Αρχική > λογοτεχνία > Απάνθισμα αρθρογραφίας για τα Γράμματα

Απάνθισμα αρθρογραφίας για τα Γράμματα

Waterlilies by Willem Roelofs
Aberdeen Art Gallery and Museums Collection

Waterlilies Alternative Title: Les Nymphéas, Roelofs, Willem (Dutch painter and printmaker, 1822-1897) Æ

Περιεχόμενα:

 
  • Ο νεανικός Λαπαθιώτης
  • Μνήμες, όνειρα και τραύματα
  • Ο αμίμητος Κάρολος Ντίκενς
  • Ενα ποιητικό ημερολόγιο για την κατεχόμενη Κύπρο
  • Οι 24 ραψωδίες της ομηρικής «Οδύσσειας» έγιναν κόμικς

  • ΑΝΤΟΝΙΟ ΤΑΜΠΟΥΚΙ, Ο μαχητής συγγραφέας
  • Οψιμος πατριωτισμός
  • Στα ίχνη του «φωνακλά» ποιητή της Επανάστασης

Λαμπρινή Κουζέλη, ΤΟ ΒΗΜΑ 1.4.12

Ο νεανικός Λαπαθιώτης

Τα πρώτα πεζογραφήματα του αυτόχειρα ποιητή της παρακμής, γραμμένα την περίοδο 1908-1923

Ο νεανικός Λαπαθιώτης

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης φωτογραφημένος σε νεαρή ηλικία

 

Την ανεξερεύνητη διάσταση του πεζογράφου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη (1888-1944) αποσκοπεί να αναδείξει ο Νίκος Σαραντάκος συγκεντρώνοντας σε μια πολύτομη έκδοση τα διηγήματα του αυτόχειρα ποιητή της παρακμής, που βρίσκονται διεσπαρμένα στα απειράριθμα έντυπα με τα οποία συνεργαζόταν σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τα πρώτα 30 από τα σχεδόν 100 διηγήματα που έχουν εντοπιστεί κυκλοφορούν στον τόμο Τα μαραμένα μάτια και άλλες ιστορίες (εκδόσεις Ερατώ, 2011).

Πρόκειται για νεανικά διηγήματα της περιόδου 1908-1923, δημοσιευμένα τα περισσότερα στα «Παναθήναια» του Κίμωνα Μιχαηλίδη, στο περιοδικό «Ελλάς» και στη «Διάπλασι των παίδων», με την οποία ο Λαπαθιώτης συνεργαζόταν από τα εφηβικά του χρόνια, αλλά και σε πλήθος βραχύβιων περιοδικών του Μεσοπολέμου με ισχυρό ιδεολογικό και αισθητικό χαρακτήρα, όπως οι αριστεροί «Νέοι βωμοί».

«Παραφροσύνη!» και «Ο Δημοφών κι ο θάνατος», το πρώτο και το τελευταίο διήγημα του τόμου, δηλώνουν τους βασικούς θεματικούς πόλους – τρέλα και θάνατος – ανάμεσα στους οποίους κινείται ο συγγραφέας. Τον χώρο ανάμεσά τους γεμίζουν ματαιωμένες ελπίδες, νέοι που λιώνουν από έρωτα, παιδούλες που σβήνουν από κρυφό καημό, οδύνη και απελπισία και η οικεία ηδυπάθεια του Λαπαθιώτη βουτηγμένη στη θλίψη και στον πόνο. Λευκά και κόκκινα τριαντάφυλλα συμβολίζουν τις εναλλαγές στον ψυχισμό των χαρακτήρων και τα μάτια, άλλοτε δακρυσμένα όπως του ακροβάτη Μπομπ προτού βουτήξει στο κενό, άλλοτε μαραμένα, λιγωμένα από επιθυμία ή σκοτεινά, συμπυκνώνουν σε μια εκφραστική εικόνα όλη την ιστορία. Ο τόνος αλλάζει όταν ο αφηγητής στρέφεται στον εξωτερικό κόσμο και διανύει όλη την απόσταση από το ανάλαφρο χιούμορ προς την ειρωνεία και τον πικρό σαρκασμό («Μπιμπίκος προς Μπέμπην», «Λέαινα», «Σαρκασμοί»).

Το υλικό είναι ετερόκλητο και έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε πώς ο συγγραφέας δοκιμάζει τη φωνή του σε διάφορες μορφές, στο χρονογράφημα («Λουστράκι 1573»), στην επιστολή («Μπιμπίκος προς Μπέμπην»), στο αλληγορικό παραμύθι («Η καρδούλα της τριανταφυλλιάς»), στο ημερολόγιο («Τα μάτια της κυρούλας»), στην πρωτοπρόσωπη και στην τριτοπρόσωπη αφήγηση, στη ρεαλιστική απεικόνιση και στη συμβολιστική αναπαράσταση.

Τα περισσότερα διηγήματα είναι ακόμη αμήχανα σχεδιάσματα χωρίς αφηγηματικό βάθος, φαίνεται πάντως ότι ο νεαρός πεζογράφος έχει κατακτήσει τη γλώσσα του και έχει ανεπτυγμένη την αίσθηση του ρυθμού: καλοζυγισμένες, φτιαγμένες από ατόφιους δεκαπεντασύλλαβους, οι προτάσεις του έχουν εκφραστική φινέτσα, μουσικότητα και ποιητική χάρη.

Λογοτεχνικά ώριμο, ξεχωρίζει από τα διηγήματά του η «Κόκκινη αγάπη» του 1908, μια ιστορία πάθους, παραφροσύνης και ωμότητας. Η υποβλητική αφήγηση ανακαλεί σε σημεία την παραληρηματική γραφή του Λοτρεαμόν και τον αλλόκοτο Πόε και συναγωνίζεται τις καλύτερες στιγμές του αισθητιστή Επισκοπόπουλου των «Διηγημάτων του δειλινού».

Αυτές οι νεανικές απόπειρες δημιουργούν προσμονή για τον επόμενο τόμο, με διηγήματα της ωριμότητας δημοσιευμένα μετά το 1924, όταν ο Λαπαθιώτης εγκαινιάζει τις μακροχρόνιες συνεργασίες του με το λαϊκό «Μπουκέτο», στο οποίο το 1940 θα δημοσιεύσει σε συνέχειες και την αυτοβιογραφία του, και με τη λόγια «Νέα Εστία».

Σχολείο

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, ΤΟ ΒΗΜΑ 1.4.12

Μνήμες, όνειρα και τραύματα

Συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Μάρκου Μέσκου

Μνήμες, όνειρα και τραύματα

«Χρώματα σε χαρτί» (2010), πίνακας του Μάρκου Μέσκου αφιερωμένος στη Ράνια, τη γυναίκα του ψυχιάτρου και φίλου του Μάριου Μαρκίδη

Ο δυνατός αέρας της ελευθερίας που πνέει στους ανοιχτούς χώρους, οι μαγικές και συνάμα μαγεμένες εικόνες του φυσικού τοπίου, αλλά και η ματωμένη, άσβεστη μνήμη της ιστορίας: αυτό είναι, νομίζω, το τρίπτυχο που ορίζει το ποιητικό έργο του Μάρκου Μέσκου, ο οποίος εκπροσωπεί μια από τις πιο ευδιάκριτες φωνές της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς – γενιά που έζησε τα παιδικά της χρόνια μέσα στην αντάρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της εμφυλιακής σύγκρουσης.

Κοιτάζω τη δίτομη, συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Μέσκου και σκέφτομαι ότι θα μπορούσαμε να χωρίσουμε την παραγωγή του σε δύο βασικές ενότητες. Η πρώτη ενότητα είναι και η χρονικά εκτενέστερη: ξεκινάει από το «Πριν από τον θάνατο» (1958) και ολοκληρώνεται με τους «Χαιρετισμούς» (1995). Η δεύτερη ενότητα έχει ως αφετηρία της το «Ψιλόβροχο» (2000) και κλείνει με το σχετικά πρόσφατο «Στον ενικό και πληθυντικό ψίθυρο» (2009).

Στο εσωτερικό της πρώτης ενότητας ο Μέσκος σχηματίζει μια δίσημη ποιητική μυθολογία, εξυμνώντας τα ανδραγαθήματα μιας παράξενης κλεφτουριάς: μια δράκα γενναίων είναι έτοιμη να τα βάλει με όλα τα άδικα του κόσμου έχοντας πλήρη επίγνωση πως η βία του εχθρού μπορεί ανά πάσα στιγμή να τη διαμελίσει. Οι γενναίοι αυτοί εμφανίζονται με τη μορφή φασματικών, ανιστορικών ηρώων, που εμφυσούν ένα υψηλό φρόνημα ζωής, ενώ δεν αποκλείεται κατά τόπους να αποκτήσουν και ένα σαφώς ιστορικό πρόσημο, παραπέμποντας στο μακελειό της πολύπαθης δεκαετίας του 1940.

Διπλή είναι και η εικόνα του εξωτερικού περιβάλλοντος σε ένα τέτοιο πλαίσιο. Ο φυσικός περίγυρος λειτουργεί από τη μια μεριά ως αβίαστη λυρική και παραμυθητική πηγή ενόσω σπεύδει από την άλλη να κλείσει στους κόλπους του ένα ανείπωτο ανθρώπινο δράμα: «Το σπαθί που χαράζει στα ματόφυλλα τον ύπνο / και οι αναφορές στο παρελθόν / ας πούμε η εποχή / του Σαράφου του πεταλωτή ή του μάγειρα Μπατίκη / λίγο πριν οι ληστές κρατήσουν στα χέρια / το κόκκινο πιπέρι για τους σκοτωμούς / λίγο πριν σπάσει ο ουρανός / και χυθούνε τα νερά – σιωπηλά τα βουνά / τσιρίζουν τ’ ακρογιάλια».

Χωρίς να αλλάξει ακριβώς ρότα, ο Μέσκος συρρικνώνει δραστικά το σύμπαν του στη δεύτερη ενότητα του έργου του: μνήμες, όνειρα και τραύματα μεταμορφώνονται τώρα σε μικρούς, αλλά πεντακάθαρους κρυστάλλους, που κρατούν το νόημά τους σε μιαν υποβλητική εκκρεμότητα, σύμφυτη με την ολοφάνερη επίταση του άγχους της ύπαρξης ή με τη γέννηση της αγωνίας του θανάτου. Θα χρειαστεί εδώ να προσθέσουμε και κάποιες πυκνές ασκήσεις ποιητικής, όπου ο Μέσκος σχολιάζει μέσω μιας σειράς επιγραμματικών σπαραγμάτων τους σκοπούς και τις μεθόδους της εξηντάχρονης τέχνης του.

Μιλώντας για αυτή την τέχνη σήμερα, θα έλεγα πως ο Μέσκος διασώζει στο ακέραιο την ενέργειά της, που τον εγκλιματίζει χωρίς σκαμπανεβάσματα στο αίσθημα του παρόντος. Ενα παρόν με το οποίο ο ποιητής συνομιλεί ευθέως και εις βάθος, κερδίζοντας άκοπα τη συγκίνησή μας: «Σαν όνειρο τα πράσινα του Μάη και / οι εκτελεσμένες παπαρούνες τόπους τόπους / πουλιά αραιά στον αέρα / η καϊσιά, η κερασιά και η φλαμουριά από τον Βορρά / σαν όνειρο / προτού στην αμνησία βουλιάξει / και στο αράγιστο σκοτάδι».

Σχολείο

Γρηγόρης Μπέκος, ΤΟ ΒΗΜΑ 1.4.12

Ο αμίμητος Κάρολος Ντίκενς

Διακόσια χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου βικτωριανού συγγραφέα, μια βιογραφία από την έμπειρη Κλερ Τόμαλιν παρουσιάζει το συγγραφικό έργο και ρίχνει φως στις σκοτεινές πτυχές της ζωής του

Ο αμίμητος Κάρολος Ντίκενς

Σκίτσο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Illustrated London News» στις 22 Μαρτίου 1856. Ο Κάρολος Ντίκενς μιλάει σε συγκέντρωση του Dulwich College Charity

Βικτωριανή Αγγλία, 14 Ιανουαρίου 1840. Στο ομώνυμο πτωχοκομείο του Μέριλμπον, που βρίσκεται μέσα σε ένα περίπλοκο σύμπλεγμα κτιρίων, σε μια άναρχα δομημένη περιοχή του κεντρικού Λονδίνου, διεξάγεται δικαστική έρευνα για τον θάνατο ενός νεογνού. Η πλατεία Τραφάλγκαρ την εποχή εκείνη βρίσκεται ακόμη στα χαρτιά, ενώ ένα μεγάλο μέρος της πρωτεύουσας το χαρακτηρίζουν η φτώχεια και η ανέχεια.

Η Ελίζα Μπέρτζες, μια ορφανή παραδουλεύτρα που δεν είναι πάνω από 25 ετών, κατηγορείται ότι σκότωσε το νεογέννητο παιδί της στην κουζίνα των αφεντικών της. Εχουν κληθεί, ως ένορκοι, οι ιδιοκτήτες και οι ένοικοι του συγκροτήματος, δώδεκα άτομα συνολικά, προκειμένου να αποδώσουν δικαιοσύνη – πρόκειται κυρίως για τους μεσόκοπους εμπόρους της περιοχής που θεωρούν ότι πρέπει να επιβληθεί στη μητροκτόνο η πιο βαριά τιμωρία. Ανάμεσά τους όμως βρίσκεται ένας νεαρός άνδρας που πρόσφατα έχει μετακομίσει εκεί. Κανείς δεν θα χρειαζόταν αρκετή ώρα για να καταλάβει ότι είναι πολύ διαφορετικός από τους άλλους. Δεν είναι ούτε ψηλός ούτε κοντός, είναι κομψός και εντυπωσιακά ντυμένος. Πίσω από τα μαύρα κατσαρά μαλλιά του, που πέφτουν άτακτα στο μέτωπο και στο κολάρο του, διακρίνεται ένα ζωηρό, σπινθηροβόλο βλέμμα που διατρέχει ερευνητικά την αίθουσα.

Αυτός ο ξεχωριστός δανδής ονομάζεται Κάρολος Ντίκενς, είναι 28 ετών, στα μέσα σχεδόν της ζωής του, και πιστεύει ότι η Ελίζα είναι αθώα. Πιθανότατα υπήρξε θύμα βιασμού και αργότερα έχασε στις σκάλες το αγοράκι της σε μια άτυχη στιγμή του καθημερινού της μόχθου, όταν έσπευσε να ανοίξει την πόρτα σε δύο κυρίες που είχαν έλθει για επίσκεψη. Το παιδί, κατά τα φαινόμενα, γεννήθηκε νεκρό. Υστερα η ίδια έκοψε μόνη της τον ομφάλιο λώρο και έντρομη προσπάθησε να αποκρύψει το δυστύχημα, βάζοντας το ματωμένο πτώμα σε ένα κουτί μέσα σε μια σιφονιέρα. Ο Κάρολος την υπερασπίζεται με πάθος, τα επιχειρήματά του συντρίβουν τις αμφιβολίες των υπολοίπων. Με αυτό το εμβληματικό περιστατικό, απολύτως αντιπροσωπευτικό για τον άνθρωπο και συγγραφέα Ντίκενς, με άλλα λόγια την πρώτη γνωστή διάσωση μιας γυναίκας που επρόκειτο να χάσει μια για πάντα τη ζωή της από μια άδικη συγκυρία, αρχίζει να μας εξιστορεί τη σύντομη αλλά θαυμαστή ζωή του η πιο σημαντική, κατά πολλούς, βιογράφος στη Βρετανία σήμερα, Κλερ Τόμαλιν.

Το 2012 εορτάζεται ποικιλοτρόπως σε ολόκληρο τον πλανήτη η επέτειος των 200 χρόνων από τη γέννηση του «μεγαλύτερου συγγραφέα του 19ου αιώνα» σύμφωνα με τον Λέοντα Τολστόι. Τον Οκτώβριο του 2011 κυκλοφόρησε η συναρπαστική επετειακή βιογραφία της παλαιμάχου πλέον σε αυτό το πεδίο Κλερ Τόμαλιν με τίτλο Κάρολος Ντίκενς: Μια ζωή (εκδόσεις Viking), μία ακόμη ανάμεσα στις τόσες άλλες, αρχής γενομένης από το 1871, όταν ο Τζον Φόρστερ, ο πιο έμπιστος φίλος του Ντίκενς (η αβρότητα στη μεταξύ τους αλληλογραφία αγγίζει την παρεξήγηση), εξέδωσε σε δυο τόμους την επίσημη πρώτη. Εκεί γίνονται για πρώτη φορά γνωστές πτυχές της δύσκολης παιδικής ηλικίας του συγγραφέα που έμελλε να σημαδέψουν τον ίδιο και το έργο του.

Ο πατέρας του Τζον Ντίκενς, υπάλληλος στην Υπηρεσία Μισθοδοσίας του Ναυτικού, ήταν ένας ανεύθυνος πότης και είχε παθολογική σχέση με το χρήμα. Χρωστούσε σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο με αποτέλεσμα η οικογένεια να ζει στην ανασφάλεια (οι πιστωτές τού χτυπούσαν την πόρτα μέσα στη νύχτα και εκείνος έτρεχε να κρυφτεί) και να αλλάζει σπίτια με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Οταν ο γιος ήταν μόλις 12 ετών ο άστατος πατέρας (ο μετέπειτα κ. Μικόμπερ στο Ντέιβιντ Κόπερφιλντ) κλείστηκε για χρέη στις φυλακές Μάρσαλσι με αποτέλεσμα να αναλάβει ο πρώτος τις τύχες της πολύτεκνης οικογένειας.

Τότε αναγκάστηκε, σχεδόν για έναν χρόνο, να δουλέψει υπό εξευτελιστικές συνθήκες σε ένα εργοστάσιο βερνικιών για παπούτσια κοντά στον Τάμεση όπου, λόγω της ταχύτητας και της δεξιοτεχνίας του, τον τοποθέτησαν δίπλα σε μια βιτρίνα ως υπόδειγμα άοκνης παιδικής εργασίας. Στα δεκαπέντε μοιραία άρχισε το κάπνισμα. Ταλαιπωρούνταν, γκρίνιαζε και αυτοσαρκαζόταν πάντα για τα κρυολογήματά του. Υστερα άρχισαν και οι πόνοι στα πλευρά, που δεν τον άφησαν παρά τη στιγμή του θανάτου του σε ηλικία 58 ετών – στις δημόσιες αναγνώσεις του για τις οποίες πληρωνόταν αδρώς πήγαινε υποβασταζόμενος στα τελευταία του.

Στη διάρκεια της ζωής του ανέπτυξε ένα είδος ακάματης ενέργειας πολύ προτού γίνει γνωστός από τα δημοσιογραφικά κείμενα και τα μυθιστορήματά του σε συνέχειες για εφημερίδες και περιοδικά, κάτι που ανταποκρινόταν ενστικτωδώς στην εξωφρενική πολυπραγμοσύνη του. Το πρωί ασκούσε το εμβριθέστατο και ενίοτε βιτριολικό ρεπορτάζ του στη Βουλή, το απόγευμα έγραφε κριτικές για θεατρικά έργα (σκεφτόταν άλλωστε πολύ σοβαρά να γίνει ηθοποιός) και το βράδυ στρωνόταν στη συγγραφή των μυθιστορημάτων του, μετατρέποντας το γραφείο του σε μια μεγάλη θεατρική σκηνή – έγραφε παράλληλα τα Χαρτιά του Πίκγουικ και τον Ολιβερ Τουίστ και όταν τέλειωσε το πρώτο, άρχισε να γράφει τον Νίκολας Νίκλεμπι! Οταν κουραζόταν έχωνε το κεφάλι του σε έναν κουβά παγωμένο νερό και συνέχιζε ακάθεκτος. Αγαπούσε πολύ τους περιπάτους, διήνυε καθημερινά 10-12 χλμ. για να αποσπαστεί, να σκεφτεί και να παρατηρήσει τον κόσμο με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο, αυτό το μείγμα συμπόνιας και σκληρότητας.

Ο συγγραφέας και οι γυναίκες

Η Τόμαλιν, αφηγήτρια με μεγάλες αρετές (το έχει αποδείξει σε παλαιότερες βιογραφίες για την Τζέιν Οστεν, τον Τόμας Χάρντι, την Κάθριν Μάνσφιλντ κ.ά.), μας παραδίδει έναν Ντίκενς τον οποίο θαυμάζει απεριόριστα, μας χαρίζει την ιστορία μιας ιδιοφυΐας σε όλη όμως την έκταση των ανθρώπινων (και πιο σκοτεινών) αντιφάσεών της, κυρίως σε ό,τι αφορά τη σχέση του με το χρήμα αλλά κυρίως τις γυναίκες.

Ο Ντίκενς δεν δίστασε να ταξιδέψει στην Αμερική προκειμένου να ερευνήσει τι γινόταν τότε με τις πειρατικές εκδόσεις των βιβλίων του αλλά και να διαπιστώσει αν ο Νέος Κόσμος θεμελίωνε με τη νεοσύστατη δημοκρατία του μια πιο δίκαιη κοινωνία. Ο ίδιος άνθρωπος που ίδρυσε το «Urania Cottage», ένα «σπίτι» για τις πόρνες του Λονδίνου, συμπεριφέρθηκε με τον πλέον βάναυσο τρόπο στη σύζυγό του Κάθριν Χόγκαρθ, μια απλή γυναίκα που τον μικροπαντρεύτηκε, «του έλυσε το πρόβλημα με το σεξ» επειδή, όπως γράφει η Τόμαλιν, αρνούνταν να πλαγιάσει με πόρνες, αλλά από ένα σημείο και μετά ο ίδιος μεταμορφώθηκε σε έναν κυκλοθυμικό δυνάστη.

Εβαλε εργάτες να χωρίσουν στα δύο την κρεβατοκάμαρά τους, την εξευτέλισε δημοσίως, της απαγόρευσε να βλέπει τα παιδιά της γράφοντας σε έναν φίλο ότι «χάρηκαν πολύ που την ξεφορτώθηκαν». Επειτα θεώρησε σκόπιμο να γράψει τις Μεγάλες προσδοκίες. Η κόρη του, η Κέιτι, την οποία η Τόμαλιν εμπιστεύεται και τη χαρακτηρίζει αρκετά ευφυή, ενθυμούμενη αργότερα τα περιστατικά αυτά είχε πει ότι «έκανε σαν τρελός, δεν έδινε δεκάρα για το τι μας συνέβαινε» ωθώντας μας στο να πιστέψουμε ότι μετά τα 50 ο Ντίκενς, πέραν της σωματικής ανημποριάς, δεν έστεκε και πολύ καλά στα μυαλά του.

Η βιογράφος βέβαια επανέρχεται εκτενώς και στη δική της Αόρατη γυναίκα, ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1991 και αφορούσε το μεγάλο μυστικό του Ντίκενς: τη μυστική σχέση του με την κατά πολύ μικρότερή του ηθοποιό και μετρέσα του Νέλι Τέρναν. Μαζί απέκτησαν ένα παιδί που πέθανε πρόωρα. Την καθοριστική νύχτα προτού πεθάνει, αναφέρει η βιογράφος, ο ίδιος βρισκόταν στο σπίτι της όταν άρχισε να καταρρέει και, για να μην ξεσπάσει σκάνδαλο, η Νέλι τον παρέδωσε εν κρυπτώ και μάλλον αναίσθητο στις κόρες του. Ηταν, άραγε, αυτές οι τελευταίες ώρες του μεγαλύτερου ανταποκριτή που γέννησε ποτέ η ανθρωπότητα για τον εαυτό της;

 

Σχολείο

Νίκος Χασαπόπουλος, ΤΟ ΒΗΜΑ 29.3.12

Ενα ποιητικό ημερολόγιο για την κατεχόμενη Κύπρο

Παρουσιάστηκε η εξαιρετική δουλειά της Αντρεα Δημητρίου

Ενα ποιητικό ημερολόγιο για την κατεχόμενη Κύπρο

H δημιουργός του ποιητικού και φωτογραφικού ημερολογίου Αντρεα Δημητρίου (Φωτογραφία: Κώστας Λακαφώσης)

Η παρουσίαση του ποιητικού ημερολογίου της Αντρεας Δημητρίου έγινε την Τρίτη 27 Μαρτίου στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά από τον όμιλο UNESCO Νομού Πειραιώς και Νήσων σε συνεργασία με τις εκδόσεις Αρμός.

Στην εκδήλωση που συντόνισε ο εκδότης του Αρμού κ. Γιώργος Χατζηιακώβου μίλησαν ο πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Ιωσήφ Ιωσήφ, ο κριτικός λογοτεχνίας κ. Αλέξης Ζήρας, η ποιήτρια κυρία Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ και ο συγγραφέας Δημήτρης Παπαχρήστου. Κείμενο του επιμελητή της έκδοσης, ποιητή Νάνου Βαλαωρίτη διάβασε η ηθοποιός Κάτια Γέρου.

Το ημερολόγιο πλαισιώνεται από φωτογραφίες και ποιήματα της Δημητρίου τα οποία απεικονίζουν την ομορφιά μαζί με την ερήμωση, τη νοσταλγία μαζί με τον ρεαλισμό. Τα ποιήματα γράφτηκαν στην αγγλική γλώσσα και τα περισσότερα περιέχονται στην ποιητική συλλογή «The mountains couldn’t walk away» του Πανεπιστημίου La Trobe της Μελβούρνης. Μεταφράστηκαν στα ελληνικά από την ίδια τη δημιουργό, σε επιμέλεια του Νάνου Βαλαωρίτη.

«Ελληνίδα της Διασποράς η Αντρεα Δημητρίου – σημαδεμένη από τις τραγικές αναμνήσεις της εισβολής του "Αττίλα" στην πατρίδα της την Κύπρο – από την "προβλήτα του χρόνου" της δεύτερης πατρίδας της, της Αυστραλίας, αναβιώνει την εμπειρία της μέσω της γραφής για να θεραπεύσει το τραύμα της παιδικής ηλικίας» έχει πει για την ποιήτρια ο συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός.

«Η ποίηση της Αντρεας Δημητρίου είναι σημαντική γιατί καταφέρνει να δημιουργήσει το δικό της ύφος μέσα από υλικό και γεγονότα που είναι προσωπικά και ιστορικά» λέει για την κύπρια ποιήτρια ο Νάνος Βαλαωρίτης. «Ο θυμός και η απόγνωση που νιώθει για την απώλεια της γενέθλιας γης μεταφράζονται σε λιτή και άμεση γλώσσα χωρίς στόμφο, με απλές φράσεις που λένε πολλά. Αυτά τα ποιήματα χαρακτηρίζονται από μια ζωτικότητα η οποία αντισταθμίζει το θρηνητικό είδος που έχει κληρονομηθεί από την αρχαιότητα».

Η εκδήλωση δημιούργησε ατμόσφαιρα συγκίνησης και νοσταλγίας στους παρισταμένους και έκλεισε με μια μουσική έκπληξη, όταν η Αντρεα Δημητρίου αποκάλυψε μία ακόμη πτυχή του πολυτάλαντου χαρακτήρα της τραγουδώντας παραδοσιακά τραγούδια της Κύπρου.

 Σχολείο

Αντρέα Δημητρίου: Η ποίηση της απώλειας

Παρουσίαση του ποιητικού ημερολογίου της, για το κατεχόμενο χωριό Καπούτι-Μόρφου της Κύπρου

ΤΟ ΒΗΜΑ 16/03/2012

Αντρέα Δημητρίου: Η ποίηση της απώλειας

Ο κ. Νάνος Βαλαωρίτης, επιμελητής της έκδοσης

 

«Η ποίηση της Αντρέα Δημητρίου είναι σημαντική γιατί καταφέρνει να δημιουργήσει το δικό της ύφος μέσα από υλικό και γεγονότα που είναι προσωπικά και ιστορικά» λέει για την κύπρια ποιήτρια ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης, επιμελητής, επίσης, της μετάφρασης των ποιημάτων της στην ελληνική γλώσσα. «Ο θυμός και η απόγνωση που νιώθει για την απώλεια της γενέθλιας γης μεταφράζεται σε λιτή και άμεση γλώσσα χωρίς στόμφο, με απλές φράσεις που λένε πολλά. Αυτά τα ποιήματα χαρακτηρίζονται από μια ζωτικότητα η οποία αντισταθμίζει το θρηνητικό είδος που έχει κληρονομηθεί από την Αρχαιότητα».

 

Μαζί με τον πρόεδρο της Εταιρείας Συγγραφέων, κριτικό λογοτεχνίας Αλέξη Ζήρα, την ποιήτρια κυρία Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ και τον συγγραφέα Δημήτρη Παπαχρήστου ο Ν. Βαλαωρίτης θα συμμετάσχει στην παρουσίαση του ποιητικού ημερολογίου της Δημητρίου για το κατεχόμενο χωριό Καπούτι-Μόρφου της Κύπρου που θα γίνει την Τρίτη 27 Μαρτίου στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά.

Το ημερολόγιο πλαισιώνεται από φωτογραφίες και ποιήματα της Δημητρίου τα οποία απεικονίζουν την ομορφιά μαζί με την ερήμωση, τη νοσταλγία μαζί με τον ρεαλισμό. Τα ποιήματα έχουν μεταφραστεί από την ίδια και τα περισσότερα προέρχονται από την ποιητική συλλογή της «The mountains couldn’t walk away» του Πανεπιστημίου La Trobe της Μελβούρνης. Ποιήματα της Αντρέα Δημητρίου έχουν δημοσιευθεί προσφάτως στην αυστραλέζικη ανθολογία «Southern Sun, Aegean Light».

«Ελληνίδα της Διασποράς η Αντρέα Δημητρίου – σημαδεμένη από τις τραγικές αναμνήσεις της εισβολής του Αττίλα στην πατρίδα της την Κύπρο – από την "προβλήτα του χρόνου" της δεύτερης πατρίδας της, της Αυστραλίας, αναβιώνει την εμπειρία της μέσω της γραφής για να θεραπεύσει το τραύμα της παιδικής ηλικίας» έχει πει για την ποιήτρια ο συγγραφέας κ. Βασίλης Βασιλικός. «Το ποιητικό αποτέλεσμα έρχεται να δικαιώσει με τον καλύτερο τρόπο τη "μεταφορά"».

Η παρουσίαση του ποιητικού ημερολογίου έγινε από τον όμιλο UNESCO Νομού Πειραιώς και Νήσων σε συνεργασία με τις εκδόσεις Αρμός. «Το ημερολόγιο επαναφέρει στο προσκήνιο τα δεινά που υπέστη η Κύπρος από την τουρκική εισβολή, καθώς και τη συστηματική σύληση της πολιτιστικής κληρονομιάς μας, από το 1974 ως σήμερα» δήλωσε ο πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ομίλων Συλλόγων και Κέντρων UNESCO (WFUCA) κ. Ιωάννης Μαρωνίτης.

Σχολείο

Οι 24 ραψωδίες της ομηρικής «Οδύσσειας» έγιναν κόμικς

Της Βίκυς Χαρισοπούλου, ΤΑ ΝΕΑ  29 Μαρτίου 2012

Εικονογραφήγηση χαρακτηρίζουν οι δημιουργοί Γιώργος Ακοκαλίδης και Τάσος Αποστολίδης τη συνεργασία τους, που «ξεδιπλώνει» το έπος σε συννεφάκια και εικόνες

Πρώτα ήταν ο Αριστοφάνης. Ο Ομηρος, αν και προγενέστερος, ακολούθησε. Ηταν η δεκαετία του ’80. Οι έντεκα του «Αριστοφάνους κωμωδίες σε κόμικς» έκαναν ρεκόρ πωλήσεων. 750.000 αντίτυπα. Το κόμικς ήταν μόδα της εποχής. Εισαγόμενη, όπως όλα εκείνη και τη σημερινή εποχή.

Ο συγγραφέας – εκπαιδευτικός Τάσος Αποστολίδης, όμως, και ο γελοιογράφος – σκιτσογράφος Γιώργος Ακοκαλίδης πήραν την εισαγόμενη μόδα του κόμικς, την ελληνοποίησαν, έγιναν οι πρωτοπόροι του είδους (δεν έκαναν σκίτσα και κείμενα για τη Μαφάλντα, τον Λούκι Λουκ, τον Αστερίξ αλλά έκαναν σκίτσα και κείμενα και μέσω αυτών αφηγήθηκαν τις έντεκα σωζόμενες κωμωδίες του Αριστοφάνη). Και τα έντεκα βιβλία μεταγράφηκαν και κυκλοφόρησαν και στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά.

Σήμερα, 30 χρόνια μετά, ξαναπρωτοπορούν. Είναι και πάλι η πρώτη φορά στον εκδοτικό χώρο που το έπος του Ομήρου παρουσιάζεται ως κόμικς – εικονογραφήγημα το ονομάζουν οι δημιουργοί του – σε έξι συνέχειες-βιβλία.

Κάθε βιβλίο εμπεριέχει εικονο-γραφηγημένες τέσσερις ραψωδίες της «Οδύσσειας» – όλα μαζί και τις 24 του ομηρικού έπους.

«Ολα γίνονται όπως στον κινηματογράφο. Πρώτα γράφεται το σενάριο. Δεν πρόκειται για διασκευή αλλά για προσαρμογή στην επιχειρούμενη εικονογραφήγηση. Συμβουλεύομαι τέσσερις μεταφράσεις της "Οδύσσειας", σύγχρονες και παλιότερες. Παραδίδω τα κείμενα έτοιμα με μια πρώτη τοποθέτηση στις σελίδες, γραμμένα και τοποθετημένα σε συννεφάκια ανά σκηνή, συχνά και με σκηνικές οδηγίες. Τα παίρνει στη συνέχεια ο σκηνοθέτης (Γιώργος Ακοκαλίδης) κι είναι εκείνος που επιλέγει τους ηθοποιούς, τα κοστούμια τους, το σκηνικό, τα περάσματα ανά σκηνή», λέει ο συγγραφέας Τάσος Αποστολίδης επιχειρώντας να εξηγήσει τον τρόπο της πρωτότυπης δουλειάς τους.

Κι είναι αυτά τα περάσματα (gutter = ρείθρο, διαχωριστικό) μεταξύ των σκηνών – οι λευκές λωρίδες που χωρίζουν τις εικόνες – τα οποία ο Ακοκαλίδης τα μετέτρεψε – όχι άστοχα – από ευθέα και τεμνόμενα σε καμπυλόγραμμα, δίνοντας με τον καινοτόμο σχεδιασμό ταχύτητα στη δράση, κίνηση στους ήρωες και φυσικότητα – σχεδόν ροή – στην εναλλαγή των σκηνών.

Εισαγωγή, σελίδα 3 του πρώτου βιβλίου (με υπότιτλο «Αναζητώντας τον πατέρα»): «Είχαν περάσει δέκα χρόνια από το τέλος του Τρωικού Πολέμου. Οσοι Αχαιοί γλίτωσαν από τις μάχες αλλά κι από τις τρικυμίες της θάλασσας, είχαν πια γυρίσει στα σπίτια τους. Μόνο ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς της Ιθάκης, δεν είχε ακόμη επιστρέψει στο νησί του! Κανείς από τους δικούς του δεν ήξερε αν ζούσε ή αν είχε πεθάνει…».

Οι τίτλοι έχουν πέσει από τις προηγούμενες σελίδες. Σε όλα τα βιβλία.

Ως μότο πάνω από την εισαγωγή, που στο δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο κ.ο.κ. βιβλίο γίνεται «περίληψη προηγουμένων», υπάρχει πάντα ο στίχος από την καβάφεια «Ιθάκη» («να εύχεσαι να ‘ναι μακρύς ο δρόμος / γεμάτος περιπέτειες / γεμάτος γνώσεις»).

Κι ύστερα αρχίζουν οι εικόνες. Και οι εικονογραφηγημένες ραψωδίες…

«Το εικονογραφήγημα (graphic novel ή comics) ως αφηγηματικό μέσο είναι η κατεξοχήν τέχνη που μπορεί να απεικονίσει τον πραγματικό κόσμο ταυτόχρονα με τον φανταστικό και να διηγηθεί ιστορικά γεγονότα παράλληλα με μυθικά. Είναι η μόνη τέχνη που κατάφερε να παντρέψει το φανταστικό με το ρεαλιστικό», λέει στα «ΝΕΑ» ο Τάσος Αποστολίδης, ο… παραμυθάς της παρέας.

Ο έτερος παραμυθάς, ο σκιτσογράφος Γιώργος Ακοκαλίδης, αποφεύγει τα λόγια. Προτιμά να σκιτσάρει. Να βάλει και κοστούμια, και σκηνικά, και χρώματα με τους μαρκαδόρους του, ακόμα και συναισθήματα και κινήσεις σε ένα σκιτσάκι μια σταλιά (αν βάλει κανείς μεγεθυντικό φακό θα δει ακόμα και την… απόγνωση στην κίνηση των χεριών του Οδυσσέα που είναι πια μια κουκκίδα σχέδιο μεσοπέλαγα πάνω στη σχεδία του, ενώ χαιρετά την Καλυψώ έπειτα από επτά χρόνια συμβίωσης στο νησί της).

Η «Οδύσσεια» κινείται ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο κόσμους: τον πραγματικό κόσμο της εποχής του Ομήρου (8ος αιώνας π.Χ.) και τον φανταστικό κόσμο της εποχής που αναφέρεται το έπος (πριν από τον 12ο αιώνα π.Χ.).

Το έργο χρειάστηκε τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί. Συνολικά αναπτύσσεται σε 246 σελίδες, στις οποίες υπάρχουν 1.200 εικόνες και περίπου 1.500 συννεφάκια με διαλόγους! Οι οποίοι διάλογοι – οι 24 ραψωδίες της «Οδύσσειας» – αποδίδονται πιστά με απλό λόγο, με σύγχρονες συχνά εκφράσεις αλλά με αφηγηματικό ρυθμό – σε ανάμνηση του μέτρου της πρωτότυπης «Οδύσσειας».

Σχολείο

ΕΘΝΟΣ 26.3.12

ΑΝΤΟΝΙΟ ΤΑΜΠΟΥΚΙ, Ο μαχητής συγγραφέας

Από τις σημαντικότερες φωνές της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, με περισσότερα από 20 βιβλία και υποψηφιότητα για Νόμπελ, ο Ιταλός διανοούμενος που λάτρευε την Ελλάδα «έφυγε» στα 68 του

Ο Ταμπούκι ανήκει στους κορυφαίους συγγραφείς του καιρού μας. Το μαρτυρούν τα πολλά βραβεία, ανάμεσά τους και το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας το 1997, για το μυθιστόρημά του «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέ

Ο Ταμπούκι ανήκει στους κορυφαίους συγγραφείς του καιρού μας. Το μαρτυρούν τα πολλά βραβεία, ανάμεσά τους και το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας το 1997, για το μυθιστόρημά του «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέιρα» αλλά και η πρόταση υποψηφιότητάς του για Νόμπελ το 2010

Λάτρευε τα ταξίδια και τους έδινε μια άλλη διάσταση με τα βιβλία του – «Τα ταξίδια είναι μια ανακωχή ανάμεσα σε μας και τον χρόνο, μια εκεχειρία αν θέλετε, μια μικρή αιωνιότητα τσέπης», έλεγε στη διάλεξη που είχε δώσει στο τελευταίο του ταξίδι στην αγαπημένη του Ελλάδα, τον Μάιο του 2011, στο Μέγαρο Μουσικής. Αλλά τούτο το ταξίδι για τον Αντόνιο Ταμπούκι είναι αλλιώτικο.

Ο Ιταλός συγγραφέας, από τις σημαντικότερες φωνές της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, ο διανοούμενος και μαχητής, έχασε τη μάχη με τον θάνατο μόλις στα 68 του. Αφησε την τελευταία πνοή του χθες το πρωί σε νοσοκομείο της Λισαβόνας όπου νοσηλευόταν με καρκίνο. Με πάνω από είκοσι μυθιστορήματα, συλλογές διηγημάτων και δοκίμια, μεταφρασμένος σε 18 γλώσσες κι ένα δικό του αφοσιωμένο κοινό, ο Ταμπούκι ανήκει στους κορυφαίους συγγραφείς του καιρού μας. Το μαρτυρούν τα πολλά βραβεία, ανάμεσά τους και το Ευρωπαϊκό Αριστείο Λογοτεχνίας το 1997 για το μυθιστόρημά του «Ετσι ισχυρίζεται ο Περέιρα», μεταφερμένο στο σινεμά με πρωταγωνιστή τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, αλλά και η πρόταση υποψηφιότητάς του για Νόμπελ το 2010, από το Italian Pen Club.

Η λογοτεχνία για τον Ταμπούκι είναι κάτι σύνθετο, καθώς περιλαμβάνει χαρακτήρες, γεύσεις, μυρωδιές, σκέψεις για τη ζωή και την κοινωνία. Οι ήρωές του, συνήθως καθημερινοί άνθρωποι, δεν είναι πάντα οι κατασταλαγμένοι και οι πετυχημένοι. Αναζητούν τον δρόμο τους. Η οργή για τις φασιστικές κληρονομιές της Ιταλίας και της Πορτογαλίας, η κοινωνική ανισότητα, οι σκοτεινές πτυχές της πολιτικής έχουν θέση στα βιβλία του, πάντα χαμηλών τόνων, σε αντίθεση με τις επιθετικές πολιτικές παρεμβάσεις του.

Ο Πορτογάλος ποιητής Φερνάντο Πεσσόα, επηρέασε βαθύτατα τον Ταμπούκι, από τότε που σπούδαζε στη Σορβόνη. Εμαθε Πορτογαλικά για να τον κατανοήσει καλύτερα και στη συνέχεια έγινε ο ειδικός και ο μεταφραστής του ποιητή. Ετσι ερωτεύτηκε και την Πορτογαλία, παντρεύτηκε με Πορτογαλίδα και μοιραζόταν τη ζωή του ανάμεσα στο Βεκιάνο, το χωριό κοντά στην Πίζα, όπου γεννήθηκε το 1943, το Παρίσι και τη Λισαβόνα, όπου και θα ταφεί την Πέμπτη.

Συνεργάστηκε με πολλές ιταλικές και ξένες εφημερίδες («Κοριέρε ντέλα Σέρα», «Μοντ» κ.ά.). Υπήρξε μέλος και συνιδρυτής του Διεθνούς Κοινοβουλίου Συγγραφέων.

Η σχέση του Ταμπούκι με την Ελλάδα υπήρξε στενή. Την επισκεπτόταν κάθε χρόνο κι έκανε διακοπές σταθερά από το 2000 στα Χανιά. Γνώριζε την ελληνική γραμματεία, από τον Ομηρο έως τον Καβάφη. Το ΑΠΘ τον έχει ανακηρύξει επίτιμο διδάκτορα της Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας. Τα βιβλία του, σχεδόν όλα («Ο Τριστάνο πεθαίνει», «Η νοσταλγία του πιθανού», «Η γραμμή του ορίζοντα», «Η γαστρίτιδα του Πλάτωνα», «Ταξίδια και άλλα ταξίδια» κ.ά.), κυκλοφορούν στα Ελληνικά από την «Αγρα».

Τον έπνιγε η Ιταλία

Δεκαεπτά βιβλία του Αντόνιο Ταμπούκι έχει μεταφράσει ο Ανταίος Χρυσοστομίδης, στενός του φίλος, ο οποίος δήλωσε στο «Εθνος»: «Παρότι εντελώς διαφορετικός από τον Καλβίνο, είναι ο μόνος που σε μια πολύ δύσκολη εποχή για την Ιταλία κράτησε πολύ ψηλά τη σημαία της καλής λογοτεχνίας.

Υπήρξε ένας διανοούμενος όπως ήθελε τους διανοούμενους ο Γκράμσι: πολύ αυστηρούς στη δουλειά τους και πολύ αυστηρούς στην κριτική τους απέναντι στα πολιτικά και κοινωνικά τεκταινόμενα. Οι Ιταλοί ξέρουν την πολεμική διάθεση του Ταμπούκι απέναντι στον Μπερλουσκόνι και στην κατάπτωση αξιών. Τα τελευταία χρόνια αρνιόταν να ζήσει στην Ιταλία, διότι, όπως έλεγε, τον έπνιγε η χώρα που ζούσε τις χειρότερες στιγμές της από τον Πόλεμο και μετά».

ΤΟ ΡΕΚΒΙΕΜ

Ελάχιστες ημέρες πριν φύγει από τη ζωή, ο Αντόνιο Ταμπούκι υπαγόρευσε στο γιο του, μέσα σε δύο νύχτες το τελευταίο του μυθιστόρημα, το ρέκβιεμ.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΡΟΥΜΠΟΥΛΑ

Σχολείο

Δ. N. Mαρωνίτης, ΤΟ ΒΗΜΑ 24.3.12

Οψιμος πατριωτισμός

Εκατόν ενενήντα ένα χρόνια, αν μετρώ καλά, μας χωρίζουν από την απελευθερωτική επανάσταση του Είκοσι ένα. Εξι γενιές και κάτι δηλαδή, αν ισχύσουν τα τριάντα χρόνια ως γενεαλογικό μέτρο. Κοντινή ή μακρινή η ενδιάμεση απόσταση, αφήνει την αίσθηση ότι το όποιο εθνικό νόημα της επετείου προοδευτικά εξατμίστηκε σε παρελάσεις και θεάματα κενόδοξης κατά κανόνα ρητορείας. Απομένει η σοδειά ομόθεμων ιστορικών σπουδών και κειμένων, όχι πάντα ομότροπη και ομόθυμη, η οποία στο μεταξύ και αυτή μάλλον ελαττώνεται. Πλάι της σπανίζουν οι αξιόλογες λογοτεχνικές αποτυπώσεις, ενώ ευκαίρως ακαίρως, κυκλοφορεί και η πατριωτική ποίηση ως αναλώσιμο είδος στις σχολικές γιορτές.

Δεν είμαι ειδικός, και ασφαλώς μου διαφεύγει σημαντικό μέρος της σχετικής βιβλιογραφίας. Η προσωπική μου εξάλλου συμβολή (περιφερειακή προφανώς ως προς το συζητούμενο θέμα) περιορίζεται στη μελέτη «Ο τύπος του εθνικού ποιητή», που αντιστοιχεί σε πανηγυρικό λόγο, εκφωνημένο στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στις 26.10.1979 και ενσωματωμένο στο βιβλιάριο Οδυσσέας Ελύτης: Μελετήματα (σειρά «Γραφή και Ανάγνωση», εκδόσεις Πατάκη 2007).

Στο πρώτο μέρος της μελέτης εκείνης ανιχνεύονται οι ευρωπαϊκές και ελλαδικές ρίζες της εθνικής ιδεολογίας και της εθνικής ποίησης στα νεότερα χρόνια, με επώνυμους νεοελληνικούς σταθμούς από τον Ρήγα Φεραίο έως τον Γιάννη Ρίτσο. Στο δεύτερο, συστηματικό, μέρος προτείνονται και συγκρίνονται τρία νεωτερικά παραδείγματα εθνικής ποίησης: Το Ασμα ηρωικό και πένθιμο του Ελύτη (1945), ο Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου (1942) και Η Τελευταία προ Ανθρώπου εκατονταετία του Ρίτσου (1942-43). Από τη συγκριτική πρόταση των τριών δειγμάτων προκύπτουν σημαντικές ποιητολογικές και ιδεολογικές διαφορές σε ό,τι κυρίως αφορά τον εθνικό πυρήνα των έργων.

Στο μεταξύ, ψάχνοντας στα ανάκατα χαρτιά μου, έπεσα πάνω σε ένα μονοσέλιδο, πρόχειρο μνημόνιο, προορισμένο για περσινή ραδιοφωνική συνέντευξη που δεν έγινε, με θέμα ακριβώς την επετειακή πατριωτική ποίηση, τα όρια και τους όρους της. Από εκεί αντλώ εφεξής κάποιες πρωτοβάθμιες απορίες, όπως:

Υπάρχει πράγματι διακριτό και διακεκριμένο είδος πατριωτικής ποίησης, ανάλογο ας πούμε της επικής, της λυρικής ή της δραματικής; Κατά σύμπτωση πάντως ο επίμαχος αυτός όρος δεν λημματογραφείται ούτε στα λογοτεχνικά λεξικά, ούτε και στις αντίστοιχες γραμματολογίες. Απουσιάζει λόγου χάριν τόσο από το ογκώδες Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Πατάκη όσο και από τους πίνακες ονομάτων στις Ιστορίες Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Δημαρά και του Λίνου Πολίτη. Λημματογραφικά εξάλλου δεν ανευρίσκεται ούτε στην Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας του Albin Lesky.

Η απουσία αυτή, αν δεν πρόκειται για παράλειψη, δεν σημαίνει καλά και σώνει ανυπαρξία πατριωτικών κειμένων στο σώμα τόσο της αρχαίας ελληνικής όσο και της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Φτάνει να θυμηθούμε από την αρχαϊκή εποχή τις πατριωτικές ελεγείες του Τυρταίου και του Καλλίνου, και από την νεοελληνική τον Θούριο του Φεραίου και τις περισσότερες από τις Ωδές του Κάλβου. Στοιχεία που επιτρέπουν, αν δεν επιβάλλουν, να δεχτούμε ότι: μπορεί να μη διακρίνεται στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτόνομο είδος πατριωτικής ποίησης, υπάρχουν όμως πατριωτικά ποιήματα, πατριωτικοί έστω πυρήνες, ενσωματωμένοι σε έργα κυρίως επικής μυθοπλασίας, με θεμέλιο λίθο τα δύο ομηρικά έπη.

Οπου οι ομόρριζες λέξεις πάτρη και πατρίς (ουσιαστικό κατά κανόνα η πρώτη και επιθετικός προσδιορισμός η δεύτερη στα ουσιαστικά γαία, και άρουρα) δηλώνουν κατεξοχήν τον γενέθλιο τόπο του ήρωα. Παράδειγμα, ο στίχος 30 από την πρώτη ιλιαδική ραψωδία, όπου πάτρη ονομάζει ο Αγαμέμνων το καταγωγικό Αργος, και το δίστιχο 365-66 της δεύτερης οδυσσειακής ραψωδίας, όπου η Ευρύκλεια υπενθυμίζει στον Τηλέμαχο ότι ο διογενής Οδυσσεύς ώλετο τηλόθι πάτρης, εννοώντας ακριβώς την Ιθάκη.

Πατρίς επομένως και πάτρη στον Ομηρο (παραπέμποντας στην ομόρριζη λέξη πατήρ) σημαίνουν καταρχήν τον οικείο (βιολογικό και βιωματικό κατά βάση) τόπο, στον οποίο γεννήθηκε κάποιος και επιθυμεί πεθαίνοντας να ταφεί. Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι δύο όροι, συναισθηματικά φορτισμένοι, δεν επιβαρύνονται κατ’ ανάγκην και ιδεολογικά. Η πατριωτική ιδεολογία προκύπτει και ενισχύεται, όταν και όπου την ευνοούν έκτακτες συνθήκες, όπως είναι ο παρατεινόμενος ξενιτεμός και προπαντός ο πόλεμος – όχι μόνον στην αμυντική του εκδοχή. Στο σημείο αυτό διακρίνεται ο τύπος ενός πρώιμου, ανυπόκριτου πατριωτισμού από την όψιμη, φλύαρη φιλοπατρία, που υποκρίνεται ότι όλα γίνονται και λέγονται για τη σωτηρία της πατρίδας.

Σχολείο

Στα ίχνη του «φωνακλά» ποιητή της Επανάστασης

«Τα εύκολα και τα δύσκολα» του φαινομένου Μαγιακόφσκι μέσα από τη ζωή, το έργο αλλά και περιστατικά από την καθημερινότητά του

Με το φαινόμενο Μαγιακόφσκι ο Αλεξανδρόπουλος (1924-2008) ασχολήθηκε από τα χρόνια της προσφυγιάς του στη Μόσχα

Με το φαινόμενο Μαγιακόφσκι ο Αλεξανδρόπουλος (1924-2008) ασχολήθηκε από τα χρόνια της προσφυγιάς του στη Μόσχα

«Εμάς μας έλαχε με τις κραυγές να βάλουμε κάτω / μπουρίνια, κανόνια, χιονοθύελλες». Αυτοί οι δύο στίχοι θα μπορούσαν να μπαίνουν σαν επιγραφή μπροστά στα βιβλία για τον Μαγιακόφσκι, γράφει ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος. Συνοψίζουν την αίσθηση ευθύνης του μεγάλου Ρώσου φουτουριστή αλλά και το πνεύμα της εποχής που εξέθρεψε μεγάλα όνειρα, ταυτίζοντας αισιοδοξίες και ουτοπίες.

Με το «ποιητικό φαινόμενο» Μαγιακόφσκι ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος (1924-2008) ασχολήθηκε από τα χρόνια της προσφυγιάς του στη Μόσχα. Από τότε είχε μεταφράσει ποιήματά του, με τα οποία διάνθισε τη βιογραφική μυθιστορία που εκδόθηκε το 2000 από τα «Ελληνικά Γράμματα» και επανεκδόθηκε μόλις από τον «Γκοβόστη», με επιμέλεια της κόρης του, Ολγας Αλεξανδροπούλου. Ο διάλογος γύρω από το έργο και την προσωπικότητα του Μαγιακόφσκι, στη διάρκεια των 82 χρόνων από τον θάνατό του, έχει υποστεί πολλές διακυμάνσεις. Μετά την αυτοκτονία του, το 1930, στα 37 του, μια σιωπή προσπάθησε να καλύψει το όνομά του, η οποία έσπασε το 1935, όταν ο Στάλιν, ύστερα από επιστολή της Λίλι Μπρικ, για τις δυσκολίες που συναντούσε στις εκδόσεις έργων του ποιητή, γνωμάτευσε: «Ο Μαγιακόφσκι ήταν και παραμένει ο καλύτερος, ο προικισμένος ποιητής της σοβιετικής εποχής μας. Η αδιαφορία στη μνήμη του ισούται με έγκλημα». Τούτες οι φράσεις ήταν αρκετές για να προκαλέσουν ένα υπέρμετρο δόξασμα στο Μαγιακόφσκι. «Ηταν ο δεύτερος θάνατός του», είχε πει ο Παστερνάκ. Η τρίτη καταδίκη σημειώθηκε με την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος, που έφερε την ισοπέδωση και άλλων παλιών ινδαλμάτων. Η έκδοση και περισσότερο η επανέκδοση του βιβλίου του Αλεξανδρόπουλου έρχεται σε μια απόσταση χρόνου από τους παραπάνω «θανάτους» και αποτελούν «πρόδρομη και ιδιαίτερα μεστή καταχώριση στον σύγχρονο περί του Μαγιακόφκσι διάλογο», όπως αναφέρει ο Ολγα Αλεξανδροπούλου.

Ο συγγραφέας άλλων έξι μυθιστορηματικών βιογραφιών (Γκόρκι, Τσέχοφ, Ντοστογιέφσκι, Γκέρτσεν, Τολστόι, Μαντελστάμ), βαθύς γνώστης της ρωσικής λογοτεχνίας και πραγματικότητας, καταγράφει με γοητευτικό και πρωτότυπο τρόπο τα εύκολα και τα δύσκολα ενός «δύσκολου, κακοτράχαλου ποιητή», που με δικά του αυτοσχέδια υλικά έφτιαχνε έναν κόσμο που βρισκόταν σε αντιπαράθεση με όλη την άλλη ποίηση, ακόμα και με τον Πούσκιν, αλλά και τις κοινωνικές συμβάσεις. Εναν ριζοσπάστη ποιητή στην τέχνη και τη ζωή, που βρισκόταν σε καθημερινό κι έντονο διάλογο με την εποχή του. Μια επαναστατική προσωπικότητα, ασυμβίβαστη με την εξουσία και τη γραφειοκρατία. Ενα ποίημά του για τη γραφειοκρατία ήταν και το μόνο που άρεσε στον Λένιν, αφού κατά τα άλλα ο αρχηγός των μπολσεβίκων δεν τον καταλάβαινε τον Μαγιακόφσκι.

Στα ίχνη του «φωνακλά» ποιητή της Επανάστασης


Μόσχα και Αγία Πετρούπολη

Ο Αλεξανδρόπουλος παρακολουθεί τον βίο και το έργο του στη Μόσχα και στην Αγία Πετρούπολη και ξανά στη Μόσχα, τα ταξίδια του στο εξωτερικό, όπως στο Παρίσι, όπου επισκέφθηκε το ατελιέ του Πικάσο, τις γυναίκες της ζωής του, ειδικά τη μοιραία, μπαλζακική, σχέση του με τη Λίλι Μπρικ («από τα άλυτα αινίγματα στη ζωή του»), τις πύρινες ομιλίες του για την Επανάσταση, την ολέθρια σχέση του με το σινάφι, υπεύθυνο για πολλά γεγονότα που έπαιξαν τον ρόλο τους στην προσωπική του τραγωδία. «Οι χίλιων λογιών εχθροί του στάθηκαν μία από εκείνες τις δραστήριες δυνάμεις που τον οδήγησαν στην αυτοκτονία».

Η γοητεία του βιβλίου βρίσκεται στο μπλέξιμο ζωής και έργου, ποίησης και περιστατικών από την καθημερινότητα, μέσα σε μια ατμόσφαιρα «θεότρελη». Ο συγγραφέας καταφέρνει να καθηλώσει τον αναγνώστη τόσο με την ποίηση του Μαγιακόφσκι, με τα λυρικά, ηρωικά και σατιρικά στοιχεία της, όσο και με τη ζωντανή παράθεση μαρτυριών, γύρω από αυτόν τον υποβλητικό, γοητευτικό και παράτολμο άνθρωπο, τον ποιητή της Επανάστασης, τον «φωνακλά» απλώς, κατά τον Ρώσο θεωρητικό της λογοτεχνίας Μιχαήλ Μπαχτίν. Κι όλα αυτά δοσμένα μέσα σε μια γενική εικόνα της θυελλώδους εποχής, «που ο Μαγιακόφσκι την έζησε από την αρχή ως το τέλος, την αποθησαύρισε στα ποιήματά του και την πήρε μαζί του φεύγοντας, μόνος του διαλέγοντας τη στιγμή σαν να ‘θελε να τη διαφυλάξει και να την προστατεύσει από τις επερχόμενες αλλοιώσεις».

Σελιδοδείκτης

  • Μια γνωστή τότε ηθοποιός είχε συμπεριλάβει το ποίημα του Μαγιακόφσκι «Εμβατήριο» σε ένα ρεσιτάλ απαγγελίας στο Κρεμλίνο, το οποίο είχε παρακολουθήσει και ο Λένιν, ο οποίος στο τέλος είχε μια στιχομυθία μαζί της. Αφηγείται η ηθοποιός:

-Τι διαβάσατε μετά τον Πούσκιν; Γιατί διαλέξατε ένα τέτοιο ποίημα; Ομολογώ, δεν το πολυκατάλαβα. Ολο κάτι παράξενες λέξεις…

Απάντησα ότι το ποίημα είναι του Μαγιακόφσκι και προσπάθησα να του εξηγήσω τι σημαίνουν οι λέξεις που δεν είχαν γίνει νοητές.

Μου είπε: Δεν αμφιβάλλω, υπάρχει έξαρση, κέφι, παλμός και αισιοδοξία, αλλά ο Πούσκιν μου αρέσει περισσότερο, καλύτερα να διαβάζετε Πούσκιν…

ΔΗΜΗΤΡΑ ΡΟΥΜΠΟΥΛΑ, ΕΘΝΟΣ 3/2012

 

clip_image002

Έργο του Καρλ Σμιτ-Ρότλουφ

Κατηγορίες:λογοτεχνία Ετικέτες: , ,
  1. Δεν υπάρχουν σχόλια.
  1. No trackbacks yet.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: