυτο μυστικό βαθύ, ακατανόητο, πέρα από τον νου, από την πεθυμιά, από τη βεβαιότητα.

Κουβεντιάζουμε οι δυο μας -η Τίγρη η συνταξιδιώτισσα κι εγώ- και γελούμε που είμαστε τόσο σκληροί, τρυφεροί κι αχόρταγοι και που ένα βράδυ σίγουρα θα δειπνήσουμε μια φούχτα χώμα να χορτάσουμε. Κι όταν έχουμε κέφι πολύ ή πίκρα αβάσταχτη, παίζουμε και βάνουμε τον Θεό να ψέλνει, τρέμοντας, ύπνους παθητικούς στον κακομοίρη τον άνθρωπο».

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 21.2.2014

 

ΒΡΑΧΟΚΗΠΟΣ

Ο κήπος που οδηγεί στη λύτρωση της ανθρώπινης ψυχής

Το «Εθνος της Κυριακής» και οι Εκδόσεις Καζαντζάκη συνεχίζουν την πορεία του σεβασμού προς τον Μεγάλο Στοχαστή και της ευθύνης απέναντι στον Ελληνα αναγνώστη. Το δωδέκατο βιβλίο της εκδοτικής σειράς είναι Ο Βραχόκηπος που αποτελεί ένα ιδιότυπο «ταξιδογράφημα» του συγγραφέα -εσωτερικής και εξωτερικής- στην Ιαπωνία και την Κίνα, προκειμένου να γνωρίσει τον πολιτισμό και την πνευματικότητα της Απω Ανατολής.

Ο Νίκος Καζαντζάκης στην Απω Ανατολή (εικονίζεται στην Ιαπωνία ή στο Γιουνάν), το καλοκαίρι του 1957.

Ο Νίκος Καζαντζάκης στην Απω Ανατολή (εικονίζεται στην Ιαπωνία ή στο Γιουνάν), το καλοκαίρι του 1957.

Ο Βραχόκηπος συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πρώιμα έργα της ώριμης λογοτεχνικής περιόδου του συγγραφέα και δεν αποτελεί το κλασικό μυθιστόρημα το οποίο έχει μυθοπλαστικούς ήρωες που πλάστηκαν λογοτεχνικά προκειμένου να δημιουργήσουν μια φανταστική ιστορία.

Αντιθέτως, είναι ένα είδος πνευματικοπολιτικού λαϊκού μυθιστορήματος που από τη μια πλευρά αποτελεί μία ξεχωριστή ξενάγηση στο πνεύμα και στην ψυχή της Ιαπωνίας και της Κίνας με συνοδοιπόρους τον νου και την καρδιά του συγγραφέα και από την άλλη πλευρά θεωρείται μια ιδιότυπη ερμηνεία και ένας ιδιόρρυθμος σχολιασμός της Ασκητικής, της φιλοσοφικής και πνευματικής παρακαταθήκης του Καζαντζάκη.

Το βιβλίο Βραχόκηπος αποτελεί πραγματικά μια συμβολική εξομολόγηση και μια αλληγορική ακροβασία μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού κόσμου του Καζαντζάκη: ο βραχόκηπος αποτελεί τη διπλή πορεία του ανθρώπου προς την πνευματική ελευθερία και την ψυχική λύτρωση.

Με τους Νέλλη και Χρυσό Ευελπίδη και Κινέζους συνοδούς στο Μέγα Σινικό Τείχος, 62 χλμ. από το Πεκίνο, στις 25 Ιουνίου 1957.

Με τους Νέλλη και Χρυσό Ευελπίδη και Κινέζους συνοδούς στο Μέγα Σινικό Τείχος, 62 χλμ. από το Πεκίνο, στις 25 Ιουνίου 1957.

Πιθανότατα ο συγγραφέας ταύτισε το εξωτερικό τοπίο της Ανατολής με την εσωτερική του αγωνία για την ελευθερία και τη θέωση, προβάλλοντας τη μετουσίωση της ύλης σε πνεύμα και αναγάγοντας το ανθρώπινο σε υπερ-ανθρώπινο. Στο μυθιστόρημα η στοχαστική προσπάθεια του Κρητικού συγγραφέα αναδεικνύει μιαν άλλη διάσταση: την πνευματική, ιδεολογική και ηθική περιπέτεια του Ανθρώπου, προκειμένου να επιτύχει με τον αγώνα και την αυτοθυσία τη «θεο-ανθρώπινη» σωτηρία του και ελευθερία του.

Η περιγραφή

Ο κήπος που οδηγεί στη λύτρωση της ανθρώπινης ψυχής

Ο Καζαντζάκης κατάφερε να συνθέσει ένα εξαιρετικό ταξιδιωτικό κείμενο το οποίο περιγράφει και τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο: ουσιαστικά πρόκειται για ένα ταξίδι στην πνευματική σφαίρα με στοιχεία από την πραγματική σφαίρα. Ο ίδιος ο συγγραφέας περιγράφει τον Βραχόκηπό του στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου: «Ενας βραχόκηπος στο βάθος ενός παλιού μοναστηριού. Μητ’ ένα λουλούδι, μητ’ ένα πράσινο φύλλο, μήτε μια στάλα νερό. Τα δέντρα και τα λουλούδια πρασινίζουν κι ανθίζουν έξω από τον αψηλό αυστηρό τοίχο. Ο κήπος αυτός είναι μια αμμουδερή έρημο, και στον άμμο της μια δεκαπενταριά βράχοι, μεγάλοι και μικροί, είναι σκορπισμένοι, θαρρείς, όπως έλαχε. Ο Κινέζος ποιητής που, εδώ και τρεις αιώνες, τον φιλοτέχνησε, είχε έναν ξεκάθαρο σκοπό: να υποβάλει την εικόνα μιας τίγρης που φεύγει».

Το φυσικό τοπίο εντυπωσιάζει τον Μεγάλο Στοχαστή δημιουργώντας του συναισθήματα εξαιρετικής δυναμικής: παρομοιάζει την τίγρη με τον Θάνατο ή τον Ερωτα ή ακόμα με τον ίδιο τον Θεό. Η σκέψη του κυριεύεται από ένα δυνατό κάθετο φως το οποίο διαφωτίζει σιγά σιγά τους πιο σκοτεινούς του πόθους, εκφράζοντας την ανείπωτη κραυγή: «Δε γνοιάζουμαι πια για την Αρχή ή για το Τέλος των πραγμάτων. Δεν κάνω πια καμιά υπόθεση. Καταφρονώ κάθε ελπίδα και κάθε βολική αναντρία. Σκάβω τη γη, το δικό μας χωράφι. Βλέπω με τα μάτια μου, αγγίζω με τα χέρια μου: Από την ανόργανη ύλη ίσαμε το φυτό, από το φυτό ίσαμε το ζώο, από το ζώο ίσαμε τον άνθρωπο ?κάποιος ή κάτι, εδώ και χιλιάδες αιώνες, ανεβαίνει, ανεβαίνει, ανεβαίνει με αγώνα. Θέλω ν’ ακολουθήσω το ρυθμό του, ν’ ανέβω μαζί του, να ξεπεράσω τους γονιούς μου, να ξεπεράσω τον εαυτό μου, να παστρέψω μέσα στην καρδιά και στο νου μου το δρόμο για κείνον που ανεβαίνει. Να πετάξω επιτέλους την ποίηση, την ευαιστησία, την τρυφερότητα, την ευτυχία! Να κοιτάξω κατάματα, χωρίς αντικαθρεφτίσματα απ’ ομορφιά, καλοσύνη ή φόβο, την τρομακτική και υπέροχη πραγματικότητα. Να κάμω λεύτερη καρδιά, κατά την εικόνα αυτού του Βραχόκηπου!» Με τρόπο μυστηριακό ένας κήπος βράχων εμφανίζεται κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της ανθρώπινης ύπαρξης? με τρόπο φιλοσοφικά μυστικιστικό ένας βραχόκηπος συμβολίζει τη δυναμική απεικόνιση της ανθρώπινης ψυχής.

Ο κήπος που οδηγεί στη λύτρωση της ανθρώπινης ψυχής

Ο Καζαντζάκης κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα λογοτεχνικά ιδιόρρυθμο μυθιστόρημα που πηγάζει από την περιγραφή της περιήγησής του ?τόσο πνευματικής όσο και σωματικής? στην Απω Ανατολή το οποίο αποτελεί μια ιστορία ενός ανθρώπου που προσπαθεί να σώσει την ψυχή του, έχοντας όμως έντονα την επίγνωση ότι ο περίγυρός του μάχεται ουσιαστικά για την ίδια του τη ζωή. Κανένα άλλο έργο του Κρητικού συγγραφέα πιθανότητα δεν πλησιάζει τόσο κοντά στην αποτύπωση ολόκληρου του μέτρου του πνευματικού αγώνα του, όσο αυτό το μυθιστόρημα, που γράφτηκε στο ζενίθ της βίαιης σύγκρουσης μεταξύ Ιαπωνίας και Κίνας? τέλος, ο Βραχόκηπος ή αλλιώς Κήπος των Βράχων ?σύμφωνα με τον αρχικό γαλλικό τίτλο Le Jardin des rochers? αποτελεί για τον Καζαντζάκη ένα σύμβολο της ελευθερίας χωρίς φτιασίδια και πολλά στολίδια? ένας Κήπος της Ελευθερίας ?πνευματικής και σωματικής? άναρχος χωρίς χρώματα, χωρίς αρώματα αλλά μονάχα καμωμένος από το ίδιο χώμα της δημιουργίας του Ανθρώπου: η ψυχή του ανθρώπου είναι ελεύθερη κατ’ εικόνα και κατ’ έννοια της όψης των βράχων. Μοναδικός σκοπός του ανθρώπου πρέπει να είναι η μεταποίηση του εφήμερου, του φθαρτού, του ανθρώπινου σε αιώνιο, άφθαρτο και θεϊκό.

Αντίθετες κοσμικές αρχέγονες δυνάμεις

Η σκέψη του Νίκου Καζαντζάκη παρουσιάζεται ως ένα διπολικό συνεχές στο οποίο αγωνιά και αγωνίζεται να εκφράσει ?όσο το δυνατόν πιο δυναμικά και μαχητικά? την εσωτερική Κραυγή του. Ο συγγραφέας επιλέγει ως σφραγίδα του ένα σύμβολο της φιλοσοφίας με απωανατολίτικες ρίζες, προκειμένου να εικονοποιήσει τις αντιθετικές δυνάμεις που επηρεάζουν και αποτυπώνουν τη συγγραφική του κραυγή από σκέψη σε λόγο, οπότε και επιλέγει ένα σημάδι όμοιο του Pa Kua.

Ο κήπος που οδηγεί στη λύτρωση της ανθρώπινης ψυχής

Σύμβολο

Στο κέντρο του Pa Kua (Ba Gua ή Bagua) βλέπουμε το περίφημο Yin Yang: στην κινεζική φιλοσοφία το Taiji συμβολίζει τις αντίθετες, αλλά και συμπληρωματικές, αρχέγονες κοσμικές δυνάμεις: το Yin (σελήνη) είναι η δεκτική, παθητική, ψυχρή θηλυκή δύναμη, ενώ το Yang (ήλιος) η δοτική, ενεργητική, θέρμη αρσενική δύναμη. Οι συνδυασμοί από συνεχείς και σπασμένες γραμμές στα 8 τρίγραμμα γύρω από το Yin Yang, που αντιπροσωπεύουν τις αέναα ρέουσες και μεταβαλλόμενες δυνάμεις των στοιχείων του σύμπαντος, συνιστούν το Yi-Jing («Βιβλίο των Αλλαγών»), μια από τις αρχαιότερες γνωστές μεθόδους μαντείας, που απεικονίζει τη φιλοσοφία της αλληλοσύνδεσης. Κάθε τρίγραμμο αντιπροσωπεύει μια κατεύθυνση, ένα στοιχείο, ένα ζώο κ.ο.κ. Οι συνεχείς γραμμές σημαίνουν «Ναι» (Yang) και οι σπασμένες «Οχι» (Yin). Τα 3 αντιτιθέμενα τρίγραμμα από 3 συνεχείς όψεις και 3 σπασμένες παίρνουν σταδιακά τις όψεις το ένα του άλλου, μέχρι να εκλείψει η μεταξύ τους διαφορά. Το Yi-Jing συμβολίζει τη συμπαντική παρουσία των αντιθέτων, τα οποία αναγνωρίζει ως ευμετάβλητα και απολύτως εφήμερα. Σε κάποιο σημείο τα 8 τρίγραμμα τοποθετήθηκαν μαζί, για να σχηματίσουν τα 64 εξάγραμμα, και όλα αυτά μαζί θεωρήθηκαν ότι παριστάνουν όλες τις βασικές ανθρώπινες και κοσμικές καταστάσεις.

Ιερός τροχός του Shinto

Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρεται στο έμβλημα ως «ιερό τροχό του Shinto» σε επιστολή του προς τον φίλο του Παντελή Πρεβελάκη στις 16 Ιουλίου 1935: «Σας στέλνω [ένα δελτάριο με] μιαν πόρτα του Shinto, κόκκινη, elegante [= κομψή], μαύρη στην κορφή της. Είναι η Πύλη της Σωτηρίας. […] Σας εσχεδίασα και τον ιερό τροχό του Shinto, που θα μπει στο ανώφλι του σπιτιού». Και ο Πρεβελάκης υποσημειώνει: «Ο ιερός τροχός του Σίντο μπήκε πράγματι στο ανώφλι του σπιτιού του Κ. στην Αίγινα, υπό μορφή ψηφιδωτού (μαύρες και χρυσές ψηφίδες)». Ο Κρητικός συγγραφέας με το Εργο και τη Δράση του απέδειξε ότι ήταν ένα πνεύμα ανήσυχο, μια ψυχή με έντονες υπαρξιακές αναζητήσεις, ένας νους φιλομαθής, μια καρδιά με ξεχωριστές αγωνιώδεις αντιδράσεις? ασχολήθηκε αρκετά τόσο με την ανατολική φιλοσοφία και ιστορία όσο και με τις ανατολικές θρησκείες.

Η Ελένη Καζαντζάκη, επηρεασμένη από τις σκέψεις και τις αναζητήσεις του συζύγου της, επέλεξε το σύμβολο του Shinto ως έμβλημα των Εκδόσεων Καζαντζάκη προκειμένου να ακολουθεί ως λογότυπο τις εκδόσεις και το έργο του Μεγάλου Στοχαστή.

ΑΣΤΕΡΙΣΚΟΙ
Κείμενο γαλλικό, έργο κατά παραγγελία

  • TO MΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
    Ο Βραχόκηπος έχει μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε 10 γλώσσες: Αγγλικά, Αλβανικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιαπωνικά, Ισπανικά, Κορεάτικα, Ολλανδικά, Πορτογαλικά και Τουρκικά. Το βιβλίο ακολουθεί εκδοτικά την παρακάτω πορεία: κυκλοφορεί το 1960 στην ελληνική γλώσσα σε πρόλογο και μετάφραση (από το γαλλικό πρωτότυπο) του Παντελή Πρεβελάκη από το Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» στην Αθήνα. Τέλος, από το 1971 μέχρι και σήμερα αναλαμβάνει την έκδοση του μυθιστορήματος -όπως και του συνόλου της εργογραφίας του Κρητικού συγγραφέα- ο εκδοτικός οίκος της Ελένης Καζαντζάκη.
  • Ο ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ
    συγγράφει το μυθιστόρημα στη γαλλική γλώσσα το 1936 στην Αίγινα, μετά από παραγγελία του εκδότη Grethlein της Λειψίας, ο οποίος δεν κατάφερε να το εκδώσει τελικά, εξαιτίας της κυριαρχίας του ναζιστικού καθεστώτος. Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί για πρώτη φορά το 1939 στην ολλανδική γλώσσα σε μετάφραση του Rein Blijstra από τον εκδοτικό οίκο Wereldbibliotheek στο Αμστερνταμ. Το γαλλικό πρωτότυπο κείμενο εκδίδεται το 1959 στο Παρίσι από τον εκδοτικό οίκο Plon.

Γράφει ο Δρ ΝΙΚΟΣ ΜΑΘΙΟΥΔΑΚΗΣ, διδάκτωρ Εφαρμοσμένης Γλωσσολογίας & Λογοτεχνικής Υφολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και εργάζεται ως επιστημονικός σύμβουλος των Εκδόσεων Καζαντζάκη, 26.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Βόλτα στην Απαγορευμένη πόλη

Ερωτική ιστορία, οδοιπορικό σε Ιαπωνία και Κίνα, λογοτεχνικό ημερολόγιο αυτογνωσίας και αλληγορικό παραμύθι, ο «Βραχόκηπος» περιλαμβάνει στις σελίδες του όλη την καζαντζακική κοσμοθεωρία

«Ταξίδια, μια αιματόχρωμη γραμμή μέσα από τις ηπείρους. Μια καρδιά που δεν ντρέπεται να ξομολογιέται δημόσια, στο τυπωμένο χαρτί», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στον «Βραχόκηπο»

«Ταξίδια, μια αιματόχρωμη γραμμή μέσα από τις ηπείρους. Μια καρδιά που δεν ντρέπεται να ξομολογιέται δημόσια, στο τυπωμένο χαρτί», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στον «Βραχόκηπο»

«Πού την είχα δει; Πουθενά. Αλλά το ρεούμενο και τρεμάμενο πρόσωπό της αντιστοιχούσε θαυμάσια με το σταθερό πρόσωπο που γύρευα πάνω στη γη».

Είναι από την πρώτη συνάντηση του αφηγητή με τη Σιου ? Λαν. Η Σιου- Λαν είναι η αδελφή του συμφοιτητή του Λι-Τεχ και το καινούργιο πρόσωπο της Κίνας.

Επειδή ο «Βραχόκηπος» του Νίκου Καζαντζάκη που γράφτηκε το 1936 μέσα σε έναν μήνα, και είναι πολλά και σημαίνει πολλά: ερωτική ιστορία με ανεκπλήρωτο έρωτα, οδοιπορικό στον κόσμο της Ιαπωνίας και στην προεπαναστατική Κίνα, δοκίμιο περί της αγωνίας του όντος, λογοτεχνικό ημερολόγιο αυτογνωσίας, αλληγορικό παραμύθι και μια σειρά από παραβολές.

Η αέναη πορεία στον χώρο και στον χρόνο δυο αρχαίων αλλά ωστόσο τόσο διαφορετικών στη βάση και στις εκφάνσεις τους πολιτισμών.

Η ιστορία ξεκινά για τον αφηγητή «καθ’ οδόν». Με τη Γιοσίρο Σαν, τη Γιαπωνέζα που επιστρέφει για να εκδικηθεί: τον παλιό κόσμο, τον φίλο του κι εραστή της Λι-Τεχ, τον Κινέζο εραστή.

Βόλτα στην Απαγορευμένη πόλη

«- Φοβούμαι πως δεν θα σας ξαναδώ, Γιοσίρο Σαν! της είπα, κυριευμένος ξαφνικά από έναν αισθηματισμό αρκετά γελοίο.

-Κι ύστερα; Εκαμε η Γιοσίρο, σφίγγοντάς μου δυνατά το χέρι. Καλή ζωή, καλό θάνατο, και βάλτε χαλινάρι στην καρδιά σας!».

Η Γιοσίρο Σαν θα σταθεί για τον αφηγητή προφητική. Εκεί που θα πάει, στην Απω Ανατολή, σε ένα ταξίδι ζωής, θα γίνει ένας άνθρωπος που θα προσπαθήσει να σώσει την ψυχή του, έχοντας επίγνωση πως την ίδια στιγμή οι άλλοι μάχονται για την ίδια τους τη ζωή.

Στις σελίδες του, οι Κινέζες κι οι γκέισες θα πάρουν τη θέση τους, το θέατρο Νο, η τραγωδία και οι Ναοί θα επιδιώξουν να ξαναβρούν το κέντρο της ζωής.

Οι κήποι κι η Απαγορευμένη Πόλη, οι λέξεις, θα αποτελέσουν για μια ακόμα φορά το κλειδί.

Ο έρωτας κι ο αγώνας να σώσεις, τελικά την ψυχή θα αποδειχθούν πόλοι αντιφατικοί: «Να πολεμάς για μιαν υπόθεση που την ξέρεις χαμένη, αυτός είναι ο μόνος αγώνας που στέκει στον περήφανο άντρα», θα επιμείνει ο αφηγητής.

Γνωρίζοντας τόσο καλά ότι «Ο έρωτας για μια γυναίκα άλλης ράτσας είναι σπαραχτικός (…) ξεσκισμένος από ανεξήγητες τύψεις για κάποια έσχατη προδοσία».

Διπλή πορεία

Και ο «Βραχόκηπος» υπήρξε για τον Καζαντζάκη πορεία διπλή, εσωτερική και εξωτερική. Με τον γνωστό δυαδισμό μου, ύλη και πνεύμα, με τις μεγάλες εσωτερικές του συγκρούσεις, με τη γνωστή ταξιδιωτική του οξυδέρκεια, με τους Σαμουράι απέναντι, και με το χρέος του Αφηγητή.

Με τον αγνοημένο αυτοσαρκασμό του:

«Τινάχτηκα. Η ζωή μου; Ταξίδια, μια αιματόχρωμη γραμμή μέσα από τις ηπείρους. Μια καρδιά που δεν ντρέπεται να ξομολογιέται δημόσια, στο τυπωμένο χαρτί, και να ρίχνεται μπουκιές μπουκιές στα γουρούνια. Ενας γραφιάς! Μια ζωή από χαρτί και μελάνι? Μια πονεμένη ψυχή! ?Τίποτα?? αποκρίθηκα χαμηλόφωνα».

Ο Νίκος Καζαντζάκης έγραψε τον «Βραχόκηπο» απευθείας στα Γαλλικά, γλώσσα στην οποία έμελλε να εκδοθεί.

Το 1959, δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, κυκλοφόρησε μεταφρασμένο στη γλώσσα μας από τον φίλο του Παντελή Πρεβελάκη.

Η ελληνική έκδοση περιλαμβάνει, εκτός από το κείμενο του μυθιστορήματος και το Επίμετρο του δρος Πάτροκλου Σταύρου, Πρόλογο και Σημείωμα του μεταφραστή.

Οπου επισημαίνεται ο δυαδισμός και η αισθαντικότητα, το δίπολο δράσης και στοχασμού, «η εκτυφλωτική φαντασμαγορία του κόσμου, ο διαστοχασμός επάνω στη μοίρα του ανθρώπου, η έξαψη των συναισθημάτων ανάμεσα στα δημιουργήματα της τέχνης, οι ακραίες αποφάσεις: η αγωνία ενός υπερήφανου κόσμου».

Εκείνο, όμως, που είναι πραγματικά εντυπωσιακό και η μεγάλη καζαντζακική πρωτοπορία είναι η εγκιβωτισμένη «Ασκητική»! Κι αυτό, ας το επαναλάβουμε, μόλις το 1936!

Μυθιστόρημα με εγκιβωτισμένο φιλοσοφικό δοκίμιο, ημερολογιακές και ταξιδιωτικές σημειώσεις, σύγκρουση κόσμων και η ειρηνική συνύπαρξη όχι μονάχα δύο αλλά τριών πολιτισμών.

Διότι η καζαντζακική κοσμοθεωρία και η πράξη βρίσκονται στον «Βραχόκηπο» μέσα, εκεί!

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 15.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Πνευματική περιπέτεια στην άκρη του κόσμου

«Ο Κήπος των Βράχων είναι κι αυτός ένα "Ταξιδεύοντας?, με τη διαφορά πως ο συγγραφέας υψώνει εδώ το ταξίδι του σε πνευματικότερη σφαίρα, εισάγει φανταστικά πρόσωπα και περιπλέκεται μαζί τους σε μια δράση: ένα μυθιστόρημα με κύριο πρόσωπο τον αφηγητή.

Η εκτυφλωτική φαντασμαγορία του κόσμου, ο διαστοχασμός πάνω στη μοίρα του ανθρώπου είναι ανάμεσα στα θέματα που απασχολούν τον Νίκο Καζαντζάκη στον «Βραχόκηπο»

Η εκτυφλωτική φαντασμαγορία του κόσμου, ο διαστοχασμός πάνω στη μοίρα του ανθρώπου είναι ανάμεσα στα θέματα που απασχολούν τον Νίκο Καζαντζάκη στον «Βραχόκηπο»

Το θέμα είναι -καθώς το λέει ο Καζαντζάκης στην επιστολή του- η διπλή πορεία του ήρωα: μέσα από τις περιπέτειες της καρδιάς και του πνεύματός του ανεβαίνει ολοένα σε μιαν ηρωική αντίληψη του Χρέους από επεισόδιο σε επεισόδιο της δοκιμασίας του, περιγράφει στη γλώσσα των ιδεών την ανάβασή του. Διπλή πορεία. Καταλήγει στον "Κήπο των Βράχων", έναν κήπο δίχως λουλούδια, δίχως δέντρα, δίχως νερό αλλά που με τους βράχους του δίνει την εικόνα της ελεύθερης ψυχής, που δεν έχει ψευδαισθήσεις, δεν έχει ελπίδες», γράφει για τον «Βραχόκηπο» του Νίκου Καζαντζάκη ο Παντελής Πρεβελάκης στο βιβλίο του «Ο ποιητής και το ποίημα της Οδύσσειας», εξάλλου ήταν εκείνος που έκανε την ελληνική μετάφραση.

Ο «Βραχόκηπος» γράφτηκε από τον Νίκο Καζαντζάκη το 1936 στα γαλλικά.

Τις σχετικές διευκρινίσεις μάς τις δίνει και πάλι ο Παντελής Πρεβελάκης στον πρόλογό του στην πρώτη ελληνική έκδοση (έκτοτε, βέβαια, έγιναν πάμπολλες επανεκδόσεις): «Στα 1935 ο Καζαντζάκης ήταν πενήντα δύο χρονών. Είχε ήδη δημοσιεύσει τις τραγωδίες του "Οδυσσέας", "Χριστός" και "Νικηφόρος Φωκάς", είχε αποκτήσει φήμη απ’ τα ταξιδιωτικά του βιβλία και για μια μικρή μερίδα του αναγνωστικού κοινού ήταν ο στοχαστής της "Ασκητικής".

Πνευματική περιπέτεια στην άκρη του κόσμου

Ενας θρύλος τον παρακολουθούσε: για το φιλέρημο φυσικό του, την ασκητική ζωή του, τον ανικανοποίητο πόθο του. Μπορεί κανείς να πει ότι οι περισσότεροι διέβλεπαν από τότε πως ο Καζαντζάκης αναζητούσε τη σωτηρία του στα ακρότατα. Οι οικείοι του το ήξεραν καλύτερα πως είχε φιλοδοξήσει να είναι ένας ιδρυτής θρησκείας, ένας μύστης και πως όταν είχε παραδεχτεί τα όριά του είχε αφοσιωθεί στη δημιουργία ενός μακρού ποιήματος που έφερε τον τίτλο "Οδύσσεια"». Συνεχίζοντας, όσον αφορά τον «Βραχόκηπο», ο Παντελής Πρεβελάκης θ’ αναφερθεί στα ίδια τα λόγια του Καζαντζάκη.

«Ταξίδι»

«»Δεν κάνουμε άλλο ταξίδι παρά γύρω στην ψυχή μας", θα πει στον "Βραχόκηπο" ο Καζαντζάκης’ "το πολύ πολύ μέσα στην ψυχή μας. Δεν βρίσκουμε στην άλλη άκρη του κόσμου, στις πιο εξωτικές χώρες, παρά την ίδια μας την εικόνα". Και θα αναφέρει αλλού: "Εβρισκα σ’ αυτή την πνευματική περιπέτεια αυτό που είχα βάλει εγώ ο ίδιος. Εκαμα να τιναχτεί από τον ωκεανό μια Ιαπωνία με το πρόσωπο του πόθου μου" ["] Ο Καζαντζάκης είχε περιγράψει στον "Βραχόκηπο", άλλη μια φορά, τη σύγκρουση της σάρκας με το πνεύμα -τον δυαδισμό, που αποτέλεσε τον άξονα της αισθαντικότητας και της σκέψης του-» θα επισημάνει ο Π. Πρεβελάκης, υπογραμμίζοντας, «αλλά δεν γινόταν να λησμονήσει την άλλη περιλάλητη αντινομία της δράσης και του στοχασμού. Ο εκπρόσωπος της δράσης είναι εδώ ο Κινέζος επαναστάτης, ο παλιός συμφοιτητής του αφηγητή.

Ο επαναστάτης λυτρώνεται μέσα στην Ιστορία ο αφηγητής -που είναι ο ίδιος ο Καζαντζάκης- ποθεί σπαρακτικά να εκμηδενιστεί κι αυτός σε μια πραγματικότητα υπέρτερη από το εγώ του.

Αλλά είναι ακόμα ευπαθής σε όσα αντιθέτουν τον άνθρωπο με τον κόσμο. Και την ευπάθειά του την ανάγει στη θεωρία της ματαιότητας: «Απέχω από τον αγώνα, γιατί ξέρω το τέλος των πραγμάτων».

Αλλά και τ’ άλλα θέματα που διατρέχουν τη συνολική δημιουργία του Καζαντζάκη, παρουσιάζουνται ξανά στον «Βραχόκηπο».

Η εκτυφλωτική φαντασμαγορία του κόσμου, ο διαστοχασμός πάνω στη μοίρα του ανθρώπου, η έξαψη των συναισθημάτων ανάμεσα στα δημιουργήματα της τέχνης, οι ακραίες αποφάσεις: η αγωνία ενός περήφανου πνεύματος».

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 14.2.2014

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Μαγικό ταξίδι στον «Βραχόκηπο»

«Μπήκαμε σε πολεμική περίοδο, το χρέος μας είναι να γίνουμε πολεμιστές. Η εποχή μας είναι, το θέλουμε – δεν το θέλουμε, σιδερόφραχτη. Πρέπει κι η καρδιά μας να ‘ναι σιδερόφραχτη. Να πετάξουμε έξω την κλαψιάρικη ποίηση, τη ρομαντική αισθηματικότητα, την τρυφεράδα, την ευτυχία. Να κάμουμε μια καρδιά αυστηρή, χωρίς αυταπάτες, χωρίς μάταιες ελπίδες, λεύτερη. Μιαν καρδιά σαν κείνους τους γιαπωνέζικους ή κινέζικους κήπους που ‘ναι χωρίς λουλούδια, χωρίς δέντρα, χωρίς νερό, καμωμένοι μονάχα από βράχους»

«Το άτομο γεννήθηκε εφήμερο, η φυλή είναι αιώνια. Οποιος θυσιάζεται για τη φυλή του γίνεται αθάνατος», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στον «Βραχόκηπο»

«Το άτομο γεννήθηκε εφήμερο, η φυλή είναι αιώνια. Οποιος θυσιάζεται για τη φυλή του γίνεται αθάνατος», γράφει ο Νίκος Καζαντζάκης στον «Βραχόκηπο»

Εγραφε ο Νίκος Καζαντζάκης κι ολοκλήρωνε μέσα σε έναν μήνα τον «Βραχόκηπό» του το 1936, επηρεασμένος βαθύτατα από τα ταξίδια του στην Κίνα και την Ιαπωνία, όπως μας εξηγεί στο επίμετρό του ο δρ Πάτροκλος Σταύρου: «Εάν ο "Τόντα – Ράμπα" είναι το πολιτικό μυθιστόρημα των τεσσάρων ταξιδιών του Νίκου Καζαντζάκη στη Σοβιετική Ενωση, ο "Βραχόκηπος" είναι το πολιτικό-πνευματικό μυθιστόρημα της πρώτης από τις δύο επισκέψεις του στην Κίνα και στην Ιαπωνία».

Αποκαλύπτοντας μάλιστα ότι «Ταξίδι ονειρευόταν και στην Ινδία, για ανάλογο βιβλίο, για το οποίο βρήκε και τίτλο: Felsenkloster (Μοναστήρι των Βράχων). Το ταξίδι παρέμεινε όνειρο, καθώς και το βιβλίο».

Για την άντληση πληροφοριών όσον αφορά τον «Βραχόκηπο», καταφεύγουμε ?συμπληρώνει- στις δύο βασικές και έγκυρες πηγές: Στα «Τετρακόσια Γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη», που εξεδόθησαν για πρώτη φορά το 1965 και στο «Νίκος Καζαντζάκης, Ο Ασυμβίβαστος», βιογραφία βασισμένη σε ανέκδοτα γράμματα και κείμενα του συγγραφέα, που υπογράφει η Ελένη Καζαντζάκη και εξεδόθη σε πρώτη έκδοση στα ελληνικά στη Λευκωσία το 1977.

Μαγικό ταξίδι στον «Βραχόκηπο»

Η πρώτη έκδοση του «Βραχόκηπου» έγινε στο Αμστερνταμ το 1939 στα Ολλανδικά, από τον οίκο Wereldbibliotheek σε μετάφραση Reinder Blijstra από τα γαλλικά. Για το βιβλίο, η Ελένη Καζαντζάκη θα γράψει στον «Ασυμβίβαστο» σχετικά:

«Oπως με τον ?Τόντα ?Ράμπα? και τη Σοβιετική Eνωση, ο Καζαντζάκης θέλησε με τον ?Βραχόκηπο? να δώσει την πεμπτουσία από το ταξίδι του στη Μέση Ανατολή. Οι ταξιδιωτικές του εντυπώσεις δημοσιεύονταν πρώτα στις εφημερίδες, που τον έστελναν στις διάφορες μακρινές χώρες, με όλες τις λεπτομέρειες τις χρειαζούμενες για τις εφημερίδες. Ο ?Βραχόκηπος? όμως, όπως τόσο σωστά το λέει ο βιογράφος του Αζίζ Ιζέτ, είναι ένα αργαστήρι, όπου όλα τα βιώματα του συγγραφέα ?δοκιμάζουνται?».

Απαγόρευση

Τον «Βραχόκηπο», όπως μας πληροφορεί στο επίμετρό του ο δρ Πάτροκλος Σταύρου, είχε παραγγείλει στον Καζαντζάκη ο Γερμανός εκδότης της Λειψίας, Grethlein, με σχεδιαζόμενη την έκδοσή του το φθινόπωρο του 1936.

Ο Καζαντζάκης του έστειλε το χειρόγραφο στις αρχές Απριλίου, όμως το ναζιστικό καθεστώς απαγόρευσε την έκδοση.

Για να διευκολύνει την έκδοσή του ο Καζαντζάκης το προλογίζει ως εξής: «Ο Βραχόκηπος είναι το περίπαθο μυθιστόρημα μιας ευρωπαϊκής ψυχής που γυρεύει ν’ ανανεωθεί από την επαφή με τη γοητευτική, επικίντυνη κι ηρωική ψυχή της Απω Ανατολής […] Από τις σελίδες αυτού του αλλόφρενου και συνάμα ρεαλιστικού βιβλίου ξεχωρίζουν ολοκάθαρα τα δυο μεγάλα μαθήματα που μας δίνει η Ιαπωνία. Το "Φουντόσιν", η αταραξία της καρδιάς. η αυτοκυριαρχία, η σταθερότητα μπρος στον κίντυνο. Να καταφρονάς το θάνατο, να είσαι έτοιμος να πεθάνεις κάθε στιγμή. Οταν βγαίνεις από το σπίτι σου, να βγαίνεις σα να ήταν η τελευταία φορά. Το άτομο γεννήθηκε εφήμερο, η φυλή είναι αιώνια. Οποιος θυσιάζεται για τη φυλή του γίνεται αθάνατος». Kαι το δεύτερο «Ο κίντυνος πρέπει να γίνεται το σφοδρό διεγερτικό της δράσης. Το τραγικό νόημα της ζωής, αντί να εκφυλίζεται σε θλίψη και μοιρολατρία, γίνεται δίψα ζωής. Να νιώθεις τις δυνάμεις σου να δεκαπλασιάζουνται μπρος στην τραγική μοίρα, αυτή είναι στην εποχή μας γονιμότερη και πιο άξια του ανθρώπου συμπεριφορά», μας εξηγεί.

Δίνοντάς μας ταυτόχρονα και το στίγμα, τα «κλειδιά» του «Βραχόκηπου»: «Μέσα από τις οδυνηρές περιπέτειες της καρδιάς και του πνεύματός του, ο ήρωας του βιβλίου σηκώνεται ολοένα σε μια αψηλότερη, τραγικότερη και συνάμα ηρωικότερη νόηση του ατομικού του χρέους και του χρέους της εποχής του».

Κι όλα αυτά, το 1936. Για ένα βιβλίο «ζωντανό και γραμμένο με πάθος και διαύγεια, από έναν άνθρωπο που πρέπει να πόνεσε και να στοχάστηκε πολύ».

ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ, 11.2.2014

 

 

  1. Δεν υπάρχουν σχόλια.
  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: