Αρχείο
Εναντιοδρομία
Του Δ. Παπαδίτσα
Ὅλα ν’ ἀλλάξουν ὄνομα καὶ μόνο τ’ οὐρανοῦ νὰ μείνει τὸ ἴδιο
Τὴν ψυχὴ νὰ τὴν ποῦμε ἴλιγγο καὶ μέθη, ρουφήχτρα σκοταδιοῦ καὶ ἥλιου
Τὸν ἥλιο νὰ τὸν ποῦμε πολλαπλασιασμένο δάσος
Τὸ δάσος ἔκρηξη σ’ ἄγγιγμα σύννεφου
Τὸ σύννεφο κομμένη κραυγὴ σκοτωμένου
Τὸν σκοτωμένο ὀμορφιὰ ποὺ τῆς ἔβγαλαν τὰ μάτια
Τὰ μάτια κομμάτια οὐρανοῦ ποὺ σφυροκοπᾶνε τοὺς πόθους
Τὴ νύχτα νὰ τὴν ποῦμε μυρμηγκιὰ ποὺ ἐξιλεώνει τὴ σκέψη
Τὴ σκέψη ἀφαίρεση ὅλων τῶν ἀριθμῶν ἀπ’ τὸ ἔξαλλο ἄθροισμα τῆς πέτρας καὶ τῆς πετριᾶς
Τὴ γυναίκα πυράκανθα, τὸν ἄντρα καὶ τὸ παιδὶ αὐλὸ ἀπὸ μυρωδάτο ξύλο
Τὴν πυράκανθα πετριὰ στὸ πετρωμένο τοῦ νοῦ
Τὸν αὐλὸ αὖρες ποὺ φυσοῦν παντοῦ ὡς καὶ στὰ λόγια ποὺ τὰ πίνει ἡ αὐγὴ
Τὴν αὐγὴ νὰ τὴν ποῦμε μάτι ὀρθάνοιχτο στὰ θηρία ἢ στὸ δίκηο τοῦ θεοῦ
Τὸ θεὸ διαδρομὴ τοῦ ἄστρου καὶ τοῦ ζωυφιοῦ στὴν ἴδια ἀγριάδα
Ὅπου ἕνας λύκος ἕνα βρέφος κι’ ἕνα ἀηδόνι σκιρτοῦν στὴ λέξη «ἀεί»
Τότε καθὼς θὰ ’χω πλαγιάσει σ’ ἕνα λειβάδι θὰ ’μαι τὸ ἀδολοφόνητο κορμὶ ἀντάμα μ’ ὅλες τὶς καμπύλες
Καὶ μ’ ὅλα τ’ ἄγρια πουλιὰ ποὺ ’χε γεννήσει ἡ ἄμωμη καρδιὰ
Καὶ θὰ ’μαι τὸ ἄστρο ποὺ φέγγει μὲς στὸ μεσημέρι ἴδιο ἀπριλιάτικη περπατησιὰ
Ὁ ψίθυρος «κουράγιο φίλε» στὸ αὐτὶ τοῦ κοκκαλιάρη ἀφρικανοῦ
Μαγνήτης ποὺ ἠλεκτροθυμίζει, χωάνη κυκλοέλικτη αἰσθημάτων
Ἀνάποδος στροβιλισμὸς ὅλων μαζὶ τῶν ζωντανῶν μέσα στὸ βόγγο τῆς θαλάσσης, ὅπως καθρεφτίζει
Ἄστρο τὸν κάτοικο τοῦ ψαροκάλυβου ποὺ λείπει:
Ἐμένα ποὺ δὲ ζῶ καὶ μὲς στ’ αὐτί μου ξαγρυπνάω
Αἰῶνες.
Ἀπὸ τὴν «Ἐναντιοδρομία» 1977
Calm sea. Rocky coast, Ivan Aivazovsky 1860
Εποχές 2
Έτσι όπως πια δεν το αποφάσιζες να φύγεις
Για κάθε πίκρα σου μη νιώθοντας οδύνη
Για κάποια δάκρυα που δε στέγνωσαν ακόμα
Για μιαν αρρώστια σου παλιά μη λογαριάζεις
Σκυμμένος πάλι μες στη νύχτα χωρίς λάμπα
Κάτω απ’ τις στέγες τις νεκρές της πολιτείας
Προσμένοντας μια Αυγή που σου ’χαν τάξει
Χρόνια ταξίδεψες διψώντας κάποιο γράμμα
-Μέσα σου πλήθος τ’ αμαρτήματα, τις τύψεις-
Με μια σβησμένη νοσηρή χρονολογία
Κι ούτε κανείς πια δε μ’ αντάμωσε σαν πρώτα
(Ούτε κανείς, αλήθεια, πρόσμενε να φέξει)
Έτσι όπως έμεινα κι εγώ τότε μια νύχτα
Ξένος ολότελα κι απ’ όλους ξεχασμένος
Με τη δική σου μοναχά τη συντροφιά
-Με σένα τόσα χρόνια μακριά μου-
Ξένος πολύ μέσα σε τούτο το παλιό το καφενείο
Έτσι όπως έμεινα μονάχος κάποια νύχτα
Μέσα σε τούτο το παλιό το καφενείο
Στο νυσταγμένο καφενείο όλη τη νύχτα
Στου Πειραιά, νύχτα, το βρώμικο λιμάνι
Από τη συλλογή Εποχές 2(1948)
Translatum: Οι ποιητές της Θεσσαλονίκης τον 20ό αιώνα και ως σήμερα/ Μανόλης Αναγνωστάκης
Ζωγραφικοί πίνακες από πρόσωπα και ιστορικά γεγονότα της Ελληνικής Επανάστασης.
Τα ερείπια του Μεσολογγίου – Ευγένιος Ντελακρουά
Δημοσιεύθηκε: 26 Μαρτίου 2013 Κατηγορίες: Εικόνα & Φωτογραφία, Ζωγραφική, Ιστορία
Πρόσφατα σχόλια