Η πολιτική σήμερα 27.3.12
Περιεχόμενα:
Οι δρόμοι της βίας,
Η χώρα αιχμάλωτη του φόβου που προκαλεί η τρόικα,
Η Ιστορία χτυπάει την πόρτα μας, η Αριστερά θα την ανοίξει;
Πέραν της συμφωνίας του ευρώ,
Κινδυνεύουν με Βατερλό,
Η εποχή μετά το PSI,
Υπήρχε κι άλλη λύση για τα ομόλογα των ταμείων,
Προβλήματα ανάπτυξης,
Τέσσερις αλήθειες για την Ευρώπη,
Κόμματα και κάλπη,
Οι κίνδυνοι της αμοιβαδοποίησης,
Η κρίση της ιστορίας για την κρίση σήμερα,
ΠΑΣΟΚ και συλλογικά συμφέροντα,
Και τώρα τι ψηφίζουμε;
Νέα κόμματα επί σκηνής,
Καταλύτες Καμμένος και Κατσέλη,
Από τις σύνθετες επεξεργασίες στη γενικόλογη συνθηματολογία και στον λαϊκισμό,
Οι εχθροί του λαού.
Οι δρόμοι της βίας
Το νεοναζιστικό περιθώριο διεκδικεί βουλευτικές έδρες
Του Κωστή Παπαϊωάννου, ΤΑ ΝΕΑ 22.3.12
Συγκλονιστικά στοιχεία παρουσιάστηκαν χτες από το νεοσύστατο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας. Η πρώτη πιλοτική καταγραφή κάλυψε έναν εξαιρετικά περιορισμένο γεωγραφικό χώρο (στην Αθήνα την περιοχή Ομόνοιας, την Πλατεία Αττικής, τον Αγιο Παντελεήμονα, επίσης ορισμένες περιοχές της Πάτρας). Αρα τα αποτελέσματα δεν αποτελούν ούτε καν την κορυφή του παγόβουνου. Τα θύματα φαίνονται απρόθυμα να καταγγείλουν τις επιθέσεις ακόμα και όταν έχουν νωπά τα σημάδια της βίας πάνω τους, είτε λόγω φόβου σύλληψής τους (εάν δεν έχουν νομιμοποιητικά έγγραφα) είτε επειδή το θεωρούν μάταιο. Και όμως, σε ένα τρίμηνο έχουμε την αναλυτική τεκμηριωμένη καταγραφή 61 βίαιων ρατσιστικών επιθέσεων. Συχνά έχουμε περισσότερους από έναν θύτες, συνήθως οργανωμένες εξτρεμιστικές ομάδες που προκαλούν βαριές ή απλές σωματικές βλάβες αλλά και την καταστροφή περιουσιακών στοιχείων ή καταστημάτων. Σημαντικό εύρημα είναι επίσης η αυξανόμενη ομαδική βία με τη συμμετοχή ανηλίκων. Καταγράφεται οργάνωση στον δημόσιο χώρο (πλατείες κ.λπ.) και χρήση αυτοσχέδιων κυρίως όπλων, ωστόσο δυνάμει φονικών. Επιπλέον, προκύπτει η πρακτική «περιπολίας» από μαυροφορεμένους μοτοσικλετιστές, με κράνη ή καλυμμένο πρόσωπο, οι οποίοι επιτίθενται εν κινήσει, συνήθως σε στάσεις λεωφορείων. Αλλες ομάδες, συχνά με τη συμμετοχή γυναικών, χρησιμοποιούν μεγαλόσωμους σκύλους για εκφοβισμό. Οι επιθέσεις κατά των γυναικών ενέχουν σαφή απειλή της γενετήσιας αξιοπρέπειάς τους. Ειδική κατηγορία, τέλος, αποτελούν τα πολλά περιστατικά όπου συνδέεται η αστυνομική με τη ρατσιστική βία, όταν ένστολοι, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και σε επιχειρήσεις ρουτίνας, καταφεύγουν σε έκνομες ενέργειες και πρακτικές άσκησης βίας.
Είναι γνωστό πως σπανίως τα περιστατικά ρατσιστικής βίας καταγγέλλονται και ακόμα σπανιότερα διερευνώνται. Οι ένοχοι παραμένουν στη συντριπτική πλειονότητα ασύλληπτοι, αν και πολλές από τις εγκληματικές τους πράξεις διώκονται αυτεπάγγελτα, ενώ όταν προσαχθούν αφήνονται σύντομα ελεύθεροι. Η καταδίκη για εγκλήματα με ρατσιστικά κίνητρα είναι έννοια άγνωστη στη χώρα μας. Τα παραπάνω αποκτούν ιδιαίτερη σημασία στη δίνη της μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Η υποβάθμιση και η αυξημένη παραβατικότητα σε περιοχές με μεγάλο αριθμό περιθωριοποιημένων μεταναστών και προσφύγων αποτελούν πρόσφορο έδαφος για εντάσεις, ξενοφοβικές συμπεριφορές και ανοχή απέναντι στη ρατσιστική βία.
Ταυτόχρονα γίνεται πλέον ανοιχτά λόγος για «πολιτοφυλακές» που εκπαιδεύονται στα όπλα δήθεν για να αυτοπροστατευτούν. Κάτι τέτοιο θα έπρεπε να προκαλεί συναγερμό. Δυστυχώς, όμως, αυτό που κυριαρχεί είναι ένας πλειστηριασμός σε ιδέες που αποτελούν υπόστρωμα ανοχής στη ρατσιστική βία. Πολιτικοί αρχηγοί με θυμωμένο ύφος σερίφη αμερικανικής κωμόπολης μιλούν για ελεύθερη οπλοκατοχή και αυτοδικία. Ο Δήμος Αθηναίων αρνείται να παράσχει ρεύμα σε αντιρατσιστική εκδήλωση στην Πλατεία Αγίου Παντελεήμονος επικαλούμενος τον «φόβο επεισοδίων» (αποδεχόμενος έτσι πλήρως το άβατο που επιβάλλουν οι ομάδες τραμπούκων). Τα ζητήματα διαχείρισης του μεταναστευτικού φορτίου μεταφέρονται στο πεδίο της ψηφοθηρικής τρομολαγνείας. Οταν όμως η ατζέντα του δημόσιου διαλόγου μετακινείται προς τα (ακρο)δεξιά, η ρατσιστική βία εγκαθίσταται στον αστικό χώρο.
Στην επόμενη Βουλή χρειάζονται ισχυρή παρουσία και συνεννόηση – ει δυνατόν διακομματική – βουλευτών που θα θέσουν σε υψηλή προτεραιότητα την αντιμετώπιση του ρατσιστικού φαινομένου σε νομοθετικό επίπεδο και σε επίπεδο κοινοβουλευτικού ελέγχου: πολιτικές πρόληψης, δημιουργία ενιαίου ειδικού συστήματος καταγραφής ρατσιστικών εγκλημάτων στο υπουργείο Δικαιοσύνης (σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας), δημιουργία ειδικής αστυνομικής δομής, καθιέρωση ειδικών οδηγιών για την αστυνομική διερεύνηση του ρατσιστικού εγκλήματος, λογοδοσία και καταπολέμηση της ατιμωρησίας για οποιονδήποτε, ένστολο ή μη, ελέγχεται για εμπλοκή σε τέτοια περιστατικά.
Λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος οι φορείς της ρατσιστικής βίας να επιτύχουν την είσοδό τους στη Βουλή. Πρόσωπα του νεοναζιστικού περιθωρίου διεκδικούν βουλευτικά έδρανα. Τώρα χρειάζεται, περισσότερο από ποτέ, να γνωρίζουν ότι κάθε τους ενέργεια βρίσκεται στο μικροσκόπιο.
Υστερόγραφο: το Δίκτυο Καταγραφής δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Γραφείου της Υπάτης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα με τη συμμετοχή 18 μη κυβερνητικών οργανώσεων και φορέων μέχρι στιγμής.
Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Η χώρα αιχμάλωτη του φόβου που προκαλεί η τρόικα
Θ. Λυρτσογιάννης, ΕΘΝΟΣ 20.3.12
Η τρόικα ή έχει εκπονήσει ευφυέστατο σχέδιο που θα μας εκπλήξει όλους ή είναι άσχετη. Ο,τι από τα δύο κι αν συμβαίνει, η ζημιά που προκαλεί στην αγορά είναι τεράστια. Αναφερόμαστε στη διατήρηση της χώρας και των πολιτών σε διαρκή κατάσταση νευρικού κλονισμού με τα μέτρα που επιβάλλει. Αντί να εκπονήσει ένα σχέδιο μία κι έξω και να ξέρουν οι πολίτες και οι επιχειρηματίες προς τα πού βαδίζουμε, κάθε 3 ή 6 μήνες επιβάλλει νέα μέτρα διατηρώντας μια κατάσταση ρευστότητας, αβεβαιότητας και ανασφάλειας που νεκρώνει τα πάντα.
Μάλιστα, οι άνθρωποι είναι τόσο ευφυείς, που προαναγγέλλουν τα μέτρα που θα επιχειρήσουν να επιβάλουν ύστερα από λίγους μήνες, λες και δεν θέλουν να επιτρέψουν να ξεθαρρέψουν καταναλωτές και επενδυτές. Με την τακτική τους αυτή επιδεινώνουν το οικονομικό κλίμα, καταβαραθρώνουν την αγορά και προκαλούν βαθύτερη ύφεση. Πάρτε για παράδειγμα τις προαναγγελίες για τον επόμενο Ιούνιο. Ηδη προκαλούν φόβο και ανασφάλεια. Στις συνθήκες αυτές ποιος πολίτης θα καταναλώσει; Ποιος θα επενδύσει; Ποιος θα χτίσει σπίτι ή θα κάνει εργασίες βελτίωσης;
Δύο χρόνια τώρα κρατούν τη χώρα αιχμάλωτη του φόβου, εφαρμόζοντας ουσιαστικά τη θεωρία του σοκ του πνευματικού τους πατέρα Μίλτον Φρίντμαν, δύο χρόνια παίρνουν μέτρα που ξέρουν ότι θα βαθύνουν την ύφεση, δύο χρόνια γκρεμίζουν τις ζωές των Ελλήνων στο όνομα της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Κι αυτό παρότι ξέρουν ότι δεν πρόκειται να γίνει πραγματικότητα όσο δεν μπαίνουμε σε πορεία ανάπτυξης, εξαιτίας της σκληρής λιτότητας και της ανιστόρητης συμπεριφοράς της τρόικας…
Η Ιστορία χτυπάει την πόρτα μας, η Αριστερά θα την ανοίξει;
Του Νίκου Συρμαλένιου, ΑΥΓΗ, 20.3.12
Οι μνημονιακές πολιτικές και ό,τι έχουμε ζήσει τα τελευταία δύο χρόνια στη χώρα μας, διαμορφώνουν μια νέα πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που δεν έχει προηγούμενο στην ιστορία της χώρας μας, τουλάχιστον από τη Μεταπολίτευση και δώθε. Η κατάρρευση του δικομματισμού και η γενικότερη αποδόμηση του πολιτικού συστήματος, ως αποτέλεσμα της κοινωνικής χρεωκοπίας και της απώλειας των παραδοσιακών κοινωνικών ερεισμάτων του, έχει φέρει τα πάνω κάτω και έχει ανατρέψει δεδομένα που μέχρι χθές θα φαινόντουσαν απίθανα και αναλλοίωτα.
Η Αριστερά σε όλες της τις εκδοχές και εκφράσεις ενισχύεται και αναδεικνύεται καθοριστικός παράγοντας των εξελίξεων, εφόσον φυσικά η ίδια θελήσει να αποδεχθεί αυτόν τον ρόλο. Και εδώ βεβαίως αρχίζουν τα δύσκολα. Από τις τρεις βασικές συνιστώσες της μέχρι στιγμής μόνον ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να παλεύουν και και να πιστεύουν στην ενότητα, ενώ, από την άλλη, το μεν ΚΚΕ λοιδορεί την πρόταση εξουσίας, διότι δεν μπορεί να υπάρξει “στα πλαίσια του καπιταλισμού”, ενώ, από την άλλη, αιφνιδίως η ΔΗΜ.ΑΡ. εξαγγέλλει την ανασυγκρότηση του “σοσιαλιστικού χώρου”, απεμπολώντας ακόμα και παραδοχές του κοινού μας παρελθόντος, που, συγκροτώντας το 1989 τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, μιλούσαμε για σύγκλιση δυνάμεων της κομμουνιστικής, σοσιαλιστικής, ριζοσπαστικής και οικολογικής Αριστεράς ως πολιτικού υποκειμένου που θα επιδιώξει να αλλάξει τους συσχετισμούς στη Βουλή και στον λαό, για μια προοδευτική πορεία της χώρας με κατεύθυνση τον σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία.
Όμως η ζοφερή κατάσταση της χώρας και της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού που υποφέρει δεν επιτρέπουν πολυτέλειες και επιχειρηματολογίες του είδους, πρώτα ανατρέπουμε τον καπιταλισμό και μετά βλέπουμε, ή πρώτα καταγράφουμε τους νέους συσχετισμούς και μετά βλέπουμε στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων αν και με ποιούς μπορούμε να συνεργαστούμε. Γιατί βεβαίως όλοι βλέπουν ότι με τις εκλογές μπροστά μας είναι ορατά δύο ενδεχόμενα: Το πρώτο η συγκρότηση μιας νέας συγκυβέρνησης Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ και η συνέχιση της ίδιας καταστροφικής πολιτικής, που θα ενταθεί αμέσως μετά τις εκλογές και με πρώτο σταθμό τα νέα φορολογικά και εισοδηματικά μέτρα του Ιουνίου, καθώς και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας (ήδη η Λαγκάρντ και οι τροϊκανοί μιλούν ανενδοίαστα για ανάγκη νέων περικοπών των μισθών γιατί δεν έχουμε φθάσει ακόμα στο ύψος των μισθών της Κροατίας, αλλά και για απολύσεις), το δεύτερο η ανατροπή αυτής της πολιτικής και η συγκρότηση μιας νέας πλειοψηφίας αριστερών και προοδευτικών αντινεοφιλελεύθερων – αντιμνημονιακών δυνάμεων, που με τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού θα αναλάβει το δύσκολο έργο προοδευτικής ανόρθωσης της χώρας και θα διεκδικήσει ταυτόχρονα την ισότιμη θέση της σε ένα νέο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Αν οι δυνάμεις της Αριστεράς θεωρούν ότι το δίλημμα δεν είναι Mνημόνια ή χρεωκοπία, αλλά Μνημόνια = χρεωκοπία, τότε δεν έχουν κανένα δικαίωμα να ολιγωρούν, να υπεκφεύγουν, ή να δηλώνουν “φυγή προς το μέλλον”, όταν αυτό το μέλλον διαμορφώνεται εδώ και τώρα και όταν τώρα η Ιστορία μάς χτυπάει την πόρτα. Και βεβαίως όλοι και όλες ξέρουμε ότι η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Οι ιστορικές ευκαιρίες δεν εμφανίζονται συνεχώς μπροστά μας, ούτε πολύ περισσότερο μας προσπερνούν αδιάφορα. Αν εμείς δεν είμαστε ώριμοι να τις αρπάξουμε, τότε η Ιστορία δεν συγχωρεί και πολύ περισσότερο, δεν θα μας συγχωρέσει ο λαός μας, που περιμένει από τις πολιτικές ηγεσίες της Αριστεράς, αυτή ακριβώς τη στιγμή, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να αναλάβουν την ιστορική ευθύνη που τους αναλογεί. Το δίλημμα-πρόσχημα ότι τάχα κάποιοι θέλουν επιστροφή στη δραχμή, ενώ κάποιοι άλλοι είναι αποκλειστικοί οπαδοί της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας, είναι προφάσεις εν αμαρτίαις, διότι καμιά διακηρυγμένη επίσημη θέση του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ δεν το υποστηρίζει.
Και εν πάση περιπτώσει, αν στην ηγεσία του ΚΚΕ μπορούν να καταλογιστούν εμμονές και δογματικές αγκυλώσεις δεκαετιών, η ηγεσία της ΔΗΜΑΡ, δεν μπορεί να εξακολουθεί να υπεκφεύγει, προφασιζόμενη ότι δεν συζητά με το παρελθόν, αλλά μόνο με το λαμπρό μέλλον (;) με το οποίο υποτίθεται ότι θα λογαριαστεί. Και δεν μπορώ πράγματι να κατανοήσω, πως είναι δυνατόν να υποδέχεται τόσο εύκολα στις αγκάλες της, πρώην βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, που στήριξαν μέχρι πολύ πρόσφατα τις βασικές μνημονιακές πολιτικές τις οποίες η ίδια έχει καταψηφίσει και δεν μπορεί να συζητήσει με τον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ, με τους οποίους συνυπήρξε για πολλά χρόνια στους αγώνες μέσα και έξω από τη Βουλή και στους αγώνες για μια άλλη Ελλάδα σε άλλη Ευρώπη. Και αν αυτό αποτελεί παράδοξο της ιστορίας, αποτελεί όμως ταυτόχρονα και εγκληματικό παράδοξο για το λαό, που όπου σταθείς και όπου βρεθείς μας εγκαλεί για την Ενότητα. Τέλος πάντων, όλοι και όλες κρινόμαστε ενώπιον του λαού και της ιστορίας. Ας ελπίσουμε ότι αυτές οι εκλογές δεν θα μαράνουν πρόωρα την ελπίδα για μια μεγάλη Αριστερά, μαχητική, δυναμική, αγωνιστική, που θα πραγματοποίησει οράματα για τα οποία πολύς πόνος και θυσίες έχουν δοθεί.
* Ο Νίκος Συρμαλένιος είναι μέλος της ΚΠΕ του ΣΥΝ και της ΠΣΕ του ΣΥΡΙΖΑ, περιφερειακός σύμβουλος Ν. Αιγαίου.
Πέραν της συμφωνίας του ευρώ
Tου Μπάμπη Παπαδημητρίου, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 20.3.12
Θέλω να ελπίζω ότι η διαίρεση μεταξύ εκείνων που ήθελαν την Ελλάδα να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη και όσων απορρίπτουν αυτή την προοπτική, δεν ισχύει πλέον. Στην πράξη, άλλωστε, η πολύ μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών ήθελαν να κρατήσουν τα οφέλη του ευρώ και απέρριπταν την επιστροφή σε ένα πληθωριστικό και εξευτελισμένο νόμισμα, όπως υπήρξε και όπως, δυστυχώς, θα ήταν και πάλι μια δραχμή βγαλμένη μάλιστα μέσα από μια τόσο βαθιά κρίση.
Εγινε άλλωστε, από την προηγούμενη κυβέρνηση, μια μάλλον υπερβολική χρήση της απειλής «αποπομπής» μας από το ευρώ. Οχι πως ο κίνδυνος δεν ήταν εξαιρετικά πραγματικός. Προφανώς και ήταν, όπως αποκαλύπτουν τώρα ο ίδιος ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ, πρόεδρος του Eurogroup και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφανγκ Σόιμπλε. Πλην όμως, η κυβέρνηση Παπανδρέου τον αντιμετώπιζε μόνον όταν έφθανε, κάθε τρίμηνο, η ώρα της τρόικας. Οταν δηλαδή η Ελλάδα κρεμόταν από την έκθεση-πιστοποιητικό, προκειμένου να πάρουμε την επόμενη δόση χρημάτων.
Παρά ταύτα, η πλειοψηφία της κοινής γνώμης απέρριπτε και απορρίπτει όσους επιθυμούν τη συγκρότηση ενός μετώπου της δραχμής. Μπορεί τα βιβλία συγκεκριμένου εκδοτικού οίκου να «σκίζουν» σε πωλήσεις, η ιδέα της δραχμής δεν πωλήθηκε το ίδιο καλά. Με αποτέλεσμα ολοένα και περισσότεροι πολιτικοί να λαμβάνουν την απαραίτητη απόσταση ασφαλείας από τη «δραχμή». Ιδιαίτερα όταν η σχετική πρόταση συνδυάζεται με προσφυγή, για παράδειγμα, στην ελεημοσύνη των Ρώσων, ακόμη και τότε (ή, καλύτερα, κυρίως τότε) που εκθειάζεται το παράδειγμα της Κύπρου!
Πριν από δύο ημέρες, από την τηλεόραση του ΣΚΑΪ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας ξεκαθάρισε ακριβώς αυτό. «Αν υπήρχε έστω και μια σκέψη, πριν από το δεύτερο Μνημόνιο, ότι θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε τη νομισματική υποτίμηση έναντι της εσωτερικής, σήμερα αυτό δεν έχει βάση», είπε. Το εντυπωσιακό είναι αυτό που ακολουθεί στον συλλογισμό του. Ο κ. Τσίπρας εξηγεί ότι «επειδή έχουμε υπογράψει με το αγγλικό δίκαιο και επομένως δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να μετατρέψουμε αν φύγουμε από το ευρώ, το νόμισμα των χρεών μας».
Πράγματι, τα νέα ομόλογα που προέκυψαν από το «κούρεμα», όπως συμβαίνει και με τα διακρατικά χρέη (των 110+130 δισ.) δεν μπορούν να μετατραπούν σε περίπτωση αλλαγής νομίσματος. Ομως, μετά κάποιο διάστημα, όλοι πληρώνουν τα χρέη τους. Ακόμη και όσοι έχουν αρνηθεί, σε μια δύσκολη συγκυρία, να συνεχίσουν την ομαλή αποπληρωμή τοκοχρεολυσίων. Επομένως, σημασία έχει να διαθέτεις ισχυρό νόμισμα όταν θα έρθει η ώρα να επανενταχθείς στις διεθνείς αγορές.
Μετά τον Α. Τσίπρα δεν μένει, πρακτικά, κανείς που να μην έχει αποδεχθεί ότι το ευρώ θα παραμείνει, σε κάθε περίπτωση το εθνικό μας νόμισμα. Η διατήρηση της χώρας μέσα σε μια συμμαχία ισχυρού νομίσματος έχει πολλές περισσότερες συνέπειες από όσες μπορεί κανείς να καταγράψει σε μια πρώτη προσπάθεια. Το ευρώ δεν είναι απλώς ένα νόμισμα, αλλά ένα πλαίσιο αναφοράς για την οικονομική μας πολιτική. Ανεξαρτήτως του όποιου Μνημονίου, η συμμετοχή μας στην αναδιοργάνωση της Ευρωζώνης και στην προσπάθεια συγκρότησης μιας αποτελεσματικής δημοσιονομικής ένωσης, απαιτεί από τον πληθυσμό της χώρας και τους πολιτικούς του να έχουμε πειστεί για την αξία του εγχειρήματος.
Πιστεύω πως, αν εξαιρέσει κανείς κόμματα όπως αυτό της Ντόρας Μπακογιάννη, ελάχιστες περιπτώσεις μέσα στη Ν.Δ. και κάπως περισσότερους στο εναπομείναν ΠΑΣΟΚ, ο πολιτικός μας κόσμος δεν έχει ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς του με τη σύγχρονη ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας. Αρα, ήδη από αυτές τις εκλογές, μπορούμε να ξεπεράσουμε την άκαρπη συζήτηση υπέρ ή κατά του Μνημονίου. Σκοπός μας είναι να διατυπώσουμε μια εθνική πολιτική για τη μακροχρόνια ανάπτυξη μέσα στην Ευρώπη. Ξεκινήστε από τώρα, αν και θα χρειαστούν και άλλες εκλογικές αναμετρήσεις, να επιλέγετε τον πολιτικό που θα εμπιστευθείτε, σε αυτήν την προοπτική. Οχι μόνον για εμάς. Αλλά και για όσα μέλλει να γίνουν.
Γιάννης Πρετεντέρης, ΤΟ ΒΗΜΑ 18.3.12
Κινδυνεύουν με Βατερλό
Οι εκλογές, η ατζέντα και οι κάλπες της απόλυτης απροσδιοριστίας
Αν όλα εξελιχθούν ομαλά, ο ελληνικός λαός θα κληθεί να ψηφίσει σε σαράντα, το πολύ σαράντα πέντε ημέρες από σήμερα. Και θα κληθεί στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση μετά τη μεταπολίτευση για την οποία δεν μπορεί να υπάρχει κανένα ασφαλές προγνωστικό. Κοινώς, όποιος υποστηρίζει ότι διακρίνει σήμερα τι θα βγάλει η κάλπη κοροϊδεύει την κοινωνία. Ο λόγος είναι ένας και ουσιαστικός.
Η δραματική οικονομική κρίση έχει προκαλέσει πρωτοφανή σύγχυση και έχει ενεργοποιήσει καινοφανείς αντιδράσεις και ανακατατάξεις στην ελληνική κοινωνία. Οι περισσότερες εκτιμήσεις συμφωνούν ότι η τελική εικόνα θα ξεδιαλύνει μόνο πίσω από το παραβάν και μόνο πάνω από την κάλπη.
Σε αυτές τις συνθήκες το επάγγελμα του δημοσκόπου εξελίσσεται σε άσκηση υψηλής επικινδυνότητας. Και γι’ αυτοί οι ειδικοί συνιστούν ήδη να διαβάζουμε τις δημοσκοπήσεις που κυκλοφορούν με τη μέγιστη δυνατή συγκράτηση και επιφύλαξη.
Ακόμη κι έτσι, όμως, υπάρχουν ορισμένες σταθερές τις οποίες ούτε η πιο απρόβλεπτη εκλογική αναμέτρηση μπορεί να παρακάμψει.
Σταθερά πρώτη: το διακύβευμα των εκλογών. Ή, για να το πω σε απλά ελληνικά, σε ποιο ερώτημα θα απαντήσουν οι Ελληνες με την ψήφο τους.
Αν το ερώτημα είναι η οικονομία και το μνημόνιο (πρώτο ή δεύτερο, αδιάφορο…), τότε τα δύο μεγαλύτερα κόμματα κινδυνεύουν να υποστούν συντριβή, έστω κι αν το ΠαΣοΚ συντριβεί περισσότερο.
Αν, όμως, το βασικό ερώτημα που θα επικρατήσει είναι η σταθερότητα της χώρας και η ευρωπαϊκή πορεία της, τότε η ΝΔ και το ΠαΣοΚ θα βρεθούν από κοινού σε πλεονεκτική θέση.
Σταθερά δεύτερη, λοιπόν: η ατζέντα των εκλογών. Ή, για να το πω κι αυτό σε απλά ελληνικά, για ποιο πράγμα θα συζητήσουμε κατά την προεκλογική περίοδο.
Εδώ όλες οι δημοσκοπήσεις γίνονται πιο σαφείς και δείχνουν έναν λαό αφάνταστα ταλαιπωρημένο, ο οποίος κινείται σταθερά ανάμεσα σε δύο αντίθετους πόλους συναισθημάτων: από τη μία πλευρά ένας πόλος φόβου και ανασφάλειας, από την άλλη ένας πόλος οργής και απόρριψης.
Είναι προφανές, νομίζω, ποιον ευνοεί η μία ή η άλλη εκδοχή της εκλογικής ατζέντας.
Σταθερά τρίτη, συνεπώς: ποιος θα θέσει την ατζέντα. Ή, για να επιστρατεύσω πάλι τα απλά μου ελληνικά, ποιος θα διαμορφώσει το κλίμα των εκλογών.
Εδώ δεν μπορούν να υπάρχουν αυταπάτες: το ΠαΣοΚ και η ΝΔ βρίσκονται σε καταφανώς μειονεκτική θέση.
Οχι μόνο αριθμητικά, αφού η ενότητα των δύο παρατάξεων έχει ουσιαστικά καταλυθεί και μια πανσπερμία κομμάτων διεκδικεί πλέον τους ψηφοφόρους τους.
Αλλά και πολιτικά. Ως τώρα οικοδομούσαν τη συσπείρωσή τους στην αντιπαράθεσή τους. Τώρα θα είναι δυσκολότερο αφού στα βασικά ζητήματα της οικονομικής πολιτικής τους είναι δύσκολο να διαφοροποιηθούν, ακόμη λιγότερο να αντιπαρατεθούν.
Με άλλα λόγια, οδηγούµαστε στις πιο «διαφορετικές» εκλογές µετά τη µεταπολίτευση – σε κάλπες µιας απόλυτης απροσδιοριστίας! Στις οποίες, όµως, τα δύο µεγάλα κόµµατα κινδυνεύουν να υποστούν πραγµατικό Βατερλό αν δεν βρουν (και σύντοµα…) έναν τρόπο να προσδιορίσουν την ατζέντα της συζήτησης.
Ως τώρα το κατάφερναν σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις. Κουτσά στραβά. Πότε ο ένας, πότε ο άλλος, πότε από κοινού. Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα είναι καθόλου εύκολο: η κοινωνία έχει αυτονομηθεί από τους παραδοσιακούς μηχανισμούς διαμεσολάβησης.
Ακόμη περισσότερο που για να το πετύχουν θα χρειαστεί να επιστρατεύσουν κάτι πολύ πιο συναρπαστικό από το τρέχον ισχνό ρεπερτόριό τους.
Υποψιάζομαι, ας πούμε, ότι «η αυτοδυναμία» που εμπορεύεται η ΝΔ δεν συνεπαίρνει επί της ουσίας κανέναν έξω από τη Συγγρού και ότι «η σωτηρία της χώρας» που επικαλείται το ΠαΣοΚ προκαλεί περισσότερο καγχασμό από χειροκροτήματα.
Με άλλα λόγια, και οι μεν και οι δε πρέπει να βρουν κάτι πειστικό να αφηγηθούν σε ένα ιδιαίτερα ταραγμένο, αποσταθεροποιημένο και δύσπιστο εκλογικό σώμα.
Κάτι σίγουρα πιο αληθινό και πιο πειστικό από τη ρητορική του «μονοδρόμου» και από τα διλήμματα των δανειστών. Και να το βρουν επειγόντως…
Διότι, αν πιστεύουν ότι μπορούν να πάνε σε εκλογές λέγοντας στους ψηφοφόρους πως ό,τι έπαθαν χρειαζόταν να το πάθουν και πως ό,τι θα πάθουν δεν είναι παρά η φυσιολογική εξέλιξη όσων ήδη έπαθαν, τότε δεν χρειάζεται καν να ξοδέψουν λεφτά για την προεκλογική εκστρατεία.
Ας τα δώσουν στους φτωχούς να πιάσουν και τόπο…
Παναγιώτης Αγγελόπουλος, Οικονομολόγος Ph.D.st., ΤΟ ΒΗΜΑ 18.3.12
Η εποχή μετά το PSI
Η μερική διαγραφή χρεών έχει από πολλούς εμφανισθεί ως η μαγική λύση για την ελληνική οικονομία. Όμως, δυστυχώς, η πραγματικότητα δεν ταυτίζεται πάντα με τις προσδοκίες.
Το πραγματικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η χαμηλή ανταγωνιστικότητά της και η τεράστια ανισορροπία μεταξύ φορολογικής βάσης και δαπανών του Δημόσιου Τομέα.
Αυτά οδήγησαν στα τεράστια ελλείμματα και στη συνέχεια στο τεράστιο χρέος.
Κατά συνέπεια, η μερική απαλλαγή της ελληνικής οικονομίας από το χρέος, θα δώσει μία προσωρινή ανάσα, όμως δεν πρόκειται να δώσει τη λύση.
Αν μείνουμε μόνο στο PSI και δεν αντιμετωπίσουμε γρήγορα και με αποφασιστικότητα τα πραγματικά προβλήματα της οικονομίας μας, τα ζητήματα της ανάπτυξης, του εξορθολογισμού των δημοσίων οικονομικών και του φορολογικού συστήματος, την άρση των εμποδίων της γραφειοκρατίας και την απόλυτη διαρθρωτική αλλαγή στη λειτουργία και παρουσία του κράτους.
Η ελληνική οικονομία, έχει πολλές «ιστορίες ανάπτυξης» να διηγηθεί. Από την ανάδειξη της Αθήνας ως τουριστικού προορισμού, τον Πειραιά ως ναυτιλιακού κέντρου, ως τα πετρέλαια και την ηλιακή ενέργεια. Η Αθήνα θα μπορούσε εύκολα να έχει 6 εκατομμύρια τουρίστες, ο Πειραιάς θα μπορούσε να συναγωνισθεί το Λονδίνο σε ναυτιλιακές υπηρεσίες, ο ήλιος θα μπορούσε να δίνει δισεκατομμύρια ευρώ σε εξαγωγές, όπως επίσης και τα πετρέλαια και το φυσικό αέριο. Για να μη μιλήσουμε για τα υπέροχα αγροτικά μας προϊόντα, τον πολιτισμό, την παιδεία, την τουριστική ανάπτυξη σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας.
Όμως, τίποτα από αυτά δεν θα γίνει πραγματικότητα αν απλά περιορίσουμε την οικονομική ατζέντα μόνο στα θέματα δανεισμού του δημοσίου. Υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν και αυτά μικρή μόνο σχέση έχουν με το P.S.I.
Χιόνης, Διονύσης, ΤΟ ΒΗΜΑ 17.3.12
Υπήρχε κι άλλη λύση για τα ομόλογα των ταμείων
Το κόστος της ανταλλαγής των ομολόγων για τα ασφαλιστικά ταμεία εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τον τρόπο διαχείρισης της αναδιάρθρωσης των ομολόγων. Οι απαντήσεις στα ερωτήματα για το πώς τα ασφαλιστικά ταμεία θα εγγράψουν τις ζημίες, σε ποιο χρονικό διάστημα θα μπορέσουν να τις αποσβέσουν, πώς θα υποδεχθεί η αγορά τα νέα ομόλογα και τι απόδοση θα απαιτεί, προσδιορίζουν και το συνολικό κόστος της αναδιάρθρωσης.
Ετσι γίνεται κατανοητό ότι η υλοποίηση των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου ξεφεύγει από την υπεραπλουστευμένη προσέγγιση της μείωσης της αξίας των υφιστάμενων ομολόγων κατά 53% περίπου. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι από το 1998 και εντεύθεν στο σύνολο των αναδιαρθρώσεων που έλαβαν χώρα (π. χ. Ρωσία, Ουκρανία, Αργεντινή, Εκουαδόρ κ. α.) οι δανειστές και οι κάτοχοι των ομολόγων τύγχαναν διαφορετικής μεταχείρισης ακόμα και εντός της ίδιας διαδικασίας χρεοκοπίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο η διαδικασία αναδιάρθρωσης προσαρμόστηκε σε πολλές περιπτώσεις και στις ανάγκες επιμέρους ομάδων δανειστών. Δεδομένου ότι τα ελληνικά ομόλογα αποτελούν ένα κυρίαρχο περιουσιακό στοιχείο του ενεργητικού συγκεκριμένων ομάδων δανειστών όπως τα ασφαλιστικά ταμεία έπρεπε να τους παρέχεται η δυνατότητα να υποβάλλουν μέσα στο πλαίσιο των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου τις δικές τους προτάσεις τους.
Είναι κατανοητό από την μια μεριά ότι πρέπει η αναδιάρθρωση του χρέους να είναι τόσο δραστική ώστε να καταλήξει σε ένα βιώσιμο και εξυπηρετίσιμο χρέος καθώς και να βελτιώσει την δημοσιονομική εικόνα της Ελλάδος από την άλλη όμως πρέπει η επόμενη μέρα να βρει την ελληνική οικονομία με ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων θα μπορούσαν να καταγραφούν ορισμένες διαφοροποιήσεις ιδιαίτερα για τους οργανισμούς που συνηθίζουν να παρακρατούν τα ομόλογα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Δεδομένου ότι τα ελληνικά ομόλογα υπόκειντο στο ελληνικό δίκαιο θα μπορούσε η Ελλάδα μονομερώς ή σε συνεννόηση με τους δανειστές της να διεκδικήσει γι’ αυτές τις ειδικές κατηγορίες κατόχων ελληνικών ομολόγων ειδικές λύσεις. Με κατάλληλες μεταβολές των χαρακτηριστικών (διάρκεια, κουπόνι) που επηρεάζουν την αξία των ομολόγων μπορεί να επιτευχθεί ένα ισοδύναμο αποτέλεσμα και να αποφευχθεί η μεγάλη μείωση της ονομαστικής αξίας των ομολόγων.
Με αυτό τον τρόπο προστατεύεται, σε ένα μεγάλο βαθμό, η κεφαλαιουχική επάρκεια πολλών οργανισμών χωρίς να ωθούνται σε μια ασυντόνιστη χρεοκοπία. Δεδομένου ότι οι μακροχρόνιοι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων (ασφαλιστικά ταμεία) δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την ποιότητα των ομολόγων, για το αν θα υπάγονται στο αγγλικό δίκαιο, θα μπορούσε να αντισταθμιστεί αυτή η παροχή με χαμηλότερης ποιότητας ομόλογα μια και τα ταμεία δεν διαπραγματεύονται τα ομόλογα στην δευτερογενή αγορά. Δεν πρέπει άλλωστε να μας διαφεύγει ότι τα ασφαλιστικά ταμεία χρησιμοποιούν τα ομόλογα ως εγγύηση στις τράπεζες για την άντληση ρευστότητας. Αυτή η εγγύηση υπολογίζεται σύμφωνα με την ονομαστική αξία των ομόλογων.
Επομένως, αφού αποφασίστηκε να συμπεριληφθούν και τα ασφαλιστικά ταμεία στην αναδιάρθρωση θα μπορούσε να περικοπεί η ονομαστική αξία των ομολόγων όσο το δυνατόν λιγότερο και η περικοπή να υπολογιζόταν επί της καθαρής παρούσας αξίας.
Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους σηματοδοτεί την πορεία της ελληνικής οικονομίας για τις επόμενες δεκαετίες. Επομένως η οποιαδήποτε λύση και το επισυναπτόμενο κόστος πρέπει να γίνει αντικείμενο ενός σοβαρού προβληματισμού.
Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα υπάρξει μια δυσκολία πληρωμής του κόστους από το κοινωνικό σύνολο.
Ο κ. Διονύσης Χιόνης είναι Καθηγητής Οικονομικών στο Δ.Π.Θ.
Προβλήματα ανάπτυξης
Του Αγγελου Σταγκου, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 17.3.12
Η τελευταία έκθεση της Κομισιόν δεν είναι ιδιαίτερα παρηγορητική. Αναφέρεται σε μέτρα για το 2013 και το 2014, αναγνωρίζει ότι η ύφεση θα συνεχιστεί και τον επόμενο χρόνο και γενικά μεταθέτει τον χρόνο της αφετηρίας για τη σταδιακή και οπωσδήποτε αργή ανάκαμψη. Από την άλλη πλευρά, είναι φανερό ότι στη μεν Ευρώπη έχουν αρχίσει να ενεργοποιούνται αξιωματούχοι που αντιλαμβάνονται ότι η σημερινή κατάσταση της ύφεσης που συνεχώς βαθαίνει γίνεται επικίνδυνη και επομένως δεν μπορεί να συνεχιστεί, στη δε Ελλάδα είναι έκδηλη η προσπάθεια της κυβέρνησης και άλλων παραγόντων για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες που θα δώσουν ανάσες στην πραγματική οικονομία.
Μετά το Μνημόνιο, η «ανάπτυξη» είναι ίσως ο πιο πολυχρησιμοποιημένος όρος στη σημερινή συγκυρία. Οι πάντες μιλούν για «ανάπτυξη», αν και είναι πολύ αμφίβολο κατά πόσο ξέρουν τι εννοούν. Ιδιαίτερα στα μίντια, η «ανάπτυξη» έχει πάρει τη μορφή καραμέλας που την πιπιλάνε όσοι εμφανίζονται και μιλούν, χωρίς όμως τις περισσότερες φορές να διευκρινίζουν τι και πώς την εννοούν. Ο φόβος είναι ότι εννοούν επιστροφή στο μοντέλο… ανάπτυξης που μας έφερε στην καταστροφή. Δηλαδή σε ένα κράτος που θα δανείζεται και θα μοιράζει αφειδώς λεφτά, αρκετοί που θα το λυμαίνονται, εκατοντάδες χιλιάδες με μικρομάγαζα που θα εμπορεύονται και ακόμη περισσότεροι που θα ξοδεύουν για να αγοράζουν καταναλωτικά αγαθά εισαγωγής και να κτίζουν τοίχους.
Δυστυχώς για τη σημερινή ενεργή γενιά, αυτό το μοντέλο έχει τελειώσει, είτε παραμείνει η χώρα στην Ευρωζώνη είτε όχι. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν μπορεί να συντηρηθεί κάτω από οποιοδήποτε πολιτικο-κοινωνικό σύστημα. Χώρα δίχως παραγωγική βάση, που το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της είναι συνεχώς θεαματικά αρνητικό, με ανίκανη διοικητική μηχανή και στην οποία ενδημεί η συστηματική λεηλασία του κράτους, δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Οι Ελληνες πολίτες το νιώθουν αυτό στο πετσί τους πλέον, αλλά ένα πολύ μεγάλο μέρος τους αδυνατεί ή δεν θέλει να καταλάβει τον λόγο. Αντίθετα είναι πρόθυμο να συνταχθεί με εκείνους που ευαγγελίζονται την άρνηση σε όλα και αφήνουν να εννοηθεί ότι έχουν τη συνταγή για να τους οδηγήσουν σε φανταστικούς τόπους χλοερούς.
Η μεγάλη δυσκολία είναι ότι ενώ η κοινωνία χρειάζεται και απαιτεί αναπτυξιακές πολιτικές άμεσα, κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Είναι φανερό ότι η τρόικα και οι εταίροι-δανειστές δεν συζητούν επιστροφή στη κατανάλωση με δανεικά. Θέλουν μικρότερο κράτος, που σημαίνει και λιγότερους υπαλλήλους και ταυτόχρονα δεν θέλουν να διατηρηθεί το μοντέλο του υπερβολικά μεγάλου αριθμού αυτοαπασχολουμένων που χαρακτηρίζει την Ελλάδα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης, γεγονός που ευνοεί και τη φοροδιαφυγή. Αντικειμενικά πρόκειται για σωστή άποψη, αλλά σημαίνει επίσης ότι ένα μεγάλο ποσοστό μικρεμπόρων, μαγαζατόρων, υπαλλήλων, αγροτών και επαγγελματιών πρέπει να θυσιαστεί σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Πίσω όμως από τους αριθμούς και τα ποσοστά υπάρχουν άνθρωποι και ζωές…
Το πρόβλημα λοιπόν είναι πώς και σε πόσο χρόνο θα κινηθεί η ελληνική οικονομία με στόχο να διευρυνθεί η παραγωγική βάση και να αυξηθεί η απασχόληση, ιδιαίτερα των νέων. Λέμε ότι κάτι μπορεί να γίνει με τα κονδύλια του ΕΣΠΑ, ώστε να ξεκινήσουν κάποια μεγάλα έργα. Τα μεγάλα έργα ωστόσο, θα βελτιώσουν τις υποδομές, δεν θα εξασφαλίσουν αέναη απασχόληση γιατί κάποτε θα ολοκληρωθούν. Λέμε ακόμη ότι οι τράπεζες θα αποκτήσουν τη δυνατότητα για να βοηθήσουν τη ρευστότητα στην αγορά, όμως και αυτό μόνο του δεν σημαίνει διεύρυνση της παραγωγικής βάσης. Ούτε η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου εξασφαλίζει κάτι τέτοιο, ούτε και η ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
Είναι σαφές λοιπόν ότι η ανάπτυξη προς την κατεύθυνση της Διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης και της βελτίωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών χρειάζεται επενδύσεις, αλλά και σχέδιο που θα τις κατευθύνει σε τομείς αποδοτικούς που θα μπορούν να ευδοκιμήσουν στην Ελλάδα. Απαιτεί επίσης αλλαγές στη συλλογική νοοτροπία των Ελλήνων και φυσικά καλύτερο κράτος. Δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά, ενώ από την άλλη πλευρά η αγορά στεγνώνει και η ανεργία πιέζει αφόρητα την κοινωνία. Ζητούνται λύσεις.
Τέσσερις αλήθειες για την Ευρώπη
Του Μιχάλη Μητσού, ΤΑ ΝΕΑ 16.3.12
Στο κλασικό του έργο «Ο σιδηρούς νόμος της Ολιγαρχίας», που εκδόθηκε το 1911, ο γερμανός κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Μίκελς σημείωνε ότι με τον τρόπο που είναι οργανωμένα τα πολιτικά κόμματα και ασχολούνται με την επιβίωση του μηχανισμού τους, μετατρέπονται αναπόφευκτα σε κλειστές ομάδες και υποκύπτουν στη διαφθορά. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να διαιωνίζουν και να επεκτείνουν την εξουσία τους, άρα να πολεμούν οποιοδήποτε όραμα απειλεί αυτή την εξουσία. Γίνονται με τον τρόπο αυτό υπερασπιστές της παλιάς τάξης, την οποία ο Μακιαβέλλι θεωρούσε μοιραίο εμπόδιο για την αλλαγή. Ακόμα και τα μυαλά στενεύουν, ζαρώνουν, αχρηστεύονται.
Τα παραπάνω θυμίζει η Μπάρμπαρα Σπινέλλι στη «Ρεπούμπλικα» για να επισημάνει ότι, παρά τον σίφουνα που λέγεται Μόντι, οι νοοτροπίες στην Ιταλία δύσκολα αλλάζουν. Το ίδιο φυσικά θα μπορούσαμε να πούμε και για την Ελλάδα, που ετοιμάζεται να παραδοθεί σε μια άγονη και βαρετή προεκλογική περίοδο. Ο σιδηρούς νόμος της Ολιγαρχίας όχι μόνο παραμένει ζωντανός, αλλά μερικές φορές δείχνει και να ενισχύεται. Η οικοδόμηση της ενωμένης Ευρώπης έχει επιστρέψει στο προσκήνιο, αλλά για λάθος λόγους: επειδή η κρατούσα άποψη, δηλαδή η γενικευμένη λιτότητα, φέρνει σε απόγνωση τους πολίτες. Τους απελπίζει και τους εξοργίζει, με αποτέλεσμα να βγαίνουν κερδισμένα τα κόμματα των άκρων.
Η υπεράσπιση της Ευρώπης αποκτά έτσι επείγοντα χαρακτήρα. Τέσσερις βασικές αλήθειες πρέπει να ειπωθούν, γράφει ο Μπερνάρ Γκετά στη «Λιμπερασιόν». Τέσσερις αλήθειες που μόνο η Αριστερά μπορεί να πει. Πρώτον, ότι όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, Ελληνες και Γερμανοί, πρέπει να μειώσουμε την εξάρτησή μας από το χρέος ώστε να μην είμαστε όμηροι των δανειστών μας, αλλά ότι ο ενδεδειγμένος τρόπος να το κάνουμε δεν είναι η μείωση των μισθών, των συντάξεων και των δημόσιων δαπανών. Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι, όπως η εφαρμογή μιας κοινής βιομηχανικής πολιτικής με στόχο τη δημιουργία ευρωπαϊκών γιγάντων σαν την Αιρμπάς και την ανάπτυξη των τεχνολογιών του μέλλοντος.
Η δεύτερη αλήθεια είναι ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς μια ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Οχι μια «οικονομική διακυβέρνηση», δηλαδή μια κοινή διαχείριση των εθνικών οικονομιών, αλλά μια πανευρωπαϊκή κυβέρνηση που θα εκλέγεται από το σύνολο των ψηφοφόρων της Ενωσης. Αυτές οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης – πρόκειται για την τρίτη αλήθεια – δεν θα οικοδομηθούν από τη μια μέρα στην άλλη, ούτε θα λάβουν από την αρχή μέρος σ’ αυτές όλες οι χώρες. Επιπλέον, τίποτα δεν θα απαγορεύει σε κόμματα που ανήκουν στην ίδια οικογένεια να υποβάλλουν κοινή υποψηφιότητα στις ευρωπαϊκές εκλογές.
Οι Ευρωπαίοι μπορούν, τέλος, να προτείνουν μια οικονομική συνεργασία προς Ανατολάς και προς Νότο. Η Ρωσία και η Βόρεια Αφρική μπορεί να βρίσκονται μακριά από τη δημοκρατία, αλλά χρειάζονται επενδύσεις. Η τέταρτη αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη δεν είναι καταδικασμένη σε παρακμή.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 16.3.12
Κόμματα και κάλπη
Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν τη δικαιολογημένη οργή της κοινής γνώμης για τα κόμματα που κυβέρνησαν την Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Καλώς ή κακώς, όμως, ο τόπος βρίσκεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή και είναι ανάγκη να κυβερνηθεί αποτελεσματικά. Η κυβέρνηση Παπαδήμου έκανε σημαντικά πράγματα και πέρασε τον κάβο της άτακτης χρεοκοπίας, όμως οι εκκρεμότητες και οι κίνδυνοι τους επόμενους μήνες απαιτούν ισχυρή διακυβέρνηση, αλλά και εθνική συνεννόηση. Το ζητούμενο από τις κάλπες θα είναι μια φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία, η οποία θα δώσει τη δύναμη στην επόμενη κυβέρνηση και να διαπραγματευθεί με τους εταίρους μας και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και απαραίτητες περικοπές σπατάλης. Η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών δηλώνει, πάντως, ότι θα ψηφίσει για να τιμωρήσει τους πολιτικούς. Είναι λογικό και θεμιτό, ειδικά όταν τα κόμματα εξουσίας δεν καταφέρνουν να επιδείξουν νέο πολιτικό προσωπικό, νέες αντιλήψεις και συγκεκριμένα προγράμματα. Η στιγμή της κάλπης, όμως, πρέπει να είναι στιγμή περισυλλογής και ευθύνης, η περίοδος πριν από τις εκλογές πάλι είναι η τελευταία ευκαιρία για τα μεγάλα κόμματα να αποδείξουν ότι κάτι αλλάζει στον τρόπο που λειτουργούν.
ΤΟ ΒΗΜΑ, 16.3.12
Οι κίνδυνοι της αμοιβαδοποίησης
Κόμματα και κομματίδια ξεφυτρώνουν δεξιά και αριστερά και μαζί κινήσεις αντιδημοκρατικές, επιθετικές, προιόντα περιθωριακών, έως πρότινος, ιδεών και αντιλήψεων. Κάθε πικραμένος κι ένα κόμμα, κάθε «θρησκόληπτος» και μια κίνηση. Το πολιτικό σύστημα οδεύει προς αμοιβαδοποίηση, επιβεβαιώνοντας ακριβώς τη φθορά και την απαξίωσή του. Ωστόσο οι στιγμές είναι κρίσιμες για το Εθνος, για τη χώρα, για τους πολίτες. Αν επικρατήσουν οι στρατηγικές των άκρων, η Ελλάδα θα μεταβληθεί σε ζώνη ερειπίων, θα μοιάζει με απέραντο πεδίο συγκρούσεων και θα κατατείνει να μεταβληθεί σε ανελεύθερο στρατόπεδο. Δεν ταιριάζει αυτή η τύχη στη χώρα μας.
Η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός έχουν κατακτήσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Είναι μια ζώνη ελευθερίας και δημιουργίας η οποία δεν μπορεί να μετατραπεί σε σχήμα μεσανατολικής ή βορειοαφρικανικής καθυστέρησης.
Ο αστικές δυνάμεις, οφείλουν να αντιδράσουν σ’ αυτή την προοπτική, να προτάξουν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας και να επιμείνουν στην υπεράσπιση του ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού που η χώρα κατέκτησε εδώ και δεκαετίες. Είναι η μόνη αξιοπρεπής επιλογή για τον ελληνικό λαό. Και, επιβάλλεται, άπαντες να την υπερασπίσουν με όποιο κόστος.
Στάθης Καπογιαννόπουλος, ΤΟ ΒΗΜΑ 15.3.12
Η κρίση της ιστορίας για την κρίση σήμερα
Με αφορμή την παγκόσμια οικονομική κρίση, η οποία στη χώρα μας έχει προσλάβει τις ανησυχητικές διαστάσεις της δυνητικής χρεοκοπίας, θα ήθελα -μέσω του κειμένου που ακολουθεί- να συσχετίσω ιστορικά τις οικονομικές κρίσεις με τις κρίσεις των ηθικών αξιών και του πολιτισμού, ανάγοντας αμφότερες στον ανθρώπινο χαρακτήρα.
Πιστεύω ότι η ανθρώπινη φύση παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτη, σε πείσμα θρησκευτικών πεποιθήσεων, νομοθετικών διατάξεων, του Διαφωτισμού και συναφών φιλοσοφικών ρευμάτων, εκπαιδευτικών συστημάτων και άλλων συλλογικών δραστηριοτήτων, καθώς και της μεγάλης, όντως, επιστημονικής και τεχνολογικής προόδου μας.
Θα τεκμηριώσω τις απόψεις μου παραθέτοντας αποσπάσματα αρχαίων Ελλήνων, αλλά και νεοτέρων στοχαστών, για να φωτίσω τη φύση μας και τις επιπτώσεις της στον πλανήτη και τους απογόνους μας.
Η λογική και το μέτρο («μέτρον άριστον») συγκρούονται από καταβολής κόσμου με ένστικτα και πάθη. Για τους αρχαίους Έλληνες η υπέρβαση του μέτρου συνιστούσε «Ύβριν» και συνεπήγετο τη «Νέμεση», δηλαδή την τιμωρία. Μήπως, δεν είναι ποτέ αργά -ούτε για μας τους Έλληνες ούτε για τους απανταχού της γης συνανθρώπους μας- για να ξαναβρούμε το μέτρο έγκαιρα και έτσι να διαφυλάξουμε τα προαιώνια ηθικά, πνευματικά και υλικά επιτεύγματα, εφόδια και εφεδρείες μας;
Αλλά, ας δούμε τώρα τα πράγματα με τη σειρά.
Η πτώση του Κομμουνιστικού μπλοκ, πριν από δύο και πλέον δεκαετίες, χαιρετίστηκε τις πρώτες μέρες με αισιοδοξία απ’ τις μεγάλες μάζες που συνθλίβονταν σε συνθήκες καταπίεσης και φτώχειας. Ωστόσο, ακολούθησε κύμα έξαρσης εθνικισμών, με αποσχίσεις κρατικών οντοτήτων, καθώς και φονταμενταλισμών, με μισαλλοδοξία και βία -φαινόμενα που σημάδεψαν ανεξίτηλα τη Νέα Τάξη Πραγμάτων. Παράλληλα, αναπτύχθηκαν αυθαιρεσίες και κερδοσκοπίες στο νεοφιλελευθερισμό και τις διεθνείς αγορές, που κυριαρχούν ήδη στον ταραγμένο πλανήτη μας -με τη συμμαχία ενίοτε κυκλωμάτων εθνικιστικών και φονταμενταλιστικών. Οι διεθνείς αυτές αγορές και τα συμπαρομαρτούντα ιδρύματα και Οίκοι Αξιολόγησης χειραγωγούν στην κυριολεξία κράτη, κυβερνήσεις, πολιτικούς, κόμματα, μίντια, επιχειρήσεις, οργανισμούς και λοιπούς παράγοντες διαμόρφωσης της κοινής γνώμης. Μεμονωμένες είναι οι φωνές ατόμων και συλλογικών φορέων, που επιχειρούν να αντισταθούν, αρθρώνοντας εναλλακτικό πολιτικό λόγο και προβάλλοντας προτάσεις διαμαρτυρίας.
Ο νέος τύπος πολίτη, που διαμορφώνεται λίγο-πολύ παντού, έχει καταστεί όργανο υπερκαταναλωτικής βουλιμίας, όπως αυτή προβάλλεται από τα Μ.Μ.Ε., με τον πακτωλό των διαφημίσεων για τα νέα πρότυπα που μας λανσάρουν ανελέητα, δημιουργώντας, έτσι, καταναλωτές και ζήτηση, με ένα τίμημα απίστευτα πολυδάπανο. Οι εισαγωγές πολυτελών προϊόντων, άχρηστων ως επί το πλείστον, δίνουν και παίρνουν. Η Λερναία Ύδρα των προκατασκευασμένων ‘αναγκών’ αμβλύνει τη θέληση του ανθρώπου και τη στοιχειώδη ικανότητα αντίστασής του σε πακεταρισμένες, ματαιόδοξες ‘επιθυμίες’, που ενώ είναι από τη φύση τους αδιέξοδες, πολλαπλασιάζουν, ωστόσο, τα έξοδα απόκτησής τους, και συνακόλουθα τον φαύλο κύκλο καταναλωτικών και λοιπών δανείων, ελλειμμάτων -οικονομικών και ηθικών- και χρεών στα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και το δημόσιο. Το χάσμα των τάξεων διευρύνεται παντού ανησυχητικά, ενώ η ύφεση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, φέρνοντας λιτότητα, ανεργία και βία!
Στις αναπτυσσόμενες B.R.I.C. (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα), ήδη, διαφαίνονται τα πρώτα σημεία κάμψης των εξαγωγών τους και του ρυθμού ανάπτυξης, ενώ στην, πάλαι-ποτέ, κραταιά Ευρώπη, οι P.I.G.S. (Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία) μαστίζονται από μια πρωτόγνωρη ύφεση, που ολοένα αυξάνεται και βαθαίνει.
Σ’ εμάς εδώ, στην Ελλάδα, η χρεωκοπία (που στο παρελθόν γνωρίσαμε επί Καποδίστρια, Όθωνα, Τρικούπη, Βενιζέλου και Μεταξά) φαίνεται να βρίσκεται προ των πυλών, ενώ, Μνημόνια, Προγράμματα, Μεταρρυθμίσεις, Δανειακές Συμβάσεις, Τρόικες, έκτακτες κυβερνήσεις και εκλογές, επιχειρούν να την αντιμετωπίσουν ή να την μεταθέσουν και να αμβλύνουν τις επιπτώσεις της, μέσα από πειραματισμούς και τεχνάσματα.
Ανασκοπώντας τη σημερινή κρίση στον κόσμο, θα ήθελα να αναφερθώ επιγραμματικά σε ορισμένα μόνο σημεία της, τα οποία είναι σε όλους γνώριμα, απ’ άκρη σ’ άκρη του πλανήτη μας.
Σήμερα, οι ελάχιστοι τυχεροί που κερδίζουν ισχυρίζονται πως η ζωή είναι λαχείο. Ωστόσο, όλοι σχεδόν χάνουν: οι εργαζόμενοι τις δουλειές τους, οι αγρότες τη γη τους, τα παιδιά την παιδική τους ηλικία, οι νέοι την επιθυμία να πιστεύουν, οι ηλικιωμένοι τη σύνταξή τους και οι λέξεις το αρχικό τους νόημα:
Οι παραπομπές στις σημειώσεις στο τέλος του κειμένου
Η option -επιθυμία επιλογής- κατέληξε δικαίωμα αγοράς
Το μυστηριώδες μέλλον μετατράπηκε σε συμβόλαιο.
Οι αγορές, άλλοτε πολύβουες πλατείες, έγιναν τώρα μηχανισμοί σε οθόνες υπολογιστών.
Το offshore, από χώρος αγκυροβόλησης πλοίων και αλιείας, στεγάζει ωκεανούς αφορολόγητου πλούτου εταιριών και μεγιστάνων.
Τα πλυντήρια, ξεπλένουν στις μέρες μας βρώμικο χρήμα,
ενώ το lifting, μας εξαπατά, πως κάποια χέρια μαγικά θα μας δώσουν την αιώνια νεότητα!
Δεν υπάρχει πια βροχή, παρά μόνον όξινη.
Δεν υπάρχουν πια πάρκα, παρά μόνο parking.
Δεν υπάρχουν πια κοινωνίες, παρά μόνον Ανώνυμες Εταιρίες.
Δεν υπάρχουν πια πολίτες, παρά μόνο καταναλωτές.
Δεν υπάρχουν πια πόλεις, παρά μόνο πολεοδομικές περιοχές και γκέτο.
Δεν υπάρχουν πια άνθρωποι, παρά μόνο κοινό.
Δεν υπάρχουν πια οράματα, παρά μόνο τηλεοράσεις! [σημείωση 1, στο τέλος του κειμένου]
O tempora, o mores! [σημείωση 2]
Ωστόσο, η οικονομική κρίση που μας μαστίζει και την οποία σκιαγραφήσαμε με κάποιες αδρές πινελιές μόνο, δεν είναι παρά επιφαινόμενο της κατάρρευσης των αξιών και του πολιτισμού, των εφοδίων με τα οποία το είδος μας πορεύτηκε μέχρις εδώ.
Οι καθημερινοί αγώνες για τον άρτον ημών τον επιούσιον, τη λευτεριά μας από δυνάστες και τυράννους πάσης φύσεως και την εξασφάλιση, στοιχειωδώς έστω, δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας, έχουν διαμορφώσει τη μακρά ιστορία μας αλλά και τα ανθεκτικά γονίδιά μας.
Συνεπώς, αυτό που προέχει, είναι να εστιάσουμε την προσοχή και το ενδιαφέρον μας στο πρόταγμα των ηθικών αξιών και των οραμάτων, που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα, τη συμπεριφορά και τη νοοτροπία μας. Τις παρακαταθήκες αυτές πρέπει να τις διαφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού, για να κατορθώσουμε να επιβιώσουμε ως λαός και να υπερβούμε τόσο τις πανάρχαιες διχόνοιες όσο και τις αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις -εγχώριες ή εισαγόμενες- που μας ταλανίζουν και που εφεξής φαίνονται αναπόφευκτες.
Θα αναφερθώ, τώρα, σε κάποια κυρίαρχα θέματα της καθημερινότητάς μας:
Ας ξεκινήσουμε από μηδενική βάση, στην προσπάθειά μας να αξιολογήσουμε το περιβάλλον και τις συνθήκες, μέσα στις οποίες ζούμε. Πόσο οι πόλεις μας ανταποκρίνονται στις ανάγκες μας και μας καλύπτουν με τις υποδομές και τις υπηρεσίες τους; Πόσο κατάλληλα και επαρκώς είναι σχεδιασμένος ο πολεοδομικός ιστός που μας περιβάλλει; Αλλά, εξετάζοντας και την άλλη όψη του νομίσματος, οι αποφάσεις του Δήμου ή των Δημοτικών Διαμερισμάτων μας, που μας αφορούν άμεσα, λαμβάνονται, άραγε, ερήμην μας, ή, μήπως, με τη συμμετοχή μας, ως ενεργών δημοτών;
Ένα από τα μείζονα αυτά θέματα είναι το γίγνεσθαι της αστικής δόμησης. Σημείο των καιρών, η μεγιστοποίηση του κέρδους έχει διαμορφώσει στρεβλές συνθήκες δόμησης με καλύψεις και συντελεστές, που αντικατοπτρίζονται σε μεγίστη πυκνότητα πανύψηλων κτιριακών συγκροτημάτων, εις βάρος χώρων πρασίνου, αναψυχής, άθλησης κ.λπ.
Σήμερα, λοιπόν, οι πολυτελείς ουρανοξύστες, με σκελετό από χάλυβα και υαλότουβλα, καθώς και τα αχανή εμπορικά κέντρα, που έχουν κατακλύσει την πρωτεύουσά μας αλλά και σύνολο των μητροπόλεων του πλανήτη, είναι κάποτε έργα βιτρίνας και εντυπωσιασμού για τα πλήθη που συρρέουν και τα πολιορκούν κατά στίφη, προκείμενου να νιώσουν την ψευδαίσθηση του αμύθητου πλούτου, έστω και με μια φευγαλέα, συμβολική αγορά…Και όμως, είναι πάντα καλύτερα, να κατοικούν μεγάλες ψυχές σε σπίτια μικρά, παρά να φωλιάζουν ποταπά ανδράποδα σε μέγαρα πολυτελή [σημείωση 3] , έρμαια των περιστάσεων, στις οποίες είναι εθισμένα από καιρό. Η λήθη απαλείφει κάθε προοπτική! Άλλωστε, οι στυλοβάτες του στρεβλού αυτού παγκόσμιου μοντέλου ανάπτυξης, ίσως λησμονούν ότι ο πλούτος της φύσης είναι περιορισμένος, ενώ ο πλούτος που αναζητά η ανθρώπινη ματαιοδοξία τους δεν έχει όρια! [σημείωση 4] Έτσι, πρέπει να οργίζεται κάποιος περισσότερο εναντίον των πλουσίων που αδικοπραγούν παρά εναντίον των φτωχών. Γιατί…οι πλούσιοι δεν έχουν καμιά δικαιολογία, αφού αδικούν από αισχροκέρδεια, πλεονεξία, αλαζονεία, και για να δείξουν πως οι ενώσεις τους είναι ανώτερες απ’ τους νόμους[σημείωση 5].
Φαίνεται, λοιπόν, πως οι κρατούντες -τόσο σήμερα όσο και παλαιότερα- λησμονούν ή αδιαφορούν για το γεγονός ότι μόνο σε μια πολιτεία που δεν αφθονεί ούτε πλούτος ούτε φτώχεια, αναπτύσσονται οι ευγενέστεροι χαρακτήρες, αφού εκεί σπανίζουν η αλαζονεία, η αδικία, οι ζηλοτυπίες και οι φθόνοι [σημείωση 6]. Πράγματι, το να κατέχει κανείς τα αγαθά με μέτρο είναι ό,τι καλύτερο και η μεσαία τάξη, που σήμερα τείνει να αφανιστεί, εύκολα πειθαρχεί στη λογική. Αντίθετα, οι πολύ ισχυροί και πλούσιοι και οι αντίθετοι απ’ αυτούς, οι υπερβολικά στερημένοι και ταπεινής καταγωγής δύσκολα υποτάσσονται στη λογική. Οι πλούσιοι γίνονται βίαιοι και ανήθικοι, ενώ οι φτωχοί, μικροαπατεώνες και ευτελείς…Οι πρώτοι ούτε γνωρίζουν ούτε θέλουν ποτέ να πειθαρχούν, ενώ οι δεύτεροι είναι αναξιοπρεπείς και υπακούουν στην απολυταρχική εξουσία σαν δούλοι.
Οι πλούσιοι, ωστόσο, δεν πειθαρχούν σε καμιά εξουσία, αφού οι ίδιοι εξουσιάζουν και μάλιστα κυβερνούν απολυταρχικά. Σε μια τέτοια πόλη, οι φτωχοί φθονούν, ενώ οι πλούσιοι τους περιφρονούν: συναισθήματα που δεν συνάδουν με τις αναγκαίες φιλικές σχέσεις μιας κοινότητας ανθρώπων! [σημείωση 7]
Εξάλλου, ένας πολιτικός που αγαπάει την πολιτεία, αλλά αδυνατεί να αντισταθεί στον πειρασμό του κέρδους, θα ήταν ικανός να ξεπουλήσει τα πάντα![σημείωση 8]
Πράγματι, τόσο η φτώχεια, που προέρχεται απ’ την ανάγκη και κάνει τον άνθρωπο τολμηρό, όσο και τα πλούτη και η εξουσία, που τον κάνουν αυθάδη, αλαζόνα και πλεονέκτη…εξωθούν τους ανθρώπους στους κινδύνους…Έτσι, επέρχονται βαριές συμφορές στα κράτη, από τις εσωτερικές τους διενέξεις και επαναστάσεις, οι οποίες, βέβαια, ανέκαθεν γίνονταν και θα συνεχίσουν να γίνονται στον αιώνα τον άπαντα, μιας και η φύση του ανθρώπου θα παραμένει πάντα η ίδια! [σημείωση 9]
Μολαταύτα, στοχαστές του Διαφωτισμού και άλλων φιλοσοφικών ρευμάτων πρέσβευαν ότι ο άνθρωπος, αντίθετα, συνεχώς τελειοποιείται και γίνεται ηθικότερος, δικαιότερος και αγνότερος. Μορφές όπως οι: Βολταίρος, Καντ, Κοντορσέ, Χέρντερ, Σαιν-Σιμόν, Χέγκελ, Κοντ, Σπένσερ, κ.α., πίστευαν πως το είδος μας υπόκειται σε ένα αδιάλειπτο γίγνεσθαι εξανθρωπισμού, μέσα από τις κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις.
Ο Χέγκελ διέβλεπε την παντελή κατάργηση της δουλείας, ενώπιον της παγκοσμιότητας της ελευθερίας του Πνεύματος και της απελευθέρωσης των παθών -οραματιστής μιας διαβίωσης με αγάπη, χωρίς μίση, εγωισμούς και συμφέροντα. Ο Καντ είχε, ήδη, προβλέψει τη μετάβαση από την αναρχία, την τυραννία και την καταπίεση, στη νομιμότητα, τη δημοκρατία, την ελευθερία και την ειρήνη. Προέβλεψε, βέβαια, σωστά πως η νομιμότητα δεν συνάδει πάντα με την ηθική! Ο Βολταίρος ήταν ανάμεσα στους πρώτους που πίστευαν ότι η πρόοδος και η ευημερία της τεχνολογίας θα μας απελευθέρωνε από φανατισμούς και πάθη.
Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, και τα σκληρά βιώματα πολέμων και ανεργίας, μεταγενέστεροι στοχαστές, όπως ο Κίρκεγκορντ, ο Ράσελ, ο Τόϋμπη, ο Χάίντεγκερ, ο Χορκχάϊμερ, ο Μαλρώ, ο Σαρτρ, κ.α., βρέθηκαν στον αντίποδα των απόψεων του Βολταίρου, διαπιστώνοντας με απαισιοδοξία τους ολέθριους κινδύνους από την κακή χρήση της τεχνολογίας.
Και όμως, ο άνθρωπος δεν άλλαξε, ούτε ποτέ θ’ αλλάξει χαρακτήρα και συμπεριφορά. Σε πείσμα της θρησκείας, της φιλοσοφίας, της νομοθεσίας, της επιστήμης και της τεχνολογίας, θα παραμείνει εσαεί κεφάλι αγύριστο, παρακινούμενο από ένστικτα και πάθη. Οι κοινωνίες των ανθρώπων θα διέπονται όχι από ισότητα, αλλά από ψυχοπνευματική ανισότητα, πρόξενο παντός καλού ή κακού.
Η στάση μας απέναντι στην τεχνολογία είναι, όντως, περίεργη και αντιφατική. Ενώ την κατακρίνουμε για το κατάντημά μας, κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αποκτήσουμε κάθε επίτευγμά της. Διατυμπανίζουμε ότι η τεχνολογία μας χάλασε. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να μας φτιάξει; Είναι οι άνθρωποι που φτιάχνουν την τεχνολογία και ουδέποτε το αντίστροφο.
Ο ιατροφιλόσοφος Ανδρέας Καπογιαννόπουλος στοχάζεται το μέλλον μας με ακραία απαισιοδοξία: Σήμερα, ενώ η τεχνολογία φτερουγίζει, η αρετή έχει αποτελματωθεί. Ο homo technicus, λυτρωμένος απ’ τη βαρύτητα, πετάει στους αιθέρες…Ο homo sapiens παραμένει καθηλωμένος στο χώμα και τον βούρκο, αφού τα άγρια ένστικτα και τα πάθη του δεν τον αφήνουν να υψωθεί. Ενώ τα πάθη μας -αμετάβλητα, αδιόρθωτα και κτηνώδη- βρίσκονται στο μηδέν, το μυαλό μας καλπάζει προς το άπειρο… Καταντήσαμε, έτσι, τέρατα ασυμμετρίας και ασχήμιας. Η ομορφιά των ανθρώπων υπάρχει μόνο στα άψυχα αγάλματα, ύστατα υπολείμματα ενός ενδόξου παρελθόντος![σημείωση 10]
Η ανθρωπότητα, λοιπόν, αναλλοίωτη σε ένστικτα και πάθη, από τα χρόνια τα πανάρχαια, βρίθει -όπως είδαμε- βίας και επαναστάσεων. Αιτία των επαναστάσεων αυτών είναι η ακόρεστη δίψα για δύναμη, από απληστία και φιλοδοξία, που ωθεί στην κομματική διαμάχη, με την οποία οι άνθρωποι κερδίζουν πλεονεκτήματα για τον εαυτό τους, πολεμώντας για να υπερισχύσουν αλλήλων και τολμώντας τα φοβερότερα των πραγμάτων για εκδίκηση των αντιπάλων τους… με τις πιο άγριες πράξεις… Έτσι, διαπράχτηκαν κάθε λογής διεστραμμένα εγκλήματα ανάμεσα στους Έλληνες…κάθε έννοια ηθικής έγινε καταγέλαστη και αφανίστηκε, από τις οξύτατες κομματικές αντιθέσεις… χωρίς ίχνος αμοιβαίας εμπιστοσύνης [σημείωση 11]. Πράγματι, δεν υπάρχει θηρίο πιο άγριο απ’ τον άνθρωπο, όταν αυτός κυριευθεί απ’ το πάθος της εξουσίας.[σημείωση 12] Έτσι, λοιπόν, οι κρατούντες δεν πρέπει να ξεπερνάνε τα όρια της εξουσίας που τους δόθηκε…ούτε να ταπεινώνουν ποτέ την πατρίδα ολότελα…όπως κάνουν μερικοί που -βάζοντας υπό την κρίση των κυρίαρχων και τα μικρά και τα μεγάλα θέματα αδιακρίτως- την κατευτελίζουν και την καθιστούν υπόδουλη, στερώντας της κάθε ίχνος αυτοδιοίκησης, και αφαιρώντας της κάθε πολιτικό κύρος [σημείωση 13] στη διεθνή πολιτική σκηνή!
Υπό τις συνθήκες αυτές, αντίξοες και κρίσιμες όσο ποτέ άλλοτε, η ευθύνη περνάει στον κάθε πολίτη ανεξαιρέτως, που κυριολεκτικά κρατάει την τύχη στα χέρια του.
Και, όπως βροντοφωνάζει ο ποιητής:
«Όταν αλύπητη, βαριά, πλακώνει η ανάγκη που προστάζει, ανάξιος είναι όποιος διστάζει»![σημείωση 14]
Ο κ. Στάθης Καπογιαννόπουλος είναι πολιτικός μηχανικός και συγγραφέας
[1] Αποσπάσματα από διάφορα έργα του Ουρουγουανού συγγραφέα και δημοσιογράφου Εντουάρντο Γκαλεάνο (1940-), ειλημμένα από τα Ψήγματα γνώσης και σοφίας, του Σωτήρη Χατζηγάκη, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα, 2004, Σελ. 223.
[2] Κικέρων: στον Πρώτο Λόγο κατά Κατιλίνα!
[3]Επίκτητος (από το έργο του Στοβαίου, Μ Στ’, 81).
[4] Επίκουρος, Κύριαι Δόξαι, Διογένης Λαέρτιος, XV.
[5] Δημοσθένης, Κατά Στεφάνου ψευδομαρτυριών Α’ (349), 67.
[7]Αριστοτέλης, Πολιτικά, Δ,9, 1295, Β, 1.
[8] Θουκυδίδης, Δημηγορία Περικλέους, Β, 60,5.
[9] Θουκυδίδης, Δημηγορία Διοδότου, Γ, 82.
[10]Ανδρέας Καπογιαννόπουλος, Συνομοταξία Έμφρων Άνθρωπος, Αθήνα, 1984, Σελ. 84-91, 118.
[11]Θουκυδίδης, Δημηγορία Διοδότου, Γ, 2-83.
[13]Πλούταρχος, Πολιτικά Παραγγέλματα, 814, Ε.
ΠΑΣΟΚ και συλλογικά συμφέροντα
Πώς τα κόμματα θα παύσουν να είναι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις
Του Γιώργου Σιακαντάρη, ΤΑ ΝΕΑ 15.3.12
Το μεγάλο μειονέκτημα του ΠΑΣΟΚ από το 2004 έως το 2012 ήταν πως μετετράπη στο πρώτο μεγάλο πολιτικό κόμμα, το οποίο αγνοούσε και περιφρονούσε την πολιτική. Το σημαδιακό για τη σημερινή κατάληξη του ΠΑΣΟΚ 2007, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Κώστα Σημίτη «Η Δημοκρατία σε κρίση;». Εκεί ο πρώην πρωθυπουργός υποστήριζε πως η κρίση αντιπροσώπευσης που οφειλόταν στην παραίτηση των πολιτικών από την πολιτική μπορούσε να οδηγήσει στην πλήρη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Ενα χρόνο αργότερα, ο Βενιζέλος στο δικό του βιβλίο «Προς μία μετα-αντιπροσωπευτική δημοκρατία», υποστήριζε πως η κρίση της πολιτικής εκφράζεται μέσα από την υποβάθμιση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των θεσμών της. Ο τόπος συνάντησης και των δύο πολιτικών ήταν η θέση τους πως η αμφισβήτηση της πολιτικής ως συλλογικού αγαθού συναντά την κρίση της Δημοκρατίας. Πέντε χρόνια αργότερα, οι συνθήκες Βαϊμάρης στις οποίες ζει η ελληνική δημοκρατία κάνουν αυτές τις προβλέψεις να φαντάζουν σχεδόν επιθυμητές καταστάσεις. Μακάρι να είχε μείνει η ελληνική δημοκρατία σε αυτό το επίπεδο.
Γι’ αυτή την εξέλιξη φταίει βεβαίως το σάπιο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, αλλά και εκείνη η αντίληψη για την πολιτική που επικράτησε στο ΠΑΣΟΚ, η οποία το οδήγησε απροετοίμαστο στη σφαγή τού «λεφτά υπάρχουν». Ο λόγος του ΠΑΣΟΚ αυτή την περίοδο δεν αφορούσε τα τεράστια ζητήματα που εγείρονται από την άσκηση της εξουσίας. Στη θέση της προάσπισης των συλλογικών συμφερόντων της κοινωνίας και των διαμορφωμένων σε αυτήν κοινωνικών τάξεων, το ιδεολογικό πρόταγμα της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ τοποθετούσε έναν γενικόλογο καταγγελτικό «των άλλων» λόγο. Λόγο που αφορούσε δήθεν τις μικροκοινωνίες και την αφυδατωμένη από τα πολιτικά της χαρακτηριστικά κοινωνία των πολιτών. Αυτός ο τρόπος σύλληψης της πραγματικότητας μετέτρεπε την αρχική δυσπιστία προς το κόμμα διαμεσολαβητή και εκφραστή γενικών συμφερόντων, σε μια βαθύτερη άρνηση του ρόλου του. Σε αυτή τη βάση είχαμε αυτό που η Χάνα Αρεντ ονόμαζε αμερικανική σύλληψη της πολιτικής, την αντίληψη δηλαδή που αντιμετωπίζει τις κοινωνικές επιταγές ως άθροισμα – σε τοπικό επίπεδο – ατομικών επιλογών και όχι ως τον χώρο όπου εκπροσωπούνται συλλογικά συμφέροντα.
Ετσι η διαβούλευση μετατράπηκε από μέσο σε σκοπό της πολιτικής. Οταν όμως η πολιτική παρουσιάζεται ως διαφορά αντιλήψεων και όχι ως χώρος μετατροπής του ειδικού συμφέροντος σε γενικό, τότε νομιμοποιείται η μετατόπιση του κέντρου βάρους από τα κόμματα στις ΜΚΟ, ως φορέων θεματικών ενδιαφερόντων που μπορούν να επιλυθούν με διάλογο και συμμετοχή. Ο δρόμος από τη δημοκρατία των κομμάτων στη δημοκρατία της κοινής γνώμης είναι ανοιχτός. Οταν τα κόμματα παύουν να διαμεσολαβούν συμφέροντα, τότε και οι κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες δεν νομιμοποιούνται να λαμβάνουν αποφάσεις. Σε αυτή την περίπτωση, το κέντρο βάρους πέφτει στα «δημοψηφίσματα» αντί στην εκφρασμένη μέσω των εκλογών θέληση της λαϊκής κυριαρχίας.
Είναι αυτονόητο πως μια τέτοια αντίληψη δεν μπορεί να κατανοήσει τα βαθύτερα αίτια της κρίσης της πολιτικής, γι’ αυτό και αναζητεί ενόχους σε εξωτερικούς παράγοντες όπως τα ΜΜΕ και τα περίφημα εξωθεσμικά κέντρα. Οταν η πολιτική και οι πολιτικοί αναζητούν τα αίτια της κρίσης σε εξωπολιτικούς παράγοντες και όταν ταυτόχρονα ανάγουν την πολιτική σε ζήτημα που αφορά την αδιαμεσολάβητη σχέση ηγέτη και πολιτών, είναι φυσικό επόμενο η κρίση αντιπροσώπευσης να μετατρέπεται σε κρίση της δημοκρατίας. Αυτό ζούμε σήμερα.
Το ΠΑΣΟΚ μετά τις 18 Μαρτίου θα έχει νέο πρόεδρο τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Πολλοί κατά καιρούς έχουν εκφράσει τις ενστάσεις για το πρόσωπό του, ενστάσεις που δεν συμμερίζομαι, αλλά τώρα το μείζον δεν είναι η προσωπική μου γνώμη για τον νέο ηγέτη αλλά η διερεύνηση των δυνατοτήτων που ανοίγει αυτή η επιλογή. Αν η πολιτική είναι η τέχνη της έκφρασης των συλλογικών συμφερόντων και όχι των επιμέρους απόψεων της μιας ή της άλλης πλευράς, τότε νομίζω πως ο Ευάγγ. Βενιζέλος είναι από τη στόφα εκείνου του ηγέτη που μπορεί να εκφράσει συλλογικά συμφέροντα, όσο και να διαφωνεί κανείς με κάποιες πλευρές του, που αφορούν επιμέρους ζητήματα. Γιατί το μέλλον του ΠΑΣΟΚ θα περάσει μέσα από την ικανότητα του κόμματος να προασπίσει συλλογικά συμφέροντα. Αυτή είναι η άποψή μου για το θέμα και την έχω δημόσια εκφράσει όλα αυτά τα χρόνια.
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Οι μεγάλες απουσίες» στις εκδ. Πόλις
Δημήτρης Αρ. Κάζης, ΤΟ ΒΗΜΑ 14.3.12
Και τώρα τι ψηφίζουμε;
Στη Δίκη της Νυρεμβέργης, ο Hermann Goering (δεξί χέρι του Hitler) όταν ρωτήθηκε πώς κατόρθωσαν οι Ναζί να χειραγωγήσουν το γερμανικό λαό, απάντησε: «Πολύ εύκολο: δαιμονοποιείς κάποιους, λες στο λαό ότι κινδυνεύει από αυτούς, κηρύσσεις προδότη όποιον τους υποστηρίζει και έτσι δικαιολογείς μέτρα ασφαλείας για την "προστασία" του κόσμου». Η ίδια συνταγή εφαρμόστηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και από την κυβέρνηση G. Bush. Η καλλιέργεια φόβου δρα καταλυτικά, ιδιαίτερα σε έναν ήδη ταλαιπωρημένο και ταπεινωμένο λαό.
Στην περίπτωση της χώρας μας, η ταπείνωση και η ταλαιπωρία του κόσμου πραγματοποιούνται μέσω των Μνημονίων και των δακρυγόνων. Και ο καλλιεργούμενος φόβος έχει ως θέμα την άτακτη χρεοκοπία και την «αποβολή» μας από το Ευρώ.
Θα πει κανείς: «Μα θα ήταν καλύτερη η άτακτη χρεοκοπία και η επιστροφή στη δραχμή;» Δεν γνωρίζω την απάντηση επειδή δεν έχω πλήρη ενημέρωση για τυχόν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησής μας, για τις πιέσεις που ασκούνται παρασκηνιακά κλπ. Θα τα φοβόμουν όμως ιδιαίτερα με δεδομένο το ποιόν των πολιτικών μας και της διαλυμένης κρατικής μας μηχανής. Θεωρώ ότι θα ισοδυναμούσε με άτακτη υποχώρηση ενός στρατού που στρέφει πανικόβλητος την πλάτη του στα πολυβόλα του αντιπάλου. Διαπιστώνω όμως παράλληλα ότι η χώρα μου έχει γίνει σάκος του μποξ σε μια διαμάχη ανάμεσα στο Δολάριο και το Ευρώ και ανάμεσα σε πολιτικούς και κεφαλαιούχους. Και ότι καλείται να αποπληρώσει, έστω και κατά το ήμισυ, τους ομολογιούχους δανειζόμενη και πάλι ακριβά και υποθηκεύοντας τον πλούτο της για περισσότερες δεκαετίες και με προοπτικές ανύπαρκτες επί του παρόντος.
Μνημονιακοί - τρομολάγνοι
Έχουμε λοιπόν από τη μια μεριά τα λεγόμενα «κόμματα εξουσίας» που «συνομιλούν» με τους δανειστές μας και επιβάλλουν σκληρά μέτρα ερήμην της λαϊκής βούλησης. Συνομιλούν μόνο κατ’ ευφημισμόν αφού αξιολογούνται ως ανίκανα να οργανώσουν μια τεκμηριωμένη διαπραγμάτευση βάσει δικού μας σχεδίου και να εγγυηθούν τη σωστή εφαρμογή των όποιων συμφωνηθέντων. Και τίποτα δεν τίθεται στην κρίση αυτών που θα πληρώσουν. Περνάνε fast track από τη Βουλή ένα τεχνικό κείμενο 700 σελίδων συντεταγμένο τελικά από ξένους που καθορίζει την τύχη της χώρας μας για δεκαετίες και που ελάχιστοι βουλευτές είναι σε θέση να μελετήσουν αλλά ούτε και ο χρόνος τους δόθηκε. Και για να μην εξεγερθεί ο κόσμος, τον τρομοκρατούν με χημικά, βόμβες, λεηλασίες, ανεργία και με εφιαλτικά διλήμματα.
Τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης κανένα πολιτικό κόμμα δεν εξήγησε αναλυτικά στο λαό τι ακριβώς έγινε, πόσα χρωστάμε και πότε, γιατί παίρνονται αυτά τα βάρβαρα μέτρα, πού οδηγούν τελικά και τι σχέδια υπάρχουν (αν υπάρχουν) για το μέλλον. Αντίθετα, πρόβαλλαν την Τρόικα ως υπεύθυνη για μέτρα που θά ‘πρεπε μόνοι μας να πάρουμε, έστω και καθυστερημένα. Γιατί υποτιμούν τη νοημοσύνη του κόσμου λέγοντάς του κατάμουτρα τα χονδροειδέστερα ψέματα; Πόσοι πολιτικοί ζήτησαν ειλικρινά συγγνώμη; Γιατί κανένας τους δε νιώθει υποχρεωμένος να απολογηθεί στο λαό; Πόσοι παραιτήθηκαν; Πόσοι παραπέμφθηκαν να δικαστούν; Πόσες περικοπές έκαναν τα κόμματα και οι πολιτικοί στις απολαβές τους; Γιατί προτίμησαν να μειώσουν μισθούς και συντάξεις του κόσμου για 300 εκατομμύρια Ευρώ που θα μπορούσαν άνετα να αφαιρεθούν από τις δαπάνες της Βουλής και από την επιχορήγηση των κομμάτων;
Στην Ισλανδία, όπου οι δημοκρατικές διαδικασίες έχουν βαθιές ρίζες, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αρνήθηκε να εγκρίνει εξοντωτικούς όρους πληρωμής και τους παρέπεμψε σε δημοψήφισμα. Μετά την κατηγορηματική άρνηση του λαού Βρετανία και Ολλανδία επέστρεψαν με ευνοϊκότερες προτάσεις. Και όταν προσκλήθηκε το ΔΝΤ του δηλώθηκε από την πρώτη στιγμή ότι το κοινωνικό κράτος δεν πρόκειται να θιγεί. Οι αρχικές αντιρρήσεις του ΔΝΤ κάμφθηκαν προοδευτικά όταν διαπιστώθηκε ότι οι Ισλανδοί ήξεραν καλά τι θέλουν και πώς θα το κάνουν και μετά από λίγο τους άφησαν ουσιαστικά να διαχειριστούν την κατάσταση μόνοι τους. Τρία χρόνια αργότερα η Ισλανδία επέστρεψε στην ανάπτυξη. Διαθέτει όμως πολιτικούς σοβαρούς, θαρραλέους και πατριώτες που σέβονται τις δημοκρατικές αρχές και δεν κοροϊδεύουν τον περήφανο λαό τους. Διαθέτει επίσης μια αποτελεσματική Δημόσια Διοίκηση. Ο τότε Πρωθυπουργός της χώρας παραπέμπεται τώρα σε δίκη.
Ποιος λοιπόν θεωρεί ότι στην Ελλάδα έχουμε πράγματι κοινοβουλευτική δημοκρατία; Μόνο ελευθεροστομία υπάρχει για εκτόνωση του λαϊκού αισθήματος. Κατά τα άλλα είμαστε μια αξιοθρήνητη κοινοβουλευτική φεουδαρχία, φόρου υποτελής και υπό την επιτροπεία των δανειστών μας.
Αντιμνημονιακοί – αντιδραστικοί
Από την άλλη μεριά παρατάσσονται άναρχα τα λεγόμενα «αντιμνημονιακά» κόμματα που αντιδρούν στα μέτρα αλλά χωρίς συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες εναλλακτικές προτάσεις παρά μόνο με αρνήσεις και γενικόλογα συνθήματα. Αλλά και τα ΜΜΕ που επενδύουν καθημερινά στην κάθε είδους αντίδραση με κύριο σκοπό την αύξηση της ακροαματικότητάς τους. Δεν ενημερώνουν τον κόσμο ψύχραιμα και αντικειμενικά αλλά λαϊκίζουν με αφορισμούς, υπερβολές, μισές αλήθειες και με βάση σκοπιμότητες.
Γενικά οι Ελληνες είμαστε πάντα πρόθυμοι για αντίδραση και σπάνια για συλλογική δράση, γιατί η δράση απαιτεί όραμα, οργάνωση, συνέπεια και σκληρή συλλογική εργασία. Είμαστε όμως ατομιστές και δεν μάθαμε ούτε να συνεργαζόμαστε ούτε να κάνουμε ΔΙΑΛΟΓΟ και να τα βρίσκουμε. Άρα δεν μπορούμε να αποφασίσουμε ούτε τι θέλουμε ούτε πώς να το επιδιώξουμε. Γι’ αυτό τη βάρκα την πάνε οι άνεμοι όπου θέλουν…
Λέμε πως είμαστε ένας περήφανος λαός. Πώς όμως συμβιβάζεται η περηφάνια με τη ζητιανιά και με την αφθονία των δωσιλόγων στην κοινωνία μας; Διαπιστώνει κανείς ότι την περηφάνια τη θυμόμαστε μόνο όταν μας φέρνουνε στο «αμήν». Και όσους βιαστούν να με πετροβολήσουν για προσβολή της εθνικής μας ταυτότητας τους παραπέμπω στο Γ. Σουρή του 1890 για να βεβαιωθούν ότι το DNA της κοινωνίας μας παραμένει ως έχει.
Αναμφισβήτητα τα Μνημόνια εμπεριέχουν και βάρβαρες διατάξεις που θα πρέπει ν’ αναθεωρηθούν και που ίσως οφείλονται σε λανθασμένες μεθοδεύσεις της Τρόικας αλλά και στην ανεπάρκεια των «διαπραγματευτών» μας να πείσουν. Ίσως να εκφράζουν και θυμό. Αναλογίστηκε όμως το 80% των Ελλήνων που επιθυμούν την παραμονή μας στο ΕΥΡΩ γιατί επιβλήθηκαν τόσο αυστηρά μέτρα και μάλιστα ως αδιαπραγμάτευτα; Τι έκαναν οι κυβερνώντες επί 2 χρόνια για να πατάξουν τη διαφθορά, την αισχροκέρδεια, τη νοθεία, τη φοροδιαφυγή και να διορθώσουν το πανάκριβο και αναποτελεσματικό κράτος μας; Πρακτικά τίποτε, ούτε καν δρομολόγησαν κάτι ουσιαστικό εκτός από περικοπές απολαβών και κοντόφθαλμες φοροεπιδρομές, παρά τις υποσχέσεις και τις υπογραφές τους που έβαλαν μόνο και μόνο για να πάρουν τα χρήματα. Δεν μας εμπιστεύεται λοιπόν κανείς και ζητούν εγγυήσεις. Λένε λοιπόν οι εταίροι μας: «Αφού θέλετε να παραμείνετε στο ΕΥΡΩ θα πρέπει να μηδενίσετε τα ελλείμματα και να γίνετε παραγωγικοί. Και για να γίνουν αυτά θα πρέπει να αλλάξετε δομές και νοοτροπία. Σας στέλνουμε ειδικούς να σας βοηθήσουν. Μέχρι όμως να γίνουν αυτά, οι μισθοί και οι συντάξεις θα κατέβουν εκεί που η οικονομία σας μπορεί να τα υποστηρίξει. Αργότερα, με καλύτερο και φθηνότερο κράτος και με ευνοϊκότερο επενδυτικό περιβάλλον θά ‘χετε τη δυνατότητα να βελτιώσετε τις αποδοχές σας. Συνεργαστείτε λοιπόν και δουλέψτε ώστε να γίνουν αυτά μια ώρα αρχύτερα». Αυτά μας λένε.
Για πολλούς «αυτά είναι προσχήματα και εκείνο που επιδιώκουν είναι να κάμψουν την αντοχή μας για να αγοράσουν φθηνά ήλιο, ακίνητα και ορυκτό πλούτο». Ίσως και αυτό. Στο αδιέξοδο όμως που περιήλθαμε σημασία έχει το πώς θα επωφεληθούμε με τις μικρότερες δυνατές απώλειες. Φαίνεται ότι η Ευρωζώνη μόνο με δημοσιονομική πειθαρχία και παράλληλη μεταφορά πόρων προς το Νότο θα μπορέσει να συντηρηθεί ως έχει. Πιστεύω (αφελώς;) ότι αν δουν πως βαδίζουμε χωρίς καθυστέρηση στη διόρθωση των κακώς εχόντων τότε θα συζητήσουν και τη χαλάρωση κάποιων από τα μέτρα. Πολλά θα είχαμε αποφύγει αν η Κυβέρνηση είχε κινηθεί δραστήρια από το 2009 αντί να ρίχνει το ανάθεμα στην Τρόικα…
Επίλογος
Ο λαός, βομβαρδισμένος από τα ΜΜΕ, στέκεται αμήχανος απέναντι στις δύο παρατάξεις και δεν ξέρει τι να κάνει. Τι να ψηφίσει στις επερχόμενες εκλογές; Δεν εμπιστεύεται πια κανέναν.
Ας μου επιτραπούν σχετικά οι παρακάτω προσωπικές σκέψεις:
Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα κλονίζεται ισχυρά. Το μέλλον του ίδιου του Ευρώ τελεί υπό διακύβευση. Οφείλουμε να δούμε τα πράγματα με ψυχραιμία και προοπτική και να προχωρήσουμε σε δραστικές αλλαγές χωρίς άλλες καθυστερήσεις διότι ενδέχεται σε λίγο η Ε.Ε. να μην είναι πλέον σε θέση να μας στηρίξει άλλο. Προσωπικά πιστεύω ότι την ομάδα συμβούλων Reichenbach θα πρέπει να τη δούμε ως μια μοναδική ευκαιρία για να κάνουμε γρήγορα τις απαραίτητες αλλαγές και μάλιστα χωρίς να πληρώσουμε πανάκριβα την προσφερόμενη τεχνική βοήθεια. Πρέπει να συνεργαστούμε μαζί τους με θετικό πνεύμα ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι λάθος χειρισμοί. Ιδιαίτερα τα συνδικάτα θα πρέπει να αναλάβουν με σοβαρότητα τις ευθύνες τους.
Πρέπει όλοι να καταδικάσουμε τη διαφθορά, όχι τόσο για το απαράδεκτό της από ηθική άποψη που είναι αυτονόητο αλλά παρακάμπτεται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης όσο για τις πρακτικές επιπτώσεις της διαφθοράς στη λειτουργία της οικονομίας και της κοινωνίας: Έργα δισεκατομμυρίων παραμένουν στα χαρτιά ή ημιτελή, κοινοτικοί πόροι δεν απορροφώνται και χάνονται επειδή κάποιοι δεν έχουν καταλήξει στη μοιρασιά της μίζας. Προμήθειες κατακερματίζονται για να ικανοποιηθούν περισσότεροι και άλλες εφευρίσκονται μόνο και μόνο για να “πέφτουν” μίζες. Άς το καταλάβουμε: τη διαφθορά την πληρώνουμε όλοι πανάκριβα.
Το εκλογικό σώμα θα πρέπει να απαιτήσει από τα κόμματα διαφάνεια, σαφείς προγραμματικές δεσμεύσεις και αποχή από τους λαϊκισμούς που μας έφεραν εδώ. Και να τα κρίνει με βάση τη σοβαρότητα του λόγου, τη συνέπεια και τη διάθεσή τους να συνεργασθούν καλόπιστα με άλλους για το συμφέρον της χώρας και όχι με τα συναισθηματικά, ιδεολογικά ή ακόμα και συμφεροντολογικά κριτήρια του παρελθόντος. Υποψήφιους που επέδειξαν δόλο ή ανεπάρκεια θα πρέπει οπωσδήποτε να τους καταψηφίσει. Μόνο μια τέτοια στάση θα δώσει ένα ισχυρότατο μήνυμα του λαού προς τους πολιτικούς για να σοβαρευτούν. Και προσοχή: άλλη ευκαιρία στα πλαίσια της δημοκρατικής νομιμότητας ο κόσμος δεν θα έχει .
Και από τα ΜΜΕ, κυρίως τα κρατικά, πρέπει να αξιώσουμε να δώσουν ίσες ευκαιρίες παρουσίασης σε πολλά υποψήφια κόμματα και όχι μόνο στα μεγαλύτερα. Οι εκλογές αυτές και ό,τι θα επακολουθήσει θα έχουν αποφασιστική σημασία για το μέλλον των παιδιών μας.
Ο κ. Δημήτρης Αρ. Κάζης, είναι τ. Ερευνητής του ΚΕΠΕ
Νέα κόμματα επί σκηνής
Του Κωστα Ιορδανιδη, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 15.3.12
Η ελληνική πολιτική σκηνή εμπλουτίσθηκε με δύο νέα κόμματα εκ των διαγραφέντων από το ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία. Η σκωπτική αντιμετώπιση της εξελίξεως αυτής από στελέχη των δύο κομμάτων εξουσίας δεν εξέπληξε. Ανάλογες απόπειρες στο παρελθόν υπήρξαν βραχύβιες και τελικώς το σύστημα του δικομματισμού όχι απλώς επιβίωσε, αλλά θα έλεγε κανείς ότι δεν υπέστη καν κλονισμό.
Αυτά ως προς το παρελθόν, διότι πλέον μετά την καταθλιπτική πλήρη υπαγωγή της χώρας στην ασφυκτική επιτήρηση της τρόικας, η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ δεν είναι δυνατόν να διαφοροποιηθούν ούτε κατ’ ελάχιστον για την επόμενη εικοσαετία στα θέματα οικονομίας, μετά τις δεσμεύσεις που από κοινού ανέλαβαν με την υπερψήφιση του δεύτερου Μνημονίου.
Το αποτέλεσμα είναι ότι οι εκλογές δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσουν εκτονωτικά, όπως συνέβαινε τις τελευταίες δεκαετίες, που διαδοχικά εναλλάσσονταν στην εξουσία άλλοτε το ΠΑΣΟΚ και άλλοτε η Ν.Δ. Ο κίνδυνος που δημιουργούνταν μετά την άτακτη αναθεώρηση της πολιτικής που επί δύο χρόνια ακολουθούσε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κ. Αντώνης Σαμαράς ήταν μία υπερβολική διόγκωση της ισχύος των τριών κομμάτων της μαρξιστικής Αριστεράς.
Με τη δημιουργία δύο κομμάτων εκ των διαγραφέντων από τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ ο κίνδυνος αυτός έχει αποτραπεί. Η δυσαρέσκεια και η οργή από τα μέτρα που επιβάλλονται και έχουν ως συνέπεια την οικονομική εξαθλίωση των πολιτών στη συντριπτική τους πλειοψηφία μπορούν να διοχετευθούν στους δύο νέους κομματικούς σχηματισμούς, που σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητούν τη θέση της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Απλώς θεωρούν αίσχιστη και απαράδεκτη τη διαχείριση της κρίσεως, πρωτίστως από την κυβέρνηση του κ. Γιώργου Παπανδρέου, αλλά και ακατανόητη την αλλαγή της στάσεως του κ. Σαμαρά, που απλούστατα δεν άντεξε τις διεθνείς και εσωτερικές πιέσεις.
Η εμφάνιση των κομμάτων, που ίδρυσαν ο κ. Πάνος Καμμένος και η κ. Λούκα Κατσέλη με τον κ. Χάρη Καστανίδη, δίδουν κατά συνέπεια τη δυνατότητα εκτονώσεως μίας πρωτοφανούς δυσαρέσκειας αλλά δεν δημιουργούν συνθήκες ακυβερνησίας. Χάρη στον εκλογικό νόμο, που πριμοδοτεί την πρώτο κόμμα με πενήντα βουλευτές, μπορεί να σχηματισθεί ανέτως μία κυβέρνηση συνεργασίας Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, σε περίπτωση που τα δύο κόμματα εξουσίας συγκεντρώσουν από κοινού ποσοστό 45% και ίσως λιγότερο.
Εάν δεν εξασφαλίσουν ούτε αυτό το ποσοστό, τότε βεβαίως η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ δεν έχουν λόγο πλέον υπάρξεως και σε μία τέτοια περίπτωση αναδεικνύεται η αναγκαιότητα εισόδου στη νέα Βουλή και της κ. Ντόρας Μπακογιάννη, που εν πάση περιπτώσει είναι η αυθεντική πολιτικός φιλελευθέρων αντιλήψεων, αν και όχι της ακραίας μορφής που «διαπραγματεύθηκε» το ΠΑΣΟΚ και εκθύμως υποστήριξε προ ολίγων εβδομάδων ο κ. Σαμαράς. Περιττεύει συνεπώς ο πανικός περί κινδύνου εξόδου από το ευρώ και την Ενωση. Ας ηρεμήσουν οι ηγέτες της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ.
Καταλύτες Καμμένος και Κατσέλη
Γ. Δελαστίκ ΕΘΝΟΣ 15.3.12
Η επίσημη ανακοίνωση της ίδρυσης του κόμματος της Λούκας Κατσέλη και του Χάρη Καστανίδη, όπως και η κατά τι προηγηθείσα δημιουργία του κόμματος του Πάνου Καμμένου αποκατέστησαν μια ανωμαλία που είχε προσωρινά δημιουργηθεί στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Δεδομένων των πρωτοφανών σε καιρό ειρήνης και εξαιρετικά βίαιων αρνητικών αλλαγών στα εισοδήματα και στο βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, που προκαλούν τα μνημόνια των κυβερνήσεων της χώρας με την ΕΕ και το ΔΝΤ, είτε αρέσει είτε όχι οδηγούν σε μια κατάσταση όπου η διαχωριστική γραμμή στην ελληνική κοινωνία σήμερα είναι το αν κάποιος τάσσεται υπέρ ή κατά των μνημονίων. Η αντίθεση «μνημονιακοί – αντιμνημονιακοί» διχάζει βαθιά τον ελληνικό λαό. Η διαχωριστική αυτή γραμμή διαπερνά όλα τα κόμματα και τα αποσαθρώνει.
Η πρόσφατη διαγραφή των 43 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ από τις ηγεσίες των κομμάτων τους, επειδή ψήφισαν αντιμνημονιακά, δείχνει πόσο αποσταθεροποιητικά για το υπάρχον κομματικό σύστημα δρα η αντίθεση προς την πολιτική των μνημονίων.
Αρχικά η αντιμνημονιακή στάση του Αντώνη Σαμαρά και της ΝΔ, προστιθέμενη στην από λόγους αρχής αντιμνημονιακή θέση της Αριστεράς, απομόνωνε ως μοναδικές μνημονιακές κοινοβουλευτικές δυνάμεις το ΠΑΣΟΚ και τον ΛΑΟΣ και προδιέγραφε τη σαρωτική επικράτηση του αντιμνημονιακού στρατοπέδου στις βουλευτικές εκλογές, όποτε και αν γίνονταν αυτές. Το πέρασμα όμως του Αντ. Σαμαρά και της ΝΔ στο μνημονιακό στρατόπεδο τον Νοέμβριο και ο σχηματισμός της κυβέρνησης Παπαδήμου άλλαξαν το πολιτικό σκηνικό.
Η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – ΝΔ και η διαγραφόμενη ως πιθανότατη μετεκλογική συνέχισή της κατέστησαν πλέον βέβαιη την επικράτηση του μνημονιακού στρατοπέδου στις κάλπες, αν και με πολύ ασθενέστερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Από τους 250 βουλευτές που είχαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ μετά τις εκλογές του 2009, άκρως συζητήσιμο είναι σήμερα αν θα κατορθώσουν να έχουν από κοινού 180 βουλευτές, χάνοντας 70.
Η μνημονιακή σύγκλιση όμως ΠΑΣΟΚ – ΝΔ προκάλεσε ένα καινούργιο πρόβλημα. Στους αντιμνημονιακούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι διέρρεαν κατά εκατοντάδες χιλιάδες από το κυβερνών κόμμα, προστέθηκαν και εκατοντάδες χιλιάδες αντιμνημονιακοί ψηφοφόροι της ΝΔ, με αποτέλεσμα όλοι αυτοί να μείνουν πολιτικά ακάλυπτοι.
Επικράτησε πλήρης πολιτική σύγχυση. Οι περισσότεροι από αυτούς θα ψήφιζαν βεβαίως τα κόμματά τους, αντιτιθέμενοι όμως πλήρως στη γραμμή τους. Αλλοι θα διέρρεαν προς άλλα κόμματα και κυρίως της Αριστεράς, ενώ πολλές εκατοντάδες χιλιάδες θα έμεναν σπίτια τους.
Τα δύο νέα κόμματα προσφέρουν επιλογές και λύσεις. Ο Πάνος Καμμένος δημιούργησε το αντιμνημονιακό κόμμα του στον χώρο της ΝΔ, στο οποίο μέχρι χθες το απόγευμα είχαν ήδη συσπειρωθεί οκτώ διαγραμμένοι δεξιοί βουλευτές, που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις σύντομα θα υπερβούν τους δέκα και θα συγκροτήσουν αυτοτελή Κοινοβουλευτική Ομάδα, κάτι που θα διευκολύνει την αυτοτελή είσοδο του νέου κόμματός τους στη Βουλή και μετά τις εκλογές. Θεωρείται ευθύς εξαρχής πιθανότατη η κοινοβουλευτική εκπροσώπησή τους, με δυνατότητα μάλιστα να υπερβούν αισθητά το όριο του 3%, άγνωστο πάντως πόσο.
Η ίδρυση του κόμματος Κατσέλη – Καστανίδη, με δύναμη ήδη επτά εν ενεργεία βουλευτών διαγραμμένων από το ΠΑΣΟΚ, δίνει διέξοδο στους αντιμνημονιακούς ψηφοφόρους του κυβερνώντος κόμματος. Ενδέχεται και αυτοί να προλάβουν να συγκροτήσουν δική τους Κοινοβουλευτική Ομάδα, συσπειρώνοντας τους αναγκαίους δέκα ή περισσότερους βουλευτές.
Αδηλο, πάντως, παραμένει το κατά πόσο θα κατορθώσουν να αντλήσουν τους ψηφοφόρους που χρειάζονται για να μπουν στη Βουλή όχι τόσο από εκείνους που ακόμη και σήμερα δηλώνουν ΠΑΣΟΚ, αλλά από εκείνες τις τεράστιες μάζες ΠΑΣΟΚικών ψηφοφόρων που έχουν δημοσκοπικά διογκώσει εντελώς αφύσικα τη Δημοκρατική Αριστερά του Φώτη Κουβέλη.
Σαφώς πιο δύσκολη είναι η είσοδος στη Βουλή του κόμματος των Λ. Κατσέλη και Χ. Καστανίδη από εκείνη του κόμματος του Π. Καμμένου. Για την ώρα, όμως, φαίνεται απολύτως εφικτή. Οψόμεθα.
Αλλαγές
Αν μπουν στη Βουλή ζορίζουν ΝΔ – ΠΑΣΟΚ
Αποκλείεται η ΝΔ να φτάσει το 30% και το ΠΑΣΟΚ το 20%, σε περίπτωση που τα δύο νέα κόμματα μπουν στη Βουλή. Αυτό όμως σημαίνει ότι καθίσταται σχεδόν αδύνατον ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να συγκεντρώσουν από κοινού τις 180 έδρες που απαιτούνται για να μπορούν να προωθήσουν τροποποιήσεις του Συντάγματος. Αν μάλιστα τα ποσοστά της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ απέχουν αισθητά προς τα κάτω από το 30% και το 20% αντιστοίχως και τα νέα κόμματα ξεπεράσουν εμφανώς το 3%, οι νέοι κομματικοί σχηματισμοί θα δράσουν ως καταλύτες. Ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σοβαρές αλλαγές στο μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό, δεδομένης της στενότατης συγγένειάς τους προς τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και την εξ αυτής μεγάλη πολιτική διεισδυτικότητά τους στα κυβερνητικά κόμματα.
Από τις σύνθετες επεξεργασίες στη γενικόλογη συνθηματολογία και στον λαϊκισμό
Κριτική στην Αριστερά
Του Μίμη Σουλιώτη, ΤΑ ΝΕΑ 14.3.12
Επιτέλους η Δεξιά αποφάσισε να ασκεί κριτική από τούδε και στην Αριστερά, και ορθά: «Κρίνε για να κριθείς» όπως το έχει γράψει (με ειρωνική αναστροφή του μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε) ο ποιητής Μαν. Αναγνωστάκης. Σε αντιδιαστολή με τους παχυλούς επαίνους και τις άκριτες ή βίαιες κατακρίσεις, που συνιστούν φεουδαλικές επιβιώνουσες συνήθειες, η πραγματική Αριστερά έχει ως κύριο γνώρισμα και λειτουργία της, όχι την αποδοχή / απόρριψη, παρά την κριτική.
Ο πρόεδρος της ΝΔ έκαμε την έναρξη της κριτικής καταλογίζοντας πολιτικές ευθύνες στα αριστερά κόμματα για τη μεταπολιτευτική επικυριαρχία του κρατισμού και της ιδεολογίας του στην Ελλάδα. Τα περισσότερα από όσα καταλόγισε ο κ. Σαμαράς περί ηθικής αυτουργίας της Αριστεράς για τον κρατισμό είναι ορθά, παρέλειψε ωστόσο να αναφέρει τον κύριο λόγο για τον οποίο το κόμμα του απέφευγε μέχρι σήμερα να κριτικάρει: από το 1975 η ΝΔ άφηνε τον αριστερό λαϊκισμό απερίσπαστον προκειμένου να κόβει ψήφους από το ΠαΣόΚ. Μα καθώς το ΠαΣόΚ έχει πλέον αποδυναμωθεί αισθητά, η σκοπιμότητα εκείνη εξέλιπε και οι απελπισμένοι τέως ψηφοφόροι του δεν έχουν πού την κεφαλήν κλίναι• με την κριτική της για τα αριστερά κόμματα η ΝΔ προνοεί ώστε να προσελκύσει τους απεγνωσμένους στον δικό της χώρο και έτσι να επιτύχει στις επικείμενες εκλογές την ποθητή αυτοδυναμία.
Η κατίσχυση του δικομματισμού στη Μεταπολίτευση έσπρωξε την Αριστερά στο απυρόβλητο της κριτικής, με αποτέλεσμα την χαλάρωση και την συνακόλουθη ποιοτική υποβάθμιση του ιδεολογικού και πολιτικού της λόγου. Και σήμερα είναι πρόδηλη η τάση των αριστερών κομμάτων να συνθηματολογούν απλώς και μόνον, μιμούμενα την πρακτική των δύο μεγάλων κομμάτων. Για παράδειγμα, τα αριστερά κόμματα δεν κατόρθωσαν να ξεπεράσουν το εξωπραγματικό εν πολλοίς δίλημμα Μνημόνιο / Αντιμνημόνιο ή, για να αναφερθώ σε απλούστερο παράδειγμα, η Αριστερά δεν έχει πει τίποτα ενδιαφέρον για το «Κίνημα της πατάτας» – πέραν των σχετικών αντικαπιταλιστικών αφορισμών του ΚΚΕ πως το αυτοσχέδιο κίνημα προώρισται να σβήσει κ.λπ.
Οι πατάτες δίνουν (μάλλον, έδιναν) μιαν ευκαιρία: θα μπορούσε η Αριστερά να επιδείξει την ιδεολογική υπεροχή της, δεδομένου ότι οι περιβόητοι μεσάζοντες είναι από τα πιο δεξιά και μισητά υποθέσμια στον κόσμο (και στον υπόκοσμο). Εχουμε λοιπόν μια λαϊκή, αυθόρμητη και αυτοσχέδια, κίνηση των παραγωγών και των καταναλωτών που βαίνει αυξανόμενη και θα αποπροσανατολισθεί ή θα εξασθενήσει αν δεν ενταχθεί σε συγκεκριμένες πολιτικές συντεταγμένες, αν δεν συνδεθεί με άλλα λόγια με τις θεσμισμένες δομές και ιδίως και κατ’ αρχήν με την εκ βάθρων ανακαίνιση των αγροτικών και κτηνοτροφικών συνεταιρισμών. Το αυτοσχέδιο και το αυθόρμητο του λαϊκού κινήματος είναι εξάλλου ιδιότητες που δεν συνιστούν αυταξίες για την Αριστερά – έχουν υποστεί στο απώτερο παρελθόν την κριτική του Λένιν μα και του Γκράμσι. Οι δύο αυτές ιδιότητες γίνονται θετικές στο μέτρο που θα ενταχθούν σε προοδευτικούς στόχους• μη λησμονούμε ότι και οι γιαουρτιές και οι πρόσφατοι προπηλακισμοί στην παρέλαση των Ιωαννίνων ήσαν εξίσου «αυτοσχέδιοι και αυθόρμητοι» όσο και το κίνημα της πατάτας.
Η Αριστερά χρωστά να δείξει στους παραγωγούς και τους καταναλωτές ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα έτσι ώστε το κίνημα της πατάτας να στεριώσει σωστά. Εδώ απαιτείται ένα επεξεργασμένο σχέδιο – που η Αριστερά μήτε το διαθέτει μήτε διατίθεται να το εκπονήσει προεκλογικά, καθώς προτιμά τα ετοιματζήδικα συνθήματα και τις αντικαπιταλιστικές ιδεοληψίες που μετεωρίζονται στον θόλο της πολιτικής αοριστίας.
Η ΔΗΜΑΡ ιδιαίτερα, η οποία έχει τις συγκριτικά λιγότερες ιδεοληπτικές αγκυλώσεις και εμφανίζεται ως η πιο προσγειωμένη αριστερή συνιστώσα καθώς έχει δηλώσει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να παρακάμψει τις μνημονιακές υπογραφές της, έχει μπροστά της ευρύ πεδίο για να υποβάλει μεταρρυθμιστικές προτάσεις που δεν άπτονται του Μνημονίου, από την κατάργηση των βουλευτικών συντάξεων έως την παύση της μισθοδοσίας του κλήρου. Για την μισθοδοσία του κλήρου (όπου σημειωτέον ότι ο Αρχιεπίσκοπος έχει αρχίσει να χάνει το σεμνό και αισχυντηλό του φωτοστέφανο με τις επανειλημμένες δηλώσεις και τις σχεδόν προκλητικές διακηρύξεις του περί προσφοράς της εκκλησιαστικής περιουσίας στο κράτος), η πρόταση της ΔΗΜΑΡ θα είναι προνομιακή, καθώς η ΝΔ και το ΠαΣόΚ θα εξακολουθήσουν να μιλούν ως δυνάμει πολυσυλλεκτικά κόμματα που ασφαλώς και δεν επιθυμούν να δυσαρεστήσουν το κοινωνικό στρώμα των ρασοφόρων, ενώ περιέργως και τα περισσότερα μικρότερα κόμματα αποφεύγουν να προτάξουν το ζήτημα. Είναι ωστόσο απαράδεκτο να απολύσουμε κοινωνικούς λειτουργούς, δασκάλους, οδηγούς κ.λπ., ενώ συνεχίζουμε να μισθοδοτούμε ιερείς που, στο κάτω κάτω, δεν ήσαν ανέκαθεν μισθοδίαιτοι: παγίωσαν την κρατική μισθοδοσία τους επί Χούντας.
Σε κάθε περίπτωση τα τετριμμένα λαϊκίστικα συνθήματα και οι εύκολες προεκλογικές αριστερές κορόνες δεν θα επαρκέσουν διότι οι ψηφοφόροι ενδιαφέρονται για την αυξομείωση των μισθών και των συντάξεων και για τον τζίρο των μαγαζιών τους απείρως περισσότερο απ’ όσο για την ακριβή ημερομηνία πτώσης του καπιταλισμού.
Ο Μίμης Σουλιώτης είναι ποιητής και διδάσκει Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας
Οι εχθροί του λαού
Πώς φτάσαμε στο σημείο να ενοχοποιείται και να προπηλακίζεται η «άλλη» άποψη
Του Θανάση Χειμωνά, ΤΑ ΝΕΑ 13.3.12
Είχα γράψει παλαιότερα πως οι κυβερνήσεις των τελευταίων 30 και βάλε χρόνων αρκέστηκαν σε μια παγερή αδιαφορία για τους πολίτες τους και δεν μπήκαν ποτέ στη διαδικασία να περιορίσουν ουσιαστικά τις ελευθερίες τους. Δυστυχώς, αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως στην Ελλάδα βασιλεύει απόλυτη ελευθερία λόγου και ιδεών. Στη χώρα μας επικρατεί και εφαρμόζεται μια σκληρή και αδυσώπητη λογοκρισία η οποία – κατά παγκόσμια πρωτοτυπία – πηγάζει από ένα κομμάτι του ίδιου του ελληνικού λαού.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια σχετικά ισχνή μειοψηφία, η οποία όμως φαντάζει σαφώς μεγαλύτερη λόγω του «θορύβου» που κάνει. Οι άνθρωποι αυτοί – που έχουν όλα τα χαρακτηριστικά του όχλου – διαθέτουν τα δικά τους porte-parole, δηλαδή δημοσιογράφους (από ταπεινούς μπλόγκερ έως σούπερ μουράτες TV περσόνες), πολιτικούς (διάσπαρτους σχεδόν σε όλα τα κόμματα που εκπροσωπούνται στη Βουλή) αλλά και εξέχουσες φυσιογνωμίες από τον χώρο της Τέχνης και της Διανόησης.
Αντικειμενικά, είναι μάλλον δύσκολο να τοποθετήσεις ιδεολογικά τη συγκεκριμένη λογοκρισία. Το σίγουρο ωστόσο είναι πως έχει δύο βασικούς πυρήνες, τον «Λαό» και την «Πατρίδα».
Ολο αυτό το πανηγύρι ουσιαστικά ξεκίνησε με την πτώση του Υπαρκτού Σοσιαλισμού στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και χτύπησε για πρώτη φορά κόκκινο λίγο αργότερα με το λεγόμενο Μακεδονικό ή Σκοπιανό. Ο περισσότερος κόσμος σήμερα κράζει εκείνα τα αλήστου μνήμης συλλαλητήρια με τους ήλιους της Βεργίνας και τους μυστήριους τύπους με ρωμαϊκές περικεφαλαίες που παρίσταναν τον Μέγα Αλέξανδρο. Ολοι όμως θυμόμαστε πόσο δύσκολο (βλέπε αδύνατο) ήταν τότε να εκφέρει κάποιος αντίθετη άποψη. Υπήρξαν μέχρι και άτομα που κατέληξαν στην φυλακή μόνο και μόνο επειδή υποστήριξαν κάτι διαφορετικό. Ανάλογα σκηνικά είχαμε και με τους καλούς ορθόδοξους αδελφούς Σέρβους και τους ποταπούς Βόσνιους και Κοσοβάρους (=Αλβανούς) πριν μπούμε στον 21ο αιώνα και καταλήξουμε σε ένα αλλόκοτο αριστεροδέξιο κίνημα, το οποίο άλλοτε φλερτάρει με την Επανάσταση του 1917 και άλλοτε με την «Επανάστασι» του 1967 και το οποίο κανείς δεν έχει δικαίωμα να αμφισβητεί.
Οι εμπνευστές αυτής της λογοκρισίας λατρεύουν την κοινοτοπία, τα στερεότυπα. Λογικό άλλωστε αφού – κατά βάθος – είναι απολύτως συντηρητικοί στις θέσεις και τις απόψεις τους. Εκτιμούν επίσης τη βία, την οποία όμως προσαρμόζουν στις δικές τους ανάγκες. Ετσι, οι κουκουλοφόροι π.χ. είναι κάποιες φορές «οργισμένοι νέοι» και κάποιες άλλες «ασφαλίτες» και «προβοκάτορες», οι αστυνόμοι «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι» αλλά και «παιδιά που ζουν με 700 ευρώ» κ.ο.κ.
Υπάρχει λοιπόν μια συγκεκριμένη γραμμή. Οποιοσδήποτε εκφράζεται δημόσια οφείλει να τη σέβεται μέχρι κεραίας. Ενα λάθος κόμμα να βάλει – ακόμη και αν αστειευτεί σε λάθος στιγμή – θα χαρακτηριστεί άμεσα «φασίστας», «ανθέλληνας», «βολεμένος», «πουλημένος» και πολλά άλλα σχετικά και όμορφα. Πολλές φορές μάλιστα, τα λεγόμενα του φασίστα/ανθέλληνα θα πετσοκοπούν και θα παραφραστούν όσο χρειάζεται για να προκαλέσουν όσο δυνατόν μεγαλύτερη διέγερση στον οργισμένο όχλο.
Μετά το πρώτο στάδιο, αυτό της χυδαιότατης επίθεσης και της προσβολής, ακολουθεί η διαπόμπευση και – αρκετές φορές – η στοχοποίηση και οι απειλές. Αν είσαι τυχερός, μπορεί να βρεις το όνομά σου να φιγουράρει σε μαύρη λίστα πλάι στην Αγγελική Νικολούλη και τον «σήζηγο» (sic) της Τατιάνας… Αν είσαι ακόμα πιο «τυχερός» σίγουρα θα ονομάζεσαι Νταλάρας.
Οπως είναι λογικό, οι διαφορετικές φωνές είναι πλέον πανδύσκολο να ακούγονται. Οποιοσδήποτε τολμάει να μιλήσει (λέγοντας, σχεδόν πάντα, τα αυτονόητα) αναγκάζεται να μετράει τα λόγια του, να υπολογίζει το τίμημα, ακόμη και να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο να μην επισκέπτεται συγκεκριμένες περιοχές της πόλης! Συχνά δε, η άποψη του όχλου-λογοκριτή υιοθετείται και από τα mainstream ΜΜΕ, είτε για λόγους απήχησης, ακροαματικότητας, θεαματικότητας είτε από φόβο για ενδεχόμενα αντίποινα. Σιγά σιγά, η κατάσταση θυμίζει όλο και πιο έντονα την εποχή της Τρομοκρατίας που ακολούθησε τη Γαλλική Επανάσταση. Τότε που ο καθένας μπορούσε να θεωρηθεί εχθρός του λαού και να καταλήξει με συνοπτικές διαδικασίες στη λαιμητόμο. No problem πάντως! Θα το υποστούμε κι αυτό μέχρι να έρθει ο δικός μας Ναπολέοντας και το δικό μας Βατερλό.
Ο Θανάσης Χειμωνάς είναι συγγραφέας
Πρόσφατα σχόλια