Αρχική > πολιτική > Πόσο θα ζήσουμε ακόμη με το τέρας;

Πόσο θα ζήσουμε ακόμη με το τέρας;

 

Νέες Εποχές: Πόσο θα ζήσουμε ακόμη με το τέρας;

Χρυσαυγίτικο κιτς σε στυλ εθνικοσοσιαλιστικό

 

ΤΟ ΒΗΜΑ 13.10.2013

Τα κόμματα απέτυχαν, οδήγησαν την Ελλάδα στη χρεοκοπία, διασύρθηκαν και το πολιτικό οικοδόμημα της μεταπολίτευσης κατέρρευσε. Η κοινωνία ένιωσε εξαπατημένη, κάποιοι αφέθηκαν να σαγηνευτούν από τη μισάνθρωπη ρητορική της Χρυσής Αυγής και η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με το τέρας. Και τώρα, που η πολιτεία ασθμαίνουσα και «λερωμένη» από το αίμα αθώων αποφάσισε να αντιδράσει, τι; Αρκούν οι προφυλακίσεις ή και οι καταδίκες στελεχών της ΧΑ για να πούμε «εφιάλτης ήταν και ξυπνήσαμε»; Ή μήπως το δηλητήριο των νεοναζιστών εμπότισε τόσο βαθιά τον κοινωνικό ιστό που θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε για καιρό ακόμη με το καρκίνωμα; Παρ’ ότι η μορφή του τέρατος είναι πλέον γνωστή, η οικονομική κρίση, η μετανάστευση και η απαξίωση του πολιτικού συστήματος φαίνεται ότι ακόμη το τρέφουν.

Μουζέλης Νίκος

Η επιρροή της Χρυσής Αυγής

Υπάρχει ένας συνδυασμός οικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών και πολιτιστικών παραγόντων που εξηγεί την εκπληκτική άνοδο της ΧΑ και την ακόμα πιο εκπληκτική διατήρηση της επιρροής της σε έναν μεγάλο αριθμό πολιτών – ακόμα και μετά την ανακάλυψη στοιχείων σχετικά με τον εγκληματικό χαρακτήρα της οργάνωσης.

Η κοινωνικο-οικονομική διάσταση

Το ότι η οικονομική κρίση, η φτωχοποίηση και η μαζική ανεργία χτύπησαν κυρίως τα λαϊκά στρώματα και τη μικρομεσαία τάξη είναι ένας προφανής παράγοντας που εξηγεί την οργή αυτού του κόσμου εναντίον του κατεστημένου και όλων αυτών που πρόφτασαν να στείλουν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό. Ο συνδυασμός της οικονομικής κρίσης με το μεταναστευτικό πρόβλημα που το διαλυμένο κράτος στάθηκε ανίκανο να χειριστεί αποτελεσματικά είναι ένας άλλος προφανής λόγος για τη στροφή ενός μέρους των λαϊκών στρωμάτων προς την άκρα Δεξιά. Η Ελλάδα έχει, αναλογικά με τον πληθυσμό της, το υψηλότερο ποσοστό μεταναστών στην Ευρώπη. Αυτό σε συνδυασμό με τις ρατσιστικές τάσεις ενός μέρους της Αστυνομίας οδήγησε στην αποδιοργάνωση του κοινωνικού ιστού, ιδίως στο κέντρο της πρωτεύουσας. Επιπλέον, υπάρχει η αντίληψη πολλών πως η μετανάστευση εντείνει την ανεργία. Αυτή η αντίληψη είναι εσφαλμένη, αφού η φτηνή μεταναστευτική εργασία έχει βοηθήσει χιλιάδες μικροεπιχειρήσεις να επιβιώσουν. Αυτό όμως αγνοείται ή δεν έχει γίνει αντιληπτό από τους χιλιάδες ανέργους που βλέπουν ένα μέρος των μεταναστών να παραμένουν στην αγορά εργασίας. Ετσι η ξενοφοβία και το σύνθημα της ΧΑ «έξω οι ξένοι» ακούγεται λογικό από τους οικονομικά αδύνατους και περιθωριοποιημένους έλληνες πολίτες.

Η πολιτική διάσταση

Πιο καθοριστική από τους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες είναι η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος της χώρας. Ο άκρως πελατειακός χαρακτήρας του, η μαζικοποίηση της διαφθοράς και της αδιαφάνειας στη Μεταπολίτευση και οι κακοί χειρισμοί των ηγεσιών της ΝΔ και του ΠαΣοΚ σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της κρίσης οδήγησαν στην απαξίωση του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Μια απαξίωση που εντάθηκε ακόμη πιο πολύ όταν οι ψηφοφόροι αντιλήφθηκαν πως τα κόμματα συνεχίζουν ακόμη και σήμερα τις μικροκομματικές, μυωπικές, αν όχι και βλακώδεις συμπεριφορές τους εντός και εκτός Βουλής.

Εδώ πρέπει να τονιστεί πως από την πλήρη απαξίωση του κομματικοκρατικού συστήματος ως την απαξίωση του κοινοβουλευτισμού η απόσταση δεν είναι μεγάλη – ειδικά σε περίοδο κρίσης και γενικευμένης λαϊκής οργής.

Οπως στην περίοδο της Βαϊμάρης, έτσι και στη χώρα μας ένας σημαντικός αριθμός ψηφοφόρων θεωρεί τα κόμματα την κύρια αιτία της παρατεταμένης κρίσης. Απ’ αυτή τη σκοπιά, η υποτιθέμενη ασυδοσία και διαφθορά όλου του πολιτικού κόσμου στο σύνολό του (που είναι βέβαια μια υπεραπλουστευτική αντίληψη) οδηγεί πολλούς να αποδέχονται ως λογική τη ρητορική ερώτηση: «Γιατί να φυλακίζονται οι βουλευτές της ΧΑ και όχι αυτοί του ΠαΣοΚ και της ΝΔ που κατάκλεψαν για δεκαετίες τον ελληνικό λαό;». Και σε όλα τα παραπάνω ανησυχητικά σημάδια πρέπει κανείς να προσθέσει την αποτυχία του μεσαίου και κεντροαριστερού χώρου να ανασυνταχθεί και να αναπτυχθεί σε μια σοβαρή πολιτική δύναμη ικανή να χαράξει έναν νέο δρόμο μεταξύ της συντηρητικής Δεξιάς και της αντιμνημονιακής Αριστεράς. Ως γνωστόν, σε κατάσταση πόλωσης, όταν ο κεντρώος χώρος είναι καχεκτικός, οι πιθανότητες έντασης του πολιτικού εξτρεμισμού αυξάνονται.

Η πολιτισμική διάσταση

Τέλος, στο πολιτισμικό επίπεδο το εκπαιδευτικό μας σύστημα γενικά και ο τρόπος διδασκαλίας της Ιστορίας στο γυμνάσιο και στο λύκειο πιο ειδικά οδηγούν στη συγκρότηση υπερεθνικιστικών, υπερφίαλων και ως εκ τούτου εύθραυστων ταυτοτήτων. Η γενικευμένη αντίληψη πως οι «ξένοι» παραγνωρίζουν τη μοναδικότητα και ανωτερότητα της «ελληνικής φυλής», πως εμείς έχουμε πάντα δίκιο και πως υπάρχουν συνεχείς συνωμοσίες εναντίον μας είναι βαθιά ριζωμένη στο φαντασιακό του λαού μας.

Αρα υπάρχει σίγουρα μια εκλεκτική συγγένεια μεταξύ του είδους του μανιχαϊστικού υπερπατριωτισμού που διδάσκεται στα σχολεία μας και του παρανοϊκού, σοβινιστικού εθνικισμού της ΧΑ (βλ. πάνω σε αυτό το θέμα το εξαιρετικό βιβλίο της Αννας Φραγκουδάκη). Δεν είναι λοιπόν περίεργο πώς η ΧΑ βρήκε στα σχολεία εύφορο έδαφος για τη ναζιστική στρατολόγηση της ελληνικής νεολαίας.

Ποιο είναι το συμπέρασμα

Η σημαντική επιρροή που η ΧΑ εξακολουθεί, παρ’ όλες τις πρόσφατες αποκαλύψεις, να έχει στην ελληνική κοινωνία εξηγείται από έναν συνδυασμό οικονομικών (ύφεση, ανεργία), κοινωνικών (μετανάστευση), πολιτικών (απαξίωση κομμάτων) και πολιτισμικών (εκπαίδευση) παραγόντων. Η προσπάθεια καταπολέμησης της ανερχόμενης ναζιστικής ιδεολογίας πρέπει να είναι πολυδιάστατη. Δεν είναι μόνο θέμα φυλάκισης/τιμωρίας της νεοναζιστικής ηγεσίας. Είναι θέμα μιας εκστρατείας διαφώτισης του κόσμου σε όλους τους θεσμικούς χώρους – από την Αστυνομία και τον Στρατό ως το σχολείο και τα ΜΜΕ. Μια τέτοια εκστρατεία διαφώτισης πρέπει να ξεκινήσει και από την κοινωνία των πολιτών αλλά και εκ των άνω: από τους δημοκρατικά σκεπτόμενους πολιτικούς που πρέπει επιτέλους να βάλουν τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό του πολιτεύματος πάνω από τα μικροκομματικά τους συμφέροντα.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSE.

 

 

Γεωργιάδου Βασιλική

Εκλογική ανοχή ή στάση αναμονής;

 

Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται μια υπερπαραγωγή δημοσκοπικών ερευνών λόγω των εξελίξεων στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής (ΧΑ). Κρύβεται άραγε κάποια διάθεση απλοποίησης πίσω από την ερμηνεία των δημοσκοπικών δεδομένων, ότι δηλαδή ένα κομμάτι της κοινωνίας επιδεικνύει αδικαιολόγητη ανοχή απέναντι στη ΧΑ; Ή μήπως η ανάλυση αυτή αποτυπώνει τις διαθέσεις μερίδας του εκλογικού σώματος, η οποία έχει αποξενωθεί από τους δημοκρατικούς θεσμούς παραμένοντας ασυγκίνητη από τις σοκαριστικές αποκαλύψεις για τη δράση της ΧΑ; Παρακάτω θα αναπτύξουμε ορισμένες αναλυτικές κατευθύνσεις που βοηθούν να σκεφθούμε νηφάλια απαντήσεις στην ερώτηση.

1. Η ΧΑ αποτελεί κλασική περίπτωση κόμματος-πολιτοφυλακής: διαθέτει αυταρχική δομή και επικεφαλής έναν «οδηγητή» (Führer) στον οποίο υπακούουν οι παραστρατιωτικά οργανωμένοι ακόλουθοι. Αυτή η δεσποτική δομή ενός καισαριστικού μηχανισμού δημιούργησε κοινωνικές διασυνδέσεις. Η συμμετοχή σε πράξεις βίαιου ακτιβισμού και η εκπαίδευση στην ιδεολογία και στις πρακτικές του είναι ο ενδότερος δεσμός που έχει συναφθεί μεταξύ της οργάνωσης και των μελών/ενεργών υποστηρικτών της. Η ΧΑ είδε τα ποσοστά της να αυξάνονται τριάντα χρόνια μετά την ίδρυσή της, όμως τα χαρακτηριστικά της δεν παραπέμπουν στον τύπο του «κόμματος-πυγολαμπίδας» (flash party), ώστε να αναμένουμε η τωρινή κρίση του μηχανισμού να οδηγήσει άμεσα στο τέλος του.

Υπάρχουν μορφώματα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς που ξαφνικά κατέλαβαν μια θέση στην κομματική αρένα, για να εξαφανιστούν απρόσμενα μετά από μικρής διάρκειας παρουσία στην πολιτική σκηνή: το Κόμμα του Ronald Schill στο Αμβούργο και η Λίστα του Pim Fortuyn στην Ολλανδία αποτελούν παραδείγματα «κομμάτων» που απογειώθηκαν και εξαφανίστηκαν απότομα. Η ΧΑ δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία· δεν είναι τυπικό προσωποκεντρικό μόρφωμα που δραστηριοποιείται στο πεδίο της μεταπολιτικής διεκδικώντας ηγεμονία σε ηθικο-πολιτισμικά διακυβεύματα. Αντιθέτως, πρόκειται για οργάνωση που με βίαιο ακτιβισμό και κυνικές πρακτικές έχει υπόγεια απλωθεί στην κοινωνία. Ποιοι μπλέχθηκαν στα πλοκάμια της και πώς θα ξεμπλέξουν;

2. Ο σκληρός πυρήνας του κόμματος-πολιτοφυλακής πλαισιώνεται από εκλογείς που είτε ψήφισαν ΧΑ είτε δηλώνουν τέτοια πρόθεση στις δημοσκοπήσεις. Οι πραγματικοί και δυνητικοί ψηφοφόροι της δεν αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο. Μεταξύ τους εντοπίζονται τρεις υποκατηγορίες διαφοροποιούμενες αναλόγως του βαθμού εγγύτητας στην οργάνωση: πρόκειται για εκείνους που ταυτίζονται με τις θέσεις της και είναι σχεδόν οι μισοί από τους ψηφοφόρους της τού 2012, τους απόμακρους από τα πιστεύω της που φθάνουν οριακά στο 20% των εκλογέων της και τους ουδέτερους που αποτελούν το 1/3 των ψηφοφόρων της και οι οποίοι χωρίς να συμφωνούν δεν διαφωνούν κιόλας με ό,τι η οργάνωση πρεσβεύει πολιτικά.

Ο βαθμός εγγύτητας των ψηφοφόρων με τη ΧΑ προϊδεάζει για τη στάση τους μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Τα δημοσκοπικά δεδομένα (βλ. σχετική επεξεργασία στο metapolls.net) φανερώνουν ότι το διάστημα από το τέλος Αυγούστου 2013 ως τη δολοφονία του 34χρονου ράπερ η ΧΑ απώλεσε το 35% της δημοσκοπικής δύναμής της, ποσοστό ψήφων που στο μεγαλύτερο μέρος του μετατοπίστηκε προς την αδιευκρίνιστη και λευκή ψήφο. Ωστόσο μετά τη σύλληψη και προφυλάκιση του αρχηγικού πυρήνα δεν παρατηρήθηκαν μεταβολές στα ποσοστά της. Πώς εξηγείται η ακινησία μετά την πρώτη τάση φυγής στο σώμα των ψηφοφόρων της;

3. Η ψήφος είναι μια ατομική απόφαση που δομείται από θεσμικούς κανόνες. Ο εκλογέας επιλέγει τι θα ψηφίσει ως αποτέλεσμα συναισθηματικών ταυτίσεων, κοινωνικών επιρροών ή ορθολογικών υπολογισμών. Τα κίνητρα της ψήφου τον ωθούν να οριστικοποιήσει τη στάση του εφόσον δεν βρίσκεται εν μέσω «διασταυρούμενων πιέσεων», δηλαδή αντιφατικών επιρροών που τον καθιστούν ανήμπορο να αποφασίσει. Η ευθύνη της επιλογής βαραίνει προσωπικά κάθε ψηφοφόρο, όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η σημερινή κατάσταση σε σχέση με το διπλό status της ΧΑ συνιστά μια περίπτωση άσκησης «διασταυρούμενης πίεσης»: η ΧΑ (εξακολουθεί να) αναγνωρίζεται ως «κοινοβουλευτικό κόμμα» που μετέχει στη λειτουργία της Βουλής, παρ’ ότι αποτελεί μια οργάνωση υπό κατηγορία, ότι στο εσωτερικό της λειτουργεί μια «δομημένη ομάδα» που «επιδιώκει τη διάπραξη κακουργημάτων» και παρ’ ότι επίσης ουδέποτε πληρούσε τα τυπικά χαρακτηριστικά πολιτικού κόμματος όπως τα ορίζει η δημοκρατική-συνταγματική τάξη. Ενδεχομένως η οργάνωση παρ’ όλα αυτά να γνωρίζει ανοχή ή αποδοχή σε ένα κομμάτι εκλογέων, όμως ένα άλλο τμήμα τους παρεμποδίζεται να αναπροσδιορίσει τη στάση του απέναντί της εξαιτίας της «σχιζοειδούς» διττής παρουσίας της οργάνωσης. Σε μια δημοκρατία οι πολίτες είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν ποιοι θα τους εκπροσωπήσουν, όμως η Πολιτεία έχει την τελική ευθύνη πιστοποίησης των επιλογών αυτών· σε σχέση με τη Χρυσή Αυγή η Πολιτεία δεν έχει ακόμη αναλάβει αυτή την ευθύνη.

Η κυρία Βασιλική Γεωργιάδου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

 

Γιατρομανωλάκης Γιώργης

Οι διανοούμενοι της Χρυσής Αυγής

Ενδεχομένως οι τελευταίες δικαστικές επεμβάσεις όσον αφορά τη Χρυσή Αυγή (ΧΑ) να προοιωνίζονται κάτι θετικό, ωστόσο είναι καιρός επίσης να συνειδητοποιήσουμε πως αυτό το νεοναζιστικό μόρφωμα δεν είναι μόνο ό,τι φαίνεται, ούτε πρόκειται για μια συνηθισμένη εγκληματική οργάνωση που θα πάψει να υφίσταται αν φυλακισθούν τα ηγετικά στελέχη, τα πρωτοπαλίκαρα και οι πυρηνάρχες. Ούτε και είναι εύκολο να πεισθούν και οι 425.792 ψηφοφόροι της ότι έκαναν λάθος.

Τα συνήθη επιχειρήματα ότι εμείς είμαστε δημοκράτες, αυτοί όχι, ότι εμείς είμαστε στη σωστή μεριά, εκείνοι στη λάθος, δεν πιάνουν πάντοτε. Αν μάλιστα προστεθεί και η θεωρία των δύο άκρων, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη δυσκολότερα. Για τούτο όσοι πραγματικά ενδιαφερόμαστε για τον τόπο (ανεξάρτητα από τις όποιες πολιτικές μας προτιμήσεις) οφείλουμε να σταθούμε απέναντι στο φαινόμενο της ΧΑ και να δείξουμε, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η ΧΑ δεν είναι ένα ακραίο πολιτικό κόμμα· είναι απειλή και όνειδος για την Ελλάδα. Πρέπει να παρουσιάσουμε τεκμήρια (που δεν θα καταρρίψει κανένα δικαστήριο) ότι η ΧΑ, όπως προβάλλεται από τα στελέχη και τους οπαδούς της, είναι το ίδιο το αποτρόπαιο πρόσωπο της βαρβαρότητας.

Ο έλεγχος για να καταδειχθεί αυτή η βαρβαρότητα δεν μπορεί να είναι μόνο νομικός ή κοινοβουλευτικός. Οφείλει να γίνει απαραιτήτως με βάση και τον πολιτισμό μας, τη λογοτεχνία μας, αρχαία και νέα, τα γράμματα και τις τέχνες, την ίδια την ελληνική γλώσσα.

Είναι περίεργο που τόσοι και τόσοι αναλυτές, αρθρογράφοι, σχολιαστές σε ΜΜΕ, στο Διαδίκτυο κλπ. προβάλλουν την παρανομία και τα ποινικά εγκλήματα αυτών των ατόμων, χωρίς ωστόσο να επισημαίνουν, όπως θα έπρεπε, ότι οι άνθρωποι αυτοί όχι μόνο βρίσκονται έξω από τα όρια της πολιτικής ζωής του τόπου (παρά τις όποιες αδυναμίες και ατασθαλίες της) αλλά και έξω από τα όρια του πολιτισμού μας.

Κανένα ελληνικό κόμμα από την οθωνική περίοδο ως τον Ευ. Βενιζέλο, τον Αλ. Παπάγο, τον Κ. Καραμανλή και τον Α. Παπανδρέου δεν χρησιμοποίησε δημόσια ένα τόσο ποταπό λεξιλόγιο. Κανείς πολιτικός μας δεν υπήρξε τόσο ακαλλιέργητος, αγράμματος και άμοιρος πολιτισμού όσο τα στελέχη της ΧΑ.

Οι άνθρωποι αυτοί χρησιμοποιούν αρχαία ελληνικά σύμβολα, χαιρετούν, υποτίθεται, κατά το στυλ του Πλάτωνα και του Σωκράτη, κάνουν εκδηλώσεις «μνήμης» στον Μαραθώνα ή δίπλα σε προτομές πολεμιστών του ’21, επισείουν τη σημαία καρφωμένη σε καδρόνια, τραγουδούν τον εθνικό ύμνο δέρνοντας, «υπερασπίζονται» τη φυλή των Ελλήνων, το «ελληνικό αίμα», την άρια καθαρότητά μας με οχετό ύβρεων, αμάθεια, προστυχιά και γελοιότητα.

Και ο ναζισμός και ο φασισμός και ο σταλινισμός υπήρξαν συστήματα ολοκληρωτικά που έχουν διαπράξει ασυγχώρητα εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας. Παρά ταύτα σε θέματα πολιτισμού κρατούσαν τα προσχήματα, πέρα από το γεγονός ότι είχαν πάντοτε υποστήριξη από πολύ αξιόλογους, κατά τα άλλα, λογοτέχνες, καλλιτέχνες, διανοούμενους – η περίπτωση του Χάιντεγκερ, τουλάχιστον ως το 1934, είναι χαρακτηριστική. Ο Χίτλερ περιστοιχιζόταν από ανθρώπους που έκαιγαν βιβλία και ανθρώπους και καταδίκαζαν την «τέχνη της παρακμής». Ομως την ίδια στιγμή το Γ’ Ράιχ έκανε συλλογή από γλυπτά και πίνακες «παρακμασμένων» καλλιτεχνών, όπως του Ματίς, του Βαν Γκογκ και του Πικάσο. Οι εθνικοσοσιαλιστές επεδίωκαν με όλα τα μέσα την παραγωγή ενός κομματικού πολιτισμού (Reichskulturkammer), όπως ανάλογα γινόταν στη Μόσχα με τον Αντρέι Ζντάνοφ και τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό του. Για ποιον άραγε λόγο αισθάνθηκαν την ανάγκη ακόμη και αυτά τα συστήματα να δείξουν ένα πρόσωπο πολιτισμένο, ενώ η ΧΑ ούτε καν το διανοείται;

Αναγκαίο ερώτημα: Εμείς οι αριστεροί, οι δεξιοί, οι πασόκοι και οι κουκουέδες σε τι άραγε διαφέρουμε από εκείνους; Ενδεχομένως μάλιστα κάποιος να αντιστρέψει τα επιχειρήματά μας και να αντιτάξει: «Σιγά τους ευγενικούς νεοδημοκράτες, συριζαίους, πασόκους κλπ. Σιγά την πολιτική και πολιτισμική κουλτούρα τους. Σιγά το καλό που έκαναν στον τόπο». Να συμφωνήσουμε. Από παντού μπάζει το σύστημα, ποιος το αρνείται; Ομως υπάρχει μια τεράστια διαφορά ανάμεσα σε όλους εμάς και σε εκείνους, διαφορά την οποία κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί: τα ελληνικά κόμματα, οι έλληνες πολιτικοί από την ανάδυση του Εθνους ως σήμερα ενδιαφέρθηκαν (μολονότι μίζερα κάποτε και φτηνιάρικα) για τα γράμματα, τις τέχνες, τη γλώσσα, την κουλτούρα μας. Αυτό υπήρξε καλό για τον τόπο. Ακόμη και ο Μεταξάς είχε προσεταιρισθεί γνωστούς ανθρώπους των γραμμάτων. Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για τον πολιτισμό, παρά μόνο σε συνδικαλιστικό επίπεδο. Αλλά πίσω του υπάρχει μια Αριστερά του Διαφωτισμού, κι ας κάνει πως δεν τη βλέπει. Η σημερινή ΝΔ δεν έχει καμιά πνευματική λάμψη – όμως πάρα πολλοί άνθρωποι της διανόησης υπήρξαν κάποτε στελέχη της. Η ΧΑ ποια παράδοση πολιτισμού έχει; Ποιους συγγραφείς μάς προτείνει; Ποιους ποιητές άραγε διαβάζουν στο κελί τους οι προφυλακισμένοι; Σίγουρα όχι Καβάφη ή Ρίτσο. Για ευνόητους λόγους. Αραγε Σολωμό; Κάλβο; Παλαμά; Ελύτη; Σεφέρη; Ή μήπως Παπαδιαμάντη;

Ο καλύτερος ποιητής της ΧΑ είναι εκείνος που έγραψε «στίχους» όπως «Μίλα Ελληνικά ή ψόφα», καταφερόμενος εναντίον των ξένων που δεν γνωρίζουν τη χρυσαυγίτικη διάλεκτο. Αυτός ο «στίχος» συνοψίζει την ανώτατη παιδεία που προβάλλει η Χρυσή Αυγή. Είναι το κορύφωμα της ιδεολογίας και του πολιτισμού της.

Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

 

 

  1. markakis emmanuel
    21/10/2013 στο 10:10 ΜΜ

    Ο υπερεθνικισμός εδώ και δεκαετίες καλλιεργείται συστηματικά στα σχολεία μας! και αποτέλεσε το υπόστρωμα για τη γιγάντωση της Χρυσής Αυγής! Η ιστορία μας διδάσκει ότι στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης υπήρξε απαξίωση των πολιτικών κομμάτων με έξαρση της ανεργίας και της ανασφάλειας και έτσι προήλθε η επιθυμία για προώθηση της Αρίας φυλής!Το δικό μας κακέκτυπο πάει να προτείνει τη ρατσιστική ανωτερότητά μας έναντι των ανυπεράσπιστων λαθρομεταναστών!Όσο για την κουλτούρα που πάνε να προβάλουν απλά η λέξη αυτή γιαυτούς είναι άγνωστη!

  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: