Μουσείων γιορτή
Του Νίκου Τσούλια
Επισκέπτεσαι τα Μουσεία σε άλλες χώρες της Δύσης και θα τα δεις είτε να έχουν εκθέματα από άλλες περιοχές της Γης είτε να είναι Μουσεία με σύγχρονη θεματική, γιατί ελλείπουν ιστορικά δεδομένα. Στην Ελλάδα θα δεις το αντίθετο, τα εκθέματα του παρελθόντος πλημμυρίζουν κάθε γωνία των Μουσείων, έχουν γεμίσει τους αποθηκευτικούς χώρους, ενώ άλλα παραμένουν σκεπασμένα σε κάποιο μέρος του πάνω μέρους του γήινου φλοιού. Επισκέπτεσαι τα Μουσεία σε άλλες χώρες της Δύσης και τα βλέπεις διαρκώς γεμάτα από επισκέπτες με πρόθυμη ματιά και ανήσυχο πνεύμα. Στην Ελλάδα θα είναι η αντίθετη εικόνα, εκτός κι αν πέσεις σε κανένα σχολείο ή σε κανένα γκρουπ ξένων τουριστών.
Ερμής του Πραξιτέλη.
Για τη σχέση μας με τα Μουσεία τα στοιχεία είναι ανησυχητικά. Καταγράφηκε μείωση 14,3% το φετινό Ιανουάριο, σε σύγκριση με τον Ιανουάριο 2011, στον αριθμό των επισκεπτών στα μουσεία της χώρας, ενώ και οι εισπράξεις μειώθηκαν κατά 26,5%. Επίσης, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), στους αρχαιολογικούς χώρους παρατηρήθηκε αύξηση των επισκεπτών κατά 31,5% και μείωση των αντίστοιχων εισπράξεων σε ποσοστό 14,1%.
Η UNESCO, η πολιτιστική προσφορά της οποίας στην ανθρωπότητα συνολικά είναι σημαντική, έχει ανακηρύξει από το 1983 την 18η Μαΐου ως Ημέρα Μνημείων και χώρων, με στόχο «την ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς και την ενθάρρυνση των πολιτών και των τοπικών αρχών να την εκτιμήσουν και να την εντάξουν στη ζωή τους σε κοινωνικό, πολιτιστικό και οικονομικό επίπεδο». Το φετινό θέμα της Διεθνούς Ημέρας Μνημείων και χώρων είναι «Παγκόσμια Κληρονομιά και Αειφόρος Ανάπτυξη. Η συμβολή των τοπικών κοινοτήτων». Αυτό θα είναι και το θέμα των εορτασμών για τα 40 χρόνια της Σύμβασης Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, σε όλη τη διάρκεια του 2012.
Ζωφόρος Παρθενώνα
Ελλάδα: ένας τόπος γεμάτος από ιστορική μνήμη, γεμάτος από μαρτυρίες του παρελθόντος κατοικείται από ανθρώπους που δεν νοιάζονται για τις καταβολές τους, για την πολύχρονη και ιδιαίτερα σημαντική διαδρομή των προγόνων τους, ανεξάρτητα από το αν φουσκώνουν από κίβδηλη ελληνοφροσύνη και εθνικοφροσύνη, για να επιδείξουν μάλλον ρατσιστικά χαρακτηριστικά, υπονομεύοντας έτσι ευθέως την ουσία του πολιτισμού. Βαυκαλιζόμαστε εύκολα και συχνά πάσχουμε από στείρα προγονοπληξία και γεμίζουμε δήθεν από περηφάνια, αλλά ούτε τιμάμε ουσιαστικά την ιστορία μας με μελέτη και έρευνα ούτε πολύ περισσότερο αγωνιζόμαστε να συνεχίσουμε αυτή την παράδοση με τη δημιουργία σύγχρονου ανάλογου πολιτισμού. Δημιουργήσαμε και δημιουργούμε εθνικούς μύθους και φαντασιακά είδωλα, αλλά το περιεχόμενό τους είναι φενακισμένο. Συχνά προβάλλουμε επιδεικτικά το πολιτισμικό ιστορικό φορτίο μας, αλλά δεν αναλογιζόμαστε καν την ευθύνη που αυτό επιφέρει για την προαγωγή μιας σημερινής πολιτισμικής εκδοχής. Γιατί μόνο τότε έχει αξία ο πραγματικός σεβασμός στην ιστορία· όταν συνεχίζει ο σεβασμός αυτός ένα παλιότερο έργο με κάποιο ισοδύναμο του παρόντος και του μέλλοντος.
Hermitage Museum
Ίσως ως ελληνική πολιτεία συνολικά δεν έχουμε καταφέρει να καλλιεργήσουμε την αξία της μουσειακής αγωγής και εκπαίδευσης. Δεν έχουμε κατανοήσει το ρόλο των μουσείων στην πνευματική μας καλλιέργεια και στην εθνική μας αυτογνωσία. Εδώ φαίνεται προφανώς και το έλλειμμα του σχολείου. Γιατί ενώ δεν υπάρχει σχολική εκδρομή που να μην περιλαμβάνει επίσκεψη σε κάποιο μουσείο, δεν απομένει στις συνειδήσεις των μαθητών – μετά από κάποια χρόνια που θα είναι πλέον πολίτες – η ανάγκη για να πάρουν την οικογένειά τους και να περπατήσουν στα βήματα της ιστορίας που τόσο εύκολα τα βρίσκεις σε μουσεία και σε αρχαιολογικούς χώρους.
Η Ακρόπολη των Αθηνών σε γκραβούρα.
Ίσως ο συνολικός τρόπος μάθησης του σχολείου μας – που παραμένει φοβερά παραδοσιακός και εν πολλοίς θεωρητικός – και η όλη σχολική μας λειτουργία που δεν περιλαμβάνει βιωματικές όψεις μάθησης να είναι το εμπόδιο που δεν απελευθερώνει τις νέες δυναμικές που μπορεί τόσο απλόχερα να προσφέρει ένα καλά προετοιμασμένο πρόγραμμα, μια οργανωμένη επίσκεψη σε μουσείο. Ίσως η γενική μας αντίληψη που θεωρεί το μουσείο ως χώρο αποκλειστικά του παρελθόντος, ως κάτι «νεκρό» και τελειωμένο, η αντίληψη που δεν διαμορφώνει εν τοις πράγμασι την έννοια της ιστορικής συνέχεια του λαού και τη σημασία της συνέχειας, η αντίληψη που θεωρεί συνολικά την ιστορία μας ως κάτι ξεκομμένο από τη σημερινή ζωή μας, ίσως όλα αυτά να είναι η υποκουλτούρα μας που επικάθεται στη σκέψη μας και της καθηλώνει την ανησυχία, την αναζήτηση, τη φαντασία και τη δημιουργία.
Τα περισσότερα μουσεία της χώρας μας είναι πραγματικά καλλιτεχνήματα, είναι κιβωτοί ουσιαστικής γνώσης, είναι ειδικές – ιδιότυπες βιβλιοθήκες τέχνης και πολιτισμού, είναι ζωντανοί τόποι ουσιαστικού ξεχωριστού διαλόγου, διαλόγου προσωπικού – μοναχικού, διαλόγου συλλογικού, διαλόγου φαντασιακού. Γιατί να μη συμμετέχουμε;
Σχετικές ιστοσελίδες:
- http://www.unesco.org/new/en/unesco/events/all-events/?tx_browser_pi1[showUid]=6589&cHash=f87cd2f124
- http://nuitdesmusees.culture.fr/
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο σε επιστολικό δελτάριο των αρχών του 20ου αι.
Και δυο λόγια (ιστορικά στοιχεία) του Εθνικού μας Μουσείου που δεν το ξέρουμε σχεδόν καθόλου!
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι το μεγαλύτερο αρχαιολογικό μουσείο της ελληνικής επικράτειας και ένα από τα σημαντικότερα της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα με σκοπό να διαφυλάξει τις αρχαιότητες από όλη την Ελλάδα, προβάλλοντας την ιστορική, πνευματική και καλλιτεχνική τους αξία παγκοσμίως.
Το κτήριο του Μουσείου, διατηρητέο μνημείο το ίδιο, θεμελιώθηκε το 1866 σε οικόπεδο που δώρισε η Ελένη Τοσίτσα. Η κατασκευή του βασίστηκε σε σχέδια των αρχιτεκτόνων Ludwig Lange και Παναγή Κάλκου. Την τελική διαμόρφωση της πρόσοψης του κτηρίου επιμελήθηκε ο Ernest Ziller, ο οποίος είχε και την επίβλεψη έως το 1889, οπότε περατώθηκε η δυτική πτέρυγα. Η ολοκλήρωση του Μουσείου, ως έχει σήμερα, έγινε σταδιακά μέσα στον 20ό αιώνα με προσθήκες στην ανατολική πλευρά.
Η προστασία και η περισυλλογή των αρχαιοτήτων υπήρξε από τις πρώτες φροντίδες του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το πρώτο Μουσείο ιδρύεται το 1829 στην Αίγινα. Με την μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα, όπου η συγκέντρωση των αρχαίων σε ναούς και δημόσια κτήρια είχε οδηγήσει στη δημιουργία αξιόλογων συλλογών, γίνεται πιεστικά αναγκαία η ίδρυση ενός Κεντρικού Μουσείου για τις Αρχαιότητες.
Ήδη το 1836 είχαν εκπονηθεί σχέδια για ένα τέτοιο μουσείο από τον αρχιτέκτονα Leo von Klenze, αλλά μόλις το 1856, ύστερα από τη γενναία οικονομική δωρεά του ομογενούς Δημητρίου Βερναρδάκη, γίνεται δυνατή η πραγματοποίηση του έργου και προκηρύσσεται αρχιτεκτονικός διαγωνισμός. Το 1859 καταθέτει σχέδια ο αρχιτέκτων Theophil Hansen προτείνοντας την ίδρυση του Μουσείου στη θέση της σημερινής Εθνικής Βιβλιοθήκης. Το 1860 παραδίδει τα σχέδιά του ο Ludwig Lange για την οικοδόμηση του Μουσείου στον Κεραμεικό, στο λόφο του Αγίου Αθανασίου. Τελικά τη θέση του μουσείου θα καθορίσει οριστικά το 1866 η δωρεά του οικοπέδου της οδού Πατησίων από την Ελένη Τοσίτσα. Τον ίδιο χρόνο ανατίθεται στον αρχιτέκτονα Παναγή Κάλκο η επίβλεψη των εργασιών ανέγερσης του Μουσείου, σύμφωνα με τα τροποποιημένα από τον ίδιο ως προς τη μορφή της πρόσοψης σχέδια του Ludwig Lange.
Με Προεδρικό Διάταγμα της 9ης Αυγούστου 1893 (ΦΕΚ Α΄ αρ. 152, »Περί διοργανισμού του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου») ιδρύθηκε επισήμως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο με σκοπό »την σπουδήν και διδασκαλίαν της αρχαιολογικής επιστήμης, την διάδοσιν αρχαιολογικών γνώσεων παρ’ ημίν και την ανάπτυξιν έρωτος προς τας καλάς τέχνας». Οι Συλλογές του καθορίσθηκαν ως εξής:
-
Συλλογή Γλυπτών (Γλυπτοθήκη),
-
Συλλογή Αγγείων (Αγγειοθήκη),
-
Συλλογή Πήλινων και Χαλκών Αγαλματίων και λοιπών διαφόρου ύλης αρχαίων (Αγαλματιοθήκη),
-
Συλλογή Επιγραφών (Επιγραφικό Μουσείο),
-
Συλλογή Έργων Προελληνικών Χρόνων (Μυκηναία Συλλογή),
-
Συλλογή Έργων Αιγυπτιακής Τέχνης (Αιγυπτιακή Συλλογή).
Επιπλέον, λειτουργούσαν εργαστήρια συντήρησης και μουσείο εκμαγείων.
Η κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατέστησε επιτακτική την ανάγκη αποθήκευσης και φύλαξης των αρχαιοτήτων του μουσείου σε ασφαλείς χώρους του ίδιου του κτηρίου, της Τραπέζης της Ελλάδος και σε φυσικά κρησφύγετα. Αμέσως μετά τον πόλεμο, το 1945, άρχισαν οι εργασίες επανέκθεσης των αρχαίων, υπό την επίβλεψη του τότε διευθυντή Χ. Καρούζου, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκαν οικοδομικές εργασίες από τον αρχιτέκτονα Π. Καραντινό, με σκοπό τη διαμόρφωση των χώρων του μουσείου για την καλύτερη παρουσίαση των εκθεμάτων. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτών, η προσωρινή έκθεση του μουσείου περιορίσθηκε σε δέκα αίθουσες της ανατολικής πτέρυγας. Το 1964 ολοκληρώθηκε το έργο της επανέκθεσης από το Χρήστο και τη Σέμνη Καρούζου, με την υποδειγματική παρουσίαση της πορείας της αρχαίας ελληνικής τέχνης από την προϊστορία έως τους ρωμαϊκούς χρόνους. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1994, εκτέθηκε για πρώτη φορά και η μοναδική στην Ελλάδα συλλογή αιγυπτιακών αρχαιοτήτων.
Αξιόλογα εκθέματα
Αφροδίτη
- Αφροδίτη και Πάνας
- Η μάσκα του Αγαμέμνονα
- Οι Πυγμάχοι (τοιχογραφία)
- Η Άνοιξη (τοιχογραφία)
- Οι Αντιλόπες (τοιχογραφία)
- Μηχανισμός των Αντικυθήρων
- Η Μυκηναία (τοιχογραφία)
- Ο Ποσειδών του Αρτεμησίου
- Ο έφηβος των Αντικυθήρων
- Το παιδί του Μαραθώνος
- Το κύπελλο του Νέστορα
Κατάλογος Μουσείων Ελλάδας!
Διαβάστε – αν έχετε χρόνο – και το σχετικό παλιότερο άρθρο:
Πρόσφατα σχόλια